Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2015

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ: Το 1948 δολοφονήθηκε ο Μαχάτμα Γκάντι

Ο Μαχάτμα Γκάντι δολοφονήθηκε στο Νέο Δελχί στις 30 Ιανουαρίου 1948 από έναν εθνικιστή Ινδό ονόματι Γκόντσε.

Η διδασκαλία του επηρέασε το διεθνές κίνημα για την ειρήνη και μαζί με τον ασκητικό βίο του συνέτειναν στο να καταστεί παγκόσμιο σύμβολο και ορόσημο της φιλοσοφικής και κοινωνικοπολιτικής διανόησης του 20ού αιώνα. Έγινε ευρύτερα γνωστός με την προσωνυμία Μαχάτμα, που φέρεται να του απέδωσε στα 1915 ο Ινδός νομπελίστας ποιητής και φιλόσοφος Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ (Βλ. Βιογραφία Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ ΕΔΩ) και στα σανσκριτικά σημαίνει Μεγάλη Ψυχή.


(Βλ. Βιογραφία Μαχάτμα Γκάντι ΕΔΩ)

ΘΡΗΣΚΕΙΑ: Το επαναστατικό μήνυμα των Τριών Ιεραρχών και η εποχή μας

Ομιλία που εκφωνήθηκε στο Δημοτικό θέατρο Μυτιλήνης, στα πλαίσια της εκδήλωσης που οργάνωσε η Περιφερειακή Δ/νση Εκπαίδευσης Βορείου Αιγαίου για την σχολική εορτή των Τριών Ιεραρχών

Ανδρέα Αργυρόπουλου
Σχολικού Συμβούλου θεολόγων
Περιφέρειας Βορείου Αιγαίου

ΑΥΘΕΝΤΙΚΗ ΠΙΣΤΗ – ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΝΕΥΜΑ – ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΟΤΗΤΑ

Χωρίς αμφιβολία η εποχή μας έχει πολλά κοινά, με αυτή των Τριών Ιεραρχών. Πόλεμοι, βίαιες συγκρούσεις, κοινωνικά αδιέξοδα, άλυτα οικονομικά προβλήματα, εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, κοινωνικές διακρίσεις, θρησκευτικές διαμάχες, εξεγέρσεις κλπ. Το μήνυμα των Τριών Πατέρων της Εκκλησίας μας πάντα επίκαιρο και επαναστατικό, έρχεται να μας θυμίσει τη χριστιανική αυθεντικότητα, να προτείνει λύσεις και να δώσει κατευθύνσεις, που γεμίζουν ελπίδα και απελευθερώνουν. Οι Τρεις Ιεράρχες υπήρξαν ολοκληρωμένες προσωπικότητες που δεν διακρίθηκαν μόνο σ’ έναν τομέα αλλά παντού. Όλοι τους χαρακτηρίζονταν για τη θεολογική αλλά και την ευρύτερη επιστημονική τους συγκρότηση, τη ριζοσπαστική κοινωνική τους παρουσία, την ανοικτότητα του πνεύματος και την κριτική στάση τους απέναντι σε κάθε μορφής εξουσία.
Οι Τρεις Ιεράρχες τάραξαν τα νερά της εποχής τους και άφησαν παρακαταθήκες με αιώνια αξία. Θλίβεται κανείς όταν βλέπει την αναγνώριση του επιστημονικού τους έργου σε παγκόσμια κλίμακα από τη μια μεριά και από την άλλη, την άγνοια ή ακόμα και την απαξίωση που υπάρχει γι’ αυτούς στην πατρίδα μας. Λίγα μόλις χρόνια μετά το θάνατό τους τα κείμενά τους μεταφράζονται στα Λατινικά και με την πάροδο του χρόνου σε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες. Στη Δύση αλλά και παγκοσμίως δεν είναι λίγοι οι ερευνητές από το χώρο της Ιατρικής, της Κοινωνιολογίας, των Πολιτικών Επιστημών, της Παιδαγωγικής, της Φιλοσοφίας, της Θεολογίας και της Ψυχολογίας που μελέτησαν το έργο των Πατέρων της Εκκλησίας τονίζοντας την αξία του. Ιδιαίτερα σημαντική ήταν η επίδραση του συγγραφικού του έργου στους Ευρωπαίους επιστήμονες κυρίως των ανθρωπιστικών σπουδών από την εποχή της Αναγεννήσεως μέχρι σήμερα.

Ενδεικτικά, αναφέρουμε ότι τα έργα του Μεγάλου Βασιλείου άρχισαν να διδάσκονται στο Πανεπιστήμιο των Παρισίων το 16ο αιώνα, το δε πόνημά του: «Προς του νέους…» απέκτησε τόσους θαυμαστές στη Δύση, που εντός 50 ετών (1449-1500) γνώρισε 20 εκδόσεις. Τα Άπαντά του, έχουν εκδοθεί στα Γερμανικά από το 1776. Είναι ευτύχημα ότι τα τελευταία χρόνια και στην πατρίδα μας έχει αρχίσει μια προσπάθεια ανακάλυψης του έργου των Τριών Ιεραρχών και στο θεολογικό χώρο, αλλά και πέρα απ’ αυτόν, πράγμα πολύ ελπιδοφόρο.

Είναι αξιοπρόσεκτο ότι την επιστημονική τους κατάρτιση οι Τρεις Ιεράρχες δεν τη χρησιμοποίησαν για ατομική προβολή, αλλά για να προσφέρουν στον αδερφό τους.

Ο Βασίλειος, γιατρός ο ίδιος, ιδρύει τη γνωστή σε όλους μας Βασιλειάδα μια «πόλη φιλανθρωπίας». Εκεί οργανώνει το πρώτο δημόσιο νοσοκομείο, στο οποίο υπάρχουν κατοικίες γιατρών, νοσηλευτικού προσωπικού και ειδικές πτέρυγες για λεπρούς και πάσχοντες από επιδημικές ασθένειες. Μας γίνεται γνωστό από τα κείμενα ότι ο ίδιος παρότι καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια «έδινε το χέρι στους λεπρούς, τους φιλούσε αδελφικά και τους φρόντιζε ο ίδιος προσωπικά». Συνιστούσε μάλιστα στους επισκόπους της δικαιοδοσίας του, την ίδρυση παρόμοιων με την Βασιλειάδα ιδρυμάτων. Σιγά-σιγά οργάνωσε ένα δίκτυο υπηρεσιών υγείας σε ολόκληρη τη Μικρά Ασία.

Ο Χρυσόστομος που σπούδασε κι αυτός γιατρός χτίζει πολλά νοσοκομεία στην Κωνσταντινούπολη, στα οποία όπως και ο Βασίλειος περιποιείται ο ίδιος τους ασθενείς.
Η επιστημονική έρευνα έχει καταδείξει ότι ο Βασίλειος και ο Χρυσόστομος είναι ουσιαστικά οι εμπνευστές ενός δημόσιου συστήματος υγείας που με την πάροδο του χρόνου απλώνεται σε ολόκληρη την Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Η αγάπη για τους Πατέρες, δεν είναι θεωρητικό κατασκεύασμα, έχει κόστος. Είναι πράξη που απαιτεί υπευθυνότητα και διάθεση για διαρκή προσφορά.

Οι Τρεις Ιεράρχες (Βλ. άγιοι Τρεις Ιεράρχες ΕΔΩ) στηρίζουν με κάθε τρόπο τους φτωχούς, τους κυνηγημένους και τους απροστάτευτους της εποχής τους. Θεωρούν αυτονόητο να θυσιαστούν για τον κάθε έναν από αυτούς. Η περιθωριοποίηση των κοινωνικά αδύνατων δεν συνάδει με το ορθόδοξο ήθος. Κάθε άνθρωπος αποτελεί ανεπανάληπτη προσωπικότητα, είναι εικόνα του Θεού. «Με ποιο δικαίωμα» αναρωτιέται ο Χρυσόστομος «μπορεί κανείς να περιφρονεί εκείνους τους οποίους ο Θεός τόσο τιμά ώστε τους δίνει το Σώμα και το Αίμα του Υιού του». Η επιμονή του μάλιστα να κτίσει το λεπροκομείο, όχι σε κάποια υποβαθμισμένη περιοχή της Κωνσταντινούπολης, αλλά στην πλουσιότερη συνοικία έξω απ’ την πόλη, εκεί που ζούσαν μεγάλοι γαιοκτήμονες και οι οποίοι έβλεπαν την οικονομική αξία των πολυτελών οικημάτων να μειώνεται λόγω της γειτνίασης με το κτήριο αυτό, αποτέλεσε και την αφορμή για την οριστική δίωξή του, που θα τον οδηγούσε στην εξορία και στο βασανιστικό θάνατο.
Στο μεγάλο λιμό που έπληξε την περιοχή του ο Βασίλειος στηλιτεύει τη δράση των μαυραγοριτών, που θέλουν να πλουτίσουν σε βάρος των λιμοκτονούντων συμπατριωτών τους, οργανώνει συσσίτια για όλο το λαό προσφέροντας βοήθεια χωρίς καμιά διάκριση σε χριστιανούς, ειδωλολάτρες, Ιουδαίους και αιρετικούς σώζοντας χιλιάδες από βέβαιο θάνατο. Άλλοτε παρακαλώντας, και άλλοτε με δυναμικό τρόπο ζητάει από τους άρχοντες την απαλλαγή των φτωχών από τη φορολογία, ενώ δεν παραλείπει να παρέμβει για τα συμφέροντα των εργαζομένων στα ορυχεία του Ταύρου.

Ο Χρυσόστομος μόλις ανέρχεται στον Αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κωνσταντινούπολης, πουλάει τα πολυτελή σκεύη και έπιπλα της Αρχιεπισκοπής χάρη των παλαιών και νέων φιλανθρωπικών ιδρυμάτων. Διακόπτει άμεσα τη διοργάνωση επίσημων και πλούσιων δείπνων στο χώρο της Αρχιεπισκοπής και με τα χρήματα που εξοικονομεί οργανώνει συσσίτια για 7.000 φτωχούς καθημερινά, χωρίς υπολογίζονται σε αυτό το νούμερο οι ξένοι και αυτοί που για κάποιο διάστημα βρισκόντουσαν στην πόλη. Υποστηρίζει κάθε έναν που αδικείται από την πολιτική εξουσία φτάνοντας στο σημείο να συγκρουστεί με την αυτοκράτειρα, όταν εκείνη καταπατά το κτήμα μιας φτωχής χήρας. Ο ίδιος ζει λιτά και ασκητικά, όπως αρμόζει σ’ έναν ιεράρχη, προκαλώντας το θαυμασμό του απλού λαού, αλλά και την περιφρόνηση των πλούσιων και κοινωνικά ισχυρών αντιπάλων του. Ανυποχώρητος στα πιστεύω, του δεν αρέσκεται στον να συγκαλύπτει νοσηρές καταστάσεις μέσα στον εκκλησιαστικό χώρο. Δε διστάζει να καθαιρέσει μεγάλο αριθμό επισκόπων με την κατηγορία του χρηματισμού κατά την άσκηση της ιεροσύνης. Αντιμετωπίζει δραστικά το σκανδαλισμό που προκαλούσαν στου πιστούς με τον πολυτελή βίο τους, απερίσκεπτοι κληρικοί και α-μόναχοι μοναχοί. Η θέση των μοναχών κατά τον ιερό Πατέρα είναι στα μοναστήρια τους, όχι σε κοσμικές εκδηλώσεις και δεξιώσεις επισήμων, που οδηγούν σε σχέσεις διαπλοκής με την έκαστε εξουσία, γι’ αυτό το λόγο και επέβαλε την παραμονή τους στις μονές.

Οι Τρεις Ιεράρχες ζητάνε από τους χριστιανούς της εποχής τους, να ανακαλύψουν την αυθεντική θρησκευτικότητα, αυτή που απελευθερώνει τον άνθρωπο, μακριά από δεισιδαιμονίες, προλήψεις και φοβίες. Ενδιαφέρονται για την ερμηνεία των Γραφών, βοηθώντας έτσι τους χριστιανούς όχι μόνο της εποχής τους αλλά και διαχρονικά στην κατανόηση και εμπέδωση των ιερών κειμένων. Οφείλουμε να αναφέρουμε ότι ο Χρυσόστομος θέλοντας να είναι ακριβής στο έργο της ερμηνείας της Βίβλου κάνει 7.000 παραπομπές στην Παλαιά και 11.000 στην Καινή Διαθήκη. Οποιοσδήποτε από τους παρόντες έχει ασχοληθεί με στοιχειώδη επιστημονική έρευνα κατανοεί το μέγεθος του παραπάνω εγχειρήματος.

Άνθρωποι με ανοιχτούς πνευματικούς ορίζοντες, οι Πατέρες της Εκκλησίας τονίζουν κατ’ επανάληψιν στα κείμενά τους την αξία της αρχαίας ελληνικής παιδείας. Ο Γρηγόριος αντιδρώντας στις απόψεις κάποιων ακραίων και φοβικών χριστιανών, που αρνούνταν τη μελέτη της κλασικής παιδείας, υποστηρίζει πως είναι «αγροίκοι και αγράμματοι», όσοι δε δέχονται την αξία της. Αποκαλεί την πόλη των Αθηνών που ήταν κέντρο σπουδής του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, «Χρυσή Αθήνα των Γραμμάτων».

Οι Τρεις Ιεράρχες δεν ήθελαν τους χριστιανούς νέους ανθρώπους χωρίς κριτική σκέψη, χωρίς ευρύτητα γνώσεων, χωρίς γενικότερο προβληματισμό. Τους ήθελαν μέσα στην κοινωνία και τη ζωή, μετόχους των κοινωνικών ανησυχιών και φιλοσοφικών ρευμάτων. Ο Χρυσόστομος τους προτείνει να σπουδάσουν πρώτα στα δημόσια ειδωλολατρικά σχολεία κι όχι στα μοναστήρια, ενώ ο Μ. Βασίλειος στέλνει στον εθνικό Λιβάνιο φτωχούς χριστιανούς νέους για να σπουδάσουν κοντά του, ενώ δεν χάνει ευκαιρία να υμνήσει την αξία της φιλοσοφίας και της προσφοράς της στη διατύπωση των χριστιανικών δογμάτων.

Και οι τρείς αντιδρούν σε μια επιφανειακή πνευματικότητα, σε ένα ακίνδυνο χριστιανισμό, σε μια πίστη που τυφλώνει και σε μια εκκλησία που δεν είναι η οδός της αληθινής σωτηρίας και ζωής, αλλά ένα μέσο στα χέρια των ισχυρών για τη χειραγώγηση και εκμετάλλευση ανθρώπων και λαών. Οι Τρεις Ιεράρχες δεν μπορούν να συμβιβαστούν με την υποκρισία των βολεμένων χριστιανών: «ξέρω πολλούς», λέει ο Χρυσόστομος, «που νηστεύουν και προσεύχονται και στενάζουν, επιδεικνύοντας κάθε λογής αδάπανη ευλάβεια. Ενώ ούτε ένα οβολό δε δίνουν στους θλιβόμενους. Τι κέρδος έχουν από την υπόλοιπη αρετή τους; Γι’ αυτούς η βασιλεία των ουρανών είναι κλειστή». Και ο Γρηγόριος συμπληρώνει: «Μη τεντώνεις τα χέρια σου στον ουρανό αλλά στα χέρια των φτωχών. Αν εκτείνεις τα χέρια σου στα χέρια των φτωχών έπιασες την κορυφή του ουρανού».

ΤΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΜΗΝΥΜΑ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ
Οι κοινωνικές θέσεις τους είναι τόσο σύγχρονες και ριζοσπαστικές που νομίζει κανείς πως έχουν γραφεί μόλις τον τελευταίο αιώνα και μάλιστα κατά τα διαστήματα των μεγάλων κοινωνικών επαναστάσεων και συγκρούσεων. Ο Νικόλας Μπερντιάεφ ο μεγαλύτερος ίσως Ρώσος διανοητής του 20ου αιώνα μεταξύ των άλλων αναφέρει «στον Μεγάλο Βασίλειο όπως και στον Ιωάννη τον Χρυσόστομο η κοινωνική αδικία, δημιούργημα της κακής διανομή του πλούτου κριτικάρεται με μια δριμύτητα που θα έκανε τον Προυντόν και τον Καρλ Μαρξ να χλωμιάσουν».

Ο γνωστός σε όλους ΄Εριχ Φρομ στο βιβλίο του «Να έχεις ή να είσαι» προβάλλει τις απόψεις των Πατέρων για την κοινοκτημοσύνη αξιολογώντας τες θετικά. Για τους Τρεις Ιεράρχες το πρόβλημα της ανισοκατανομής των αγαθών δεν αποδίδεται στο θέλημα του Θεού, ούτε σε φυσικές αιτίες και τυχαία γεγονότα αλλά σε συγκεκριμένες ενέργειες αυτών που κατέχουν την εξουσία και τον πλούτο. «Οι κοινωνικές ανισότητες δεν είναι θέλημα Θεού», λέει ο άγιος Γρηγόριος «ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο ελεύθερο… Με την πτώση θρυμματίστηκε η αρχική ενότητα και ισοτιμία μεταξύ των ανθρώπων, οι θρασύτεροι με τη βοήθεια του πολιτικού νόμου, τον οποίο κατέστησαν όργανο καταδυναστεύσεως, επιβλήθηκαν στους ασθενέστερους και έτσι οι άνθρωποι χωρίστηκαν σε πλούσιους και φτωχούς, ελεύθερους και δούλους και σε πολλές άλλες κατηγορίες. Εμείς όμως, σαν χριστιανοί οφείλουμε να αποβλέπουμε και να τείνουμε στην αρχική ενότητα και όχι στην κατοπινή διαίρεση, στο νόμο του Θεού και όχι στο νόμο του ισχυρού», (Περί φιλοπτωχίας PG 35, 892 Α-Β). Είναι πασιφανές ότι ο νόμος του Θεού, δηλαδή ο νόμος της αγάπης, της ισότητας, της ελευθερίας της ειρήνης, δεν έχει τίποτα κοινό με το νόμο των ισχυρών κάθε εποχής.

Ο Μέγας Βασίλειος γίνεται πολύ παραστατικός όταν θέλει να αναφερθεί στην αδικία και την αρπαγή του πλούτου από τους κοινωνικά δυνατούς, ανατρέποντας μάλιστα με τα λεγόμενά του τις κοινωνικά αποδεκτές αντιλήψεις περί κλοπής: «συνήθως» λέει «χαρακτηρίζονται κλέφτες αυτοί που κλέβουν πορτοφόλια από τα λουτρά. Δεν είναι όμως αυτοί οι πραγματικοί κλέφτες… αλλά κάποιοι…που αποτελούν τις πολιτικές αρχές πόλεων και εθνών, άλλα αφαιρούν κρυφά, άλλα παίρνουν φανερά με τη βία… Κοινωνοί της κλοπής όμως γίνονται κι αυτοί που θεωρούνται άρχοντες της Εκκλησίας, όταν παίρνουν απ’ αυτούς χρήματα…», για οποιουσδήποτε λόγους. «Αντί να τους ελέγχουν και να τους νουθετούν…εύκολα τους απλώνουν το χέρι και του μακαρίζουν…και τους αδύνατους τους μισούν για τις πράξεις αυτές ενώ τους άλλους που είναι μεγάλοι κλέφτες τους θαυμάζουν».

Ο Μέγας Βασίλειος και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος θεωρούν ότι η κοινοκτημοσύνη είναι η λύση του κοινωνικού προβλήματος και προτείνουν την πρωτοχριστιανική κοινότητα των Ιεροσολύμων όπου όλα ήταν κοινά, σαν πρότυπο για μια δίκαιη κοινωνική οργάνωση των χριστιανικών κοινωνιών, (PG 31, 325 Α-Β). O Μακ. Αρχιεπίσκοπος Αλβανίας κ. Αναστάσιος αναφέρει για τους Τρεις Ιεράρχες: «η γλώσσα τους αποκτά μια μοναδική οξύτητα όταν κηρύσσουν την ισότητα και την αδελφοσύνη όλων των ανθρώπων. Αφύσικα βλέπει» φωνάζει ο Μέγας Βασίλειος όποιος κάνει διακρίσεις μεταξύ των ανθρώπων. Είναι «άθεοι» ή «παράλογοι» και οπωσδήποτε «λωποδύτες» αυτοί που θησαυρίζουν σε βάρος των άλλων και κρατούν τα πλούτη τους για αποκλειστική τους χρήση». Ο Χρυσόστομος ακολουθώντας τον Απόστολο Παύλο χαρακτηρίζει την πλεονεξία των πλουσίων ως ειδωλολατρία, (PG 2,123).

Οι Τρείς Πατέρες πιστεύουν ξεκάθαρα πως η μανία του πλούτου και τα συμφέροντα των ισχυρών ευθύνονται για την κατάντια των κοινωνιών, για την πείνα, την εγκατάλειψη, τους πολέμους. «Οι πόλεμοι» γράφει ο Χρυσόστομος «γίνονται από τον έρωτα για τα χρήματα», ενώ ο Βασίλειος διερωτάται «έως πότε θα κυβερνά ο πλούτος που είναι η αιτία του πολέμου; Οι εξοπλισμοί» συμπληρώνει «γίνονται για την απόκτηση του πλούτου» (Ε.Π.Ε. 6,312). Ο Γρηγόριος ο Θεολόγος, συμπληρώνοντας τον προβληματισμό του Μ. Βασιλείου λέει: «Μητέρα των πολέμων είναι η πλεονεξία, οι πόλεμοι με τη σειρά τους γεννούν την υψηλή φορολογία, που είναι η αυστηρότητα καταδίκη των πολιτών», (ΒΕΠ 59, 141).

Λόγια ξεκάθαρα και αληθινά. Λόγια που η αιώνια αξία τους αποδεικνύεται διαρκώς μέσα στην ιστορία. Θα αναφέρω ενδεικτικά δύο παραδείγματα από την εποχή μας για του λόγου το αληθές. Το πρώτο: η περυσινή έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας για το 2007 και την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στον κόσμο μας πληροφορεί ότι 22 δις δολάρια κατά μέσο όρο δαπανώνται κάθε χρόνο για όπλα από χώρες της Ασίας, της Μέσης Ανατολής, της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής. Με αυτά τα χρήματα οι συγκεκριμένες χώρες θα είχαν τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν σε κάθε παιδί μια θέση στο σχολείο και να μειώσουν την παιδική θνησιμότητα κατά δύο τρίτα μέχρι το 2015. Το δεύτερο: το κόστος 216 Τόμαχοκ που εξαπολύθηκαν στον πόλεμο κατά του Ιράκ σε μια μόνο ημέρα (19/1/1990) αρκούσαν να θρέψουν με τρόφιμα το λαό της Αιθιοπίας για έξι μήνες.

Σε μια εποχή που η γυναίκα βρισκόταν στο κοινωνικό περιθώριο οι Πατέρες αναλαμβάνουν την υπεράσπισή της και αγωνίζονται σθεναρά να της δώσουν τη θέση που της αρμόζει στην κοινωνία Είναι γνωστή σε όλους μας η θέση του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου 17 αιώνες πριν την εποχή μας όταν στιγμάτιζε, τη μεροληπτική υπέρ των ανδρών νομοθεσία του κράτους. Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος ερχόμενος σε ρήξη με τις ανδροκρατικές αντιλήψεις της εποχής του, επιλέγει ως πρώτη μεταξύ των συνεργατών του μια γυναίκα, τη μετέπειτα Αγία Ολυμπιάδα η οποία αναδεικνύεται σε ηγέτιδα του χριστιανικού κοινωνικού έργου.

ΠΑΙΔΕΙΑ ΖΩΗΣ ΄Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΙΣΟΠΕΔΩΣΗ;
Μελετώντας κανείς τις θέσεις των Τριών Ιεραρχών για θέματα αγωγής των νέων, συναντά στα κείμενα τους προβληματισμούς και προτάσεις, όμοιες με τις πλέον προωθημένες της εποχής μας στις επιστήμες της Παιδαγωγικής και της Ψυχολογίας. Δυστυχώς όμως, ακόμα παραμένουν άγνωστες, όχι απλά στο ευρύ κοινό αλλά και στον εκπαιδευτικό κόσμο.

Η παιδεία κατά τους Τρείς Ιεράρχες πρέπει να αποτελεί δρόμο απελευθέρωσης προσωπικής και κοινωνικής, όχι διαδικασία εξαναγκασμού και ανελευθερίας. Ο Ιωάννης Χρυσόστομος θεωρεί ότι πρωτεύοντα ρόλο στην εκπαιδευτική διαδικασία παίζει η προσωπικότητα του δασκάλου καθώς επίσης και η σχέση του με τους μαθητές. Η σχέση δάσκαλου-μαθητή πρέπει να είναι μια σχέση αγάπης και αλληλοσεβασμού. Το να αγαπά ο δάσκαλος το μαθητή και να αγαπιέται από αυτόν, «το φιλείν και φιλείσθαι» όπως ακριβώς λέει, είναι το στοιχείο εκείνο που βοηθάει ουσιαστικά να γίνει αποδοτική η διδασκαλία. Ο καλός δάσκαλος κατά τον Χρυσόστομο εμπνέει, προσελκύει και πείθει, (MG. 57327 ) Δεν είναι εγωιστής ούτε αλαζόνας, δε διακρίνεται για το εξουσιαστικό του ύφος, έχει πνεύμα μαθητείας, δεν περιαυτολογεί. Είναι ταπεινός έχοντας συναίσθηση των ατελειών και αδυναμιών του. Γνωρίζει καλά «ότι η επιείκεια είναι πιο δυνατή από τη βία», (MG. 57,61 ).

Ο παιδαγωγός πρέπει να επιδεικνύει δημοκρατικό πνεύμα και να σέβεται τη γνώμη των μαθητών του, ( MG. 60,35-36 ). Απέναντι τους να είναι απλός, ειλικρινής, απονήρευτος, άδολος. Να αποφεύγει την ειρωνεία και την υποκρισία. (MG. 61,404-406 ). Οι δάσκαλοι κατά τον Άγιο Πατέρα δεν πρέπει να είναι φορτικοί και πιεστικοί αλλά φιλόστοργοι. (MG. 62,402-403 ). Οφείλουν να υπερβάλλουν σε φιλοστοργία τους φυσικούς πατέρες. «Ο λόγος (του δασκάλου)», λέει ο Χρυσόστομος πρέπει να είναι «λόγος ανθρώπου που διδάσκει μάλλον παρά ελέγχει, που παιδαγωγεί παρά τιμωρεί, που βάζει τάξη παρά που διαπομπεύει, που διορθώνει παρά που επεμβαίνει στη ζωή του άλλου (του μαθητού)», (MG. 61 593-594).

Τα βασικά στοιχεία της αληθινής παιδείας για τους Τρεις Ιεράρχες είναι: η αγάπη, η ελευθερία και ο σεβασμός του ανθρώπινου προσώπου. Και οι τρεις τονίζουν πως η σχέση παιδαγωγού μαθητή είναι μια σχέση ελευθερίας και δημιουργίας. Ο διάλογος είναι το καλύτερο μέσο για να επιτευχθεί ο σκοπός της αγωγής. Η εξουσιαστικότητα και ο δογματισμός όχι μόνο δείχνουν έλλειψη αγάπης, (M.G. 62,404), αλλά και δε φέρνουν κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα. Ο εκπαιδευτικός οφείλει πρώτιστα να σέβεται το δώρο της ελευθερίας που χάρισε ο δημιουργός στα παιδιά και να μη φυλακίζει τις ανησυχίες τους, αλλά να ανοίγει δρόμους.

Με απλά λόγια οι Τρεις Ιεράρχες υποστηρίζουν πως η Παιδεία πρέπει να είναι στην υπηρεσία του ανθρώπου και όχι του συστήματος, όπως δυστυχώς έχει καταντήσει στις μέρες μας. Σήμερα σε ολόκληρο τον κόσμο η Παιδεία είναι κατευθυνόμενη, γι’ αυτό και αποτυχημένη. Οι νέοι-ες κατευθύνονται σύμφωνα με τις ανάγκες του συστήματος κάθε χώρας. Ενδεικτικό είναι το γεγονός σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία ότι μόνο ένας στους πέντε νέους κατάφερε να εισαχθεί στη σχολή των ονείρων του την προηγούμενη χρονιά. Το ζητούμενο, δυστυχώς στις μέρες μας δεν είναι να φτιάξουμε ελεύθερους ανθρώπους, με συγκροτημένη προσωπικότητα, υπεύθυνους, έτοιμους να σταθούν κριτικά σε ό,τι αλλοιώνει την ομορφιά της ζωής, αλλά εξαρτήματα για να λειτουργήσει καλά η μηχανή της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. (Είμαι εξάρτημα εγώ της μηχανής σας και ο γιος μου ανταλλακτικό). Οι περισσότεροι νέοι δεν προχωρούν στις σπουδές τους σε ότι αυτοί ονειρεύονταν και επέλεξαν, δε σπουδάζουν για να ξεδιψάσουν τις ψυχές τους, για να ζήσουν, αλλά για να ενταχθούν εκεί που το απαιτούν οι ανάγκες του συστήματος με απώτερο σκοπό να βοηθήσουν στην ανάκαμψη των «δεικτών της παραγωγικότητας». Η παιδεία όμως δεν πρέπει να αποβλέπει ούτε στην παραγωγικότητα, ούτε στις όποιες ανάγκες του κράτους, οφείλει να οδηγεί τους νέους στην ανακάλυψη του μυστηρίου της ζωής, στην κατάκτηση της ελευθερίας, στα μονοπάτια της αναζήτησης της αλήθειας, στη μύησή τους στην παράδοση του τόπου τους και στον πολιτισμό, στη μεταμόρφωσή τους. Άραγε πόσοι από τους μαθητές, για παράδειγμα, της Λέσβου, ακόμη κι απ’ αυτούς που έχουν πετύχει στις καλύτερες πανεπιστημιακές και πολυτεχνικές σχολές έχουν μυηθεί στην ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη;

Όπως ωραία λέει ο Χρήστος Γιανναράς, όσοι κάνουν τους σχεδιασμούς για την παιδεία δείχνουν πως δεν τους ενδιαφέρει « η κατά κεφαλήν καλλιέργεια αλλά το κατά κεφαλήν εισόδημα». Συνεχίζουμε να εγκληματούμε σε βάρος των νέων ανθρώπων. Ξεκόψαμε τη γνώση από τη ζωή, τον έρωτα, την ομορφιά. Υποτάξαμε την αγάπη στην αναγκαιότητα και γι’ αυτό αποτύχαμε. Για όποιον αμφιβάλει γι’ αυτή την αποτυχία, παραπέμπω στην πρόσφατη έρευνα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων για τους νέους όπου τα συμπεράσματά της μας αποκαλύπτουν ότι το 20% των Ελλήνων μαθητών ηλικίας 15 ως 18 ετών υποφέρει από κατάθλιψη, στις κοπέλες μάλιστα το ποσοστό φτάνει στο 30%. Στις μέρες μας η παιδεία έχει δώσει τη θέση της σε μια μονοδιάστατη, γι’ αυτό και άρρωστη εκπαίδευση. Για να επιτευχθούν οι στόχοι της, όλοι (γονείς, μαθητές, εκπαιδευτικοί) μπαίνουν σε καλούπια από νωρίς. Μια άλλη έρευνα έδειξε ότι το 97% των γονέων που έχουν παιδιά στο δημοτικό σχολείο απαιτούν πρώτιστα από αυτά την άριστη βαθμολογία. Το δόγμα παιδείας ειδικά στα Λύκεια, δηλαδή την εποχή που η ψυχή του νέου πάει να ανθίσει, είναι «να βγει η ύλη». Όλα θυσιάζονται εκεί. Η πίεση αφόρητη στους εκπαιδευτικούς που ζουν την τραγικότητα της μετατροπής τους, από φορείς γνώσης και ζωής σε απλούς διεκπεραιωτές ύλης ενώ τα παιδιά μας στην ηλικία που διψάνε για ζωή και αλήθεια περιορίζονται στο να μετατραπούν σε ζωντανά λυσάρια φυσικής, χημείας, μαθηματικών, αρχαίων, κλπ.

Στη σημερινή εκπαίδευση της ισοπέδωσης, φτάσαμε ακόμη και η έκθεση ιδεών, το μάθημα που ο μαθητής υποτίθεται ελεύθερα καταθέτει τις ιδέες του, να ταυτίζεται με ένα φροντιστηριακό δίωρο. Ο μαθητής αφού πληρώσει αδρά ζει την τραγωδία του να μαθαίνει «τι πιστεύει» και πως «πρέπει να το εκθέσει» ούτως ώστε να «πετύχει». Ζητάμε δηλαδή από τον νέο άνθρωπο να αρνηθεί την προσωπικότητά του, να γίνει κάτι «άλλο» για να κατορθώσει να θεωρηθεί επιτυχημένος. Σε μια κοινωνία πνιγμένη στον ατομικισμό, στις αξίες του εύκολου κέρδους, σε μια κοινωνία που προοδεύει όποιος διακρίνεται όχι για τις γνώσεις του αλλά για την ευλυγισία της μέσης του, τις γνωριμίες του, τα «κονέ» του που λένε οι νέοι, σε μια κοινωνία, στην οποία οι αξίες που προτείνονται στη νέα γενιά είναι ο καριερισμός, η βαθμοθηρία και αργότερα το μικροαστικό βόλεμα τι μπορούμε να περιμένουμε; Εμείς οι μεγαλύτεροι πνιγμένοι στις ανασφάλειές μας θέλουμε γενιές βολικών και βολεμένων, ανθρώπους που δεν είναι έτοιμοι να ρισκάρουν, ούτε να θυσιαστούν για τίποτα. Ο Μάρτιν Λούθερ Κινγκ έλεγε: «αυτός που δεν είναι έτοιμος να πεθάνει για κάτι, δεν αξίζει να ζει». Προτείνουμε στους νέους την κοινωνία του «φαίνεσθαι», του «πρεστίζ». Το παν, είναι το προσωπείο. Η εικόνα μας προ τα έξω. Ξεχάσαμε ότι η αξία δεν βρίσκεται στο προσωπείο, αλλά στο πρόσωπο. Έτσι οι νέοι άρχισαν να μαζεύουν προσωπεία. Πώς να επιβιώσεις διαφορετικά. Στο βάθος ακούγεται η κραυγή αυτών που παλεύουν και διψάνε για ζωή. «Φανέρωσέ μας τη μάσκα που κρύβεις κάτω από τη μάσκα που φοράς», λέει το τραγούδι. Θέλει δρόμο για να φτάσεις στο πρόσωπο, στην επικοινωνία, στη συνάντηση. Θέλει ψυχή.

Η αγάπη, λέει ένας άγιος της Εκκλησίας μας, είναι πιο γλυκιά και από τη ζωή. Προσφέρουμε σήμερα παιδεία αγάπης; Όχι. Τότε πως θέλουμε παιδεία ζωής; Η παιδεία για να είναι πετυχημένη πρέπει να μιλά στις ψυχές, να τις κάνει να χαίρονται, να ονειρεύονται, να δημιουργούν. Να είναι όπως προτείνουν οι Τρεις Ιεράρχες «δρόμος απελευθέρωσης και όχι διαδικασία εξαναγκασμού και ανελευθερίας». Αν θέλουμε να τιμήσουμε τους Τρεις Ιεράρχες δε χρειάζεται να το κάνουμε μέσα από ακίνδυνες τυπικές γιορτές. Απαιτείται μελέτη του έργου τους, της προσφοράς τους, αλλά κυρίως η μίμηση της στάσης ζωής τους.

ΠΗΓΗ: http://www.agiameteora.net/

ΘΡΗΣΚΕΙΑ: Οι άγιοι Τρεις Ιεράρχες (30 Ιανουαρίου)


Τούς τρεῖς μεγίστους φωστῆρας τῆς Τρισηλίου θεότητος, τούς τήν οἰκουμένην ἀκτῖσι δογμάτων θείων πυρσεύσαντας, τούς μελιῤῥύτους ποταμούς τῆς σοφίας, τούς τήν κτίσιν πᾶσαν θεογνωσίας νάμασι καταρδεύσαντας, Βασίλειον τόν μέγαν, καί τόν Θεολόγον Γρηγόριον, σύν τῷ κλεινῷ Ἰωάννη, τῷ τήν γλῶτταν χρυσοῤῥήμονι, πάντες οἱ τῶν λόγων αὐτῶν ἐρασταί, συνελθόντες ὕμνοις τιμήσωμεν· αὐτοί γάρ τῇ Τριάδι, ὑπέρ ὑμῶν ἀεί πρεσβεύουσιν.



ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ 
Ἡ αἰτία γιά τήν εἰσαγωγή τῆς ἑορτῆς τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν στήν Ἐκκλησία εἶναι τό ἑξῆς γεγονός: Κατά τούς χρόνους τῆς βασιλείας τοῦ Ἀλεξίου τοῦ Κομνηνοῦ, ὁ ὁποῖος διαδέχτηκε στή βασιλική ἐξουσία τόν Βοτανειάτη, ἔγινε στήν Κωνσταντινούπολη φιλονικία ἀνάμεσα σέ λόγιους καί ἐνάρετους ἄνδρες. Ἄλλοι θεωροῦσαν ἀνώτερο τόν Μέγα Βασίλειο, χαρακτηρίζοντάς τον μεγαλοφυΐα καί ὑπέροχη φυσιογνωμία, ἀφοῦ μέ τίς ὁμιλίες του ἐρεύνησε σέ βάθος τή φύση τῶν ὄντων, μέ τίς ἀρετές του ἁμιλλοῦνταν μέ τούς ἀγγέλους, δέν συγχωροῦσε πρόχειρα καί εὔκολα τούς ἁμαρτάνοντες καί ἀφοῦ κατά τό ἦθος ἦταν σοβαρός καί δέν εἶχε τίποτε τό γήνινο. Τόν θεῖο Χρυσόστομο τόν ὑποβίβαζαν, μέ τήν αἰτιολογία ὅτι, σέ ἀντίθεση πρός τόν Μέγα Βασίλειο, συγχωροῦσε τούς ἁμαρτάνοντες εὔκολα, χωρίς τόν ἐπιβαλλόμενο ἔλεγχο.

Ἄλλοι τοποθετοῦσαν ψηλά τόν θεῖο Χρυσόστομο καί τόν θεωροῦσαν ἀνώτερο ἀπό τόν Μέγα Βασίλειο καί τόν Γρηγόριο μέ τήν αἰτιολογία, ὅτι ἦταν πιό συγκαταβατικός στίς διδασκαλίες του, ὅτι μέ τήν ὡραία καί σαφή διατύπωση τῶν νοημάτων καί σκέψεών του καθοδηγοῦσε ἀποτελεσματικά τούς ἀνθρώπους καί τούς προσέλκυε στή μετάνοια, ὅτι εἶχε συγγράψει πλῆθος μελίρρυτους λόγους καί ὅτι διακρινόταν γιά τή ρητορική του δεινότητα.

Καί, τέλος, ἄλλοι προκείμενοι στό Γρηγόριο τό Θεολόγο, θεωροῦσαν αὐτόν ἀνώτερο ἀπό τούς δύο ἄλλους, δηλαδή ἀπό τόν Βασίλειο καί τόν Χρυσόστομο. Καί τοῦτο, γιατί, ὅπως ἔλεγαν, μέ τήν κομψή καί ποικιλμένη φράση του, τούς βαθυστόχαστους λόγους του καί τό γοητευτικό καί πλούσιο λεξιλόγιό του ὑπερέβη ὅλους τούς ξακουστούς γιά τήν ἑλληνική παιδεία καί φιλοσοφική συγκρότηση καί ὅλους τούς διακρινόμενους γιά τήν ἐκκλησιαστική παιδεία καί θεολογική κατάρτιση.

Ἡ φιλονικία αὐτή εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νά διαιρεθοῦν τά πλήθη τῶν χριστιανῶν καί ἄλλοι ὀνομάζονταν Ἰωαννίτες, ἄλλοι Βασιλεῖτες καί ἄλλοι Γρηγορίτες.

Γύρω λοιπόν ἀπό τά ὀνόματα αὐτά συνεχιζόταν ἡ φιλονικία καί κάθε ὁμάδα ἔμενε σταθερή στή θέση της. Μετά ἀπό χρόνια ὅμως ἐμφανίστηκαν οἱ μέγιστοι αὐτοί Ἱεράρχες, πρῶτα καθένας χωριστά καί στή συνέχεια καί οἱ τρεῖς μαζί, στόν Ἰωάννη, τόν ἐπίσκοπο τῆς πόλεως Εὐχαΐτων, κάποια ὥρα πού ἑρμήνευε ἱερά κείμενα. Ὁ Ἰωάννης εἶχε μεγάλη θεολογική κατάρτιση, ἀλλά καί γνώση τῆς ἑλληνικῆς παιδείας, ὅπως φαίνεται ἀπό τά συγγράμματά του. Εἶχε φτάσει, ἐπίσης, στό ἄκρο τῆς ἠθικῆς τελειότητας. Ἐμφανίστηκαν, λέγω, στόν Ἰωάννη - καί ἐμφανίστηκαν στ' ἀλήθεια, ὄχι σέ ὄνειρο - καί τοῦ εἶπαν: "Ἐμεῖς, ὅπως βλέπεις, εἴμαστε ἕνα ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ καί δέν ὑπάρχει καμιά ἀντίθεση οὔτε ἀντιδικία ἀνάμεσά μας. Ὅμως, κάτω ἀπό τίς ἰδιαίτερες χρονικές συγκυρίες καί περιστάσεις πού βρέθηκε καθένας μας, κινούμενοι καί καθοδηγούμενοι ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, γράψαμε σέ συγγράμματα, καί μέ τόν τρόπο του ὁ καθένας, διδασκαλίες πού βοηθοῦν τούς ἀνθρώπους νά βροῦν τό δρόμο τῆς σωτηρίας. Ἐπίσης, τίς βαθύτερες θεῖες ἀλήθειες, στίς ὁποῖες μπορέσαμε νά διεισδύσουμε μέ τό φωτισμό τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τίς συμπεριλάβαμε σέ συγγράμματα πού ἐκδώσαμε. Καί ἀνάμεσά μας δέν ὑπάρχει οὔτε πρῶτος οὔτε δεύτερος· ἀλλά, ἄν εἰπεῖς τόν ἕνα, συμπορεύονται δίπλα του καί οἱ δύο ἄλλοι. Σήκω λοιπόν καί δῶσε ἐντολή στούς φιλονικοῦντες νά σταματήσουν τίς ἔριδες καί νά παύσουν νά χωρίζονται γιά ἐμᾶς. Γιατί ἐμεῖς, καί στήν ἐπίγεια ζωή πού ἤμασταν καί στήν οὐράνια πού μεταβήκαμε, φροντίζαμε καί φροντίζουμε νά εἰρηνεύουμε καί νά ὁδηγοῦμε σέ ὁμόνοια τόν κόσμο. Καί ὅρισε μία ἡμέρα νά ἑορτάζεται ἀπό κοινοῦ ἡ μνήμη μας· καί, καθώς εἶναι χρέος σου, νά ἐνεργήσεις νά εἰσαχθεῖ ἡ ἑορτή στήν Ἐκκλησία καί νά συνταχθεῖ ἡ ἱερή ἀκολουθία. Ἀκόμη ἕνα χρέος σου· νά παραδώσεις στίς μελλοντικές γενιές ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε ἕνα γιά τό Θεό. Βεβαίως καί ἐμεῖς θά συμπράξουμε γιά τή σωτηρία ἐκείνων πού θά ἑορτάζουν τή μνήμη μας, γιατί νομίζουμε πώς ἔχουμε καί ἐμεῖς κάποια παρρησία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ". Ἀφοῦ, λοιπόν, εἶπαν τά λόγια αὐτά, φάνηκαν ὅτι πέταξαν πρός τόν οὐρανό, καταλαμπόμενοι ἀπό ἕνα φῶς ὑπερκόσμιο καί καλώντας ὀνομαστικά ὁ ἕνας τόν ἄλλο.

Ὕστερα ἀπό τό θαυμαστό αὐτό γεγονός, ὁ θεῖος ἐκεῖνος ἄνδρας, ὁ ἐπίσκοπος Εὐχαΐτων Ἰωάννης, σηκώθηκε καί ἔκαμε ὅ,τι τοῦ εἰσηγήθηκαν οἱ Ἅγιοι. Ἐπέβαλε δηλαδή τήν ἠρεμία καί τή γαλήνη καί στό πλῆθος καί στούς φιλονικοῦντες λογίους καί ἐνάρετους ἄνδρες (καί αὐτό ἔγινε εὔκολα, γιατί ἦταν ξακουστός γιά τήν ἀρετή του καί τόν σέβονταν) καί εἰσήγαγε στήν Ἐκκλησία τήν ἑορτή τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν, ὥστε νά ἑορτάζονται ἀπό κοινοῦ καί νά δοξάζεται ὁ Θεός.

Καί τώρα πρόσεξε τή σύνεση τοῦ ἀνδρός: Ἐπειδή βρῆκε ὅτι μέσα στόν Ἰανουάριο μήνα ὑπῆρχαν ἑορτές καί γιά τούς τρεῖς αὐτούς Ἁγίους, στή 1 Ἰανουαρίου γιά τό Μέγα Βασίλειο, στίς 25 γιά τόν θεῖο Γρηγόριο καί στίς 27 γιά τόν θεῖο Χρυσόστομο, τούς ἕνωσε καί σέ μιά κοινή ἑορτή, στίς 30 Ἰανουαρίου, τήν ὁποία καί στόλισε μέ κανόνες καί τροπάρια καί λόγους ἐγκωμιαστικούς, ὅπως τούς ταίριαζε. Καί, καθώς νομίζω, τά ἄσματα τῆς ἀκολουθίας αὐτῆς τά συνέθεσε ὁ Ἰωάννης κατά νεύση καί φωτισμό τῶν τριῶν ἁγίων Ἱεραρχῶν, καί ἔτσι ὄχι μόνον δέν ὑπολείπονται σέ τίποτε ἀπό παρόμοια πού ἔχουν σκοπό τόν ἔπαινο Ἁγίων, ἀλλά εἶναι ἀνώτερα ἀπό ὅλα αὐτά· καί θά εἶναι καί ἀνώτερα ἀπό ὅσα μελλοντικά θά συνταχθοῦν.

Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, ὡς πρός τή σωματική διάπλαση καί τή μορφή τοῦ προσώπου εἶχαν τά ἑξῆς χαρακτηριστικά γνωρίσματα:

Καί ἀρχίζουμε ἀπό τόν ἱερό Χρυσόστομο: Ὁ θεῖος αὐτός ἱεράρχης ἦταν πολύ μικρόσωμος, εἶχε ὅμως μεγάλο κεφάλι αἰωρούμενο στούς ὤμους του· ἦταν ὑπερβολικά λεπτόσαρκος· εἶχε μακριά μύτη καί πλατιά ρουθούνια· ἦταν πολύ ὠχρός καί λευκός μαζί· εἶχε βαθουλωτές τίς κόγχες τῶν ματιῶν καί μεγάλους τούς βολβούς, καί ἐξαιτίας αὐτοῦ συνέβαινε νά παρουσιάζει μέ τά μάτια του πιό χαρούμενη ὄψη, ἄν καί μέ τά ὑπόλοιπα χαρακτηριστικά του φανέρωνε ἄτομο βασανισμένο· τό μέτωπό του ἦταν μεγάλο, χωρίς τρίχες καί χαραγμένο μέ πολλές ρυτίδες· εἶχε μεγάλα αὐτιά, γένια μικρά, πολύ ἀραιά καί λευκά καί, τέλος, τά σαγόνια βαθουλωμένα στό ἔπακρο ἐξαιτίας τῆς νηστείας.

Τόσο ἀκόμη γι' αὐτόν εἶναι ἀνάγκη νά ποῦμε: Μέ τούς λόγους του καί τή ρητορική του δεινότητα καί ἰδιαίτερα μέ τό πλάτος καί τό βάθος τῶν νοημάτων καί μέ τή σαφήνεια καί κομψότητα τῆς ἐκφράσεως ὑπερέβαλε ὅλους τούς σοφούς καί ρήτορες τῶν Ἑλλήνων. Διασαφήνισε καί ἑρμήνευσε τόσο τέλεια τήν Ἁγία Γραφή ὅσο κανένας ἄλλος· καί, ἔτσι, συνέβαλε τόσο πολύ στό εὐαγγελικό κήρυγμα, ὥστε, ἄν δέν ἐμφανιζόταν αὐτός ὁ Ἅγιος - ἄν καί εἶναι τολμηρό νά πεῖ κανείς κάτι τέτοιο, - ἔπρεπε νά κατέβει στή γῆ γιά δεύτερη φορά ὁ Χριστός καί νά κηρύξει τό Εὐαγγέλιό Του στούς ἀνθρώπους. Καί, τέλος, ὡς πρός τήν ἀρετή, καί στήν πράξη καί στή θεωρία, ἔφτασε σέ τόσον ὕψος, ὥστε ὑπερέβαλε τούς πάντες πέρα ὥς πέρα, καί χρημάτισε πηγή ἐλεημοσύνης καί ἀγάπης, ὄντας ἀξιοζήλευτο ὑπόδειγμα στή φιλαδελφία καί διδασκαλία.

Ὁ ἱερός Χρυσόστομος ἔζησε ἑξήντα τρία ἔτη (354-407 μ.Χ.) καί ἐποίμανε τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἐπί ἕξι ἔτη ὡς πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως.

Συνεχίζουμε μέ τόν Μέγα Βασίλειο: Ὁ μεγάλος αὐτός Ἅγιος εἶχε ὑψηλό ἀνάστημα καί εὐθυτενή κορμοστασιά· ἦταν ξερακιανός καί λιπόσαρκος· ἡ μύτη του ἦταν ἐπιμήκης καί τά φρύδια του καμπύλα· τό δέρμα τοῦ μετώπου του, πάνω ἀπό τά φρύδια, ἦταν ζαρωμένο· ἔμοιαζε μέ ἄνθρωπο παραδομένο στίς μέριμνες καί στίς στοχαστικές σκέψεις· τό μέτωπό του εἶχε λίγες ρυτίδες· τά μάγουλά του ἦταν ἐπιμήκη καί οἱ κρόταφοί του βαθουλοί· τά μαλλιά τοῦ κεφαλιοῦ του ἦταν λιγοστά καί κοντά· εἶχε ἀρκετά ἐπιμήκη γενειάδα καί, τέλος, τά μαλλιά καί τά γένια του ἦταν γκριζωπά.

Ὁ ἅγιος αὐτός Πατήρ στούς λόγους του ὑπῆρξε ἀνώτερος ὄχι μόνο ἀπό τούς σύγχρονούς του σοφούς καί πεπαιδευμένους, ἀλλά καί ἀπό αὐτούς ἀκόμη τούς παλαιούς. Σπούδασε ὅλες τίς ἐπιστῆμες τῆς ἐποχῆς του καί ἔκαμε κτῆμα του ὁλόκληρο τό πλάτος καί βάθος τοῦ περιεχομένου καθεμιᾶς ξεχωριστά. Καί ὄχι λιγότερο ἄσκησε τήν διά πράξεως φιλοσοφία καί μέσω αὐτῆς προχώρησε στή θεωρία τῶν ὄντων. Μόλις συμπλήρωσε τά σαράντα πέντε του χρόνια ἀνῆλθε στό θρόνο τῆς ἀρχιερωσύνης καί ἐποίμανε τήν Ἐκκλησία ἐπί πέντε ἔτη.

Καί τελειώνουμε μέ τόν Γρηγόριο: Ὁ θεῖος αὐτός Πατήρ, ὡς πρός τό σῶμα γενικά, εἶχε μέτριο ἀνάστημα· εἶχε λιγάκι ὠχρό, ἀλλά χαρούμενο πρόσωπο· ἡ μύτη του ἦταν πλατιά μέ προεξέχοντα τά ρουθούνια· τά φρύδια του ἦταν ἴσια· τό βλέμμα του ἦταν ἥμερο καί γλυκύ· τό ἕνα του μάτι, τό δεξιό, φαινόταν κάπως σκυθρωπό ἐξαιτίας τῆς οὐλῆς πού τοῦ εἶχε ἀφήσει κάποιος τραυματισμός στή γωνία τῶν βλεφάρων· τά γένια του δέν ἦταν μακριά, ἦταν ὅμως πολύ πυκνά· ἦταν ἀρκετά φαλακρός καί οἱ τρίχες του ἦταν λευκές καί, τέλος, τά ἄκρα τῆς γενειάδας του φαίνονταν σάν περικαπνισμένα.

Ἀλλά ἀξίζει νά ποῦμε καί τό ἑξῆς γι' αὐτόν: Ἄν ἔπρεπε νά ἀπαρτιστεῖ ἀνάμεσα στούς ἀνθρώπους μιά ὁλοκληρωμένη εἰκόνα καί στήλη φωτεινή, συναποτελούμενη ἀπό ὅλες τίς ἐπιμέρους ἀρετές, αὐτό ἀκριβῶς ἦταν ὁ μέγας Γρηγόριος. Καί πραγματικά, μέ τή λαμπρότητα του βίου του ἀναδείχτηκε ὑπέρτερος ἀπό ὅλους ἐκείνους πού εὐδοκίμησαν στήν ἀρετή. Ἐπίσης ἔφτασε σέ τόσον ὕψος θεολογικοῦ στοχασμοῦ, ὥστε ὅλοι νά εἶναι ὑποδεέστεροι ἀπό αὐτόν στή σοφία, καί σ' ἐκείνην πού διαπιστώνεται στούς καλλιεπεῖς καί βαθυστόχαστους λόγους του καί σ' ἐκείνην πού διαπιστώνεται στόν τρόπο καί στήν εὐστοχία μέ τήν ὁποία ὁ Ἅγιος διατυπώνει τά δόγματα, καί εἰδικότερα τό περί Θεοῦ δόγμα, γεγονός πού συνετέλεσε νά τοῦ δοθεῖ ἡ ἐπίζηλη προσωνυμία Θεολόγος.

Ὁ Γρηγόριος ὁ Θεολόγος ἐποίμανε τήν Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὡς πατριάρχης, ἐπί δώδεκα χρόνια. Ἔζησε περισσότερα ἀπό ὀγδόντα χρόνια.

Δάσκαλοι καί σπουδές
Οἱ Σχολές, τά χρόνια πού ὁ Γρηγόριος ἔφτασε στήν Ἀθήνα, βρίσκονταν οἱ περισσότερες κάτω ἀπό τόν Ἄρειο Πάγο, κοντά στό ναό τοῦ Ἡφαίστου (Θησεῖο), ἀπέναντι ἀπό τό στοά τοῦ Ἀττάλου. Ἐκεῖ, μέσα κι ἔξω ἀπό τίς Σχολές, μαζεύονταν καθημερινά οἱ φοιτητές σέ ὁμάδες. Ἡ κάθε μία γιά τό δικό της δάσκαλο ἤ τούς δασκάλους. Ὁ Γρηγόριος παρακολούθησε τά μαθήματα τοῦ πιό φημισμένου τότε ρήτορα, τοῦ Προαιρεσίου. Τύχαινε μάλιστα ὁ Προαιρέσιος νά ἦταν καί χριστιανός. Ὅλοι τόν θεωροῦσαν ὡς τόν καλύτερο σοφιστή τῆς ἐποχῆς. Ὅταν μάλιστα δίδαξε γιά λίγο στή Ρώμη, ἐντυπωσίασε τόσο πολύ, πού τοῦ ἔφτιαξαν ἄγαλμα. Ἐντυπωσίαζε ἰδιαίτερα, γιατί εἶχε ταλέντο αὐτοσχεδιασμοῦ. Μεγάλο τότε σοφιστή θεωροῦσαν ἐκεῖνον, πού ἄκουγε ἀπό ἕναν ἀκροατή τό θέμα καί ἄρχιζε ἀμέσως νά τό ἀναπτύσσει. Καί ὁ Προαιρέσιος σ' αὐτό ἦταν δεξιοτέχνης, κυριολεκτικά ἰδιοφυΐα.

Ὁ Γρηγόριος ἄκουσε καί ἄλλους δασκάλους. Τόν Ἱμέριο καί πιθανότατα καί τόν Πρίσκο, πού ἦταν καί οἱ δύο ἐθνικοί, ἄξιοι καί φημισμένοι ἐπίσης.

Ἐκτός ἀπό τά μαθήματα φιλολογίας καί φιλοσοφίας, ἄνοιξε τό ἀχόρταγο πνεῦμα του καί σέ ἄλλους κλάδους, ὅπως ἡ ἀστρονομία, ἡ γεωμετρία καί ἡ ἀριθμητική. Βέβαια σ' αὐτούς δέν ἀφιέρωσε πολύ χρόνο. Τόν πολύ του χρόνο κρατοῦσε γιά τή φιλοσοφία. Πάντως ἀπέκτησε καλή κατάρτιση καί στούς κλάδους αὐτούς. Καταλάβαινε τότε τή φιλοσοφία ὡς πεμπτουσία γνώσεως, ἐπιστέγασμα ὅλων τῶν ἐπιστημῶν.

Ἡ ζωή τοῦ Γρηγορίου στήν Ἀθήνα ἤτανε γεμάτη. Ἐκμεταλλευότανε δασκάλους καί ρήτορες. Ὅ,τι σπουδαῖο εἶχαν αὐτοί νά δώσουν τό ἔπαιρνε. Τό πνεῦμα του ρουφοῦσε τή σκέψη τους. Καθώς ὅμως ἄκουγε ἤ διάβαζε τή σκέψη τους, ἔβαζε σέ λειτουργία τό ἰσχυρό διυλιστήριο. Ἦταν ὁ ἴδιος τό ἰσχυρότερο πνευματικό διυλιστήριο τῆς ἐποχῆς. Καί κάθε τι πού ἄκουγε τό διύλιζε προσεκτικά καί γρήγορα. Ἦταν πνεῦμα κριτικό. Δέν ἀποταμίευε ἁπλῶς γνώσεις. Σπούδαζε κι ἐρευνοῦσε κι ἔκρινε καί ἀξιολογοῦσε τό πᾶν. Γι' αὐτό ἡ φιλοσοφική σκέψη, ὄχι μόνο δέν ἀδυνάτιζε τήν πίστη του, ἀλλά ἔμμεσα τήν στερέωνε καί τήν ἐπιβεβαίωνε.

Ἡ πρώτη χριστιανική φοιτητική ὁμάδα
Συμφοιτητές καί φίλοι τῶν χρόνων ἐκείνων τόν θαύμαζαν καί προσπαθοῦσαν νά τόν μιμηθοῦν. Ὁ Ἡσύχιος, ὁ Τερέντιος, ὁ Σωφρόνιος, ὁ Εὐσέβιος, ὁ Κέλσος καί ὁ Εὐστόχιος τόν πρόσεχαν σέ ὅλα.

Μέ τούς νέους αὐτούς φοιτητές πού ἀργότερα θά γίνουν ἀνώτεροι κρατικοί ὑπάλληλοι καί ἐπίσκοποι, εἶχε μεγάλο σύνδεσμο. Οἱ περισσότεροι ἀνῆκαν καί στήν ὁμάδα τῶν χριστιανῶν φοιτητῶν τῆς Ἀθήνας. Σιγά-σιγά καί χωρίς τυμπανοκρουσίες, οἱ χριστιανοί φοιτητές, οἱ πιό συνειδητοποιημένοι, συνάχθηκαν γύρω ἀπό τό Γρηγόριο καί τό Βασίλειο. Τούς εἶχαν ὅλοι καί τούς δύο πρότυπο καί στήριγμα. Οἱ δύο τους πρώτευαν σέ ὅλα: στή γνώση καί στή χριστιανική ἀρετή. Ἀρχηγός βέβαια ἦταν ὁ Βασίλειος. Τέτοιες θέσεις δέν ταιριάζανε στό χαρακτήρα τοῦ Γρηγορίου. Ὅ,τι σχετιζότανε μέ πρωτοβουλίες τ' ἄφηνε πάντα στό Βασίλειο, ἐκεῖνος εἶχε χαρακτήρα θεληματικό, γεννήθηκε γιά ἀρχηγός. Καί ὁ Θεός τοῦ ἔδωσε ἀπό τότε σύνεση, ὥστε οἱ πρωτοβουλίες του νά εἶναι γιά τό καλό τοῦ κόσμου ὅλου.

Ἡ ὁμάδα τῶν χριστιανῶν φοιτητῶν τῆς Ἀθήνας ἔγινε γνωστή ὄχι μόνο στήν Ἀθήνα καί τήν Ἑλλάδα, μά σ' ὅλη τήν ἔκταση τῆς ἀπέραντης ρωμαϊκῆς αὐτοκρατορίας. Ἡ φήμη τους ἔτρεξε παντοῦ. Τά στόματα τῶν φοιτητῶν, πού προέρχονταν ἀπ' ὅλα τά πλάτη καί τά μήκη τοῦ τότε πολιτισμένου κόσμου, πληροφοροῦσαν, πηγαινοερχόμενοι στίς πατρίδες τους, τήν ὕπαρξη καί τή δράση τῆς ὁμάδας.

Ἀλλά βέβαια ἡ ὁμάδα τούτη ἔγινε ὀνομαστή ἕνεκα τοῦ Βασιλείου καί τοῦ Γρηγορίου. Αὐτοί τῆς ἔδωσαν πνευματική δύναμη κι αἴγλη. Ἕνεκα τῆς μεγαλωσύνης τῶν δύο, στράφηκαν ὅλοι νά τήν ἰδοῦν· ἄλλοι νά τήν θαυμάσουν - οἱ χριστιανοί - καί ἄλλοι νά τήν φθονήσουν - οἱ ἐθνικοί.

Τόση ἐντύπωση σέ δασκάλους καί μαθητές ἔκαναν ὁ Γρηγόριος καί ὁ Βασίλειος, ὥστε οἱ δυό τους ἀπέκτησαν ὅση φήμη στόν κόσμο ὅλο εἶχαν οἱ περίφημοι δάσκαλοι τῶν Ἀθηνῶν.

Ἀριστοκράτες στό ἦθος, στήν καταγωγή καί στήν σκέψη καί γαλουχημένοι μέ τά νάματα τῆς ἑλληνικῆς σκέψεως καί παιδείας συνεδύασαν τήν ἑλληνική παράδοση μέ τήν χριστιανική διδαχή καί ἀπό αὐτή τήν ἄποψη μεταβλήθηκαν σέ ἐθνικά σύμβολα, συνεχιστές τῆς φιλολογικῆς, φιλοσοφικῆς καί λογοτεχνικῆς κληρονομίας τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος.

Ἀπό αὐτή τήν σκοπιά ἐξεταζομένη ἡ προσφορά τους παραμένει ἀνεπανάληπτη καί πολύτιμη. Διότι ἐπιχειροῦν μία ὑπέρβαση πρός τήν κλασσική ἐποχή καί ζητοῦν νά ἀποκαταστήσουν τήν καθαρότητα τοῦ ἑλληνικοῦ λόγου, ὁ ὁποῖος ὡς ἐκφραστικό μέσο εἶχεν ὑποστῇ μιά φθορά, φυσική καί μοιραία, λόγῳ τῆς ἐξαπλώσεως τῆς γλώσσης σέ οἰκουμενική κλίμακα καί λόγῳ τῆς διαφορετικῆς πολιτιστικῆς καταγωγῆς τῶν ἀνθρώπων, πού ἔκαμαν γλῶσσα τους τήν ἑλληνική.

Αὐτή ἡ παραφθορά τῆς γλώσσης εἶναι ἐμφανής στά ἑλληνιστικά κείμενα, στήν ἑλληνιστική φιλοσοφία, ἀκόμη δέ καί σέ ὡρισμένα βιβλία τῆς Καινῆς Διαθήκης καί στήν μετάφραση τῆς Π.Δ. ἀπό τούς Ο´ ἑρμηνευτές τῆς Ἀλεξανδρείας.

Στήν συνέχεια ἡ φιλοσοφική σκέψη καί ὁρολογία ἀπετέλεσε τό ὄργανο μέ τό ὁποῖο οἱ Τρεῖς αὐτοί σοφοί διετύπωσαν τίς θεολογικές τους διδασκαλίες.

Οἱ μελετητές τῶν ἔργων τοῦ Μ. Βασιλείου διαπιστώνουν τό φιλοσοφικό ὑπόστρωμα καί τόν φιλοσοφικό τρόπο τοῦ σκέπτεσθαι. Στά ἔργα τοῦ διανοητοῦ Βασιλείου παρελαύνουν οἱ στοχαστές τῆς ἀρχαιότητος, Πλάτων, Ἀριστοτέλης, Στωικοί, Πλούταρχος, Πλωτῖνος κ.λπ. Βλέπει κανείς, πῶς ὁ νουνεχής αὐτός πατήρ ἐντάσσει τήν φιλοσοφία μέσα στήν χριστιανική σκέψη κατά τρόπο ἐπαγωγικό καί δημιουργικό, καί μέ τήν φιλοσοφία πλουτίζει καί ἐμβαθύνει τά μεταφυσικά τῆς θεολογίας προβλήματα. Ἡ λογική ἐπιχειρηματολογία, ἡ φιλοσοφική διερεύνηση, παράλληλα μέ τήν παράδοση τῆς θεολογίας, ἀποτελοῦν τά μέσα τῆς δημιουργικῆς πρωτοτυπίας του. Οἱ φιλοσοφικοί ὅροι τόν βοηθοῦν νά ἐκφράση τίς θεολογικές του σκέψεις (Τατάκη, σ. 83)!

Βεβαίως διά τόν Βασίλειο, ὡς καί τούς δύο ἄλλους πατέρες, ἡ χριστιανική ἀλήθεια, ἡ δυσθήρατη αὐτή ἀλήθεια, παραμένει ὁ τελικός σκοπός. Ὁ σκοπός ὅμως αὐτός κατανοεῖται καλλίτερα μέ τήν θεωρία καί τήν κάθαρση τοῦ νοῦ καί τῆς διανοίας καί ἐγγίζει τήν ἄκραν ἀλήθεια, τό ἀκρότατον ἀγαθό, τό μέγα κάλλος, τό ἄρρητο κάλλος τοῦ ἀρχετύπου, τόν Θεό, κατά τήν ὁρολογία τῶν Ἑλλήνων φιλοσόφων. Ἔτσι κατορθώνει νά ἐξετάζη, διερευνᾶ, κατανοῆ καί διατυπώνη τήν Θεολογική διδασκαλία μέ ὅρους, μεθόδους, λογικούς ἀναβαθμούς παρμένους ἀπό τούς Ἕλληνες φιλοσόφους καί συνδέει αἰώνιο μέ ἀνθρώπινο, θεία πραγματικότητα μέ ἀνθρώπινη γνώση. Καί γίνεται ἔτσι ἡ ἀνθρώπινη σοφία, κλίμακα ἀνοδική πρός κατανόηση τοῦ ἀρχέτυπου κάλλους, τοῦ Θεοῦ, ὅσο τοῦτο εἶναι ἐφικτό στήν ἀνθρώπινη φύση. Καί ἐνῶ μέ αὐτόν τόν τρόπο ἐκφράζονται τά βάθη τῆς Θεολογίας, συγχρόνως ἡ ἑλληνική φιλοσοφία καί παιδεία διασώζεται, ἀξιοποιεῖται καί διαιωνίζεται.

Καί οἱ τρεῖς πατέρες μάχονται γιά νά ἀφυπνίσουν τή συνείδηση τοῦ ἀνθρώπου, γιά νά στραφεῖ πρός τόν ἑαυτόν του, νά δυναμώσει τό θεϊκό σπινθήρα πού βρίσκεται μέσα του. Παρακινοῦν σέ μιά συνεχή προσπάθεια, γιά νά εἶναι ὁ βίος "κεκαθαρμένος", ἤ, ἀκριβέστερα, "καθαιρόμενος". Αὐτή ἡ ἐσωτερική προσπάθεια εἶναι ἕνα συνεχές γίγνεσθαι, ἕνα δυναμικό τέντωμα τῶν ψυχικῶν προσπαθειῶν, "ὑπέρ δύναμιν ἀεί τήν ψυχήν ἐπεκτείνεσθαι πρός τό τοῦ Θεοῦ θέλημα, κατά σκοπόν καί ἐπιθυμίαν τῆς αὐτοῦ δόξης". Ὁ Γρηγόριος ἀναφερόμενος στήν ἐσωτερική ἐκείνη πειθαρχία καί ἐπαγρύπνηση, πού διασφαλίζει τήν ἐσωτερική ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου, συνιστᾶ: "Ἐάν μικρόν τι τοῦ λόγου παρεκτραπῆς, πρός ἑαυτόν ἐπανάγου, πρίν παντελῶς ἔξω πεσεῖν καί κατενεχθῆναι πρός θάνατον καί γενοῦ καινός ἀντί παλαιοῦ καί ψυχῆς ἑόρταζε τά Ἐγκαίνια".

Καί οἱ τρεῖς ἅγιοί μας, πρίν γίνουν ἐξωτερικά οἱ μάρτυρες τῆς ἀληθείας, ἀγωνίσθηκαν ἐσωτερικά. Πέρασαν μιά σοβαρή περίοδο ἀσκητικῆς ἑτοιμασίας γιά τήν ἀπελευθέρωση ἀπό τή δύναμη τῶν ἀνθρωπίνων παθῶν. Ἔτσι ἀργότερα μπόρεσαν νά ζήσουν καί νά δράσουν μέ ἐσωτερική ἐλευθερία. Ἐλεύθεροι ἀπό τήν ἀγάπη γιά χρήματα, γιά δόξα, γιά ἄνεση· ἐλεύθεροι ἀπό τήν ἀγάπη γιά δύναμη, ὁπλισμένοι μέ τή δύναμη τῆς ἀγάπης.

Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι ἤθελον, ἵνα ἡ αἰσθητική πρόοδος ἔχῃ ἀνοδικήν πορείαν. Ἀλλ' ὅταν αἱ διάφοροι μορφαί τοῦ Ὡραίου ἤ ἐκδηλώσεις τῆς Τέχνης ἐγέννων "τά ἀνελευθερίας καί ταπεινότητος ἔκγονα πάθη" ἤ ὅταν ὡδήγουν εἰς μίαν ἀφόρητον σπατάλην εἰς βάρος τῶν πεινώντων καί τῆς φιλαλληλίας, τότε εἰς τό ἱερόν πρόσωπόν των ὁ αἰσθητικός ὑπεχώρει ἐνώπιον τοῦ προφήτου, τοῦ κηρύττοντος τόν λόγον τοῦ Θεοῦ ἄνευ συμβιβασμῶν καί ὑποχωρήσεων. Οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι ἠγωνίζοντο σθεναρῶς διά τήν ἔναντι τοῦ ἡδονιστικοῦ ἤ ὠφελιμιστικοῦ στοιχείου διατήρησιν τῆς αὐτοτελείας, αὐτονομίας καί ἀνεξαρτησίας τῶν αἰσθητικῶν ἀξιῶν, αἵτινες εἶναι ἀνταύγειαι καί διαθλάσεις τοῦ πανυπερτελείου κάλλους τοῦ Θεοῦ.

Καί ἡ αἰσθητική πρόοδος κατ' αὐτούς δέον νά παρουσιάζη ἀναγωγικήν φοράν καί νά κινῆται διαλεκτικῶς μεταξύ τοῦ αἰσθητοῦ καί ὑπεραισθητοῦ κάλλους.

Ὅτι οἱ Τρεῖς Ἱεράρχαι συνεκινοῦντο ἐκ τῆς βιώσεως τῆς ἀληθοῦς Τέχνης, πιστοποιεῖται ἐκ πολλῶν περικοπῶν τῶν ἔργων των. Οὗτοι ἐξυμνοῦν "τήν ἀμείνονα καί εἰς ἄμεινον φέρουσαν μουσικήν" καί θαυμάζουν τόσον τήν πιστῶς ἀπεικονίζουσαν τά ἀρχέτυπα ρεαλιστικήν ζωγραφικήν, ὅσον καί τήν ἰμπρεσσιονιστικήν ἤ ἀναγωγικήν, ἥτις, κατά τόν Βασίλειον, παρουσιάζει "οὐ τάς ἀληθείας τῶν πραγμάτων μόνον, ἀλλά καί τά τούτων ἰνδάλματα", μεταμορφοῦσα οὕτω καί ἐξιδανικεύουσα τήν πραγματικότητα. Κατά τόν Ναζιανζηνόν "ζωγράφος ἐστίν ἄριστος, ὅς ἐν πινάκεσσι χαράσσει μορφάς ἀτρεκέας, ἔμπνοα δερκομένας". Κατά τόν Χρυσόστομον εἶναι "θαυμαστόν" τό ὑπό τῶν ἀνδριαντοποιῶν παρουσιαζόμενον "κάλλος πλάσεως". Ὁ Γρηγόριος ἐξαίρει τήν ὡραιότητα πολλῶν ναῶν καί ἰδίως τοῦ ὑπό τοῦ πατρός του ἀνεγερθέντος, ὅστις διακρινόμενος "μεγέθει μέν ὑπέρ τούς πολλούς, κάλλει δέ σχεδόν ὑπέρ ἅπαντας", διά τῆς ὡραιότητός του ὑπεδέχετο μακρόθεν τούς προσερχομένους εἰς αὐτόν.

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΕΟΡΤΗΣ ΤΩΝ ΔΙΑ ΤΟ ΕΘΝΟΣ

Ν. Μπρατσιώτης

Κατά τήν ἑορτήν λοιπόν τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν πανηγυρίζομεν συγχρόνως καί αὐτοῦ τοῦ γνησίου πνευματικοῦ των τέκνου τά γενέθλια. Πρόκειται βεβαίως περί τοῦ ἀθανάτου Ἑλληνοχριστιανικοῦ Πολιτισμοῦ, ἀριστουργηματικοῦ εἰς ἁρμονικάς ἀναλογίας τῆς συνθέσεώς του καί μεγαλειώδους εἰς ἐκπληκτικόν συγκερασμόν τῶν ἀξιῶν του καί ἐννοῶ τήν Παιδείαν, τήν αἰσθητικήν, τά ἰδανικά καί γενικῶς τό Ἑλληνοχριστιανικόν πνεῦμα.

Ἰδιαιτέρως τονίζω, ὥστε νά τόν ὑπογραμμίσω, τόν δοκιμώτατον καί κατηξιωμένον ὅρον Ἑλληνοχριστιανικός πού ἔχει εἰς τάς ἡμέρας μας τόσον πολύ καί τόσον, βεβαίως, ἀδίκως καί ἀνιστορήτως διαβληθῆ.

Ἡ ἁρμονική σύζευξις τοῦ ἀρχαίου καί τοῦ νέου, τῆς ἐνδόξου πολιτισμικῆς παραδόσεως τοῦ γεραροῦ παρελθόντος καί τοῦ ἡγιασμένου ρηξικελεύθου παρόντος, πού τοῦ ἀνῆκεν ἀνέσπερον τό μέλλον, τοῦ αἰσθητικῶς ὡραίου καί τῆς ἠθικῆς καθαρότητος, τῆς πνευματικῆς καλλιεργείας καί τῆς γνησίας πνευματικότητος, τοῦ ἐπιγείου καί τοῦ ἐπουρανίου, τοῦ κλασσικοῦ ἀνθρωπίνου καί τοῦ ἐνανθρωπήσαντος θείου εἰς τόν νέον καί ἀδιασπάστως ἑνιαῖον πλέον Ἑλληνοχριστιανικόν Πολιτισμόν ἀπέβη ἐν τέλει εἰς ὄφελος καί τῶν δύο μεγεθῶν πού τόν ἐστοιχειοθέτησαν. Καί ἐν πρώτοις ὁ Ἑλληνισμός ἱστορικῶς ἐδικαιώθη πλήρως μέ τήν πανηγυρικήν πλέον ἀναγνώρισιν τῆς τόσον σπουδαίας προσφορᾶς του καί τοῦ μοναδικοῦ του ρόλου εἰς τήν διάδοσιν καί ἑδραίωσιν τοῦ Χριστιανισμοῦ. Δέν διεσώθη δέ μόνον, ἀλλά καί ἀνεζωογονήθη ἀπό τό ζείδωρον χριστιανικόν πνεῦμα. Ἀπεκαθάρθη, ἐξηγιάσθη καί ἔτσι ἠξιοποιήθη ἄριστα ὅλον τό πλουσιώτατον δυναμικόν του. Ἀφοῦ δέ μέ τήν σύζευξιν αὐτήν ὑπερενίκησε τάς ἐγγενεῖς ἀδυναμίας του, ἀφώπλισε τήν δικαίαν ἐπιφυλακτικότητα τῶν καλοπροαιρέτων ἀντιτιθεμένων εἰς αὐτόν.


ΑΠΟΨΕΙΣ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΛΟΥΤΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΦΤΩΧΕΙΑ

Ἠλία Βουλγαράκη

Ἡ ἔντονη κριτική τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν καί ἰδιαίτερα τοῦ Χρυσοστόμου κατά τῶν ἄσπλαχνων πλουσίων δέν ἦταν περιστασιακή, ἀλλά μόνιμη καί συστηματική, γιατί τό ἴδιο ἐνδημική καί τραγική ἦταν ἡ κατάσταση τῶν φτωχῶν. Οἱ πλούσιοι ὅμως δυσανασχετοῦσαν. Ὁ Χρυσόστομος ἄλλοτε ἀμύνεται ἐπιτιθέμενος καί ἄλλοτε ἐξηγεῖ τίς θέσεις του. Ἕνα χωρίο ἀπό τήν πρώτη περίπτωση: "Μοῦ λένε· Πάλι μέ τούς πλουσίους; Ἀπαντῶ· πάλι καί σεῖς μέ τούς φτωχούς; Ἐσεῖς δέν χορταίνετε νά κατατρῶτε καί νά καταδαγκώνετε τούς φτωχούς. Ἔτσι κι ἐγώ δέ χορταίνω στήν προσπάθειά μου γιά νά σᾶς διορθώνω. Μοῦ ξαναλένε· συνέχεια ἐσύ θά κολλᾶς στούς πλουσίους; (Ἐδῶ τό ρῆμα "κεκόλλησαι", πού χρησιμοποιεῖται, πρέπει νά ἔχει μᾶλλον αὐτήν τήν ἔννοια καί ὄχι τήν ἔννοια τοῦ προσκολλῶμαι, ὅπως θά δοῦμε καί ἀπό τή χρησιμοποίησή του στή συνέχεια τοῦ λόγου). Μά κι ἐσύ συνέχεια κολλᾶς στό φτωχό" (PG 55,504). Κι ἕνα χωρίο πού ἐξηγεῖ τίς θέσεις του: "Πάντοτε λέω, ὅτι δέν καταφέρομαι ἐναντίον τοῦ πλουσίου, ἀλλά κατά τοῦ ἅρπαγα. Ἄλλο πλούσιος καί ἄλλο ἅρπαγας. Ἄλλο εὔπορος κι ἄλλο πλεονέκτης. Ξεχώριζε τά πράγματα καί μή συγχέεις τά ἀσύγχυτα. Εἶσαι πλούσιος; Δέν σέ ἐμποδίζω. Εἶσαι ἅρπαγας; Σέ κατηγορῶ... Θέλεις νά μέ λιθοβολήσεις; Εἶμαι ἕτοιμος νά χύσω τό αἷμα μου, γιατί προσπάθειά μου εἶναι νά σέ ἐμποδίσω νά ἁμαρτάνεις... Καί οἱ πλούσιοι εἶναι παιδιά μου καί οἱ φτωχοί εἶναι παιδιά μου" (PG 52,399).

Ἡ θέωσις τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, κατά ταῦτα, εἶναι τό τελικόν θέμα τῆς τριαδικῆς ὀντολογίας ἐπί τῇ βάσει τῆς μίξεως διά περιχωρήσεως τῆς θεότητος μετά τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως. Ἡ μίξις αὕτη διά τοῦτο δέν εἶναι ἀνάμιξις, σύγχυσις, συνταύτισις φύσεως ἤ μεταλλαγή αὐτῆς ὀντολογική, οὔτε εἶναι τι τρίτον δημιουργούμενον, εἷς θεΐσκος τρόπον τινα. Αἱ φύσεις δέν ἀλλάσσουν μιγνύμεναι ἀτρέπτως, ἀσυγχύτως, οὔτε ὑπάρχει ἀπορρόφησις τῆς μιᾶς ἀπό τῆς ἄλλης, οὔτε ἀπόλυτος ταύτισις μεταξύ αὐτῶν, ἀλλά συνάφεια. Ἡ θεία Φύσις θεοῖ τήν ἀνθρωπίνην, ἀλλ' ὁ Γρηγόριος δέν λέγει καί τό ἀντίθετον. "Προελθὼν δὲ Θεὸς μετὰ τῆς προσλήψεως, ἕν ἐκ δύο τῶν ἐναντίων, σαρκὸς καὶ πνεύματος· ὧν τὸ μὲν ἐθέωσε, τὸ δὲ ἐθεώθη". Διότι ἡ μίξις τῆς ὑπεροχῆς ἐπιβάλλει τοῦτο, ἀφοῦ ἡ πρώτη κίνησις, ἡ προτεραιότης, τό αἴτιον καί τό "μέσον" ἀνήκει εἰς τήν θείαν Φύσιν. Ὁ Θεός Λόγος ἔλαβε σάρκα, τό ἀντίθετον δέν λέγεται, καίτοι ὡς ἀποτέλεσμα ὑποτίθεται ἤ μᾶλλον παραμένει ἀνοικτόν διότι προϋποτίθεται ἡ ἀνθρωπίνη ἀπόφασις καί ἐνέργεια. Ἡ θέωσις σημαίνει τήν δυνατότητα διά τόν ἄνθρωπον νά ἀναχθῇ πρός τό πραγματικῶς ἀνθρώπινον, δηλαδή εἰς τό ὑπάρχειν κατ' εἰκόνα καί ὁμοίωσιν, ὡς ἐδημιουργήθη ὁ ἄνθρωπος ἀπ' ἀρχῆς ὑπό τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ.

Τήν δυνατότητα ταύτην δίδει εἰς τήν ἀνθρωπίνην ὕπαρξιν ἡ πίστις, ἐξηρτημένη ἐπίσης ἀπό τῆς ἀποφάσεως τοῦ ἀνθρώπου καί μέσω τῶν μυστηρίων, τά ὁποῖα εἶναι τά ἀντίτυπα τοῦ ἀρχετύπου ἐν τῇ ἱστορίᾳ. Ταῦτα ἀντιπροσωπεύουν πλήρως τήν ὀντολογικήν παρουσίαν τοῦ Θεοῦ. Αὐτή ἡ δυνατότης, δηλαδή, ἑδράζεται κατά ρεαλιστικόν τρόπον ἐπί ἀκλονήτου ἀντικειμενικῆς πραγματικότητος - ἡ Ἐκκλησία! - ἡ ὁποία διαπερνᾶ κάθε ἱστορικήν πραγματικότητα καί δέν ἐξαρτᾶται ἐξ αὐτῆς ὡς πρός τήν ἐνέργειαν καί ἀποτελεσματικότητά της. Οἱασδήποτε ἐνέργεια τοῦ ἀνθρώπου τήν προϋποθέτει.

Τό ὑπερβατικόν, τό Ἀπόλυτον Ὄν γίνεται οὕτω δυνατότης συνυπάρξεως μεθ' ἡμῶν μέσω τῆς ἐλευθέρας ἀποφάσεώς μας. Ἡ ἀπόφασις αὐτή, ἡ ὑπαρκτική ἐκλογή τοῦ ἀνθρώπου νά ἀποδεχθῇ τήν ἱστορικήν ὕπαρξιν τοῦ Θεοῦ ἐντός τῆς ἱστορίας καί ἡ σύμφωνος πρός τήν παρουσίαν αὐτήν συμμετοχή μας εἰς πᾶν ἔργον τό ὁποῖον ὑποβοηθεῖ εἰς τήν ἀναδημιουργίαν τοῦ πραγματικῶς ἀνθρωπίνου εἶναι ἡ μόνη δυνατότης συνδέσεως Οὐσίας καί Ὑπάρξεως.


Οι τρεις Ιεράρχες και η Ελληνική φιλοσοφία

π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνού, Ομοτ. Καθηγητού Παν/μίου Αθηνών

[...] Είναι, βέβαια, αδύνατο να κατανοηθεί με πληρότητα και ακρίβεια η στάση αυτή των Τριών Ιεραρχών απέναντι στην αρχαία σοφία, αν δεν ληφθεί υπόψη η ουσία του Χριστιανισμού στην αυθεντική του έκφραση και βίωση, ως ποιμαντικής θεραπευτικής της ανθρώπινης ύπαρξης, με μοναδικό στόχο την θέωση του ανθρώπου και τον αγιασμό του κόσμου και των ανθρωπίνων. Μέσα στην σωτηριολογική προοπτική του ο Χριστιανισμός των Αγίων (αυτή είναι η Ορθοδοξία) είναι πολύ διαφορετικός από τον θρησκειοποιημένο Χριστιανισμό του ευσεβιστικού ηθικισμού, αλλά και τον -κατά κανόνα- εκκοσμικευμένο Χριστιανισμό της διανόησης, ακόμη και της χριστιανικής.

Οι Τρεις Ιεράρχες είναι άγιοι, θεούμενοι, και ως άγιοι σκέπτονται και ενεργούν. Αυθεντική φιλοσοφία γι’ αυτούς είναι εκείνη που οδηγεί στην «ζήτηση της αληθείας», όπως συνόψισε άλλωστε την ουσία της ελληνικής φιλοσοφίας, στην θετική του αξιολόγηση γι’ αυτήν, Κλήμης ο Αλεξανδρεύς (ί215). Η ελληνική φιλοσοφία, ως όλο, αναπτύσσει αυτή τη στάση, αλλά το περιεχόμενό της, πάλιν ως ολότητα, δεν είναι δυνατόν να βρει αστασίαστα χριστιανική κατάφαση, ως καρπός του πτωτικού ανθρώπου, έστω και αν είναι γέννημα της λυτρωτικής του αγωνίας για εύρεση της οντολογικής αλήθειας. Η σύγχυση των ερευνητών στο σημείο αυτό έγκειται στο γεγονός ότι δεν κατανοείται σαφώς η διάκριση των Τριών Ιεραρχών και των Αγίων της πίστεως μας μεταξύ ελληνικότητας, που γίνεται δεκτή ως παιδευτικό αγαθό -και αυτό εκλεκτικά- και ελληνικής μεταφυσικής σκέψης, που απορρίπτεται, διότι βρίσκεται σε σαφή αντίθεση προς την χριστιανική Θεολογία και την ποιμαντική τους.

Οι Τρεις Ιεράρχες, όπως όλοι οι Πατέρες και Διδάσκαλοι του εκκλησιαστικού σώματος, συγκλίνουν σε μιαν ενιαία στάση απέναντι στην αρχαία σοφία. Την αποτιμούν θετικά ως ένα σημείο, όταν την προσεγγίζουν «αυτοτελώς», ως ιστορικό μέγεθος, που ενσαρκώνει τη λυτρωτική αναζήτηση του ελληνικού πνεύματος. Πουθενά όμως δεν φθάνουν σε σημείο οι Πατέρες μας να αποδώσουν σωτηριολογικό χαρακτήρα στην θύραθεν σοφία. Αντίθετα είναι απέναντι της απορριπτικοί, όταν οι δύο σοφίες προσεγγίζονται συγκριτικά. Στην περίπτωση αυτή η θύραθεν σοφία κρίνεται ως αδύναμη να συμβάλει στην χαρισματική μεταμόρφωση και πνευματική αλλοίωση του εν Χριστώ ανθρώπου. Άλλωστε το ανθρωπολογικό πρότυπο της πατερικής χριστιανικότητας δεν είναι ο «καλός καγαθός» άν­θρωπος, αλλά ο κατά χάρη θεός, ο Άγιος. Εξάλλου, από το έργο τους προκύπτει ότι και η χρήση τη φιλοσοφικής μεθόδου στη θεολόγηση συνιστά ουσιαστικό κίνδυνο, εφόσον η Θεολογία των Αγίων (ως περιεχόμενο και όχι ως διατύπωση) δεν είναι υπόθεση διανοητική, αλλά φωτισμού του Αγίου Πνεύματος. Σ’ αυτό το πλαίσιο οι κοσμολογικές αρχές των Ελλήνων φιλοσόφων (αιωνιότητα και ανακύκληση του κόσμου, δημιουργία εξ αναγκαιότητος κ.λπ.), ως και οι ανθρωπολογικές (στα θέματα λ.χ. της ελευθερίας και αθανασίας του ανθρώπου και κυρίως στην έννοια του προσώπου) έμειναν τελείως ξένες σ’ αυτό που ονομάζεται χριστιανική Ορθοδοξία. Στην θεολόγησή τους οι Άγιοι δεν είναι ούτε πλατωνικοί, ούτε αριστοτελικοί, ούτε νεο­πλατωνικοί, αλλά συνεχίζουν την προφητική και καινοδιαθηκική παράδοση. Γι’ αυτό ταυτίζονται με τον Απόστολο Παύλο και την στάση του απέναντι στην «σοφίαν του κόσμου τούτου».

Ο Θεός των φιλοσόφων και της φιλοσοφίας ουδεμία έχει σχέση με τον Θεό των Αγίων μας. Στην διαδικασία της πνευματικής προόδου, που οδηγεί στην «θέα του Θεού», η σοφία του κόσμου τούτου αποδεικνύεται περιττή. Άλλωστε, χριστιανικά η σωτηρία δεν είναι υπόθεση μόνο των σοφών και εγγραμμάτων, αλλά κάθε ανθρώπου, ανεξάρτητα από την παιδεία και τις γνώσεις του. Δεν είναι, συνεπώς, περίεργο, ότι στην πίστη μας Μέγας ονομάζεται ο πανεπιστήμονας Βασίλειος, αλλά και ο τελείως απαίδευτος, κατά κόσμο, Αντώνιος, κάτοχος όμως εξίσου με τον Μέγα Βασίλειο της θείας σοφίας.

Οι Πατέρες, που απέκτησαν σχολική παιδεία, γνωρίζουν την ιστορία της φιλοσοφίας, αλλά δεν θέλουν να είναι φιλόσοφοι, ούτε υποδουλώνονται στην φιλοσοφία, όπως οι αιρετικοί, συμφύροντας την Θεολογία τους με τις διάφορες φιλοσοφικές θεωρίες. Οι Πατέρες, ως Άγιοι, εντάσσονται ολόκληροι στο σώμα του Χριστού, «βαπτίζοντας» σ’ αυτό όλη την ύπαρξή τους, επιτυγχάνοντας δηλαδή, τον θάνατο και την εν Χριστώ ανάστασή τους. Οι Πατέρες μένουν ανεπηρέαστοι από τη φιλοσοφία, ακόμη και όταν, λόγω της παιδείας τους, χρησιμοποιούν γλώσσα φιλοσοφική στην θεολογία τους, που και αυτή «βαπτίζεται» στην θεία αποκάλυψη και ανανοηματοδοτείται. Αυτό αποσαφηνίζει ο άγιος Γρηγόριος Παλαμάς, συνεχιστής της ταυτότητας και παράδοσης των Τριών Ιεραρχών. «Καν τις των Πατέρων τα αυτά τοις έξω φθέγγηται, αλλά έπη των ρημάτων μόνον, επί δε των νοημάτων πολύ το μεταξύ. Νουν γαρ ούτοι, κατά Παύλον, έχουσι Χριστού, εκείνοι δε, ει μη τι και χείρον, εξ ανθρωπίνης διανοίας φθέγγονται».

Η στάση, λοιπόν, των Τριών Ιεραρχών έναντι της φιλοσοφίας δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί εχθρική ή πολύ περισσότερο ανθελληνική. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, σε στιγμές συναισθηματικής έξαρσης θα ομολογήσει, τί τον συνδέει, ως Χριστιανό Έλληνα, με την ‘Ελλάδα:

«Ελλάς εμή, νεότης φίλη, και όσσα πέπασμαι,

και δέμας, ως Χριστώ είξατε προφρονέως»!

Δηλαδή, «Ελλάδα μου και νιότη αγαπητή, κι όλα όσα απέκτησα και σώμα. Πόσο πρόθυμα δοθήκατε στον Χριστό! Η “Ελλάδα, που δέχεται και τιμά ο Γρηγόριος, είναι η Ελλάδα, που μαζί με όλα τα συστατικά της υπάρξεώς του, αυτοπροσφέρθηκαν στον Χριστό, ως ενσαρκη Πα­ναλήθεια. Αυτό ισχύει και για τους άλλους Πατέρες.

Στη σύζευξη Ελληνισμού και Χριστιανισμού οι άγιοι Πατέρες δίνουν την προτεραιότητα στην Ορθοδοξία με όλο το λυτρωτικό περιεχόμενό της, ώστε να αποφεύγεται κάθε νόθη συζυγία, όπως είναι η αίρεση. Η Ορθοδοξία διά των αγίων Πατέρων προσέλαβε τον Ελληνισμό χωρίς να υποδουλωθεί στο πρόσλημμα, αφελληνίζοντας μόνο τα στοιχεία εκείνα, που ήταν ανάγκη να αφελληνισθούν και να απομυθευθούν, ως μη προσλήψιμα. Έξω από την Ορθοδοξία έμεινε ο παγανιστικός (νόθος) ελληνισμός, ως πτώση-αμαρτία. Ο ελληνισμός, ως παιδεία, δεν απορρίπτεται. Αποκρούεται μόνον η εκφιλοσόφηση της πίστεως και απολυτοποίηση της ανθρώπινης γνώσεως, διακηρύσσεται δε, η αδυναμία της ανθρώπινης γνώσεως να οδηγήσει στην θεογνωσία, ως σωτηρία.

Ο Χριστιανισμός των Πατέρων έδωσε οριστική απάντηση στη λυτρωτική ζήτηση του Ελληνισμού, ανανοηματοδοτώντας την ιστορική πορεία του και καταξιώνοντάς τον σε ιστορική του σάρκα. Κατά τον πατερικότατο π. Γεώργιο Φλωρόφσκυ, «ο Ελληνισμός… διαμελίσθηκε από την μάχαιρα του Πνεύματος, πολώθηκε και διαιρέθηκε κι ένας “χριστιανικός ελληνισμός” δημιουργήθηκε». Ο ελληνισμός «ολοκληρώθηκε μέσα στην Εκκλησία» και με τη νέα ταυτότητά του ως Ελληνορθοδοξία -ή καλύτερα Ορθοδοξία- δοξάσθηκε και μεγαλούργησε στην κατοπινή του πορεία, ως αιώνια κατηγορία της χριστιανικής υπάρξεως.[...]

(Πηγή: π. Γεωργίου Δ. Μεταλληνού, «Στα μονοπάτια της Ρωμηοσύνης», εκδ. Αρμός (απόσπασμα από το άρθρο: Η εορτή των τριών Ιεραρχών και η “σύνθεση” Ορθοδοξίας και Ελληνικότητας, σ. 315-321.)

ΠΗΓΗ: http://www.agiameteora.net/

Πέμπτη 29 Ιανουαρίου 2015

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ: Το 1941 πέθανε ο δικτάτορας Ιωάννης Μεταξάς

Το ΑΒΑΓΝΟΝ αφιερώνει το άρθρο
στους αγωνιστές που έχυσαν το αίμα τους για την καθιέρωση του 8ώρου και για τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας,
οι οποίες ΚΑΤΑΡΓΗΘΗΚΑΝ από την οικονομική ολιγαρχία του αστικού πολιτικού συστήματος και ΣΗΜΕΡΑ δεν υπάρχει περίπτωση επαναφοράς

Ο Ιωάννης Μεταξάς και το «Κοινωνικό Κράτος»

Οι απόγονοι του φασισμού - ναζισμού, της  4ης Αυγούστου και της δικτατορίας του 1967, η «Χρυσή Αυγή» (ΧΑ), ο ΛΑ.Ο.Σ. κ.ά. πολλές φορές, με ιστορικές αναδρομές σε περιόδους των προγόνων τους, επιδιώκουν να δώσουν στις πολιτικές τους προτάσεις για την «εθνική ανάπτυξη» της χώρας ιστορικό προηγούμενο εφαρμογής και αποτελεσματικότητας.

Εξόριστοι από το καθεστώς του Μεταξά στην Ανάφη
Μια τέτοια αναφορά αναρτήθηκε πρόσφατα στο σάιτ της ΧΑ, με τίτλο: «Η καθιέρωση του κοινωνικού κράτους τότε και η ολοκληρωτική αποδόμησή του σήμερα». Εκτός από το θαυμασμό των φασιστοειδών στον Βίσμαρκ («θεμελιωτής του μοντέρνου κοινωνικού κράτους θεωρείται ο Γερμανός καγκελάριος Οττο φον Βίσμαρκ (1815-1898)»), μεταξύ άλλων αναφέρουν: «Στην πατρίδα μας, πρωτεργάτης του κοινωνικού κράτους υπήρξε ο Ιωάννης Μεταξάς».

Το «κοινωνικό κράτος» και η «κοινωνική μεταρρύθμιση» για τα οποία υπερηφανευόταν ο δικτάτορας, με τα ίδια επιχειρήματα και μέτρα που αράδιασαν στο σάιτ τους οι απόγονοί του είναι: το 8ωρο, οι συλλογικές συμβάσεις, η λειτουργία του ΙΚΑ, η καταπολέμηση της ανεργίας, η ρύθμιση των αγροτικών χρεών κ.ά.

Η προπαγάνδα της 4ης Αυγούστου προσπάθησε σταθερά και με χοντροκομμένα ιδεολογήματα, όπως π.χ. «Ελληνικός Πολιτισμός», να δημιουργήσει την εντύπωση ότι εξασφάλισε τη συνέχεια του ελληνικού έθνους, γιατί ήρθε σε ρήξη με το προηγούμενο διεφθαρμένο καθεστώς, όμως δεν ήταν καμιά ρήξη με το παρελθόν, αλλά η αναγκαία μπροστά στις εξελίξεις συνέχειά του.
Φυλακισμένοι στην Ακροναυπλία στη Μεταξική δικτατορία
Η τεταρτοαυγουστιανή δικτατορία ήταν η πολιτική έκφραση των συμφερόντων της αστικής τάξης στο επίπεδο της διακυβέρνησης. Ηταν αναγκαιότητα για τη στήριξη και ενίσχυση του ελληνικού καπιταλισμού, στο πλαίσιο του ιμπεριαλισμού, σε συνθήκες προετοιμασίας του Β΄ Παγκοσμίου ιμπεριαλιστικού πολέμου, λύνοντας προσωρινά τις ενδοαστικές αντιθέσεις των αστικών «κοινοβουλευτικών» κομμάτων της εποχής που της ανέθεσαν μέσω του κοινοβουλίου την εξουσία.

Ο ίδιος ο Μεταξάς, μέσα από ομιλίες του, αρκετές φορές είχε δώσει με σαφήνεια το περιεχόμενο της 4ης Αυγούστου:

«Η αδιάκοπος φροντίς διά την στερέωσιν του αστικού καθεστώτος με όλας τας αναγκαίας θυσίας διά το σύνολον της κοινωνίας και ιδίως διά τας ενδεείς τάξεις».

«Εστηρίξαμεν το αστικόν καθεστώς της Ελλάδος και του εδώσαμεν να εννοήσει ότι το πρώτον καθήκον ενός τιμίου και πραγματικού πατριωτικού αστικού κόσμου, είναι, το να είναι αλληλέγγυος με τους δύο κλάδους, τον κόσμον τον εργατικόν και τον κόσμον τον αγροτικόν και εζητήσαμεν από τους αστούς, από τους βιομήχανους... θυσίας τας οποίας ο αστικός κόσμος μας τας έδωσε προθύμως». (Σπ. Λιναρδάτου, «4η Αυγούστου», «Π.Λ.Ε.», 1967, σελ. 104).

Το καθεστώς του Ι. Μεταξά με την προπαγάνδα περί «εθνικής επανάστασης» και «κοινωνικής ευημερίας» εφάρμοσε πλευρές της κεϊνσιανής θεωρίας περί «κρατικής ρύθμισης της καπιταλιστικής οικονομίας», όπως έκαναν τότε διάφορες αστικές κυβερνήσεις, από τον Χίτλερ μέχρι τον Ρούσβελτ (new deal) μετά την οικονομική κρίση 1929 - 1933. Η προσωρινή οικονομική ανάκαμψη του καπιταλισμού μέχρι τη νέα κρίση του το 1939, έδωσε, σε συμφωνία με τους καπιταλιστές, τη δυνατότητα μικροπαραχωρήσεων στους εργαζόμενους, με στόχο τη γενικότερη στήριξη του καπιταλισμού.
Φυλακισμένοι κομμουνιστές και άλλοι αγωνιστές στην Ακροναυπλία
Η 4η Αυγούστου ήταν ένα αντικομμουνιστικό, αστικό, ταξικό κράτος. Παρενέβη κατασταλτικά αλλά και με την άμεση ανάληψη από το κράτος ενός μέρους της αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης με κρατική κοινωνική πολιτική, με στόχο την ενσωμάτωση στην πολιτική του των λαϊκών στρωμάτων.


Η καθιέρωση του 8ωρου και οι Συλλογικές Συμβάσεις

Στην Ελλάδα, η καθιέρωση του 8ωρου έγινε με το νόμο 2269 το 1920, με τη νομοθετική κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης Εργασίας. Για να εφαρμοστεί σταδιακά χρειάστηκαν οι πολύχρονοι αγώνες των εργατών με πρωτοπόρους τους κομμουνιστές. Χύθηκε πολύ αίμα στις συγκρούσεις των εργατών με το αστικό κράτος.

Αργότερα, με Προεδρικό Διάταγμα (ΠΔ) στις 27/6/1932, έγινε η επέκταση και η κωδικοποίηση όλων των διατάξεων που ίσχυαν γι' αυτό μέχρι τότε στους διάφορους κλάδους.

Αυτό που έκανε η κυβέρνηση Μεταξά ήταν με το βασιλικό διάταγμα 368/24/8/1936 να επεκτείνει την εφαρμογή του και σ' άλλες κατηγορίες μισθωτών.

- Οπως προκύπτει, λοιπόν, δεν είναι αλήθεια ότι ο Μεταξάς καθιέρωσε το 8ωρο, αλλά ότι επέκτεινε την εφαρμογή του. Εκεί, όμως, που επιχειρείται η πλήρης αντιστροφή της πραγματικότητας από τη ΧΑ είναι ότι «ο Μεταξάς καθιέρωσε την Κυριακή αργία». Η κυριακάτικη αργία έχει καθιερωθεί από το 1911. Αυτό που έκανε η κυβέρνηση Μεταξά ήταν να καταργήσει την Κυριακή αργία και το κυριακάτικο μεροκάματο να δίνεται στο κράτος για την «Εθνική Αμυνα».

- Οι ελεύθερες Συλλογικές Συμβάσεις ήταν άλλη μια παλιά εργατική διεκδίκηση. Το 1927 είχε υποβληθεί στη Βουλή νομοσχέδιο για την καθιέρωσή τους, όμως η ψήφισή του δεν έγινε λόγω διάλυσης της Βουλής. Αναγκαστικός Νόμος (ΑΝ) περί Συλλογικών Συμβάσεων ψηφίστηκε στη δικτατορία του Γεωρ. Κονδύλη στις 16/1/1935, που κάθε άλλο παρά ελεύθερες Συλλογικές Συμβάσεις επέτρεπε. Τον ίδιο χρόνο με τον ΑΝ 539/1935 καθιερώθηκαν και οι άδειες των εργαζομένων με αποδοχές. Αλλο ένα ψέμα του σάιτ των φασιστοειδών: «καθιέρωση αδείας μετ' αποδοχών» από Ι. Μεταξά!

Το συνδικαλιστικό κίνημα επέμενε να διεκδικεί ελεύθερες Συλλογικές Συμβάσεις. Ο Μεταξάς, πριν καταργήσει τον κοινοβουλευτισμό (4 Αυγούστου 1936), ετοίμασε νέο νόμο περί υποχρεωτικής διαιτησίας, κάτι ανάλογο με αυτά που γίνονται στις μέρες μας με τις Συλλογικές Συμβάσεις, που προκάλεσε - όπως ήταν επόμενο - θύελλα αντιδράσεων από τα εργατικά σωματεία (Μάης 1936).

Με την εγκαθίδρυση της δικτατορίας, οι «συλλογικές συμβάσεις» μεταξύ των κεφαλαιοκρατών και των διορισμένων από τη δικτατορία συνδικαλιστών αποκτούν ισχύ νόμου 2045/7/9/1936 και με τίτλο «κατώτατον όριον μισθών των Ιδιωτικών Υπαλλήλων και ελάχιστον ημερομίσθιον εργατών Βιομηχανίας».

Κάτω από τις συνθήκες που επέβαλε η δικτατορία, της αναγκαστικής διαιτησίας, της απαγόρευσης των απεργιών και της φασιστικοποίησης των συνδικάτων, «αι Εθνικαί Συμβάσεις Εργασίας», όπως τις αποκαλούσε ο Μεταξάς, ήταν καθαρός εμπαιγμός, όπως είναι και τα αντισυστημικά παραμύθια των Χρυσαυγιτών θαυμαστών του.

Οπως σχολιάζουν αναλυτές της περιόδου, η αύξηση των ημερομισθίων κατά τα έτη 1935 - 1940 υπολογίζεται σε 50%. Η ονομαστική δύναμη των μισθών των εργαζομένων ήταν πολύ κάτω από το επίπεδο του 1929, παρά την αύξηση της παραγωγικότητας και την οικονομική ανάπτυξη. (Γ. Τρίμη, «Η κοινωνική πολιτική της τελευταίας οκταετίας», Αθήνα 1947).

Ο Γ. Τρίμης, τέως διευθυντής του υπουργείου Εργασίας, αναφέρει εξάλλου χαρακτηριστικά: «Εάν η ωφελιμότης των συλλογικών συμβάσεων (...) δεν κατέστη έκδηλος τούτο αποδοτέον εις το γεγονός ότι από της 4ης Αυγούστου 1936 ανεστάλησαν αι συνδικαλιστικαί ελευθερίαι». (Γ. Τρίμη, «Αι διεκδικήσεις των εργαζομένων», Αθήναι, 1948, σελ. 29).

Την περίοδο 1936 - 1939, λόγω της οικονομικής ανάκαμψης και των έργων πολεμικής ετοιμασίας, περιορίστηκε η ανεργία, όμως δεν εξαλείφθηκε, όπως διακήρυσσε η προπαγάνδα του καθεστώτος του «πρώτου εργάτου» (Μεταξάς). Ο ίδιος ο δικτάτορας σε λόγο του την Πρωτομαγιά του 1940 σε συγκέντρωση στον Πειραιά, ισχυριζόταν ότι κατόρθωσε να εξαλείψει την ανεργία, ενώ ταυτόχρονα ανέφερε ότι «από τον Οκτώβριον του 1939 έως τον Φεβρουάριον του 1940 έγιναν 135.000 απολύσεις λόγω της κήρυξης του παγκοσμίου πολέμου και την δημιουργημένην ψυχολογίαν». («Τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης Ι. Μεταξά», τόμ. Α', σελ. 222).

Για την καταπολέμηση της ανεργίας, ο Μεταξάς θέσπισε κάτι ανάλογο με τις σημερινές αστικές κυβερνήσεις, το σύστημα της «εκ περιτροπής εργασίας» με τον ΑΝ 2000/1939 και με τον τίτλο «περί λήψεως μέτρων καταπολεμήσεως της ανεργίας». Ο Γ. Τρίμης κάνει για το νόμο αυτό το εξής σχόλιο:

«Το σύστημα της εκ περιτροπής εργασίας (...) είτε υπό την μορφήν του περιορισμού των ωρών της ημερησίας εργασίας, είτε υπό την μορφήν του αριθμού των ημερομισθίων (...) συνηπάγετο πάντοτε την περικοπήν εισοδήματος των εργαζομένων προς συντήρησιν των ανέργων». (Γ. Τρίμη, «Αι διεκδικήσεις των εργαζομένων», Αθήναι, 1948, σελ. 108 - 109).

Οι Κοινωνικές Ασφαλίσεις και το ΙΚΑ

Μετά από πολύμορφους αγώνες της εργατικής τάξης, για πρώτη φορά το 1922 ψηφίστηκε ο νόμος 2868 για τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις. Με βάση το νόμο αυτό έως το 1929 ιδρύθηκαν τα κλαδικά επαγγελματικά ασφαλιστικά ταμεία διάφορων κλάδων, όπως καπνεργατών, αρτεργατών κ.ά. Με τη συνεχή δε πίεση του συνδικαλιστικού κινήματος, το 1932 η κυβέρνηση Βενιζέλου ψήφισε το νόμο 5733 «περί κοινωνικών ασφαλίσεων». Ο νόμος δεν εφαρμόστηκε, γιατί η κυβέρνηση έπεσε το Μάρτιο του 1933. Το Σεπτέμβριο του 1934, η κυβέρνηση του Λαϊκού Κόμματος ψήφισε τον 6298 που δεν εφαρμόστηκε λόγω των αντιδράσεων του κεφαλαίου και της όξυνσης των ενδοαστικών αντιθέσεων (κίνημα 1935, πραξικόπημα Γ. Κονδύλη, επαναφορά βασιλείας κ.ά.).

Η εφαρμογή του νόμου της Κοινωνικής Ασφάλισης συνέχισε να είναι βασικό αίτημα των εργατικών αγώνων. Ηταν βασικό αίτημα της προκήρυξης και ετοιμασίας της πανεργατικής απεργίας της 5ηςΑυγούστου και από τις δύο Εργατικές Συνομοσπονδίες. Τι έκανε η κυβέρνηση Μεταξά μπροστά σ' αυτό το αίτημα; Κήρυξε δικτατορία την προηγούμενη μέρα, στις 4 Αυγούστου, με το πρόσχημα της «κομμουνιστικής στάσης».

Τελικά, σε εφαρμογή του 6298/34 ιδρύθηκε το ΙΚΑ την 1/11/1937 και λειτούργησε από 1/12/1937 έως το τέλος του χρόνου σε Αθήνα, Πειραιά, Θεσσαλονίκη και από τα τέλη του 1938 άρχισε η επέκτασή του στις άλλες πόλεις.

Οι παροχές του συστήματος, αν και πενιχρές και σε μικρό αριθμό εργαζομένων, ήταν μια ανακούφιση που όμως με τη νέα κρίση του 1939 σταμάτησαν, γιατί το σύστημα κατέρρευσε.

Με το πρόσχημα της «Εθνικής Αμυνας», έγινε κάτι ανάλογο με το σημερινό «κούρεμα» των αποθεματικών των ασφαλιστικών ταμείων. Η δικτατορία κατάσχεσε, με τη μορφή δανείου προς το κράτος, όλα τα αποθεματικά των ασφαλιστικών οργανισμών που έφταναν «τα 850 εκατομμύρια δραχμές, από τα οποία τα 500 εκατομμύρια ήταν του ΙΚΑ» (Σπ. Λιναρδάτου, «4η Αυγούστου», σελ. 110).

Αυτό, όμως, που αποτελεί μια πρωτοτυπία της αστικής διακυβέρνησης της 4ηςΑυγούστου είναι οι παροχές και τα τεράστια για την εποχή χρηματικά ποσά, που διέθεσε το καθεστώς στους διάφορους εργατοπατέρες επικεφαλής των διορισμένων, κρατικοποιημένων, φασιστικοποιημένων συνδικάτων. Ο νόμος 971/1937, εκτός από την ίδρυση του ταμείου συντάξεων των εργατοπατέρων συνδικαλιστών, προέβλεπε την κρατική επιχορήγηση για «στέγασιν και ΕΥΠΡΟΣΩΠΟΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΙΝ των επαγγελματικών και εργατικών οργανώσεων». (Σπ. Λιναρδάτου, «4η Αυγούστου», σελ. 110).

Οι αγρότες και ο Ι. Μεταξάς

Η δικτατορία διατυμπάνισε ως σταθμό στην ιστορία της ελληνικής γεωργίας και ως λύση του αγροτικού προβλήματος το νόμο 677/14/5/1937, για τη ρύθμιση των αγροτικών χρεών.

Ενώ οι αγρότες πριν τη δικτατορία πάλευαν για διαγραφή όλων των χρεών, με το συγκεκριμένο νόμο έγινε διαγραφή καθυστερούμενων τόκων και μόνο προς τους ιδιώτες πιστωτές, για χρέη συναφθέντα από την 1η Ιανουαρίου 1935 και έδινε τη δυνατότητα νέας εξόφλησης κεφαλαίου σε 12 ετήσιες δόσεις με τόκο 3%.

Ηταν μια σταγόνα στον ωκεανό της οικονομικής καταχρέωσης των φτωχών αγροτών και μια προσπάθεια εξυγίανσης, στήριξης της ελληνικής βιομηχανίας που είχε δυσκολίες από τα ληξιπρόθεσμα χρέη και τα χρωστούμενα τοκοχρεολύσια του εξαθλιωμένου αγροτικού πληθυσμού.

«Δεν είναι συμπτωματικό ότι μία από τις μεγαλύτερες βιομηχανικές επιχειρήσεις της χώρας, η εταιρεία Χημικών Προϊόντων και Λιπασμάτων (ο γιος του ιδιοκτήτη Νικολάου Κανελλόπουλου, Αλέξανδρος, ήταν πρόεδρος της φασιστικής νεολαίας Εθνική Οργάνωσις Νέων (ΕΟΝ) που ήταν κρατική οργάνωση), βρισκόταν σε εξαιρετικά δύσκολη θέση εξαιτίας των αγροτικών οφειλών, ενώ σε αντίστοιχη θέση βρίσκονταν μηχανολογικές/μηχανουργικές εταιρείες που κατασκεύαζαν γεωργικές μηχανές και εργαλεία». (Κ. Κωστή, «Η οικονομία, 1932-1940», στο ένθετο ΤΑ ΝΕΑ, ΙΣΤΟΡΙΑ, «ΕΞΙ ΣΤΙΓΜΕΣ ΤΟΥ ΕΙΚΟΣΤΟΥ ΑΙΩΝΑ», σελ. 89).

Οπως παραδέχεται και ο καθηγητής Χρ. Ευελπίδης, τα καλλιεργητικά δάνεια αποτέλεσαν «άντλησιν επί τον πίθον των Δαναΐδων», το τραπεζικό κεφάλαιο προτιμά τα βραχυπρόθεσμα δάνεια που του αποδίδουν με τη μορφή τόκων, τόκων υπερημερίας ασφαλίστρων και προμηθειών 15%. (Σπ. Λιναρδάτου, «4η Αυγούστου», σελ. 113»).

Η 4η Αυγούστου και η οικονομική ολιγαρχία

Η τετραετία της δικτατορίας ήταν χρυσή εποχή για το μεγάλο κεφάλαιο. Η ένταση της εκμετάλλευσης των δεμένων χειροπόδαρα εργαζομένων, η καπιταλιστική οικονομική αναθέρμανση της περιόδου και η άμεση κρατική παρέμβαση με νέα Δημόσια Εργα πολεμικών προπαρασκευών αύξησαν την καπιταλιστική κερδοφορία.

Τα διάφορα τμήματα του κεφαλαίου - βιομηχανικό, πιστωτικό, εμπορικό - αποκόμισαν τεράστια κέρδη και ταυτόχρονα προχώρησε σημαντικά η συγκέντρωση και συγκεντροποίησή τους. Οι Αφοί Ηλιάσκοι, μέσω της Τράπεζας Αθηνών, το 1949 ήταν κάτοχοι του 15% όλων των ανώνυμων εταιρειών της χώρας. Η Εθνική Τράπεζα, η Τράπεζα Αθηνών, η Εταιρεία Λιπασμάτων, το Καλυκοποιείο, η «Πάουερ», οι εταιρείες Λαναρά, καπνέμποροι, η ΑΓΕΤ Ηρακλής κ.ά. στήριξαν ανοιχτά τη δικτατορία. Μερικοί κεφαλαιοκράτες και με απαίτησή τους πήραν επίκαιρες κυβερνητικές θέσεις. Π.χ. ο Ανδρέας Χατζηκυριάκος της ΑΓΕΤ έγινε υπουργός Εθνικής Οικονομίας, ο Κων/νος Ζαβιτσάνος, διοικητής της Εθνικής Τράπεζας, έγινε υπουργός Οικονομικών, ο Δημ. Μάξιμος, διευθυντής της Εθνικής, έγινε υπουργός Εσωτερικών, ο Αλέξανδρος Κορυζής, εκτός από υπουργός Υγείας - Πρόνοιας, έγινε πρωθυπουργός μετά το θάνατο του Μεταξά.

Η 4η Αυγούστου, που παρουσιαζόταν σαν «Εθνική Επανάσταση» και κατηγορούσε τα παλιά αστικά κόμματα ως «προδότες», συνέχισε τις διασυνδέσεις του ελληνικού καπιταλισμού με το ξένο κεφάλαιο. Μια από τις πρώτες πράξεις της ήταν η συμφωνία της με τους ομολογιούχους και δανειστές. Η προσφορά του καθεστώτος ήταν να πληρώσει τοκοχρεολύσιο για τα έτη 1935 - 1937 40% από 30% που πλήρωναν οι προηγούμενες αστικές κυβερνήσεις, αργότερα δε το 1940 το τοκοχρεολύσιο έφτασε 43%. Εκανε νέα ανοίγματα για ξένες επενδύσεις, με στόχο «ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, το οποίο θα στηρίζονταν στην αξιοποίηση των εγχώριων πλουτοπαραγωγικών πηγών». (Κ. Κωστή, ό.π., σελ. 98).

Αυτό που είναι ιστορικά βέβαιο, είναι ότι δεν έγιναν «γεωτρήσεις για άντληση πετρελαίου στο Κατάκολο» που αναφέρει στο εν λόγω σάιτ η ΧΑ, αλλά έρευνες για εντοπισμό πετρελαίου και εκμετάλλευσης υδροηλεκτρικών λιγνιτικών και άλλων ενεργειακών αποθεμάτων.

Η κυβέρνηση, όμως, βρέθηκε μπροστά σε δυσκολίες για την εξασφάλιση ξένων επενδύσεων από τις χώρες που είχε σχέσεις (Αγγλία, Γερμανία). Μπορεί γι' αυτό να μην κατάφερε τελικά να βγάλει πετρέλαιο, όμως έβγαλε στο σφυρί την εκμετάλλευση των νερών του Αχελώου. Με σύμβαση του ελληνικού κράτους και των αμερικανικών εταιρειών Hugh Cooper και Chemical.co.corporation που κυρώθηκε με τον ΑΝ 2220 του 1940 ίσχυε ειδικό καθεστώς προστασίας και προνομίων για τις εταιρείες. Εκτός από την αποκλειστική εκμετάλλευση του ποταμού Αχελώου και των παραποτάμων του, τους δινόταν η δυνατότητα ίδρυσης διάφορων άλλων βιομηχανιών και εκμεταλλεύσεων, όπου οι εγκαταστάσεις τους δεν επιτρεπόταν να περιέλθουν στην κυριότητα του κράτους πριν το έτος 2010 που έληγε η σύμβαση και που μπορούσε μονομερώς να φτάσει με παράταση έως το 2035. Παρά την κύρωσή της, η συμφωνία δεν μπόρεσε να εφαρμοστεί λόγω του πολέμου.

Ενα συμπέρασμα

Τα παραμύθια της «Χρυσής Αυγής» για το εθνικό και κοινωνικό έργο του Ι. Μεταξά, της δικτατορίας του 1967, το έργο του Χίτλερ, το εθνικό έργο των Ταγμάτων Ασφαλείας στην κατοχή κ.ά. δεν έχουν στόχο την καταγραφή της «Χρυσής Αυγής» σαν μιας γραφικής νοσταλγικής φασιστικής πολιτικής δύναμης της χώρας μας.

Η «Χρυσή Αυγή», κόμμα του αστικού πολιτικού συστήματος, με αυτές τις ιστορικές αναφορές επιδιώκει να αναδείξει ότι η πολιτική της πρόταση έχει ιστορικό παρελθόν. Αναδείχνει τα «επιτεύγματα» του αστικού κράτους στις περιόδους που χτυπήθηκε το κομμουνιστικό και το εργατικό κίνημα και που παραμερίστηκαν από τις «υγιείς εθνικές δυνάμεις» τα «προδοτικά κεφαλαιοκρατικά» αστικά κόμματα, που έφεραν την «ηθική, κοινωνική και οικονομική κατάρρευση».

Στοχεύει τελικά σε δύο αλληλοτροφοδοτούμενες κατευθύνσεις: Να ενισχύσει την επιρροή της σε ευρύτερα λαϊκά στρώματα μπολιάζοντάς τα με αντιδραστικές ιδέες, περιτυλιγμένες με δήθεν αντιπλουτοκρατική γραμμή. Να στείλει μήνυμα σε τμήματα της αστικής τάξης, τα οποία δυσανασχετούν ή αντιτάσσονται στα μείγματα διαχείρισης της κρίσης, ότι διαθέτει τα προσόντα και τα ιστορικά εχέγγυα να της ανατεθεί από το κεφάλαιο να βγάλει το αστικό σύστημα από πιθανές νέες δυσκολίες διαχείρισής του. Και ότι αυτό το μπορεί πολύ καλύτερα από τις άλλες αστικές πολιτικές δυνάμεις, όπως το μπόρεσαν οι Μεταξάς - Παπαδόπουλος ή το προσπάθησαν τα Τάγματα Ασφαλείας, και αυτά πρόγονοί της.

Του Διονύση ΑΡΒΑΝΙΤΑΚΗ*
*Ο Διονύσης Αρβανιτάκης είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και του Τμήματος Ιστορίας της

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ: Το 1866 γεννήθηκε ο Ρομαίν Ρολάν, Γάλλος συγγραφέας και ιστορικός της τέχνης

Ήταν σε όλη του τη ζωή ένας ειρηνιστής. Διαμαρτυρήθηκε ενάντια στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο έργο του Au-dessus de la Mêlée (Πάνω από τη μάχη, 1915). Το 1924, το βιβλίο του για τον Μαχάτμα Γκάντι συνεισέφερε στη φήμη του Ινδού ηγέτη της «μη-βίας» και οι δυο τους συναντήθηκαν το 1931.
Romain Rolland-1914.jpg

Ο Ρομαίν Ρολάν (Romain Rolland, 29 Ιανουαρίου 1866 – 30 Δεκεμβρίου 1944) ήταν Γάλλος συγγραφέας — μυθιστοριογράφος, δραματουργός, δοκιμιογράφος και ιστορικός της τέχνης, γνωστότερος για το πολύτομο μυθιστόρημά του Ζαν Κριστόφ. Ο Ρολάν τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1915.

Βιογραφία
Ο Ρολάν γεννήθηκε στο Κλαμεσύ (Clamecy) του νομού Νιέβρ της Γαλλίας. Οι γονείς του ήταν συμβολαιογράφοι και οι πρόγονοί του αγρότες όσο και αστοί. Ο ίδιος γράφει στο «Εσωτερικό ταξίδι» του (Voyage intérieur, 1942), ότι θεωρεί τον εαυτό του ως απόγονο και αντιπρόσωπο ενός «αρχαίου είδους».

Ο Ρομαίν έγινε δεκτός στην Εκόλ Νορμάλ το 1886, όπου σπούδασε αρχικώς φιλοσοφία, αλλά η ανεξαρτησία του πνεύματός του τον οδήγησε στο να εγκαταλείψει αυτές τις σπουδές, ώστε να μη προσχωρήσει στην κυρίαρχη ιδεολογία. Πήρε πτυχίο ιστορίας το 1889 και μετά πέρασε δύο χρόνια στη Ρώμη, όπου η συνάντησή του με τη Μαλβίδα φον Μέυζενμπουγκ – φίλη των Νίτσε και Ρίχαρντ Βάγκνερ – και η ανακάλυψή των ιταλικών αριστουργημάτων ήταν αποφασιστικής σημασίας για την ανάπτυξη της σκέψεώς του. Επιστρέφοντας στη Γαλλία το 1895, πήρε διδακτορικό με τη διατριβή του Ιστορία της όπερας στην Ευρώπη προ των Lully και Scarlatti.

Το πρώτο του βιβλίο εκδόθηκε το 1902, όταν ο ίδιος ήταν 36 ετών. Με την επιχειρηματολογία του υπέρ ενός «θεάτρου του λαού» έμελλε να συνεισφέρει σημαντικά προς τον εκδημοκρατισμό του θεάτρου. Ως ανθρωπιστής εξάλλου αγκάλιασε την ινδική φιλοσοφία (Συζητήσεις με τον Ραμπιντρανάθ Ταγκόρ (βλ. ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ Ταγκόρ ΕΔΩ) και τον Μοχάντας Καραμτσάντ Γκάντι), πράγμα που πιθανώς εξηγεί και το ότι ήταν χορτοφάγος. Ο Ρολάν δέχθηκε ισχυρές επιδράσεις από τη φιλοσοφία Βεδάντα (Βεντάντα), κυρίως μέσα από τα έργα του Σουάμι Βιβεκανάντα.

Το «Θέατρο του λαού»
Η σημαντικότερη συνεισφορά του Ρομαίν Ρολάν στο θέατρο έγκειται στην υπεράσπιση ενός «λαϊκού θεάτρου» με το δοκίμιό του Το θέατρο του λαού (Le Théâtre du peuple, 1902). «Υπάρχει μόνο μία αναγκαία συνθήκη για την εμφάνιση ενός νέου θεάτρου», έγραψε, «να είναι η σκηνή και η πλατεία του θεάτρου ανοιχτές στις λαϊκές μάζες, να είναι ικανές να χωρέσουν ένα λαό και τις πράξεις ενός λαού». Το βιβλίο αυτό εκδόθηκε αργότερα, το 1913, αλλά το μεγαλύτερο μέρος των περιεχομένων του είχε ήδη δημοσιευθεί στην Επιθεώρηση δραματικής τέχνης (Revue d'Art Dramatique) ανάμεσα στο 1900 και στο 1903. Ο Ρολάν προσπάθησε να κάνει πράξη τη θεωρία του με τα μελοδράματά του με θέμα τη Γαλλική επανάσταση, τα Δαντών (1900) και Η δέκατη τέταρτη του Ιούλη (1902), αλλά ήταν κυρίως οι ιδέες του που θα αποτελούσαν ένα μείζον σημείο αναφοράς για τους μελλοντικούς θεατράνθρωπους.

«Ο λαός έχει βαθμιαία κατακτηθεί από τη μπουρζουαζία, έχει διαποτιστεί από τη σκέψη της, και το μόνο που θέλει τώρα είναι να της μοιάσει. Αν ποθείς μια τέχνη του λαού, άρχισε δημιουργώντας ένα λαό!»
Ρομαίν Ρολάν, Le Théâtre du peuple (1903).

Το δοκίμιο αποτελεί μέρος ενός γενικότερου κινήματος της εποχής για τον εκδημοκρατισμό του θεάτρου. Η Επιθεώρηση είχε προκηρύξει ένα διαγωνισμό και προσπάθησε να οργανώσει ένα «Παγκόσμιο Συνέδριο για το Θέατρο του Λαού», ενώ ένας αριθμός από «Θέατρα του Λαού» είχαν ήδη ανοίξει σε όλη την Ευρώπη. Υπήρχε το κίνημα Freie Volksbühne («Ελεύθερο Θέατρο του Λαού») στη Γερμανία και το Théâtre du Peuple του Μωρίς Ποτεσέ στη Γαλλία. Ο Ρολάν ήταν μαθητής του Ποτεσέ και αφιέρωσε το δοκίμιό του σε αυτόν.
Πρόγραμμα από το ανέβασμα του δράματος του Ρολάν «Θα έρθει η ώρα» (1903)
από τον Έρβιν Πισκάτορ το 1922 στο Κεντρικό Θέατρο του Βερολίνου.
Ωστόσο, η προσέγγιση του Ρολάν είναι πιο επιθετική από το ποιητικό όραμα του Ποτεσέ για ένα θέατρο ως υποκατάστατο μιας «κοινωνικής θρησκείας» που θα φέρνει ενότητα στο έθνος. Ο Ρολάν εγκαλεί τη μπουρζουαζία για πολιτιστικό σφετερισμό του θεάτρου, που προκαλεί την ολίσθησή του στην παρακμή με τα επιβλαβή αποτελέσματα της ιδεολογικής της κυριαρχίας. Προτείνοντας ένα κατάλληλο ρεπερτόριο για το λαϊκό του θέατρο, ο Ρολάν απορρίπτει το κλασικό δράμα πιστεύοντας ότι είναι υπερβολικά δύσκολο ή στατικό για να έχει ενδιαφέρον για τις μάζες. Αντλώντας από τις ιδέες του Ζαν Ζακ Ρουσσώ, προτείνει στη θέση του «ένα επικό ιστορικό θέατρο με χαρά, δύναμη και ευφυία, που θα υπενθυμίζει στο λαό την επαναστατική του κληρονομιά και θα ξαναζωντανεύει τις δυνάμεις που εργάζονται για μια νέα κοινωνία». Ο Ρολάν πίστευε ότι ο λαός θα βελτιωνόταν βλέποντας ηρωικές εικόνες από το παρελθόν του. Η επιρροή του Ρουσσώ μπορεί να ανιχνευθεί στη σύλληψη του Ρολάν για το θέατρο ως γιορτή, μία προτίμηση που αποκαλύπτει κατά τους Μπράντμπυ και Μακκόρμικ μια θεμελιώδη αντιθεατρική προκατάληψη: ότι «το θέατρο προϋποθέτει ζωές φτωχές και ταραγμένες, ένα λαό που ψάχνει στα όνειρα ένα καταφύγιο. Αν ήμασταν πιο ευτυχισμένοι και πιο ελεύθεροι, δεν θα έπρεπε να αισθανόμαστε πεινασμένοι για θέατρο. [...] Λαός που είναι χαρούμενος και ελεύθερος χρειάζεται γιορτές περισσότερο από θέατρα.».

Τα δράματα του Ρολάν έχουν παρουσιαστεί σε σκηνοθεσία κάποιων από τους σημαντικότερους θεατρικούς σκηνοθέτες του εικοστού αιώνα, όπως είναι οι Μαξ Ράινχαρντ και Έρβιν Πισκάτορ. Ο Πισκάτορ σκηνοθέτησε την παγκόσμια πρεμιέρα του ειρηνιστικού δράματος του Ρολάν Θα έρθει η ώρα (Le Temps viendra, 1903) στο Κεντρικό Θέατρο του Βερολίνου, με πρώτη παράσταση στις 17 Νοέμβρη 1922, με μουσική του K. Pringsheim και σκηνικά των O. Schmalhausen και M. Meier. Το έργο αυτό έχει ως θέματα τη σχέση ανάμεσα στον ιμπεριαλισμό και στον καπιταλισμό, τη μεταχείρηση των πολιτών του εχθρού και τη χρήση στρατοπέδων συγκεντρώσεως, όλα δραματοποιημένα μέσα σε ένα επεισόδιο από τον Πόλεμο των Μπόερς. Ο ίδιος ο σκηνοθέτης περιέγραψε το ανέβασμά του ως «επιμελώς νατουραλιστικό», και όχημα για την «επίτευξη του μέγιστου ρεαλισμού στην ηθοποιία και τα σκηνικά». Παρά το ρητορικό στιλ του έργου, η παραγωγή απέσπασε θετικές κριτικές.

Μυθιστορήματα
Το γνωστότερο το μυθιστόρημά του Ρολάν είναι το δεκάτομο μυθιστόρημα-ποταμός (roman-fleuve) Ζαν Κριστόφ (Jean-Christophe, 1903–1912), το οποίο «συγκεντρώνει όλα τα ενδιαφέροντα και τα ιδανικά του στην ιστορία ενός Γερμανού-μουσικής ιδιοφυίας που κάνει τη Γαλλία δεύτερη πατρίδα του και γίνεται ένα όχημα για τις απόψεις του Ρολάν πάνω στη μουσική, τα κοινωνικά ζητήματα και την κατανόηση μεταξύ των εθνών». Τα υπόλοιπα μυθιστορήματα του Ρολάν είναι τα Colas Breugnon (1919), Clérambault (1920), Pierre et luce (1920) και το δεύτερο μυθιστόρημα-ποταμός του, το επτάτομο L'âme enchantée (Η μαγεμένη ψυχή, 1922–1933).

Ακαδημαϊκή σταδιοδρομία
Ο Ρολάν έγινε καθηγητής της ιστορίας στο «Λύκειο Ερρίκος Δ΄», μετά στο «Λύκειο Λουδοβίκος ο Μέγας» και μέλος της Γαλλικής Σχολής της Ρώμης, και τέλος, ως πανεπιστημιακός, καθηγητής της Ιστορίας της Μουσικής στη Σορβόννη και της Ιστορίας στην Εκόλ Νορμάλ.

Ως νέος καθηγητής ήταν απαιτητικός αλλά συνεσταλμένος και δεν του άρεσε η διδασκαλία. Δεν αδιαφορούσε για τα νιάτα: οι Ζαν Κριστόφ, Ολιβιέ και οι φίλοι τους, οι ήρωες των μυθιστορημάτων του, είναι νεαροί. Αλλά με τους ανθρώπους στην πραγματική ζωή, νεαρούς και ώριμους, ο Ρολάν διατηρούσε μόνο απόμακρες σχέσεις. Πρώτα και κύρια ήταν ένας συγγραφέας. Μόλις διαπίστωσε πως η συγγραφή θα του εξασφάλιζε ένα έστω και μέτριο εισόδημα, παραιτήθηκε από το πανεπιστήμιο, το 1912.

Ο Ρολάν ήταν σε όλη του τη ζωή ένας ειρηνιστής. Διαμαρτυρήθηκε ενάντια στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στο έργο του Au-dessus de la Mêlée (Πάνω από τη μάχη, 1915). Το 1924, το βιβλίο του για τον Μαχάτμα Γκάντι (βλ. ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ Μαχάτμα Γκάντι ΕΔΩ) συνεισέφερε στη φήμη του Ινδού ηγέτη της «μη-βίας» και οι δυο τους συναντήθηκαν το 1931.

Ο Ρολάν μετακόμισε στο Βιλνέβ, στις ακτές της Λίμνης της Γενεύης, για να αφοσιωθεί στη συγγραφή. Η καθημερινή ζωή του διακοπτόταν μόνο από προβλήματα υγείας και από ταξίδια σε εκθέσεις τέχνης. Το ταξίδι του στη Μόσχα το 1935, μετά από πρόσκληση του Μαξίμ Γκόρκι, υπήρξε μία ευκαιρια για να συναντηθεί με τον Στάλιν. Ο Ρολάν έπαιξε ανεπίσημα τον ρόλο του πρεσβευτή των Γάλλων καλλιτεχνών στη Σοβιετική Ένωση. Ωστόσο, ως ειρηνιστής, δεν αισθανόταν άνετα με την κτηνώδη καταπίεση των αντιπολιτευόμενων από τον Στάλιν. Επεχείρησε να συζητήσει τις ανησυχίες του αυτές με τον Στάλιν, συμμετείχε στην εκστρατεία για την απελευθέρωση του αριστερού ακτιβιστή και συγγραφέα Victor Serge και έγραψε στον Στάλιν ζητώντας έλεος για τον Νικολάι Μπουχάριν. Κατά τη φυλάκιση του Σερζ (1933–1936), ο Ρολάν είχε συμφωνήσει να επιβλέπει τις εκδόσεις των κειμένων του στη Γαλλία, παρά την πολιτική του διαφωνία με αυτά.

Το 1937 ο Ρολάν επέστρεψε στη Γαλλία και έζησε στο Βεζελέ. Κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής απεμόνωσε τον εαυτό του ζώντας χωρίς καμιά επαφή με τον έξω κόσμο.

Το 1940 ολοκλήρωσε τα απομνημονεύματά του και τη μουσική του έρευνα πάνω στη ζωή του Μπετόβεν (βλ. ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ Μπετόβεν ΕΔΩ). Λίγο πριν τον θάνατό του έγραψε το Péguy (1944), στο οποίο εξετάζει τη θρησκεία και τον σοσιαλισμό μέσα από τις αναμνήσεις του. Πέθανε στο Βεζελέ το 1944.

Ο Ρολάν και άλλοι διανοητές
Το 1921 ο Αυστριακός συγγραφέας και φίλος του Ρολάν Στέφαν Τσβάιχ έγραψε τη βιογραφία του Ρολάν με τον τίτλο Ο άνδρας και τα έργα του. Ο Τσβάιχ θαύμαζε βαθιά τον Ρολάν, τον οποίο χαρακτήρισε κάποτε ως «την ηθική συνείδηση της Ευρώπης» κατά τα έτη των πολέμων και της αναταραχής στην ήπειρο.

Το 1928, μαζί με τον Ούγγρο διανοούμενο, φιλόσοφο και οπαδό και πειραματιστή της φυσικής ζωής Έντμουντ Σέκελυ, ο Ρολάν ίδρυσε τη «Διεθνή Βιογενική Εταιρεία» για την προαγωγή και την εξέλιξη των ιδεών τους σχετικά με την αλληλοολοκλήρωση του νου, του σώματος και του πνεύματος.

Ο Έρμαν Έσσε αφιέρωσε το μυθιστόρημά του Σιντάρτα στον Ρομαίν Ρολάν, τον «αγαπητό μου φίλο».

Αλληλογραφία με τον Φρόιντ
Το 1923 άρχισε μια αλληλογραφία του Ρολάν με τον πατέρα της ψυχανάλυσης Σίγκμουντ Φρόιντ, στην οποία διακρίνεται ο αμοιβαίος θαυμασμός του ενός για τον άλλο (ο Φρόιντ γράφει σε ένα γράμμα προς τον Ρολάν: «Το ότι μου επιτράπηκε να ανταλλάξω χαιρετισμούς με εσάς θα παραμείνει μια ευχάριστη ανάμνηση ως το τέλος της ζωής μου»). Μέσα από αυτή την αλληλογραφία ο Φρόιντ γνώρισε την έννοια του «ωκεανικού αισθήματος» που είχε αναπτύξει ο Ρολάν μέσα από τη μελέτη του ανατολικού μυστικισμού. Ο Φρόιντ άρχισε το επόμενο βιβλίο του, το Ο πολιτισμός και οι δυσαρεστημένοι του (1929) με μια συζήτηση γύρω από τη φύση αυτού του αισθήματος, το οποίο αναφέρει πως είχε σημειώσει από έναν ανώνυμο «φίλο». Αυτός ο φίλος ήταν ο Ρολάν, ο οποίος παρέμεινε μία σημαντική επίδραση πάνω στο έργο του πατέρα της ψυχανάλυσης, συνεχίζοντας την αλληλογραφία μαζί του μέχρι τον θάνατο του Φρόιντ το 1939.

Αποφθέγματα του Ρολάν
  • «Για την ελεύθερη σκέψη υπάρχει κάτι ακόμα πιο αφόρητο στα όσα υποφέρουν τα ζώα από τα όσα υποφέρουν οι άνθρωποι. Γιατί με τους δεύτερους είναι τουλάχιστον παραδεκτό ότι το να υποφέρουν είναι κάτι το κακό και ότι το πρόσωπο που το προκαλεί είναι εγκληματίας. Αλλά χιλιάδες ζώα σφάζονται χωρίς λόγο κάθε μέρα χωρίς υποψία τύψεων. Αν κάποιος αναφερόταν σε αυτή την κατάσταση, θα σκεφτόμαστε ότι είναι γελοίος. Και αυτό είναι το ασυγχώρητο έγκλημα. Αυτό και μόνο θα αρκούσε για να δικαιολογήσει όλα τα βάσανα των ανθρώπων. Φωνάζει για εκδίκηση πάνω στο ανθρώπινο γένος.» (Ζαν Κριστόφ)

  • «Αν υπάρχει ένας τόπος πάνω στη Γη όπου όλα τα όνειρα του ανθρώπινου γένους έχουν βρει ένα σπίτι από τις πρώτες ήδη ημέρες που ο άνθρωπος άρχισε το υπαρξιακό του όνειρο, αυτό είναι η Ινδία... Για πάνω από τριάντα αιώνες, το δένδρο του οράματος με όλες τις χιλιάδες των κλαδιών του... ...έχει φυτρώσει σε αυτή τη γη, την καιόμενη μήτρα των θεών. Και αυτοανανεώνεται ακούραστα χωρίς να δείχνει σημάδια φθοράς.»  (Η ζωή του Ραμακρίσνα)

  • «Το αληθινό βενταντικό πνεύμα δεν αρχίζει με ένα σύστημα προκατασκευασμένων ιδεών. Κατέχει απόλυτη ελευθερία και απαράμιλλο θάρρος ανάμεσα στις θρησκείες ως προς τα δεδομένα και τις ποικίλες υποθέσεις που έχει διατυπώσει για τον συντονισμό τους. Μη έχοντας παρεμποδιστεί από μία τάξη ιερατείου, ο κάθε άνθρωπος ήταν εντελώς ελεύθερος να αναζητήσει οπουδήποτε ήθελε για την πνευματική εξήγηση του θεάματος του Σύμπαντος.» (Η ζωή του Βιβεκανάντα)

  • «-Υπάρχουν μερικοί νεκροί που είναι πιο ζωντανοί από τους ζωντανούς. -`Οχι, όχι! Θα ήταν σωστότερο να πεις ότι υπάρχουν μερικοί ζωντανοί που είναι πιο νεκροί από τους νεκρούς. -Πιθανόν. Σε κάθε περίπτωση υπάρχουν παλαιά πράγματα που είναι ακόμα νέα. -Τότε, αν είναι ακόμα νέα, μπορούμε να τα ανακαλύψουμε για τον εαυτό μας... Αλλά δεν το πιστεύω. Αυτό που υπήρξε καλό κάποτε, δεν είναι ποτέ καλό και πάλι.» (Ζαν Κριστόφ)

  • «Αυτοί όλοι οι νεαροί εκατομμυριούχοι ήταν αναρχικοί, φυσικά: όταν ένας άνθρωπος κατέχει τα πάντα, αποτελεί την υπέρτατη πολυτέλεια γι' αυτόν να αρνηθεί την κοινωνία, επειδή με τον τρόπο αυτό μπορεί να αποφύγει τις ευθύνες του απέναντί της.» (Ζαν Κριστόφ)

Εργογραφία
ΕΤΟΣΕΡΓΟΣημειώσεις
1888Amour d'enfants 
1891Les BaglioniΑνέκδοτο μέχρι τον θάνατο του Ρολάν
1891Empédocle
(Εμπεδοκλής)
Ανέκδοτο μέχρι τον θάνατο του Ρολάν
1891OrsinoΑνέκδοτο μέχρι τον θάνατο του Ρολάν
1892Le Dernier Procès de Louis Berquin
(Η τελευταία δίκη του Λουί Μπερκέν)
 
1895Les Origines du théâtre lyrique moderne
(Οι απαρχές του σύγχρονου λυρικού θεάτρου)
Ακαδημαϊκή πραγματεία βραβευμένη από τη Γαλλική Ακαδημία
1895Histoire de l'opéra avant Lullyet Scarlatti
(Ιστορία της όπερας στην Ευρώπη προ των Lully και Scarlatti)
Διατριβή για το διδακτορικό του
1895Cur ars picturae apud Italos XVI saeculi decideritΔιατριβή στη λατινική γλώσσα για την παρακμή στην ιταλική ελαιογραφίακατά τη διάρκεια του 16ου αιώνα
1897Saint-Louis 
1897AërtΙστορικό-φιλοσοφικό δράμα
1898Les Loups
(Οι λύκοι)
Ιστορικό-φιλοσοφικό δράμα
1899Le Triomphe de la raison
(Ο θρίαμβος της λογικής)
Ιστορικό-φιλοσοφικό δράμα
1899Georges DantonΙστορικό-φιλοσοφικό δράμα
1900Le Poison idéaliste 
1901Les Fêtes de Beethoven à Mayence
(Το φεστιβάλ Μπετόβεν στη Μαγεντία)
 
1902Le Quatorze Juillet
(Η δέκατη τέταρτη του Ιούλη)
Ιστορικό-φιλοσοφικό δράμα
1902François-Millet 
1903Vie de Beethoven
(Η ζωή του Μπετόβεν)
Βιογραφία
1903Le temps viendra
(Θα έρθει η ώρα)
Δράμα
1903Le Théâtre du peuple
(Το Θέατρο του λαού)
Δοκίμιο για τον εκδημοκρατισμό της τέχνης του θεάτρου.
1904La MontespanΙστορικό-φιλοσοφικό δράμα
1904 - 1912Jean-Christophe (Ζαν Κριστόφ)Δεκάτομο μυθιστόρημα διαιρούμενο σε τρεις «σειρές»: Jean-Christophe,Jean-Christophe à Paris, και Fin du voyage, έκδοση Cahiers de la Quinzaine
1904L'Aube1ος τόμος της σειράς Jean-Christophe
1904Le Matin
(Το πρωί)
2ος τόμος της σειράς Jean-Christophe
1904L'Adolescent
(Ο έφηβος)
3ος τόμος της σειράς Jean-Christophe
1905La Révolte
(Η εξέγερση)
4ος τόμος της σειράς Jean-Christophe
1907Vie de Michel-Ange
(Η ζωή του Μιχαήλ Αγγέλου)
Βιογραφία
1908Musiciens d'aujourd'hui
(Σύγχρονοι μουσικοί)
Συλλογή άρθρων και δοκιμίων για τη μουσική
1908Musiciens d'autrefois
(Μουσικοί του παρελθόντος)
Συλλογή άρθρων και δοκιμίων για τη μουσική
1908La Foire sur la place1ος τόμος της σειράς Jean-Christophe à Paris
1908Antoinette2ος τόμος της σειράς Jean-Christophe à Paris
1908Dans la maison
(Στο σπίτι)
3ος τόμος της σειράς Jean-Christophe à Paris
1910Haendel 
1910Les Amies
(Οι φίλοι)
1ος τόμος της σειράς la Fin du voyage
1911La Vie de Tolstoï
(Η ζωή του Τολστόι)
Βιογραφία
1911Le Buisson ardent2ος τόμος της σειράς la Fin du voyage
1912La Nouvelle Journée3ος τόμος της σειράς la Fin du voyage
1912L'Humble Vie héroïque
(Η ταπεινή ηρωική ζωή)
 
1915Au-dessus de la mêlée
(Πάνω από τη μάχη)
Pacifist manifesto
1915 Του απονέμεται το Βραβείο Nobel Λογοτεχνίας
1917Salut à la révolution russe
(Χαιρετισμός στη Ρωσική Επανάσταση)
 
1918Pour l'internationale de l'Esprit
(Για μια Διεθνή του Πνεύματος)
 
1918L'Âge de la haine
(Η εποχή του μίσους)
 
1919Colas BreugnonΜια ιστορία από τη Βουργουνδία
1919LiluliΘεατρικό έργο
1919Les Précurseurs
(Οι πρόδρομοι)
 
1920 Ιδρύει την επιθεώρηση Ευρώπη
1920Clérambault 
1920Pierre et Luce 
1921Pages choisies
(Επιλεγμένες σελίδες)
 
1921La Révolte des machines
(Η επανάσταση των μηχανών)
 
1922-1933L'Âme enchantée
(Η μαγεμένη ψυχή)
Μυθιστόρημα σε επτά τόμους
1922Annette et Sylvie1ος τόμος της Μαγεμένης ψυχής
1922Les Vaincus 
1924L'Été
(Το καλοκαίρι)
2ος τόμος της Μαγεμένης ψυχής
1924Mahatma Gandhi 
1925Le Jeu de l'amour et de la mort
(Το παιχνίδι του έρωτα και του θανάτου)
 
1926Pâques fleuries 
1927Mère et fils
(Μητέρα και παιδί)
3ος τόμος της Μαγεμένης ψυχής
1928Léonides 
1928De l'Héroïque à l'Appassionata
(Από την Ηρωική στην Παθητική)
 
1929Essai sur la mystique de l'action
(Μελέτη του μυστικισμού της δράσης)
 
1929L'Inde vivante
(Η ζωντανή Ινδία)
Δοκίμια
1929Vie de Ramakrishna
(Η ζωή του Ραμακρίσνα)
Δοκίμια
1930Vie de Vivekananda
(Η ζωή του Βιβεκανάντα)
Δοκίμια
1930L'Évangile universel
(Το παγκόσμιο Ευαγγέλιο)
Δοκίμια
1930Goethe et Beethoven
(Γκαίτε και Μπετόβεν)
Δοκίμια
1933L'Annonciatrice 
1935Quinze Ans de combat
(Δεκαπέντε χρόνια μάχη)
 
1936Compagnons de route 
1937Le Chant de la Résurrection
(Η Ωδή της Ανάστασης)
 
1938Les Pages immortelles de Rousseau
(Οι αθάνατες σελίδες του Ρουσσώ)
 
1939Robespierre
(Ροβεσπιέρος)
Ιστορικό-φιλοσοφικό δράμα
1942Le Voyage intérieur
(Το εσωτερικό ταξίδι)
 
1943La Cathédrale interrompue
(Ο ημιτελής Καθεδρικός)
Τόμοι Α΄ και Β΄
1945PéguyΜεταθανάτια έκδοση
1945La Cathédrale interrompueΤόμος III, μεταθανάτια έκδοση


Ελληνικές μεταφράσεις
  • Ζαν Κριστόφ : Γ.Πράτσικας ("Γκοβόστης")
  • Κολά Μπρενιόν : Κοσμάς Πολίτης ("Κραναός")
  • Η μαγεμένη ψυχή : Νικηφόρος Βρεττάκος ("Σύψα")
ΠΗΓΗ: http://el.wikipedia.org/