Μιλούσε πέντε γλώσσες και στο τέλος της ζωής του, άφησε πίσω του ένα τεράστιο συγγραφικό έργο, που αριθμούσε 300 τόμους, ενώ περίπου 100 άρθρα του είχαν δημοσιευτεί σε διάφορα έντυπα, προϊόν της δίψας του για μελέτη και μακράς εμπλοκής του στην κλινική παρατήρηση, ενώ παράλληλα άνοιξε νέους δρόμους παρατήρησης και έρευνας για την ανθρώπινη ψυχή.
Ο Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ (γερμανικά: Carl Gustav Jung, 26 Ιουλίου 1875 - 6 Ιουνίου 1961), ήταν Ελβετός γιατρός και ψυχολόγος ενώ υπήρξε ο εισηγητής της σχολής της αναλυτικής ψυχολογίας.
Βίος
Γεννήθηκε στις 26 Ιουλίου 1875 στο Κέσβιλ αμ Μπόντενζεε (Kesswil am Bodensee), κοντά στη λίμνη Κόνσταντς του καντονίου Τουργκάου (Thurgau) της Ελβετίας. Καταγόταν από σχετικά φτωχή και δίχως ιδιαίτερη μόρφωση οικογένεια, αλλά για τον ίδιο φρόντισαν το καλύτερο. Γιος ιερέα, βίωσε αρκετές ταραχές, εσωτερικές και εξωτερικές, κατά την παιδική του ηλικία, με αποτέλεσμα κατά την ηλικία των 12 ετών περίπου να υποφέρει από νεύρωση και κρίσεις λιποθυμίας. Ξεπερνώντας το πρόβλημα με δικές του προσπάθειες συνειδητοποίησε για πρώτη φορά όπως εξομολογείται ο ίδιος στο Αναμνήσεις, Όνειρα, Σκέψεις το τι σημαίνει νεύρωση. Αν και τελικά τούτη η εμπειρία υπήρξε καθοριστική για τις αναζητήσεις του στο χώρο της Ιατρικής δεν του έλειψε η επαφή με τις κλασικές σπουδές εξαιτίας του πατέρα του. Από τα χρόνια του δημοτικού άρχισε μαθήματα λατινικών και πολύ γρήγορα επέδειξε ιδιαίτερη έφεση στην εκμάθηση γλωσσών, φτάνοντας να γίνει γνώστης πολλών σύγχρονων ευρωπαϊκών όσο και αρχαίων, συμπεριλαμβανομένης και της σανσκριτικής. Ήταν μοναχικό και εσωστρεφές παιδί, κάτι που τα χρόνια της εφηβείας του επιτάθηκε, σε βαθμό να μη δείχνει κανένα ενδιαφέρον για το σχολείο και να μη θέλει να πηγαίνει, προσποιούμενος πολύ συχνά τον άρρωστο. Τελικά τελείωσε το Ανθρωπιστικό Γυμνάσιο της Βασιλείας κάτω από μεγάλη πίεση.
Αν και αρχικά σκεφτόταν να γίνει αρχαιολόγος, σε ηλικία 20 ετών άρχισε τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο της Βασιλείας κάτω από εξαιρετικά αντίξοες οικονομικές συνθήκες. Περιθωριακή φυσιογνωμία από πεποίθηση στα φοιτητικά του χρόνια, διέθετε εντούτοις σημαντική διανοητική δύναμη που τον έκανε πόλο έλξης της φοιτητικής αδελφότητας της Ζοφίνγκια, στην οποία από νωρίς άρχισε να δίνει διαλέξεις για θεολογικά και ψυχολογικά θέματα. Σε αυτή την εποχή συνδέθηκε με βαθιά φιλία με τον Άλμπερτ Έρι.
Στην περίοδο 1895-1899 ο Γιουνγκ έκανε πειράματα πνευματισμού με την εξαδέλφη του Έλεν Πράσβερκ - διόλου ασυνήθιστο για την εποχή του. Ακολουθώντας τη συμβουλή του καθηγητή Όιγκεν Μπλέλερ έκανε τα πειράματα και τις παρατηρήσεις του θέμα της διδακτορικής του διατριβής με τίτλο Ψυχολογία και Παθολογία των Αποκαλούμενων Απόκρυφων Φαινομένων (1902). Επηρεασμένος από τον διάσημο νευρολόγο Κραφτ-Έμπινγκ επέλεξε ως ειδικότητα την Ψυχιατρική.
Το Ιούλιο του 1900 και έχοντας αποφασίσει να γίνει ψυχίατρος, ξεκίνησε ως βοηθός γιατρού με την εποπτεία του Όιγκεν Μπλέλερ, καθηγητή της Ψυχιατρικής στο πανεπιστήμιο της Ζυρίχης και διευθυντή του Νοσοκομείου Ψυχικών Νοσημάτων του Μπουργκχόλτσλι. Κλειδώθηκε από μόνος του για μισό χρόνο περίπου πίσω από τους τοίχους του ασύλου ψυχασθενών, προκειμένου να "συνηθίσει την ατμόσφαιρα". Τον απορρόφησε ιδιαίτερα η έρευνα της ψυχωσικής συμπεριφοράς και του λόγου και εξερεύνησε τα πρωτόγονα λεκτικά σχήματα και τις στερεότυπες χειρονομίες των ασθενών. Τα αποτελέσματα αυτών των ερευνών αργότερα του έδωσαν το έναυσμα για την διαμόρφωση της μεθόδου λεκτικού συνειρμού, σύμφωνα με την οποία μετρούσε με τη βοήθεια γαλβανόμετρου. Καθώς η μέθοδος λεκτικού συνειρμού χρησιμοποιήθηκε για τον νομικό καθορισμό γεγονότων, το πανεπιστήμιο Κλαρκ της Μασαχουσέτης του απένειμε το 1909 τιμητικό διδακτορικό Νομικής.
Παρόλο που το ενδιαφέρον του για τα παραψυχολογικά φαινόμενα - όπως αποκαλούνται σήμερα - έμεινε αμείωτο ως το τέλος της ζωής του, στη συγκεκριμένη περίοδο η προσοχή του μετατοπίστηκε στα συγχρονιστικά φαινόμενα. Αποτέλεσμα της έρευνάς του υπήρξε το Συγχρονικότητα: Μια μη αιτιατή συνεκτική αρχή, (1952), που εκδόθηκε μαζί με ένα δοκίμιο του Βόλφγκανγκ Πάουλι (Wolfgang Pauli), μια θεωρία που εφάρμοσε για την ερμηνεία των αποκαλούμενων μαντικών μεθόδων. Στην ίδια περίοδο συνδέθηκε με τον σινολόγο Ρίχαρντ Βίλχελμ (Richard Wilhelm), με τον οποίο συζητούσε τους πειραματισμούς του πάνω στο Ι Τσινγκ.
Σίγκμουντ Φρόυντ
Η αποφασιστικότερη πιθανώς εμπειρία στη ζωή του Γιουνγκ υπήρξε η επαφή του με τον Σίγκμουντ Φρόυντ (Βλ. Φρόυντ ΕΔΩ) και κυρίως η επαφή του με την ψυχολογία της υστερίαςκαι τα όνειρα. Αυτό που τον εντυπωσίασε περισσότερο φαίνεται πως ήταν το έργο του Φρόυντ πάνω στην Ερμηνεία των Ονείρων, το οποίο θεωρούσε την πληρέστερη προσπάθεια που έγινε για να κατακτηθεί το αίνιγμα της ασυνείδητης ψυχής πάνω στο φαινομενικά στέρεο έδαφος του εμπειρισμού.
Σίγκμουντ Φρόυντ |
Η καρποφόρα φιλία τους δεν κράτησε πολύ. Αν και στενός φίλος και συνεργάτης του Φρόυντ, ο Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ διαφώνησε μαζί του (1913) και αποχώρησε από τη Διεθνή Ψυχαναλυτική Εταιρία που είχαν ιδρύσει μαζί. Συγκεκριμένα, η δημοσίευση του έργου του Γιουνγκ Μεταμορφώσεις και Σύμβολα της Λίμπιντο οδήγησε στην οριστική ρήξη της σχέσης τους, μια ρήξη η οποία είχε ξεκινήσει από τις προσωπικές τους διαφωνίες πάνω σε θέματα σεξουαλικότητας και ερμηνείας των ονείρων αλλά και πάνω σε διαφορές τους ως προς το θέμα της θρησκείας.
"Η εποχή μας έχει ανάγκη από αγίους", συνήθιζε να λέει ο Καρλ Γιουγκ, πιστός στις ιδεαλιστικές θεωρίες που τον έφεραν πολύ μακρύτερα από τον Φρόυντ. Ο Γιουνγκ πίστευε βαθιά πως αν δεν έχει κανείς με τι να αντικαταστήσει το θρησκευτικό ένστικτο θα πρέπει να το αφήνει άθικτο, καθώς αποτελεί θεμέλιο του ατομικού κόσμου. Η κατάρρευση των θρησκευτικών πεποιθήσεων ακολουθείται συχνά από κατάρρευση της προσωπικότητας, κάτι που ο Γιουνγκ παρατηρούσε συχνά στους ασθενείς του. Επίσης, θεωρούσε παραφορτωμένη τη θεωρία του Φρόυντ για τη σεξουαλικότητα, κάτι που φαίνεται ιδιαίτερα σε μια αχρονολόγητη και αδημοσίευτη σημείωσή του για τον Άλφρεντ Άντλερ, που είχε επίσης διατελέσει μέλος του κύκλου του Φρόυντ αλλά ίδρυσε εντέλει τη δική του σχολή ατομικής ψυχολογίας. Σε αυτή τη σημείωση φαίνεται να εκτιμά τον Άντλερ, για το γεγονός ότι έφερε στην επιφάνεια το θεμελιακό γεγονός της ανάγκης του ατόμου για σπουδαιότητα, η οποία ερμηνεύει σημαντικές όψεις της νεύρωσης, μη ερμηνεύσιμες από την σεξουαλικότητα.
Αντίθετα από τον Φρόυντ, ο οποίος μετά τη ρήξη απέφευγε να αναφέρει το όνομά του, ο Γιουνγκ δεν θέλησε να χαράξει μια απόλυτα διαχωριστική γραμμή στους καρπούς της σχέσης τους και έτσι τα έργα και οι επιστολές του είναι γεμάτες αναφορές στο έργο του διδασκάλου του.
Ασυνείδητο
Οι απόψεις του Γιουνγκ για το ασυνείδητο διαμορφώθηκαν βάσει των νέων αναζητήσεών του που προέκυψαν από τη ρήξη του με τον Σίγκμουντ Φρόυντ. Αναζήτησε μια έγκυρη ψυχολογική βάση τόσο για τον εαυτό του όσο και για τους ασθενείς του. Πειραματίστηκε με τον εαυτό του και σταμάτησε να διδάσκει, προσπαθώντας να κατανοήσει τις φαντασιώσεις και άλλα ατομικά του περιεχόμενα. Το πείραμά του τελείωσε μετά από 6 χρόνια. Τις εσωτερικές του εμπειρίες τις μετέφερε στο Κόκκινο Βιβλίο, έναν τόμο δεμένο με κόκκινο δέρμα και πλούσια εικονογράφηση σε τεχνοτροπία Αρ Νουβώ (art nouveau). Ο ίδιος ποτέ δεν θεώρησε τους πίνακές του ως τέχνη, αλλά ως εξωτερίκευση των βιωμάτων του.
Με τον όρο ασυνείδητο ο Γιουνγκ εννοούσε εκείνη την περιοχή του αγνώστου στον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου. Σύμφωνα με τα δικά του λόγια ό,τι συνειδητοποιούμε και το έχουμε ξεχάσει, ό,τι συλλαμβάνουμε με τις αισθήσεις, αλλά δεν σημειώνουμε στο συνειδητό νου, όσα νιώθουμε, σκεπτόμαστε, θυμόμαστε, επιθυμούμε και πράττουμε ακούσια ή δίχως ιδιαίτερη προσοχή, όλα τα μελλοντικά πράγματα που παίρνουν σχήμα και αναδύονται κάποτε στη συνείδηση, όλα αυτά αποτελούν περιεχόμενο του ασυνείδητου. Πέραν αυτών στο ασυνείδητο περιλαμβάνονται απωθημένες οδυνηρές σκέψεις και συναισθήματα. Ονόμασε το σύνολο αυτών των περιεχομένων ατομικό ασυνείδητο, αλλά αναγνώρισε ιδιότητες που δεν βιώνει ο άνθρωπος ατομικά αλλά τις κληρονομεί από μια βαθύτερη και ευρύτερη επικράτεια την οποία ονόμασε συλλογικό ασυνείδητο. Τα ένστικτα και τα αρχέτυπα είναι εκείνα που διαμορφώνουν το συλλογικό ασυνείδητο και παρουσιάζουν μια κανονικότητα στην εμφάνισή τους.
Κανονικότητα στην εμφάνισή της για το ασυνείδητο του Γιουνγκ κατά τη διάρκεια των πειραματισμών του είχε η μορφή ενός γέροντα, τον οποίο ο Γιουνγκ ονόμαζε Φιλήμονα, με τον οποίο είχε μακρές συζητήσεις. Ψυχολογικά ο Φιλήμων αντιπροσώπευε την ύψιστη ενόραση για τον Γιουνγκ και ήταν δύναμη per se, διακριτή από τα ατομικά περιεχόμενα του ασυνείδητου. Ανήκε σε εκείνες τις φαντασιώσεις που δεν προκαλούσε το ατομικό ασυνείδητο αλλά παράγονταν από μόνα τους και είχαν τη δική τους ζωή.
Αλχημεία
Σχολιάζοντας το αρχαίο κινεζικό κείμενο Το μυστικό του Χρυσού Λουλουδιού, ο Γιουνγκ άρχισε να ενδιαφέρεται για την Αλχημεία. Το πρώτο έργο που προμηθεύτηκε ήταν το Artis Auriferae, (Περί της χρυσοποιητικής τέχνης), μια συλλογή 20 δοκιμίων στα Λατινικά, που δημοσιεύθηκαν στην Βασιλεία το 1593. Έγινε μανιώδης συλλέκτης αλχημικών έργων με αποτέλεσμα τα αλχημικά κείμενα να καταλάβουν το μεγαλύτερο κομμάτι της εξαιρετικά μεγάλης βιβλιοθήκης του. Στο έργο του η Ψυχολογία της Μεταβίβασης σχολίασε εκτεταμένα το Rosarium Philosophorum, (Το κομποσχοίνι των φιλοσόφων), ένα από τα δοκίμια του Artis Auriferae.
Όσον αφορά στην αλχημεία, ο ίδιος πίστευε ότι το αλχημικό opus (έργο) δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως φυσική ή χημική διαδικασία, αλλά ως διαδικασία ψυχικού μετασχηματισμού. Ο αλχημιστής του παρελθόντος, στην προσπάθειά του να αποσπάσει τα μυστικά της χημικής μεταστοιχείωσης, προχωρούσε παράλληλα σε μια διαδικασία ψυχικής μετουσίωσης. Το άγνωστο του εξωτερικού κόσμου συνδεόταν με το άγνωστο του εσωτερικού κόσμου, προκαλώντας αλλαγές στον ασυνείδητο κόσμο. Τούτη η συνειδητοποίηση έγινε το κλειδί για την εξέταση του ασυνείδητου, αλλά και για τη σχέση του με τον εξωτερικό κόσμο.
Η έρευνα του τον οδήγησε τον Παράκελσο, τον οποίο εκτιμούσε ιδιαίτερα, καθώς τον θεωρούσε πρωτοπόρο πνεύμα και ιατρό της εποχής του. Για τον Γιουνγκ ο Παράκελσος είχε τη γνώση και τη δυνατότητα να βλέπει τον άνθρωπο ως ολότητα πέρα από το φυσικό πλαίσιο, λαμβάνοντας υπ' όψιν τον ψυχικό παράγοντα, μέσω της θεωρίας του για την ψυχικά ζωογονημένη ύλη.
Ψυχοθεραπεία
Βάσει της εμπειρίας που απέκτησε κατά τη διάρκεια της συνάντησής του με το ασυνείδητο, ο Γιουνγκ ανεπτυξε τη δική του ψυχαναλυτική πρακτική, την τεχνική της ενεργητικής φαντασίας. Ουσιαστικά η διαδικασία της συνειδητοποίησης των εικόνων είναι το γενικό αποτέλεσμα της ερμηνείας των ονείρων, αλλά μπορεί να αγγίξει βαθύτερες όψεις του εαυτού, μέσω της ενεργητικής φαντασίας.
Η μέθοδος απαιτεί συνειδητή εμβάθυνση στο ασυνείδητο, παρατήρηση, απεικόνιση και στοχασμό επί των περιεχομένων του. Τα περιεχόμενα ζωγραφίζονται μορφοποιούνται ενίοτε χορεύονται, δραματοποιούνται ή καταγράφονται σε μια φανταστική σειρά, ως δράση ή διάλογος με εσωτερικές μορφές.
Η ενεργητική φαντασία ξεκινά τη θεραπεία μιας νεύρωσης χτίζοντας γέφυρες ανάμεσα στη συνείδηση και τα περιεχόμενα του ασυνείδητου. Οι εικόνες του ασυνείδητου είναι αυτοαπεικονίσεις διαδικασιών της ψυχικής ζωής, που μπορούν να απελευθερωθούν από την παράλυση και την παθητικότητα μέσω του δημιουργικού οραματισμού. Όλα τα παραπάνω βέβαια απαιτούν μια εξατομικευμένη μεταχείριση για κάθε διαφορετικό ασθενή. Φαίνεται πως ο Γιουνγκ δεν πίστευε σε γενικές μεθόδους θεραπείας, καθώς θεωρούσε ότι για κάθε άτομο αποδίδει μόνον η ατομική κατανόηση
Σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου "καλό θα ήταν όποιος επιθυμεί να γνωρίσει την ανθρώπινη ψυχή να αποχαιρετήσει τις μελέτες του και να περιπλανηθεί στον κόσμο με ανοικτή καρδιά. Στη φρίκη των φυλακών, στα ψυχιατρικά άσυλα και τα νοσοκομεία, στις σκοτεινές ταβέρνες των προαστίων, στα πορνεία και τα χαρτοπαικτικά καταγώγια, στα κοσμικά σαλόνια, στο χρηματιστήριο, στις σοσιαλιστικές συγκεντρώσεις, στις εκκλησίες, μέσα από την αγάπη και το μίσος, την εμπειρία των παθών κάθε μορφής στο δικό του σώμα, θα δρέψει πλουσιότερες σοδειές γνώσης από αυτές που μπορούν να του προσφέρουν τα βιβλία και θα γνωρίσει πώς να συμπεριφέρεται ως γιατρός στον ασθενή, με αληθινή γνώση της ανθρώπινης ψυχής".
Ταξίδια
Η επαφή με άλλους πολιτισμούς και τα μακροχρόνια ταξίδια άσκησαν σημαντική επιρροή στον Γιουνγκ. Τον Μάρτιο του 1920 συνοδεύοντας έναν φίλο του στην Τυνησία ταξίδεψε νότια προς το Σφαξ, στην όαση πόλη του Τοζέ. Εκεί αναζήτησε ασυνείδητα ένα κομμάτι της προσωπικότητάς του μη-ευρωπαϊκό και επηρεάστηκε από το άχρονο της ερήμου και την συναισθηματική ευθύτητα των Βορειοαφρικανών.
Τον Ιανουάριο του 1925 επισκέφθηκε μαζί με φίλους του τους Ινδιάνους του Νέου Μεξικού, τους Πουέμπλο ή "χτίστες των πόλεων". Εκεί φαίνεται πως τον συγκλόνισε η συνάντησή του με τον αρχηγό των Πουέμπλο του Ταός τον Αντόνιο Μιραμπάλ ή Οκιάι Μπιάνο (Ορεινή λίμνη), ο οποίος του έδειξε ένα άλλο πρόσωπο της εικόνας που παρουσιάζουν οι λευκοί για τους άλλους πολιτισμούς, το πρόσωπο του αρπακτικού. Τέτοια είναι η ενόραση που αποκόμισε ο Γιουνγκ από τούτη τη συνάντηση που επηρέασε βαθιά τον μεταγενέστερο τρόπο σκέψης του, όπως αφηγείται στο Αναμνήσεις Όνειρα Σκέψεις.
Την ίδια χρονιά ταξίδεψε στην Κένυα και την Ουγκάντα, με τελικό προορισμό τους πρόποδες του όρους Ελγκόν, όπου ήλθε σε επαφή με τους Μασάι και τη σημασία της λατρείας του ήλιου και της αέναης πρωινής του γέννησης για τους Αφρικανούς. Η εξερευνητική του αποστολή στην Αφρική συνεχίστηκε στην Κοιλάδα του Νείλου στην λίμνη Βικτώρια, το Σουδάν και το Χαρτούμ.
Το 1938 έλαβε πρόσκληση από την ινδική κυβέρνηση να παραστεί στο 25ο ιωβηλαίο του Ινδικού Επιστημονικού Συνεδρίου. Αν και στη συγκεκριμένη περίοδο η ενασχόλησή του με την αλχημική σκέψη και τις προσωπικές του αναζητήσεις ουσιαστικά τον εμπόδισε να αποτυπώσει βαθιά την αίσθηση του ινδικού πολιτισμού, εντούτοις κατανόησε τη σημαντική διαφορά ανάμεσα στην αντίληψη της πραγματικότητας των Ινδών και των Ευρωπαίων, που κατά την άποψή του είχαν περιορίσει ζωή στον θύλακα του κεφαλιού τους.
Πέθανε στο σπίτι του, στο Κύσναχτ, σε ηλικία 86 ετών. Ο θάνατός του, γλυκός, ήρεμος και ανώδυνος, έστεψε μία ζωή βυθισμένη στη μελέτη της ανθρώπινης φύσης, της φιλοσοφίας, των θρησκειών και των πολιτισμών. Μιλούσε πέντε γλώσσες και στο τέλος της ζωής του, καθότι πολυγραφότατος, άφησε πίσω του ένα τεράστιο συγγραφικό έργο, που αριθμούσε 300 τόμους, ενώ περίπου 100 άρθρα του είχαν δημοσιευτεί σε διάφορα έντυπα, προϊόν της δίψας του για μελέτη και μακράς εμπλοκής του στην κλινική παρατήρηση, ενώ παράλληλα άνοιξε νέους δρόμους παρατήρησης και έρευνας για την ανθρώπινη ψυχή.
Οι απόψεις του για όσους επιθυμούν να γνωρίσουν την ανθρώπινη ψυχή συνοψίζονται πιθανώς στα παρακάτω:
«Όποιος θέλει να γνωρίσει την ανθρώπινη ψυχή, να αποχαιρετήσει τις μελέτες του και να περιπλανηθεί στον κόσμο με ανοικτή καρδιά. Στη φρίκη των φυλακών, στα ψυχιατρικά άσυλα και τα νοσοκομεία, στις σκοτεινές ταβέρνες των προαστίων, στα πορνεία και τα χαρτοπαικτικά καταγώγια, στα κοσμικά σαλόνια, στο χρηματιστήριο, στις σοσιαλιστικές συγκεντρώσεις, στις εκκλησίες, μέσα από την αγάπη και το μίσος, την εμπειρία των παθών κάθε μορφής στο δικό του σώμα, θα δρέψει πλουσιότερες σοδειές γνώσης από αυτές που μπορούν να του προσφέρουν τα βιβλία και θα γνωρίσει πώς να συμπεριφέρεται ως γιατρός στον ασθενή, με αληθινή γνώση της ανθρώπινης ψυχής». (CW, 10, 177).
Κριτική
Οι δραστηριότητες και οι ιδέες του Κ. Γκ. Γιουνγκ υπέστησαν έντονη κριτική, ακόμη και από πρώην μαθητές του, όπως ο Μαξ Νολ. Την ίδια στιγμή, όμως, το ίδιο έντονη υπήρξε και η υπεράσπισή του από εκείνους που κατανόησαν τη φύση της σκέψης και της πρακτικής του. Παραμένει ωστόσο το γεγονός ότι δέχθηκε τα πυρά τόσο της επιστήμης όσο και της θρησκείας, δηλαδή των δύο όψεων που προσπάθησε να γεφυρώσει σε όλη τη διάρκεια της ζωής του.
Μία από τις βασικές κατηγορίες είναι ο υποθετικός αντισημιτισμός του και ο εκθειασμός του Αδόλφου Χίτλερ. Οι κατηγορίες αυτές προέρχονται κυρίως από την κοινότητα των μεταγιουγκιανών και κατόπιν από φροϋδικούς κύκλους μετά τη ρήξη του με τον Φρόιντ.
Ο ίδιος απαντά: «Πρέπει να είναι ήδη σαφές για οποιονδήποτε έχει διαβάσει οποιαδήποτε από τα βιβλία μου ότι δεν υπήρξα ποτέ υποστηρικτής των Ναζί και δεν υπήρξα ποτέ αντισημίτης. Επίσης καμία παρανόηση, μεταφραστικό λάθος, ή παρουσίαση αυτών που έχω γράψει δεν μπορεί να αλλάξει την αληθινή μου άποψη».
ΠΗΓΗ: http://el.wikipedia.org
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
αβαγνον