Τρίτη 31 Ιανουαρίου 2017

Τα 20 ωραιότερα γεφύρια της Ηπείρου που "στέκουν" ακόμα

(ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΙ VIDEO)
Το μονότοξο γεφύρι της Πλάκας που κατέρρευσε τον Φεβρουάριο του 2015 λόγω των πλημμυρών ήταν ίσως το πιο όμορφο του είδους του, το καλύτερο δείγμα μιας ιδιαίτερης τέχνης άμεσα συνυφασμένης με την ιστορία και το τοπίο της Ηπείρου. Τα παρακάτω ιστορικά γεφύρια της περιοχής αντέχουν ακόμα, αλλά όχι για πολύ χωρίς τη συνδρομή των αρμοδίων. 


(ΚΛΙΚ ΣΤΙΣ ΦΩΤΟ ΓΙΑ ΜΕΓΕΘΥΝΣΗ)

Από τον ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΥΡΙΑΖΗ

Γεφύρι της Πλάκας 

Χτίστηκε το 1866 από τον πρωτομάστορα Κωνσταντίνο Μπέκα, έναν από τους πιο ξακουστούς μαστόρους. Γάλλοι μηχανικοί που κατασκεύαζαν τον Ισθμό της Κορίνθου πέρασαν από την περιοχή, εντυπωσιάστηκαν από το γεφύρι και ζήτησαν να τον γνωρίσουν. Θεωρούνταν η ωραιότερη γέφυρα των Βαλκανίων και μία από τις ομορφότερες στην Ευρώπη. Είχε συνολικό μήκος 61 μ., ενώ η κεντρική καμάρα ήταν 40 μ., το μέγιστο ύψος 21 μ. και το πλάτος στην κορυφή 3,20 μ. Υπήρξε σύνορο Ελλάδας-Τουρκίας από το 1880 έως το 1912 και σύνορο ανάμεσα στο τόπο δράσης των αντιστασιακών οργανώσεων ΕΛΑΣ-ΕΔΕΣ από το 1943 ως το 1944. Υπέστη σοβαρή ζημιά από τις κατοχικές δυνάμεις. Ένωνε τις όχθες του Αράχθου και ήταν σημαντικός δρόμος εμπορίου ανάμεσα στα Τζουμέρκα και την υπόλοιπη Ήπειρο και Θεσσαλία. Κάθε χρόνο στο συγκεκριμένο σημείο γινόταν η λειτουργία των Φώτων. 

Γεφύρι του Παπαστάθη 
Φωτο: Vassilis Cholevas/ Flickr
Βρίσκεται ανατολικά των Ιωαννίνων, μέσα στο φαράγγι που σχηματίζουν ο Δρίσκος και η Πρίξα. Χτίστηκε το 1746 από τον ηγούμενο της Μονής Βίλζης, Αγάπιο. Βρίσκεται λίγο πιο πάνω από το γεφύρι της Πλάκας κι ευτυχώς άντεξε. 

Γεφύρι της Πολιτσάς 

Και αυτό πολύ κοντά στο γεφύρι της Πλάκας που κατέρρευσε. Ενώνει το Αμπελοχώρι με το Φορτόσι, ή αλλιώς τον Δήμο Πραμάντων με τον Δήμο Κατσανοχωρίων. 

Γεφύρι της Άρτας 

Το πιο φημισμένο απ' όλα, λόγω του θρύλου της γυναίκας του πρωτομάστορα που θυσιάστηκε. Το σημερινό του μήκος φτάνει τα 145 μ. με πλάτος 3,75 μ. Το χτίσιμό του τοποθετείται γύρω στο 1602-1606. 

Γεφύρι του Πλακίδα ή Καλογερικό 

Το συγκεκριμένο γεφύρι αρχικά ήταν ξύλινο, αλλά μετατράπηκε σε πέτρινο το 1814 με χρηματοδότηση ενός καλόγερου από το μοναστήρι της Βίτσας, εξού και το δεύτερο όνομά του.

Γεφύρι της Κόνιτσας
Φωτο: Kostas Styliadis/Flickr
Χτίστηκε το 1870 και ήταν η δεύτερη σοβαρή προσπάθεια να ζευχθεί ο Αώος σε αυτό το σημείο. Πρωτομάστορας ήταν ο Ζιώγας Φρόντζος από την κοντινή Πυρσόγιαννη και κόστισε 120.000 γρόσια. 

Γεφύρι Νούτσου ή Κόκκορου

Μεγάλο μονότοξο γεφύρι πάνω από τον Βίκο, στον δρόμο προς το Τσεπέλοβο. Χτίστηκε το 1750 από τον Νούτσο Κοντοδήμο. Το δεύτερο όνομα το οφείλει στον ιδιοκτήτη γειτονικού νερόμυλου, ο οποίος φρόντισε για την επισκευή του. 

Γεφύρι Καμπέρ Αγά

Ενώνει τις δύο όχθες του Ζαγορίτικου, στην περιοχή κοντά στους Μηλιωτάδες. Τις δαπάνες για την κατασκευή του τις επωμίστηκε ο Καμπέρ Αγάς, απ' τον οποίο και ονομάστηκε. 

Γεφύρι Τσίπιανης ή Γρεβενιτίου

Ακριβώς δίπλα από τη γέφυρα, πάνω από τον ποταμό Βάρδα, στον δρόμο προς Γρεβενίτι και πριν από το Τρίστενο. Χτίστηκε το 1875 με χρήματα του Αναστάση Πασπαλιάρη και κατοίκων του Γρεβενιτίου. 

Γεφύρι Βωβούσας

Μεγάλο μονότοξο γεφύρι του 1748 που συνδέει μέχρι και σήμερα το χωριό που είναι χτισμένο στις δύο όχθες του Αώου. 

Γεφύρι Πάλτσας

Δίπλα σε νέα γέφυρα, στη διαδρομή από Πρησήλιο προς Πράμαντα στα Τζουμέρκα. Συνδέει τις δύο όχθες του Καλαρρύτικου. 

Γεφύρι του Ντούβλη

Η «επίσημη» ονομασία του είναι γεφύρι Βοτονοσίου-Ανθοχωρίου, αλλά οι ντόπιοι το λένε γεφύρι του Ντούβλη, πιθανόν από το όνομα του Τούρκου που το έχτισε. Ήταν μέρος συγκροτήματος με χάνι και μύλο. 

Γεφύρι της Γκαλντερούσιας
Φωτο: MyVillage.gr 
Μονότοξο πέτρινο γεφύρι κατασκευασμένο το 1867. Βρίσκεται σε υψόμετρο 583 μ., λίγο πριν το χωριό Δόλιανη Ζαγορίου. 

Γεφύρι της Βροσίνας

Ενώνει τις όχθες του Ζαλογγίτικου, παραποτάμου του ποταμού Καλαμά. Βρίσκεται μέσα σε οικισμό, σε ειδυλλιακό τοπίο με μεγάλα πλατάνια. 

Γεφύρι του Μίσιου

Βρίσκεται στην κοιλάδα του Ξηροπόταμου, ανάμεσα στα χωριά Κουκούλι και Βίτσα. Για να το βρείτε, θα ακολουθήσετε μονοπάτι που αρχίζει από τον δρόμο λίγο πριν από το Κουκούλι. 

Γεφύρι του Μύλου


Δίτοξο γεφύρι, κατασκευασμένο το 1748. Αποτελείται από δύο μεγάλες καμάρες και μία ψευτοκαμάρα. Βρίσκεται νοτιοανατολικά του χωριού Κήποι (Μπάγια). 

Γεφύρι του Κοντοδήμου

Κτίστηκε το 1753 και βρίσκεται πάνω από το ρέμα Βικάκη, λίγο πριν από τη δυτική είσοδο του χωριού Κήποι. 

Κατωγέφυρο

Μικρό πέτρινο γεφύρι που βρίσκεται κάτω από το χωριό Ωραιόκαστρο Πωγωνίου. Αποτελείται από δύο άνισα τόξα που γεφυρώνουν τις όχθες του ποταμού Γορμού. 

Γεφύρι του Αυλακίου

Ένα γεφύρι που κινδύνευσε πολύ στις πρόσφατες πλημμύρες, καθώς σκεπάστηκε σχεδόν εξ ολοκλήρου από τα ορμητικά νερά του Αχελώου. Χτίστηκε το 1911 και ήταν ζωτικής σημασίας έργο, καθώς από εκεί περνούσαν οι κάτοικοι των γύρω χωριών για τους αλευρόμυλους και τις νεροτριβές που υπήρχαν στην απέναντι όχθη.     
Γεφύρι Κλειδωνιάβιστας

Οφείλει το όνομά του στον γειτονικό οικισμό της Κλειδωνιάς και ενώνει τις όχθες του ποταμού Βοϊδομάτη. Είναι μονότοξο γεφύρι, χτισμένο στην είσοδο του φαραγγιού του Βίκου το 1853. Γεφύρι Κουβαρά Βρίσκεται στη μέση του ομώνυμου φαραγγιού, στο μονοπάτι που ενώνει τα χωριά Δολό και Πωγωνιανή και γεφυρώνει το ρέμα του Κουβαρά. Χτίστηκε το 1926 και στοίχισε 16.000 δραχμές.

Δείτε παρακάτω σε τρία μέρη το ντοκιμαντέρ: «Τα γεφύρια της Ηπείρου: περιμένοντας το θάνατο» 
Σκηνοθεσία: Νίκος Παπαθανασίου 
Έρευνα-κείμενα-παρουσίαση: Σπύρος Μαντάς 
Το ντοκιμαντέρ γυρίστηκε τον Αύγουστο του 2004 και προβλήθηκε από την ΕΤ1 τον Ιούνιο του 2005.





Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2017

Καλημέρα ... Κυριακή ... με χρώμα και παράθυρο στο φως (20 ιδιαίτεροι πίνακες ζωγραφικής)

"Έχεις τα πινέλα, έχεις τα χρώματα, ζωγράφισε τον παράδεισο και μπες μέσα" (Ν.Καζαντζάκης).
ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΣΑΣ!
♡ ♡ ♡ ♡ ♡ 
ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΚΥΡΙΑΚΗ! 
ΟΜΟΡΦΗ, ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΒΔΟΜΑΔΑ, ΜΕ ΥΓΕΙΑ, ΔΥΝΑΜΗ, ΑΓΑΠΗ!

FUSUN URKUN ART:

Füsun Ürkün ART:

Füsun Ürkün - Pesquisa Google:

 :

Fusun urkun:

Füsun Ürkün - Google'da Ara:

Fusun Urkun:

Fusun Urkun:

Füsun Ürkün Art:

✿Window✿ by Füsun Ürkün:

by Füsun Ürkün:

Füsun Ürkün - Google'da Ara:

Füsun Ürkün:

Füsun Ürkün:

Füsun Ürkün ART:

Füsun Ürkün ART:


Füsun Ürkün (Turkish, born 1960):

Füsun ürkün Turkish painter:

Füsun Ürkün ART:

Behind the lace curtain. Painting by Fusun Urkun Sanatevi:

ΔΕΙΤΕ ΤΟ VIDEO

Füsun Ürkün γεννήθηκε στην Καισάρεια, άρχισε να ζωγραφίζει το 1984 στο εργαστήριο, στη συνέχεια, λαμβάνοντας μαθήματα ζωγραφικής από τον Yaşar Çallı’dan, έκανε την πρώτη της ατομική έκθεση το 1996. Το 1999 η εταιρεία Winsor & Newton οργάνωσε τον μεγαλύτερο διαγωνισμό τέχνης του κόσμου και η καλλιτέχνις υπήρξε μία από τους πέντε φιναλίστ της Τουρκίας. Μέχρι σήμερα, συμμετέχει με πολλούς καλλιτέχνες σε εκθέσεις τέχνης, καθώς επίσης και σε 11 ατομικές εκθέσεις. Ζει και εργάζεται στο προσωπικό της στούντιο.
Füsun Ürkün:
Füsun Ürkün, Turkish painter - artist

Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2017

Η γενιά του ναρκισσισμού στο κυνήγι της μάταιης διαδικτυακής αποδοχής

ναρκισσισμός, το χαϊδευτικό του ατομικισμού ...!
Φωτογραφίζουμε αδηφάγα τον εαυτό μας που παίρνει μπλαζέ ή φιλήδονες πόζες ... μια εμμονή προβολής που εύκολα τροφοδοτείται και αυξάνεται ανάλογα με την ποσότητα των "like", ενισχύοντας έτσι θετικά τη χαμηλή αυτοπεποίθηση ...
Νάρκισσος του Καραβάτζιο
Η ιστορία του Νάρκισσου, με τις διάφορες εκδοχές της, είναι μία από τις δημοφιλέστερες της μυθολογίας. Ο νέος από τη Βοιωτία, θαμπωμένος από την ομορφιά του που καθρεφτίζεται στο νερό, πεθαίνει από μαρασμό εξαιτίας του ανικανοποίητου έρωτα προς τον ίδιο του τον εαυτό. Ο ναρκισσισμός, η εμμονική αυταρέσκεια που μπορεί να καταλήξει σε πάθηση, δεν είναι κάτι καινούργιο. Υπάρχει από τότε που ο άνθρωπος πρωτοσυνάντησε το είδωλό του. Σήμερα, όμως, που ο καθένας ανεβάζει δεκάδες είδωλά του χάρη στην κατάρα και ευλογία των social media, ο ναρκισσισμός, εκτός από υπαρκτός, είναι και ψηφιακός. Οι διαταραχές που προκαλούνται από τη μανία της εξαντλητικής αυτοφωτογράφισης και της online υπερέκθεσης απασχολεί όλο και πιο συχνά τα ψυχιατρικά συνέδρια, με τους ειδικούς να επιμένουν ότι η υπέρμετρη προσήλωση στο «εγώ και ο εαυτός μου», εκτός από γραφική, σε κάποιες περιπτώσεις μπορεί να αποδειχθεί και επικίνδυνη.
Η γενιά του ναρκισσισμού

Εγώ, εγώ, εγώ
Η λέξη «selfie», όπως ορίζεται η σύγχρονη αυτοπροσωπογραφία που βγάζει κάποιος με το κινητό του και κατόπιν την ανεβάζει στο Facebook και σε άλλα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, επιλέχθηκε ως «Λέξη της χρονιάς» για το 2013 από το Βρετανικό Λεξικό της Οξφόρδης. Παράλληλα, οι νέοι κανονισμοί του περίφημου επιτραπέζιου παιχνιδιού Scrabble τη δέχονται πλέον ως σωστή και οι παίκτες κερδίζουν πόντους όταν τη σχηματίζουν. Μία λέξη ισοδυναμεί πλέον με χίλιες εικόνες. Πόσα αντίγραφα του εαυτού σου μπορείς να βγάλεις ώσπου να τον ερωτευθείς παράφορα ή να μην αντέχεις άλλο να τον βλέπεις; Η απόσταση από το ένα στάδιο στο άλλο δεν είναι τόσο μακριά όσο νομίζουμε.

Νάρκισσοι υπήρχαν πάντα. Από την αρχαιότητα ως σήμερα. Η διαφορά είναι ότι έχουν πλέον πολλά εργαλεία στα χέρια τους: Facebook, Pinterest, Twitter, Foursquare, Instagram. Οι έρευνες μαρτυρούν ότι τα επίπεδα του ναρκισσισμού είναι πολύ υψηλότερα σε σύγκριση με τις περασμένες γενιές και δεκαετίες και όλο και περισσότερα τεστ γίνονται για να μετρηθεί η στάθμη της επικίνδυνης εγωμανίας σε άνδρες και γυναίκες. Και όπως αποκαλύπτουν αμερικανοί ψυχολόγοι, τα προφίλ των χρηστών του Facebook είναι ο πιο έγκυρος τρόπος για να επαληθεύσουν αν οι ερωτηθέντες είπαν την αλήθεια ή όχι.

«Παρακολουθώ και θαυμάζω τη δουλειά σου μέσω Facebook εδώ και αρκετό καιρό. Οι φωτογραφίες που βγάζεις είναι εκπληκτικής αισθητικής. Παίρνω, λοιπόν, το θάρρος να σου ζητήσω μια χάρη. Εδώ και λίγο καιρό χώρισα με τον φίλο μου, αλλά τον θέλω πίσω. Και σκέφτηκα ότι ο μόνος τρόπος να τον ξανακερδίσω είναι να του τραβήξω την προσοχή μέσα από φωτογραφίες που θα μου βγάλεις εσύ. Θέλω να με αναδείξεις, να γίνω μια από τις ηρωίδες σου, να με κάνεις να θυμίζω σταρ του σινεμά»: αυτό το μήνυμα βρήκε στην προσωπική της «αλληλογραφία» στο Facebook φίλη φωτογράφος και σκηνοθέτις. Μια άγνωστη γυναίκα σε ερωτική απελπισία τής ζητούσε να τη μεταμορφώσει σε κάτι που δεν είναι, προκειμένου να θαμπώσει και να ξανακερδίσει την καρδιά του πρώην της. Το νερό της λίμνης όπου άλλοτε πνίγηκε ο Νάρκισσος έχει δώσει τη θέση του στο γυαλί της οθόνης, που είναι εξίσου θολό και παραπλανητικό.

Η εκδίκηση του κοινού θνητού
Ο ναρκισσισμός ξεσπά και εξαπλώνεται σαν επιδημία. Εχουμε να κάνουμε με την εκδίκηση του κοινού θνητού, του μέσου ανθρώπου, ο οποίος, ζηλεύοντας και χλευάζοντας επί χρόνια τη ζωή των σταρ, τώρα έχει βαλθεί να τους αντιγράψει μέχρι την τελευταία λεπτομέρεια. Πάντα αποτελούσε είδηση το τι παρήγγειλε η Μαντόνα, ακόμη και η εγχώρια Μενεγάκη, σε ένα εστιατόριο. Ή τι φοράει όταν πηγαίνει για ψώνια. Ή πού έκανε διακοπές. Τώρα πια, βάζοντας σε δεύτερη μοίρα τα «επώνυμα» πρόσωπα, είμαστε εμείς οι παπαράτσι του εαυτού μας. Μας καταδιώκουμε, δεν μας αφήνουμε στιγμή σε ησυχία. Μας πιέζουμε να κάνουμε δηλώσεις για το πώς αισθανόμαστε, προτού καλά καλά φτάσουμε στον προορισμό μας: «ενθουσιασμένος στην περιοχή Φάληρο» / «ευλογημένη στη βάφτιση της κορούλας μου Μαρίας-Ηλέκτρας». Μας αιφνιδιάζουμε με αυθόρμητα snapshots που τραβάμε τον εαυτό μας μόλις ξυπνήσουμε ή λίγο προτού κοιμηθούμε, όταν τρώμε, αφού φάμε, όταν βγαίνουμε από τη θάλασσα, όταν φιλιόμαστε με το άλλο μας μισό.

Δίπλα στις χίλιες εικόνες, έρχονται να προστεθούν και οι ισάριθμες λέξεις - «πεινάω, διψάω, νυστάζω, θέλω παγωτό» - σαν προστάγματα κακομαθημένων πριγκιπόπουλων που έχουν εκατοντάδες αυλικούς, κι εκείνοι με τη σειρά τους, αντί να τσακιστούν για να τα ικανοποιήσουν, απλώς κάνουν «like». Και αυτό μοιάζει αρκετό. Αλλοι, πάλι, προτιμούν τη ρητορική, τις πολιτικές αναλύσεις. Το να εκθέτεις την άποψή σου σε μια πλατφόρμα όπως το Facebook είναι κάτι παραπάνω από θεμιτό, όταν όμως γράφεις ακατάπαυστα στα ψηφιακά fora κάνοντας τους πάντες να αναρωτιούνται πότε προλαβαίνεις να κάνεις οτιδήποτε άλλο (κάτι που συμβαίνει ακόμη και με συγκεκριμένους πολιτικούς, που δουλεύουν παρέα με το Τwitter τους), τότε έχουμε να κάνουμε με την άλλη όψη του ναρκισσιστικού νομίσματος. Με τη λαλίστατη λεζάντα κάτω από την εξίσου φλύαρη φωτογραφία.

Εμείς και οι «σημαντικοί άλλοι»
Η ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια Νάντια Τσιλιάκου εξηγεί: «Τα άτομα των οποίων η δομή της προσωπικότητας τους τούς επιβάλλει να αντλούν επιβεβαίωση από παράγοντες έξω από τον εαυτό τους ονομάζονται από τους ειδικούς ναρκισσιστικά. Ολοι μας νιώθουμε ευάλωτοι απέναντι στο ποιοι είμαστε, πόση αξία έχουμε, και προσπαθούμε να ζούμε με τέτοιο τρόπο ώστε να προκύπτουν θετικά συναισθήματα για τον εαυτό μας. Το συναίσθημα υπερηφάνειας και αποδοχής αυξάνεται όταν οι "σημαντικοί άλλοι" μάς αποδέχονται και "τραυματίζεται" όταν μας απορρίπτουν. Ορισμένοι βέβαια από εμάς ασχολούνται σε δυσανάλογο βαθμό με την εικόνα που προβάλλουν προς τα έξω, ακόμη και αν κάποιες φορές εξαπατούν τους άλλους. Με άλλα λόγια, στον νάρκισσο υπάρχει δυσκολία αυτοαποδοχής και δημιουργίας ουσιαστικών σχέσεων».

Και συμπληρώνει σχετικά με την online επιδημία: «Διανύοντας την εποχή των social media με την ευκολία προβολής του ιδανικότερου εαυτού μας μέσω αυτών, χωρίς απαραίτητα να απαιτείται να έχουμε ουσιαστική επαφή και σχέση με τους διαδικτυακούς "φίλους" μας, θα μπορούσαμε να μιλήσουμε για μια εμμονή προβολής που εύκολα τροφοδοτείται και αυξάνεται ανάλογα με την ποσότητα των "like" που θα πάρουμε π.χ. σε κάθε selfie φωτογραφία, ενισχύοντας έτσι θετικά τη χαμηλή αυτοπεποίθηση που κρύβει ο ναρκισσισμός μας. Την εξέλιξη τέτοιων συμπεριφορών δεν τη γνωρίζουμε ακόμη, ωστόσο αξίζει να τονιστεί ότι δεν αποτελεί έναν θεραπευτικό τρόπο ουσιαστικής βελτίωσης της αυτοπεποίθησης ενός ατόμου, αλλά προσωρινής εξιδανίκευσης, χωρίς όμως το γνήσιο συναίσθημα. Ποιες πρέπει να είναι οι άμυνές μας; Να επαναπροσδιορίσουμε τη σημαντικότητα των social media στην καθημερινή μας ζωή, να σκεφτούμε τις σχέσεις μας και το κομμάτι της κριτικής ως προς τον εαυτό μας και τους άλλους, να αγαπάμε χωρίς να εξιδανικεύουμε και να εκφράζουμε γνήσια συναισθήματα χωρίς να ντρεπόμαστε».

Γύρω από τη ναρκισσιστική φρενίτιδα έχει στηθεί μια ολόκληρη βιομηχανία βοηθημάτων - υπάρχουν ακόμη και μάνατζερ που σε βοηθούν να χτίσεις ιδανικά fan bases στο Facebook. Υπάρχουν ακόμη και πλασματικοί social media followers, σαν βαλτοί πελάτες στα νυχτομάγαζα, που λόγω κρίσης κάθονται στα πρώτα τραπέζια για να μη φαίνεται άδειο το κέντρο «διασκεδάσεως».

Ολο και πιο συχνά, οι ψυχοθεραπευόμενοι μιλούν στον ψυχοθεραπευτή τους για την εικονική και όχι για την πραγματική ζωή τους. Σύμφωνα με έρευνες, επτά στους δέκα χρήστες θα συνδεθούν - αν είχαν αποσυνδεθεί - στο Facebook με το που θα ξυπνήσουν και προτού καν πάνε στην τουαλέτα. «Εγώ έχω το smartphone στο μαξιλάρι δίπλα μου και κοιμάμαι μαζί του σαν να είναι ο φίλος μου» μου είπε πρόσφατα μια φίλη. Ο φρενήρης διαγωνισμός δημοτικότητας μας γυρίζει πίσω στο βασανιστικό σκηνικό του σχολείου, όταν το μόνο που σε ένοιαζε ήταν αν φοράς τα καλύτερα αθλητικά παπούτσια σε όλο το προαύλιο. Αν η «φωτογραφία προφίλ» που μόλις ανέβασες δεν πήρε τα αναμενόμενα «like» μέσα στο πρώτο κρίσιμο πεντάλεπτο, καταφεύγεις σε σπασμωδικές κινήσεις, αλλάζοντας τη μία μετά την άλλη, όπως αλλάζεις μπλούζες μπροστά στον καθρέφτη όταν νιώθεις ότι τίποτα δεν σου πάει.

Ο ηλεκτρονικός πόνος της απόρριψης
Εκτός, λοιπόν, από τους δεκάδες λόγους που έχει κάποιος να νιώσει στενάχωρα στην καθημερινότητά του, έρχεται να προστεθεί και ένας ακόμη: η ιντερνετική απόρριψη. Ολο και περισσότεροι χρήστες του Διαδικτύου δηλώνουν ευθαρσώς σε ερωτηματολόγια ότι η διάθεσή τους εξαρτάται σε τεράστιο βαθμό από το πόσους σηκωμένους αντίχειρες θα βρουν κάτω από κάθε δημοσίευσή τους, ενώ το να τους διαγράψει κάποιος από φίλο είναι ικανό να τους καταρρακώσει.

Η selfie ως selfie δεν είναι καινούργια ανακάλυψη. Selfies βγάζαμε και στα 80s με μηχανές πολαρόιντ ή με Kodak fun μιας χρήσης. Το θέμα είναι ότι από τη στιγμή που θα δώσεις όνομα σε αυτό που κάνεις, η αθώα και αυθόρμητη φωτογραφία της στιγμής δεν είναι πια ούτε τόσο αθώα ούτε τόσο αυθόρμητη. Καταντάει μεγαλεπήβολο πρότζεκτ. 

Φωτογραφίζουμε αδηφάγα τον εαυτό μας που παίρνει μπλαζέ ή φιλήδονες πόζες όπως οι Γιαπωνέζοι φωτογραφίζουν με μανία τη Μόνα Λίζα στο Λούβρο. Παράγουμε ασταμάτητα αυτοπροσωπογραφίες και τις εκθέτουμε σε εικονικές γκαλερί. Οπως στην τέχνη, όμως, έτσι και στη ζωή, όσο πιο πολλά είναι τα αντίτυπα που βγάζεις, τόσο μειώνεται η αξία του πρωτότυπου.

Το φλερτ με την αυτοκαταστροφή
Ο ναρκισσισμός σε ελεγχόμενες ποσότητες δεν βλάπτει. Σε υπερβολικές δόσεις, όμως, μπορεί να εξελιχθεί ακόμη και σε πάθηση. Ο πρώτος επίσημα καταγεγραμμένος Βρετανός με εθισμό στα selfies είναι ο 19χρονος Ντάνι Μπάουμαν, ο οποίος έδωσε και συνέντευξη στην εφημερίδα «Mirror». Το όνειρό του να τραβήξει την «τέλεια selfie» μετατράπηκε σε αρρωστημένη εμμονή, με τον ίδιο να φτάσει στο σημείο να παρατήσει το σχολείο, να χάσει 15 κιλά, να μη βγαίνει από το σπίτι επί έξι μήνες, τραβώντας κατά μέσο όρο εκατό φωτογραφίες του εαυτού του, επί δέκα ώρες την ημέρα. 

Η μητέρα του τον βρήκε λιπόθυμο, όταν αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει παίρνοντας χάπια, επειδή δεν είχε καταφέρει να τραβήξει τη φωτογραφία των ονείρων του. Αργότερα, στο νοσοκομείο, η περίοδος απεξάρτησής του από το κινητό του διήρκεσε αρκετό καιρό, με τον ίδιο αρχικά να καταφέρνει να αντέχει χωρίς το τηλέφωνό του για 15 λεπτά, ενώ στη συνέχεια μισή και μία ώρα.

Μια κοινωνία σε πρώτο ενικό
Η συγκεκριμένη ιστορία σίγουρα δεν χαρακτηρίζει την πλειονότητα των χρηστών των social media, όσο εθισμένοι και αν είναι με την απαθανάτιση του ειδώλου τους. Ας ρίξουμε, όμως, μια ματιά στον έξω κόσμο. Ο τρόπος με τον οποίο συμπεριφερόμαστε εντός Διαδικτύου είναι πάνω-κάτω ο ίδιος με εκείνον όταν έχουμε βγει για να διασκεδάσουμε, να επικοινωνήσουμε, να ζήσουμε: ζευγάρια αμίλητα που θα βρουν σημείο επαφής μόνο όταν θα βγει το tablet πάνω στο τραπέζι της καφετέριας. Συντροφιές ολόκληρες που απαρτίζονται από πρόσωπα τα οποία φωταγωγούνται από τις οθόνες των smartphones, καθώς κομπάζουν στο Facebook πόσο καλά περνούν στο τάδε μπαρ. Η μοναξιά υπήρχε πάντα, απλώς τώρα κυκλοφορεί με πιο φαντεζί αξεσουάρ. Ο ναρκισσισμός, το χαϊδευτικό του ατομικισμού, αριθμεί πλέον στρατιές ατόμων μοναχικών και ολομόναχων: δεν θέλω να παντρευτώ ούτε και να συζήσω, τα λεφτά που βγάζω θέλω να τα τρώω όλα μόνος μου, να μη δίνω λογαριασμό σε κανέναν.

Μια κοινωνία σε πρώτο ενικό με τις φατσούλες emoticon ως μάσκες της σύγχρονης τραγωδίας ή κωμωδίας που βιώνει ο καθένας. Θέλουμε πολλά τετραγωνικά για τον εαυτό μας και πολλά πίξελ για το είδωλό μας. Παραπονιόμαστε ότι δεν υπάρχουν άνθρωποι που μας καταλαβαίνουν πραγματικά και, όταν τελικά βρεθούν, νιώθουμε ότι πνιγόμαστε όπως ο Νάρκισσος στο ρηχό νερό, σε μια ύστατη προσπάθεια να ζήσει για πάντα ερωτευμένος με τον εαυτό του. 

*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 21 Σεπτεμβρίου 2014

Κυριακή 15 Ιανουαρίου 2017

Φωκίων Νέγρης: Έλληνας μεταλλειολόγος, γεωλόγος, πολιτικός και πρώτος πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών

Απεβίωσε ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ το 1928. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Το 1927 εξελέγη πρώτος Πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών. Υποστήριξε σθεναρά την αναγκαιότητα μιας νέας πολιτικής προσέγγισης των εργασιακών σχέσεων έχοντας ζήσει από κοντά, ως δήμαρχος Λαυρίου, τις κοινωνικές εντάσεις της ταξικής πάλης στο Λαύριο.
Fokion Negris 080.JPG
Ο Φωκίων Νέγρης (31 Μαρτίου 1846 - 15 Ιανουαρίου 1928) ήταν Έλληνας μεταλλειολόγος, γεωλόγος, πολιτικός και πρώτος πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών. Διετέλεσε διευθυντής της Εταιρείας των Μεταλλουργείων του Λαυρίου και εν συνεχεία δήμαρχος της πόλης του Λαυρίου (1895 - 1898. Ως υπουργός Οικονομικών εισήγαγε σημαντικές μεταρρυθμίσεις στην κοινωνική ασφάλιση. το 1875 την διεύθυνση της Εταιρείας των Μεταλλουργείων του Λαυρίου 

Βιογραφικά στοιχεία
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και ήταν γιος του Κωνσταντίνου Νέγρη, πρώτου καθηγητή στην έδρα των μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Καταγόταν από τις σπουδαίες φαναριώτικες οικογένειες Νέγρη, Καλλιμάχη και Υψηλάντη και ήταν δισέγγονος του Κωνσταντίνου Υψηλάντη, ηγεμόνα της Βλαχίας, Μέγα Διερμηνέα της υψηλής πύλης και πατέρα των Δημητρίου και Αλεξάνδρου Υψηλάντη, και αδερφός του Θεόδωρου Νέγρη.

Έζησε τα παιδικά του χρόνια στο Παρίσι αποπερατώνοντας τις εγκύκλιες σπουδές του στο Λύκειο Louis le Grand. Στη συνέχεια σπούδασε στην Πολυτεχνική Σχολή (École Polytechnique) και στην École de Mines καθώς και στη μαθηματική σχολή της Σορβόνης. Το 1870 εγκατάσταθηκε στην Ελλάδα. Διετέλεσε μέλος του δ.σ. του Σύνδεσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων (Σ.Μ.Ε.), πρόεδρος της Εταιρείας Σιδηροδρόμων Αττικής, πρόεδρος του Ελληνικού Πολυτεχνικού Συλλόγου (1909 - 1919), πρόεδρος του ελληνικού Συλλόγου της Κοινωνίας των Εθνών, επίτιμος διδάκτωρ των φυσικών επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών και τακτικό μέλος, από ιδρύσεως, της Ακαδημίας Αθηνών. Το 1927 εξελέγη πρώτος πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών. Επίσης έγραψε πολλές μελέτες για το κλίμα και τα πετρώματα της Ελλάδος. Το 1904 ανέφερε την ύπαρξη αρχαίας πόλης στον υποθαλάσσιο χώρο της Ελαφονήσου μεταξύ της νήσου Ελαφόνησος και της παραλίας Πούντα Ελαφονήσου, στη νότια Λακωνία.

Απεβίωσε στην Αθήνα. Ήταν παντρεμένος με την Ελένη Ρίζου - Νερουλού, εγγονή του Ιάκωβου Ρίζου - Νερουλού, και είχαν αποκτήσει μια κόρη, την Λουκία Νέγρη, σύζυγο του Ασημάκη Ζαΐμη. Εγγονός του ήταν ο Φωκίων Ζαΐμης, βουλευτής και υπουργός, και δισέγγονός του ο Ανδρέας Φ. Ζαΐμης. Στην Κυψέλη ένας δρόμος φέρει το όνομά του.

Λαύριο και Μεταλλευτικές επιχειρήσεις
Το 1870 επιστρέφοντας στην Ελλάδα εργάστηκε ως γενικός έφορος των μεταλλείων του Λαυρίου για να αναλάβει εν τέλει το 1875 την διεύθυνση της Εταιρείας των Μεταλλουργείων του Λαυρίου (ελληνική εταιρεία), θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1886. Από την θέση αυτή πέτυχε την αναδιοργάνωση των υπηρεσιών, τον τεχνικό εξοπλισμό της και τη σιδηροδρομική σύνδεση Λαυρίου - Αθήνας. Το τελευταίο έργο ήταν αποτέλεσμα διευθέτησής του με τον Χαρίλαο Τρικούπη σχετικά με διαφορές του ελληνικού δημοσίου και της Ελληνικής Εταιρείας και εκτελέστηκε από τους μηχανικούς της εταιρείας υπό την επίβλεψή του. Επανήλθε στην θέση του Γενικού Διευθυντή της εταιρείας το 1894 παραμένοντας μέχρι και και το 1898.

Το 1899 ανέλαβε την διεύθυνση της Α.Ε. Δημόσιων και Δημοτικών Εργων, σημαντικού κατασκευαστικού όμίλου της εποχής και του οποίου ήταν ιδιοκτήτης, συμμετέχοντας σε εκμεταλλεύσεις μεταλλείων (κοινοτικά μεταλλεία Λίμνης) και αναδιοργανώνοντας τα λιγνιτωρυχεία της Κύμης και τα ορυχεία λευκολίθου στο Μαντούδι της Εύβοιας.

Πολιτική σταδιοδρομία
Εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Αττικής στις εκλογές του 1887 και επανεξελέγη σε αυτές του 1899, 1905, 1906 και 1910. Χρημάτισε υπουργός Οικονομικών στις κυβερνήσεις Αλέξανδρου Ζαΐμη (Κυβέρνηση Αλέξανδρου Ζαΐμη 1897: 1898 - 1899 & Κυβέρνηση Αλέξανδρου Ζαΐμη 1901: 1901 - 1902), υπουργός Συγκοινωνιών στην κυβέρνηση Ζαΐμη (1916) καθώς και υπουργός Εσωτερικών στην κυβέρνηση Ζαΐμη (1917). Είχε υπάρξει επίσης υποψήφιος δήμαρχος Αθηναίων καθώς και δήμαρχος Λαυρίου (1895 - 1898). Υπό την τελευταία του ιδιότητα διαδραμάτισε εξισορροπητικό ρόλο στην απεργιακή εξέγερση των μεταλλορύχων της Καμάριζας του Λαυρίου.

Κατά τη διάρκεια της θητείας του στο υπουργείο οικονομικών συνάφθηκε σημαντικό δάνειο με ικανοποιητικούς όρους για την Ελλάδα που διετέθη για την επέκταση του σιδηροδρομικού δικτύου της χώρας ενώ υπήρξε εμπνευστής του νόμου ΒΩΜΑ΄ περί περιθάλψεως των εν τοις μεταλλείοις και μεταλλουργείοις παθόντων και των οικογενειών αυτών, νόμου που προσπάθησε να επεκτείνει σε όλους τους κλάδους της βιομηχανίας. Ο Φωκίων Νέγρης συγκαταλέγεται σε αυτούς που υποστήριζαν σθεναρά την αναγκαιότητα μιας νέας πολιτικής προσέγγισης των εργασιακών σχέσεων έχοντας ζήσει από κοντά, ως δήμαρχος Λαυρίου, τις κοινωνικές εντάσεις της ταξικής πάλης στο Λαύριο.

Καρλ Λίμπκνεχτ και Ρόζα Λούξεμπουργκ

“Τάξη επικρατεί στο Βερολίνο!” Ηλίθιοι δήμιοι! Η “τάξη” σας είναι χτισμένη στην άμμο ...!"
15 Ιανουαρίου 1919: Καρλ Λίμπκνεχτ και Ρόζα Λούξεμπουργκ, δύο από τους πιο εξέχοντες σοσιαλιστές στη Γερμανία, βασανίζονται και δολοφονούνται από τα Φράικορπς στο τέλος της επανάστασης των Σπαρτακιστών.




Ο Καρλ Λίμπκνεχτ (γερμανικά: Karl Liebknecht) (1871-1919) ήταν Γερμανός κομμουνιστής πολιτικός, που γεννήθηκε στις 13 Αυγούστου 1871.
Karl Liebknecht.jpg
Όταν γεννήθηκε, ο πατέρας του, Βίλχελμ, ήταν τότε στη φυλακή για τις σοσιαλιστικές του ιδέες.

Το 1899 ο Λίμπκνεχτ διορίστηκε δικηγόρος στο Βερολίνο. Επτά χρόνια αργότερα, το 1906 εξέδωσε το έργο του Ιμπερια­λισμός και αντιμιλιταρισμός και εξαιτίας παραπέμφθηκε σε δίκη και καταδικάστηκε σε ενάμισι χρόνο φυλάκιση. Οι απολογίες του σ' εκείνη τη δίκη καθώς και στην κατοπινή επί εσχάτη προδοσία προκάλεσαν μεγάλη αίσθηση.

Νωρίς ασπάστηκε τις ιδέες της Ρόζας Λούξεμπουργκ για τη μαζική κινητοποίηση και τη γενική απεργία και μαζί αγωνίστηκαν κατά της στρατοκρατίας και κατά της τάσης που θεωρούσαν οπορτουνιστική στους κόλπους της σοσιαλδημοκρατίας. Ωστόσο, η προσπάθεια του στο συνέδριο του κόμματος για την υιοθέτηση αντιμιλιταριστικού προγράμματος δεν έγινε αποδεκτή και ο ίδιος κατέληξε να χαρακτηριστεί «προδό­της και τυχοδιώκτης».

Παράλληλα, κατέβαλε προσπάθειες για την αποκάλυψη των σχε­δίων του γερμανικού μιλιταρισμού, για το σκάνδαλο γερμανικών εργοστασίων πολεμοφοδίων που είχαν διατάξει την αντιπροσωπεία τους στο Παρίσι να προκαλέσει στην εφημερίδα Φιγκαρό τη δημοσίευση φιλοπόλεμων άρθρων εναντίον της Γερμανίας ώστε να γίνει εφικτή η παραγ­γελία μεγάλων ποσοτήτων πολεμοφοδίων από τη γερμανική κυβέρνηση.

Στις 2 Δεκεμβρίου 1914, όταν πλέον είχε αρχίσει ο Α' Παγκόσμιος Πόλεμος και το εθνι­κιστικό Ράιχσταγκ ψήφιζε υπέρ των πολεμικών πι­στώσεων, ο Λίμπκνεχτ ήταν ο μόνος που καταψήφισε.

Αργότερα, ίδρυσε την ομάδα Σπάρτακος, η οποία αρχικά ανήκε στο Γερμα­νικό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα και ύστερα εξελίχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα Γερμανίας με την ένωση των Ανεξαρτή­των Σοσιαλδημοκρατών.

Όταν η Ράιχσταγκ διέκοψε τις εργασίες του, ο Λίμπκνεχτ επιδόθηκε στην οργάνωση συλλαλητηρίων. Μαζί με τη Ρόζα Λούξεμπουργκ (η οποία ήταν τότε φυλακισμένη) ετοίμασε το θεωρητικό τους όργανο Διεθνής και με βάση το Γιούνιους μπροσούρε (βιβλιαράκι της Ρόζας) οργάνωσε την πάλη κατά του οπορτουνισμού/ρεφορμισμού. Στο συλλαλητήριο της 1ης Μαΐου 1916 συνθηματολογούσε κατά του πολέμου και της τότε γερμανικής κυβέρνησης: «Κάτω ο πόλεμος! Κάτω η κυβέρνηση!»

Καταδικάστηκε σε 4,5 χρόνια φυλάκιση και απελευθερώθηκε από την επανάσταση του Νοεμβρίου του 1918. Το 1919 ήταν επικεφαλής των αγωνιστών του Ιανουαρίου, συνελήφθη όμως από τους αντεπαναστάτες Σάιντεμαν και Νόσκε και στις 15 Ιανουαρίου 1919 δολοφονήθηκε από αξιωματικούς κατ' εντολήν του Νόσκε.

Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2017

Γιάννης Τσαρούχης

Γεννήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου του 1909 (παλιό ημερολόγιο) και  σύμφωνα  με το νέο ημερολόγιο στις 13 Ιανουαρίου 1910. Μικρός ήθελε να γίνει ακροβάτης ή δεσπότης, αλλά ποτέ δε σκεφτόταν να γίνει ζωγράφος αν και συνεχώς ζωγράφιζε με παστέλ σε μεγάλα χαρτόνια. Εξάλλου, οι γονείς του τον εμπόδιζαν. Η μάνα του θεωρούσε ότι λερώνει το σπίτι με τη ζωγραφική, και ο πατέρας του ότι δεν είναι σοβαρά αυτά που κάνει. Τον ήθελε  δικηγόρο ή  χημικό. 


"Ναός  Παντοκράτορος στον Μυστρά με τον Γιάννη Τσαρούχη να τον
έχω τοποθετήσει στο κέντρο του ναού. Είχα προμηθευτεί
ενα τόπι ύφασμα πορφύρα και τον έβαλα να κάτσει
σε μια καρέκλα σπασμένη... " Nίκος Σταθούλης
.

ΚΛΙΚ ΓΙΑ ΜΕΓΕΘΥΝΣΗ

ΓΙΑΝΝΗΣ ΤΣΑΡΟΥΧΗΣ, Ο ΚΟΝΤΙΝΟΣ ΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΣ (GIANNIS TSAROUXIS BIG GREEK PAINTER)




Τσαρούχης
Ο Γιάννης Τσαρούχης γεννήθηκε στις 31 Δεκεμβρίου του 1909 (παλιό ημερολόγιο) και  σύμφωνα  με το νέο ημερολόγιο στις 13 Ιανουαρίου 1910. Ήταν ο δεύτερος γιός του Αθανάσιου Τσαρούχη, μεγαλέμπορου σε είδη κιγκαλερίας που καταγόταν από την Αρκαδία. Η μητέρα του λεγόταν Μαρία Μοναρχίδη   και καταγόταν από τα ηρωικά Ψαρά   όπου οι δικοί της σαν πρόσφυγες κατέφυγαν στη Σύρο.   Το νεοκλασικό που γεννήθηκε ο μικρός Τσαρούχης ήταν στην οδό Λουκά Ράλλη και λεωφόρο  Γεωργίου και σήμερα δεν υπάρχει. Το ταβάνι της τραπεζαρίας του πρώτου σπιτιού του μικρού Τσαρούχη ήταν ζωγραφισμένο από έναν Ιταλό καλλιτέχνη και αναπαριστούσε τον Αδάμ και τον Θεό του Μικελάντζελο (για το έργο αυτό. Ενώ στο δωμάτιο της μάνας του υπήρχε η αλληγορία της Άνοιξης του Μποτιτσέλι.  Όλα αυτά τα έργα του προκαλούσαν «σεβασμό, κατάπληξη  αλλά   και πλήξη». 






Τσαρούχης 7 χρονών (1917)
Ο Τσαρούχης 17 χρονών
Η μάνα του Τσαρούχη

Ο Τσαρούχης ως χορευτής με το Λύκειο
Ελληνίδων πάνω σε ενα γαϊδουράκι
























Ο Τσαρούχης παιδί


Ο Γ. Τσαρούχης ζωγραφίζει
Μικρός ήθελε να γίνει ακροβάτης ή δεσπότης, αλλά ποτέ δε σκεφτόταν να γίνει ζωγράφος αν και συνεχώς ζωγράφιζε με παστέλ σε μεγάλα χαρτόνια. Εξάλλου, οι γονείς του τον εμπόδιζαν. Η μάνα του θεωρούσε ότι λερώνει το σπίτι με τη ζωγραφική, και ο πατέρας του ότι δεν είναι σοβαρά αυτά που κάνει. Τον ήθελε  δικηγόρο ή  χημικό. 
Από το 1920 που ο Τσαρούχης ήταν 10 χρ. και μέχρι το 1925, επειδή οι γονείς του αναγκάστηκαν να ταξιδέψουν στη Ελβετία προς χάρη της άρρωστης μικρής τους κόρης, φιλοξενήθηκε μαζί με τον μεγάλο του αδελφό Μάριο στη πολυτελή βίλα της θείας του (αδελφή της μάνας του) Δέσποινας Μεταξά. Της γνωστής πολιτικής οικογένειας Μεταξά. Τότε ξεκίνησε να ζωγραφίζει με ακουαρέλα και να εγκαταλείπει τα παστέλ που μέχρι τότε χρησιμοποιούσε. «Από τότε θυμάμαι, δε ζωγράφιζα ποτέ μου με ευκολία και με αγωνία έπιανα τα πινέλα». Τότε πήρε κάποια μαθήματα από έναν Γάλλο ζωγράφο ονόματι Πίκ που θεωρούσε τον Τσαρούχη ανεπιτήδευτο μαθήσεως και σταμάτησε ναζί  του. Όμως ο μικρός Τσαρούχης συνέχισε να ζωγραφίζει εντατικότερα και τα πάντα εκ του φυσικού. Ο ίδιος έλεγε,  ότι  το σπίτι του Μεταξά δεν είχε καθόλου πίνακες στους τοίχους παρά έναν που παρίστανε ένα στρατιώτη που λεγόταν ότι σκοτώθηκε.



Τσαρούχης, έργο με καραβάκια στο λιμάνι

Το 1927 όλη του η οικογένεια ξανά ενωμένη μετακομίζει στην Αθήνα αλλά τον Πειραιά θα τον επισκέπτεται συνεχώς μέχρι και το τέλος της ζωής του. Είναι  άξιο  απορίας  που στηρίζετε  ο έρωτας για τον Πειραιά, ενώ το περιβάλλον που ανατράφηκε ήταν μεγαλοαστικό! Από παιδί έφευγε από τις βίλες του θείου του και του πατρικού του και έτρεχε να περπατήσει σε όλες τις λαϊκές και πολύ φτωχικές τότε συνοικίες  του  Πειραιά,  παίζοντας με παιδιά βιοπαλαιστών  που  είχαν  αμεσότητα  στην  συμπεριφορά  τους  και  δεν  ήταν  στημένα  όπως  τα  παιδιά  των                 μεγαλοαστών.  



Τσαρούχης, ο Πειραιάς στην αρχαιότητα
Από τον Πειραιά και τους ανθρώπους του έπαιρνε χαρά και την ζωντάνια που τροφοδοτούσε τη ψυχή του και το έργο του.  Όταν  τον  ρωτούσαν  ποιοι  ζωγράφοι  τον επηρέασαν εκείνος έλεγε πως εκτός από τους μεγάλους, υπήρχαν και πάρα πολλοί άνθρωποι, άγνωστοι στο πολύ κόσμο, που με αυτά που του έλεγαν ή έκαναν ή απλά μόνο επειδή υπήρχαν.  «Τι να πω για έναν μαραγκό που η σεμνότητα του με έκανε να καταλάβω πολλά για τη δουλειά. Τι να πω για μιαν ασήμαντη γυναίκα που πλένει τα πιάτα της και συγυρίζει τη κουζίνα της που μου έδωσε φιλοσοφικά διδάγματα με το ποιες είναι οι συνθήκες της ζωής. Μαθαίνω κάθε μέρα από οποιονδήποτε άνθρωπο και οι μεγάλοι άνθρωποι είναι μεγάλοι γιατί με απλότητα σαν τους απλούς ανθρώπους εξετέλεσαν τον προορισμό τους. Οι μεγάλες βεντέτες, οι μεγάλες φίρμες  με απωθούν γιατί νομίζουν ότι η τέχνη είναι μια θεατρική παράσταση και όσο περισσότερη φασαρία κάνεις, τόσο περισσότερο επιτυχία θα έχεις.  Επηρεάζομαι πάντα από τους ανθρώπους που κάνουν κάτι ουσιαστικό- μικρό ή μεγάλο- γιατί πρέπει κανείς να τη δει ουσιαστικά και όχι μόνο με επίδειξη». Αυτά   τα λόγια του μας απαντάνε σε έναν βαθμό για  τον  επηρεασμό  του  από  τους απλούς ανθρώπους του Πειραιά. Όσο για τον ίδιο τον Πειραιά έλεγε «Το να βγεις περίπατο στον Πειραιά είναι σαν να σεργιανίζεις σε μια γιγάντια σκηνογραφία»! Και ο Τσαρούχης σεργιάνιζε στους δρόμους του ως το τέλος της ζωής του.
Τσαρούχης, με το μοντέλο του να παίζει πιάνο


Τσαρούχης σε πιο κυβιστική γραφή


Το 1929 ήταν ήδη φοιτητής στο Πολυτεχνείο (ΑΣΚΤ).  Δάσκαλοι του ήταν στη διακόσμηση ο Δ. Μπισκίνης, στη γλυπτική ο Θ. Θωμόπουλος στη χαρακτική ο Γιάννης Κεφαλληνός και στη ζωγραφική ο Επαμεινώντας Θωμόπουλος, ο Γιώργος Ιακωβίδης (βιογραφία του , ο Δ. Γερανιώτης, ο Σπύρος Βικάτος  και στα 2 τελευταία χρόνια ο Κωσταντίνος Παρθένης, όπου από το εργαστήριο του θα αποφοιτήσει με άριστα το 1935. Ο Τσαρούχης λέει για τον Παρθένη στην τελευταία του συνέντευξη πως «Ο Παρθένης με αγαπούσε, αλλά στο τέλος είπε ότι δεν του άρεσε η δουλειά μου γιατί ήταν πολύ σουρεαλιστική». Και στην ερώτηση αν οι καθηγητές του τον ενθάρρυναν και αν του έδειξε κάποιος ότι θα μπορούσε να γίνει μεγάλος καλλιτέχνης, ο Τσαρούχης απάντησε «Κανένας».








Τσαρούχης, Άγιος Γεώργιος

Παράλληλα με το Πολυτεχνείο, το 1929 γνωρίζει τον Κόντογλου (για τη βιογραφία του. Του έδειξε τα σχέδια του και τις ακουαρέλες του αλλά ο Κόντογλου τον αποπήρε λέγοντας του: «Μου είπαν για ένα παιδί γεννημένο στον Πειραιά. Νόμιζα ότι ήσουν λαϊκό παιδί που ζωγραφίζει καράβια και καραγκιόζηδες. Και βλέπω ένα πληροφορημένο παιδί που ξεσηκώνει τα φιγουρίνια του Παρισιού». Ο Τσαρούχης από αυτό ήταν στεναχωρημένος πάρα πολύ για μήνες γιατί τον Κόντογλου τον θαύμαζε. Λέει σχετικά: «Είχε καταρρακωθεί όλη μου η αστική περηφάνια που ΔΕΝ ήταν στέρεη». Η οικογένεια του πράγματι ακολουθούσε όλα τα υποδείγματα της Ευρώπης. Ιδιαίτερα του Παρισιού. Και τα λόγια του Κόντογλου (που του είπε και άλλα) του ξύπνησαν μέσα του τη ΖΩΗ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ. «Άρχισα να δουλεύω διαφορετικά, να σκέφτομαι διαφορετικά, χωρίς ωστόσο να μαϊμουδίζω τον Κόντογλου.  Αυτό θα γινόταν αργότερα».  Ο Τσαρούχης θα ήταν τότε 19 χρονών. 




Ο Τσαρούχης με εναν γέροντα
στις ΚΑρυές
του Αγ. Όρους 1979
Ο Τσαρούχης στον αγιασμό του
σπιτιού του (μετέπειτα Μουσείο)


Τσαρούχης, με επιρροές του Κόντογλου

Το 1930 αποφασίζει να δουλέψει με τον Κόντογλου. Έγινε καλός βοηθός του και πειθαρχημένος μαθητής , ενώ συνέχιζε και στο Πολυτεχνείο. Τον έκρινε με σεβασμό και θαυμασμό. «Συμμετείχα στους ενθουσιασμούς και στις  δυσκολίες του» έλεγε. Έμεινε μαζί του ως το 1934. Ο Κόντογλου τον μύησε στο μεγαλείο της βυζαντινής τέχνης, στην λαϊκή αρχιτεκτονική και ενδυμασία. Και μαζί του, αλλά και με τον Πικιώνη και τον Άγγελο Χατζημιχάλη  θα πρωτοστατήσει στο αίτημα της ελληνικότητας στην τέχνη. «Είμαι βαθύτατα επηρεασμένος από την Ορθόδοξη εκκλησία, τη θεολογία, τη μουσική της αλλά αυτό δεν το δείχνω κάνοντας πράγματα βυζαντινίζοντα, που έμαθα από τον Κόντογλου. Η  ορθοδοξία,  είναι μια ζωντανή θρησκεία, μια ζωντανή φιλοσοφία» έγραφε αργότερα.



Ο Τσαρούχης ζωγραφίζει το μικρό Σπαθάρη


Μετά την αποφοίτηση του μαθαίνει από την Εύα Σικελιανού να υφαίνει σε αργαλειό και αντιγράφει δείγματα.  Μαθαίνει  κοπτική –  ραπτική  και από το 1934 ως το 1937. Σαν αντίδραση στη φιλοσοφία του Κόντογλου (όπως λέει ο ίδιος) γράφει σουρεαλιστικά ποιήματα επηρεασμένος από τον Νταλί και σχεδιάζει πιο σουρεαλιστικά.
Στο βιβλίο της Ειρήνης Φλώρου για τον Τσαρούχη γράφει "Η απόρριψη του Κόντογλου ήταν αποτέλεσμα ασυμφωνίας με τον δάσκαλο, που έχανε σιγά σιγά την αίγλη του στα μάτια του μαθητή. Ο Τσαρούχης ανάγει την ασυμφωνία στην διαφορετική του αντίληψη  για τη φύση της ζωγραφικής: "Ο Κόντογλου ανάγει τα πάντα σε αγιογραφίες και διακατέχεται απο εναν ρομαντικό παρελθοντισμό. Εγώ θέλω να ζωγραφίζω  εκ του φυσικού κάτι που να είναι ζωγραφική και όχι θεματογραφία". Όταν ο Τσαρούχης ήταν στο Παρίσι το 1936, είχε γράψει ενα μακροσκελές γράμμα στον φίλο του Διαμαντή Διαμαντόπουλο που έλεγε σχετικά: "Το νέο μου δράμα μου άρχισε όταν μάλωσα με τον Κόντογλου. Θυμάσαι ότι σου έλεγα ότι δεν αισθανόμουν δυνάμεις να εργαστώ και ίσως αυτή η περιπέτεια με σκότωσε διαπαντός. Μετά την τρομερή αντίδραση που έκανα και με την πυρετώδη παραγωγή αφηρημένων πινάκων για να πείσω τον εαυτό μου και τους άλλους πως δεν θάφτηκα εις τα βυζαντινά μαυσωλεία, τώρα αισθάνομαι ότι ξαναβρήκα το θέμα μου και τον προορισμό μου, είναι αρκετό αυτό που βρήκα στο Παρίσι.." Είναι νομίζω κατανοητό το πόσο επώδυνη ήταν αυτή η περίοδος για τον Τσαρούχη. Στο γράμμα στον Διαμαντίδη διατύπωνε τις αντιρρήσεις του για τον σουρεαλισμό που είχε προσεγγίσει. Γιατί ο σουρεαλισμός τελικά για τον Τσαρούχη ήταν σκοταδισμός, ήταν ο τεμαχισμός του ανθρώπου, ήταν σκληρότητα.  Ο Τσαρούχης τότε προτιμάει την παραδοσιακή ζωγραφική που σαν βάση της έχει τον σεβασμό των ορίων του ανθρώπου, το ελληνικό μέτρο με  την αλήθεια. Η μοντέρνα τέχνη άνηκε στον πρόελληνικό χώρο όπως διαπίστωσε και είχε στόχο της να αντιδράσει στις παραπάνω αξίες. Η μεγάλη διαφορά προελληνικού και ελληνικού είναι ότι το ελληνικό  έχει νόημα και ευθύνη. 'Εγραφε "Το προελληνικό μοιάζει πολύ με το μη ελληνικό, αλλά έχει μια βαθιά σχέση με το ελληνικό γιατί το προετοιμάζει" και αλλού γράφει "Η προελληνική βαρβαρότητα δεν είναι άλλη απο την σύγχρονη Δυτική βαρβαρότητα, της οποίας μας όλοι γνωρίζουμε τις συνέπειες". Με τα παραπάνω, ο Τσαρούχης δεν θεωρεί ότι η μοντέρνα τέχνη ήταν άχρηστη. Την δέχεται σαν μια αγωνιώδη προσπάθεια για εκείνο τον καιρό για να σωθεί ο πολιτισμός ακόμα και σαν έσχατο μέσω με την χρησιμοποίηση της ασχήμιας. Μπας και ξυπνήσει ο άνθρωπος από την νωθρότητα του. Η καταφυγή στον πρωτογονισμό θεωρούσε ότι ήταν μια πράξη ευθύνης. Ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος με τον θάνατο που έφερε και τον πόνο, έφερε και αλλαγές στην τέχνη και μάλιστα την καθόρισε.  Η μοντέρνα τέχνη διαδίδεται αστραπιαία με μιαν διαφορά. Ενώ η νέα τέχνη έθετε ερωτήματα και αμφιβολίες που ήταν ανάγκη να επικοινωνήσουν με τον κόσμο, αυτοί που την διακινούσαν, αυτές τις αναζητήσεις και τους προβληματισμούς τα βάζουν κατά μέρος και μένουν μόνο στην πρωτοτυπία της γραφής του κάθε ζωγράφου. Τραγικό! Γιατί έτσι χάθηκε η ευκαιρία διαλόγου απο καλλιτέχνη σε καλλιτέχνη και απο τον καλλιτέχνη στον κόσμο.
Εδώ να αναφέρω πως ο Τσαρούχης έγραψε το βιβλίο «Ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση» εκδ. Άγρα και το εξαιρετικό για μένα «Αγαθόν το εξομολογείσθαι» εκδ. Καστανιώτη, όπου αναφέρω μερικά αποσπάσματα και εδώ. Επίσης έχει κάνει και μια μετάφραση για τις «Τρωάδες».
Γύρω στο 1934-1935 επισκέπτεται την Σμύρνη και την Κωνσταντινούπολη με το Λύκειο Ελληνίδων για το Βαλκανικό Φεστιβάλ και την ίδια περίοδο μετά το Παρίσι για ένα χρόνο ακριβώς και την Ιταλία. Επισκέφτηκε μουσεία με  έργα  Αναγεννησιακά  και Ιμπρεσιονισμού.  Σε ένα εργαστήρι χαλκογραφίας που γράφτηκε είχε συμμαθητές του τον Τζιακομέτι  και τον Έρνστ. Εκείνη την περίοδο γνώρισε και τον Ματίς που θα τον επηρεάσει. Ανακαλύπτει και το έργο του Θεόφιλου μέσα από τη φιλία του με τον Στρατή Ελευθεριάδη.  


Τσαρούχης, τα παραδοσιακά επαγγέλματα των ελλήνων



Τσαρούχης, με επιρροές και Ματίς
Τσαρούχης στην εξέλιξη του
























Τσαρούχης, βυζαντινή εικόνα
Τσαρούχης, το σπίτι του Σεφέρη (Σεφεριάδη)


























Τσαρούχης ζωγραφίζει μια μεγάλη πλατεία στο Παρίσι




























«Το Παρίσι υπήρξε ένα μεγάλο σχολείο για μένα. Αλλά είχα μιαν εξαιρετική καθηγήτρια: Την μοναξιά μου. Είναι μια καθηγήτρια που σου δίνει μεγάλη ελευθερία να βλέπεις και να κρίνεις».
Το 1936 επιστρέφει στην Ελλάδα και στο ατελιέ του. Επηρεασμένος από τον Ματίς αρχίζει να δουλεύει πάνω στις τεχνικές  κλίμακες του Σ. Σπαθάρη!! Πραγματικά εξαιρετική σκέψη,  αν  τα γνωρίζουμε  και    συγκρίνουμε  έπειτα  πως  τα  συνδύασε  ο   Τσαρούχης  στην  τέχνη  του!! Η πρώτη του έκθεση γίνεται το 1938 στην οδό Νίκης στην Αθήνα στο "κατάστημα Αλεξόπουλου". Ο Τσαρούχης θυμάται: «Ο διευθυντής της γκαλερί θέλησε να με σκοτώσει. Έκανα 3 μήνες κλινική και 2 εγχειρήσεις για να επιζήσω.. Όπως βλέπετε, έχω πικρά πείρα από τους διευθυντές γκαλερί! Αργότερα, αρκέστηκαν να με ληστέψουν, όχι όμως και να με σκοτώσουν!» Τα έργα του τελικά τα επαίνεσαν 2 τεχνοκριτικοί: Ο Καπετανάκης και ο Παπαντωνίου . «Οι περισσότεροι τεχνοκριτικοί έγραψαν ότι δεν ξέρω να ζωγραφίζω και μου πρότειναν να μελετήσω τους ζωγράφους Κόντογλου και Παρθένη» μας λέει ο Τσαρούχης. Και συνεχίζει «Πούλησα μόνο 2 έργα στον ίδιο που μου είχε δανείσει την αίθουσα. Ο διευθυντής της Πινακοθήκης ο Παπαντωνίου, είπε ότι είμαι αφηρημένος και ότι πρέπει να ζωγραφίζω τοπία. Ένας άλλος έγραψε ότι, κάθε έργο μου είναι και ένας παλιάνθρωπος».

Τσαρούχης, ναύτης
Τσαρούχης, στρατιώτης χορεύει ζεμπέκικο
Τσαρούχης, σκηνικά και κουστούμια
Αντιγράφει την κεφαλή της Μέδουσας στο δάπεδο του Αρχαιολ. Μουσείου στην Αθήνα και από εδώ και πέρα αρχίζει να ζωγραφίζει εκ του φυσικού.
Το 1940 επιστρατεύτηκε. Πολεμά στο μέτωπο της Αλβανίας μέσα στο ψύχος. «Για μένα, ο πόλεμος του ’40, έμοιαζε με κακοοργανωμένη  εκδρομή»  έλεγε. Έπειτα, την περίοδο της κατοχής από τους Γερμανούς, για να ζήσει, ασχολείται με την σκηνογραφία. Στη ζωή του, παράλληλα με τη ζωγραφική, σχεδίαζε σκηνικά και ενδυμασίες για τα θέατρα του Εθνικού θεάτρου, του Κοτοπούλη, το Δημοτικό Πειραιά κτλ..  


Τσαρούχης, μοντέλο Ντομινικ

Τσαρούχης, ναύτης





















Το 1947 εκθέτει σε δυο ατομικές, κυρίως θεατρικά προσχέδια και υδατογραφίες. Ο Τσαρούχης είναι ιδρυτικό μέλος (1949) της ομάδας Αρμός που πραγματοποιεί την πρώτη της έκθεση στο Ζάππειο. Εκθέτει 8 έργα του και για ένα από αυτά υπήρχε φόβος έντασης με αποτέλεσμα να το αφαιρέσει.
Αλλά και στη Θεσσαλονίκη που έκανε μιαν έκθεση ο ίδιος λέει πως «Δεν μπορώ να πω ότι ενθουσίασα την Θεσσαλονίκη τόσο πολύ.  Όπως  και  την Αθήνα δεν  ενθουσίαζα τόσο πολύ… Το γιατί των θεατών αντηχεί ακόμα στα αυτιά μου. Ήταν σαν να μου έλεγαν – Γιατί το έκανες αυτό;… Τα έργα μου, καμωμένα με μεγάλη ελευθερία, με περιφρόνηση του αστικού καθωσπρεπισμού, με μορφή εξομολογήσεως ειλικρινούς, δυσαρεστούσαν μια κοινωνία που έπαιζε θέατρο και που ήταν πολύ αμαθής». 
Τεριέν στο πρώτο σπίτι του Τσαρούχη στο Παρίσι 1979

Τσαρούχης, το ΝΕΟΝ


 Το 1950 πηγαίνει ξανά στο Παρίσι.  «Από το 1948-’50 συνεχίζονται οι αναζητήσεις μου… ένα είδος ανατολίτικου εξπρεσιονισμού που παίρνει το θάρρος να υπάρχει αναμφισβήτητα από τον Ματίς».
Το 1951 εκθέτει σε Λονδίνο και Παρίσι και το 1953 υπογράφει συμβόλαιο (με διάρκεια από το 1953- 1957) με την γκαλερί Ιόλας  στη Νέα Υόρκη.  Το 1956, ήταν 46 χρ. και ήταν υποψήφιος για το βραβείο του Γκούγκενχαϊμ και το 1958 πήρε μέρος στην Μπιενάλε μαζί με τον Μόραλη.



Τσαρούχης, Μπαστιάς, Κάλλας
Το 1967, εγκαθίσταται στο Παρίσι. Εκεί είχε ένα ατελιέ και ένα περιβόλι (από το 1968 ως το 1980) δικό του που έβγαζε ωραία παραγωγή από ζαρζαβατικά. «Ένα περιβόλι συνδέει πολύ τον άνθρωπο με την γη» έλεγε.  Πόσο  δίκιο  είχε!  Μακάρι  να  μπορούσαμε  να  ζούσαμε  όλοι  σε  σχέση  μα  την  γη! Να σημειώσω πως ο Τσαρούχης συνδέθηκε  με  τη Γαλλία  λόγω της αρρώστιας της μικρής του αδελφής αλλά  παρέμεινε  εκεί  και επειδή ήξερε άπταιστα Γαλλικά.







Ο Τσαρούχης πάνω δεξια, Κάλλας στο κέντρο



Το 1958 εκτίθενται έργα του στο Εθν. Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Παρισιού και έπειτα στο Μουσείο Guggenheim στην Ν. Υόρκη.
Ο Τσαρούχης από την λήξη του συμβολαίου του με τον Ιόλα μέχρι το 1963 ζωγραφίζει ελάχιστα αλλά εργάζεται στα θέατρα της Αμερικής, του Λονδίνου και του Μιλάνο.  Για παράδειγμα, στην Όπερα στο Τέξας ζωγραφίζει τα σκηνικά και τα κουστούμια για την «Μήδεια» όπου πρωταγωνιστούσε η Μαρία Κάλλας και σκηνοθετούσε ο Μινωτής. Με αυτά τα ονόματα θα συνεχίσει να συνεργάζεται και σε άλλες παραστάσεις στην Σκάλα του Μιλάνου και στην Επίδαυρο.

Τσαρούχης

Τσαρούχης, αυτοπροσωπογραφία του
Από το 1960- 1962 γίνεται καθηγητής στη Σχολή Δοξιάδη αλλά και καλλιτεχνικός σύμβουλος στην Εμπορική Τράπεζα. Παράλληλα συνεχίζει να σκηνογραφεί («Θαϊδα» στην Όπερα στο Ντάλας με τον Τζεφιρέλι, «Όρνιθες» του Αριστοφάνη με σκηνοθέτη τον Κουν στο θέατρο Εθνών στο Παρίσι…)
Ο Τσαρούχης για το θέατρο έλεγε: «Με ενδιαφέρει περισσότερο από την ζωγραφική. Αν και με φοβίζει. Συμφωνώ με τη Μανιάνη που έλεγε πως το θέατρο είναι κάτι το θεϊκό, αλλά τα επαγγέλματα  του θεάτρου είναι απαίσια. Με τη ζωγραφική πολεμάς τον φόβο του ανθρώπου, την υποκρισία, την μικρότητα  μέσα  σου. Στο θέατρο πρέπει να εμφυσήσεις τα ίδια αισθήματα σε ανθρώπους ζωντανούς. Πρέπει να είσαι διπλωμάτης και ψυχαναλυτής. Θηριοδαμαστής και απατεώνας. Και συχνά οι ηθοποιοί δεν στο συγχωρούν ποτέ ότι τους έβγαλες έξω από τα νερά τους. Στο θέατρο ο αγώνας ήταν  πολύ σκληρός. Πρέπει να παλέψεις με τους ηθοποιούς, πριν παλέψεις με το κοινό.»
Το 1961 εκθέτει στη γκαλερί Ζουμπουλάκη, το 1965 στο «Παντοπωλείο Μεζίκη», το 1966 στη γκαλερί Μέρλιν και μια αναδρομική στη γκαλερί Άστορ. Στο Παρίσι συμμετέχει με ένα έργο του στη Γκαλερί Κλόντ Μπερνάρ. Οι άλλοι συμμετέχοντες ήταν ο Πικάσο (για τη βιογραφία του πατήστε εδώ), ο Μοντιλιάνι, ο Μπράκ, ο Μπείκον, ο Σαγκάλ. 



Στην Ελλάδα το 1967 επιβάλλεται η δικτατορία. Ο Τσαρούχης θα μείνει στο Παρίσι μέχρι το 1975. «Στο Παρίσι οργάνωσα πιο πολύ τις μελέτες μου της τέχνης του 19ου αιώνα. Ο 19ος αιών. Και το Βυζάντιο είναι για μένα σίγουρα μέσα για να βρω μέσα μου (πού αλλού;)αυτό το ανθρώπινο νόημα που κατέληξε στην ελληνιστική παράδοση» γράφει στο βιβλίο «Οι ποδηλάτες».
Το 1977 ανεβάζει μόνος του τις «Τρωάδες» σε δική του μετάφραση σε ένα υπαίθριο παρκινγκ στο κέντρο της Αθήνας. Το 1981 εκθέτει στη γκαλερί Ζυγός, το 1982 ανοίγει το Μουσείο Τσαρούχης (βρίσκεται στην οδό Πλουτάρχου στο Μαρούσι -δείτε την ιστοσελίδα του), εκθέτει στη γκαλερί Ζουμπουλάκη τα «Ζεϊμπέκικα» και σκηνοθετεί το «Επτά επι Θήβας».
Από το 1983-1989 εκθέτει στις γκαλερί Ζυγός, Σκουφά και Γκαλερί 3. Από το 1987-1988 εκθέτει όλο του το υλικό από τις μακέτες και τις σκηνογραφίες στο μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης.
Πεθαίνει στις 20 Ιουλίου του 1989 ενώ ετοιμαζόταν με δική του μετάφραση, σκηνικά, σκηνοθεσία και κουστούμια, να ανεβάσει το έργο του τραγικού Ευρυπίδη, τον «Ορέστη».

 ΜΑΡΙΑ ΟΥΖΟΥΝΟΓΛΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ






                                               ΔΙΚΑ ΤΟΥ ΛΟΓΙΑ (ΓΝΩΜΙΚΑ):

«Στην Ελλάδα είσαι ότι δηλώσεις».
«Μόνο με παραμύθια κατακτώνται οι άνθρωποι».
«Ζεμπέκικος, ο χορός των χορών!»
«Αγαπώ την Μαρία Κάλλας και την Σωτηρία Μπέλλου. Και δεν αισθάνομαι διχασμένος. Ας κοπιάσουν όσοι σκανδαλίζονται για αυτό, να καταλάβουν τι μου συμβαίνει. Εγώ πάντως κόπιασα για να βρω μια τάξη και ισορροπία».
«Θέλω να κάνω ελληνικό ότι μου αρέσει στην Αναγέννηση».
«Τα έργα τέχνης που δείχνουν μη ολοκληρωμένα, τελειώνουν μόνα τους, με τον καιρό.»
«Μου αρέσει να ζωγραφίζω γυμνά γιατί έτσι μπορεί να κατανοήσει κανείς την ψυχική γεωμετρία του ανθρώπου. (έλεγε στα 82 του χρόνια)
«Δύο είναι οι βασικές αναζητήσεις μου (στη τέχνη). Η μία είναι νεοκλασική και προσπαθεί να αφομοιώσει το αρχαίο κλασικό ιδεώδες όπως το εξέφρασε το Μπαρόκ και η Αναγέννηση. Η άλλη μου τάση είναι να εκφράσω όλες μου τις αντιρρήσεις για το ίδιο το ιδανικό μου».
«Θα προτιμούσα να γίνω αγρότης και στον ελεύθερο χρόνο μου να βάφω. Έτσι θα απέφευγα το εμπόριο έργων τέχνης. Το εμπόριο της τέχνης και   γενικά  το  εμπόριο, είναι τρομερά πράγματα».
«Οι μεγάλοι τραγικοί με έχουν επηρεάσει πολύ . Μου έδειξαν τη ζωή όπως είναι. Ο Νίτσε με επηρέασε πολύ με ωραίες συμβουλές και ωραίες διαφωνίες μαζί του».
«Μόνον αυτοί που σφάζουν με άνεση και ευχαρίστηση έχουν δικαίωμα να τρώνε κρέας».
«Φιλία είναι η συμφωνία 2 ανθρώπων να μην προχωρήσουν τη σχέση τους σε βάθος, αλλά να μείνουν στην επιφάνεια».
Και αλλού «Φιλία είναι η συμφωνία 2 ανθρώπων, εναντίον όλου του κόσμου».
«Στην Ελλάδα ζούμε πολυτελέστερα από όσο μας επιτρέπουν τα μέσα μας, πέρα από τις οικονομικές μας δυνατότητες και τις ψυχικές μας ικανότητες. Αυτό ήδη μας δημιουργεί προβλήματα και θα μας προξενήσει μεγάλο κακό.»
«Οι έλληνες ζωγράφοι, αγάπησαν την Γερμανία γιατί ήταν ευπρόσιτη, επαρχιακή, και δια αυτής απολάμβαναν την Ευρώπη, όπως τα παιδιά τη θάλασσα στα ρηχά».
«Η τέχνη δεν είναι απασχόληση. Δεν είναι για να περνάς την ώρα σου. Είναι η θρησκεία του ζωντανού και αιώνιου».
«Ο λόγος, η γλώσσα, η φωνή είναι το αντίδοτο στο θάνατο και τη δυστυχία».
«Αρετές μας είναι τα ελαττώματα που παραδεχθήκαμε».
"Θυμήθηκα τα μπαρ και τα καφενεία στα οποία περίμενα πάντα μιαν ευκαιρία  σχετική με τη δουλειά μου. Το μεγάλο πρόσωπο που θα ερχόταν. Το τί κατάπινα εκεί πέρα, ποτά κ φαγητά πανάκριβα για αυτό που είναι κ πολύ βλαβερά για την υγεία. Αν ξανά έκανα τη ζωή μου, θα έκανα τελείως διαφορετικά πράγματα. Θα έκανα καλλιέργεια της γής, θα μάθαινα να κάνω την τροφή μου. Αντί να περιμένω ευκαιρίες στα καφενεία κ το λαντζάρισμα μου. Ήταν τρομερό αυτό το πράγμα! Να περιμένεις να σε εκτιμήσουν άνθρωποι που δεν εκτιμάς για να κερδίσεις λεφτά! Αυτό αγγίζει τα όρια της τρέλας"
«Το να μη μπορείς να πιστέψεις, είναι ένα είδος αναπηρίας».
«Να μην χωρίζεται η παιδική ζωή μου από τη ζωή του ενήλικου».
"Ο κόσμος σήμερα υποφέρει από άχρηστες ελευθερίες. Αυτές είναι χειρότερες από την απαγόρευση κ την σκλαβιά. Πρέπει κανείς να βρει νέους τρόπους πειθαρχίας στα μέτρα μας, τις ανάγκες μας.. Κάνε ότι θέλεις. Τότε θα απαντήσει ένας άνθρωπος λογικός "Θέλω να με βοηθήσετε να μάθω τι θέλω".Και το λένε κυρίως οι νέοι άνθρωποι.. Σήμερα, η εποχή μας είναι γεμάτη από  ελεύθερους ανθρώπους που η ελευθερία τους έγκειται  στο να αγνοούν τις συνέπειες των πράξεων τους.. Και μέχρι ενός σημείου καλλιεργείται αυτή η ελευθερία". 
«Είναι οδυνηρό για να σε εκτιμήσουν να προσπαθείς να κάνεις πράγματα που να αρέσουν σε ανθρώπους που δεν εκτιμάς».
«Ποτέ δεν υπήρξε μια εποχή που οι άνθρωποι να ήταν τόσο δύσθυμοι και μελαγχολικοί. Άλλωστε, αυτό εξηγεί από μιαν άποψη, την τρομερή και μέχρι αηδίας οργάνωση της ευθυμίας.  Καμιά εποχή δεν είχε οργανώσει τόσο πολύ την ευθυμία, όσο η δική μας. Σε καμιάν εποχή δεν έπαιζε πρωί-πρωί στα σπίτια το ραδιόφωνο εύθυμες μουσικές για να ξυπνήσουν οι άνθρωποι μελαγχολικοί και σχεδόν έτοιμοι να αυτοκτονήσουν».
«Στην Ελλάδα όλα γίνονται όπως θέλουν οι μέτριοι».
«Δεν ζητώ ανθρώπους να σκέφτονται σαν εμένα. Αλλά να κάνουν σκέψεις συμπληρωματικές των δικών μου».
"Υπάρχει μια ομηρία στις αγορές των έργων τέχνης. Το παίρνω (το έργο σου) για να καθίσεις φρόνιμα, θα σε πληρώσω κιόλας για να πάψεις να είσαι τόσο ελεύθερος, να πάψεις να μιλάς ουσιαστικά εναντίον μου.. Ούτε ο καλλιτέχνης, ούτε ο έμπορος είναι κύριος της τέχνης. Είναι ο Άνθρωπος. Βγαίνει για την εξυπηρέτηση του ανθρώπου. Δηλαδή, αυτό που κάνουμε είναι ιερό κ δεν  το εξαγιάζει  το χρήμα κ η τιμή που δημιούργησε η δημοπρασία ή η γκαλερί. Και μοιραίως φθάνουμε σε μιαν αντίληψη θρησκευτική της ζωής" 
«Χρειάζεται η θεία αφέλεια για να βρεις μέσα σου την αλήθεια».
«Ένα μόνο έχω να συμβουλέψω τους νεότερους: Να πειθαρχούν στην πίστη τους, αφού προηγουμένως την ανακαλύψουν».
"Η τέχνη που έπαψε πλέον να λειτουργεί (μέσα από την διάλογο), περνάει σε αυτούς που δεν την ξέρουν, ως αναγκαία πρωτοτυπία από την οποία μπορούν να απομυζούν αξία οι ίδιοι.. Δημιουργείται έτσι μια ανεξάντλητη αγορά, ένα καινούριο προσκύνημα, με οικονομικά οφέλη για τους αυτόκλητους προστάτες της τέχνης".
Σήμερα, η μοντέρνα ζωγραφική επικράτησε χάρη στη νομοθεσία του κράτους που της έδωσε ένα δίπλωμά;α ότι είναι ακαδημαϊκή, ευτραφής, κρατική. Δεν εκφράζει πια την αληθινή διαφωνία του ανθρώπου με το κατεστημένο. ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΑΤΕΣΤΗΜΕΝΟ  που εξελίχθηκε"
"Όταν διαβάζω τα βιβλία περί ζωγραφικής μου κάνουν εντύπωση σαν κάτι βιβλία σεξουαλικά που λένε μην κάνετε το ένα, μην κάνετε το άλλο διότι θα πάθετε αφροδίσια νοσήματα.. τα βιβλία αυτά είναι για να σου κόψουν από ότι ζωγραφίζεις, παρά για να σου μάθουν να κάνεις ζωγραφική πιο στέρεα."
"Είναι απογοητευτικό για τον καλλιτέχνη να ξέρει ότι τόσοι κόποι και τόσες θυσίες καταλήγουν να πέσουν στα χέρια εμπόρων και συλλεκτών που το σώμα τους και η ψυχή τους εκφράζουν έναν θανατερό ιδεαλισμό. Έρχεται η στιγμή που αρχίζει κανείς να αμφιβάλλει  αν η ίδια η τέχνη, προ ατομικής βόμβας ή μετά, έχει την αξία  είχε την αξία που της δώσαμε".
"Ναό  Παντοκράτορος στον Μυστρά με τον Γιάννη Τσαρούχη να τον
έχω τοποθετήσει στο κέντρο του ναού. Είχα προμηθευτεί
 ενα τόπι ύφασμα πορφύρα και τον έβαλα να κάτσει
σε μια καρέκλα σπασμένη... " Nίκος Σταθούλης.


ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ  ΑΠΟ ΜΙΑ ΠΟΛΥ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΤΟΥ ΤΣΑΡΟΥΧΗ στον Γιώργο Γκίλσον μάλλον στην Καθημερινή.  (Δυστυχώς δεν είμαστε σίγουροι ως προς την πηγή μέσα απο τις πολλές μεταφορές. Είμαστε όμως σίγουροι για το κείμενο και τον δημοσιογράφο)
Όταν τον ρώτησε ο δημοσιογράφος αν υπάρχει γενικό μήνυμα που προσπαθεί να μεταδώσει με το έργο του, ο Τσαρούχης απάντησε: «Δεν τολμώ να το πω, μήπως φανώ ότι κάνω τον μεγάλο καλλιτέχνη. Το μήνυμα αυτό είναι ο σεβασμός στη ζωή, η ευλάβεια στη ζωή, η αγάπη για τον Θεό. Όλα εκφρασμένα μέσω της ζωγραφικής και των χρωμάτων μου. Θέλω να βρω την τάξη και την ηρεμία στη ζωή μου και να την μεταδώσω και στους άλλους ανθρώπους».
Έπειτα απαντώντας σε άλλη ερώτηση λέει «Αν θα ξαναζούσα την καλλιτεχνική μου καριέρα, θα έψαχνα να βρω έναν καλό τεχνίτη να μου μάθει καλά τη τεχνική της ζωγραφικής και να μην πάω στη σχολή όπου οι καθηγητές προσπαθούν να  γεμίσουν τον διορισμό τους με άχυρα. Και βέβαια θα πήγαινα σε ένα χωράφι να μάθω πιο σοβαρά τη καλλιέργεια της γης για να έχω ένα δεύτερο επάγγελμα να μου δίνει ανεξαρτησία. Οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν να παρασκευάζουν τη τροφή τους και ως γεωργοί».
Και στην ερώτηση του δημοσιογράφου «Τι συμβουλή θα δίνατε στους νέους καλλιτέχνες;» Ο Τσαρούχης απαντά: «Την ίδια που δίνω και στον εαυτό μου. Να βρουν ένα κτήμα να καλλιεργούν.. Και να εξομολογούνται με την τέχνη τους, να μιλούν για τη ζωή τους, για αυτό που τους ενδιαφέρει. Όταν κανείς εξομολογείται, εκατομμύρια άνθρωποι βρίσκουν ικανοποίηση και ξαλαφρώνουν».
«Η Αθήνα όπως είναι σήμερα, πρέπει να χαρακτηριστεί σαν μια πόλη κατοχικής εποχής. Εννοώντας την ελληνική κατοχή και όχι την γερμανική. Η ελληνική κατοχή από το ’21 και πέρα, αντικρούοντας τις ιδέες του Μακρυγιάννη, κατέστρεψε ότι έχει κάνει η Ελλάς όλα τα χρόνια τόσο ώστε οι ευαίσθητοι και τίμιοι άνθρωποι όταν θέλουν να δείξουν ποια είναι η Ελλάς, δείχνουν τα έργα (των Ελλήνων) της τουρκοκρατίας.  Ήταν μια εποχή συνεπής με τα στοιχεία που την ενέπνεαν.  Η σημερινή Ελλάς είναι ασυνεπής και αυτό που προτείνεται ως ιδανικό είναι όχι όλων το ιδανικό, αλλά μιας περιορισμένης ομάδας.  Δυναμικής, η οποία παρουσιάζει ως κοινό ιδανικό ένα ιδανικό που δεν είναι παρά το ιδανικό της. Η Αθήνα κτίστηκε νεοκλασική από τους Βαβαρούς και τροποποιήθηκε από τους Έλληνες σύμφωνα με το ανισόρροπο γούστο τους. Στυλ αγραμμάτων.. Ο καθένας κοίταξε να αξιοποιήσει το οικοπεδάκι του, όπου και να ήταν, όποιο σχήμα και να είχε… Υμνούν ένα έγκλημα και το εκθειάζουν αν βλάπτει τον τόπο. … Πρέπει να αλλάξει και να φανεί επιτέλους ότι, η Ελλάς είναι ένα μικρό χωριό που της ταιριάζει να ονομάζεται Ευρώπη».
(Γιάννης Τσαρούχης, Περιοδικό «Η λέξη», τεύχος 73, 1988)

Στον Τσαρούχη οφείλεται η καθιέρωση των χορευτικών με ναύτες σε ταβέρνες στις ελληνικές ταινίες στο σινεμά.
Γράφει στο βιβλίο του «Αγαθόν το εξομολογείσθαι» : «Παρά τους ενθουσιασμούς των ξένων επισήμων και ανεπισήμων, το ζεϊμπέκικο μένει κάτι τι το ερμητικό στην ουσία του. Και είναι προσιτό. Αληθινά προσιτό μόνον σε αυτούς από τους Έλληνες που έχουν αληθινή ορφική μύηση. Λόγια φθαρμένα που δεν μπορούν να εκφράσουν την ουσία για την οποία ο αμύητος μένει καχύποπτος».
ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΓΡΑΦΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΑΡΙΑ ΟΥΖΟΥΝΟΓΛΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ
Τσαρούχης Οι εποχές
Ο Τσαρούχης δεν τελειώνει εδώ. Θα γίνει σύντομα και β μέρος με πλήθος απο τα θαυμάσια έργα του!!

ΠΗΓΗ: http://texni-zoi.blogspot.gr