"Κυλίω κἀγὼ τὸν πίθον μου μὴ ἐν τοσούτοις ἐργαζομένοις ἐγὼ δοκῶ ὀκνείην".
του Σαράντου Καργάκου
Ὁ πρωθυπουργὸς καὶ οἱ παρατρεχάμενοί του ἐπὶ 4 μῆνες τώρα μοῦ θυμίζουν τὸν Διογένη, ὅταν βρισκόταν στὴν Κόρινθο. Εἶχε φθάσει ἡ πληροφορία ὅτι ὁ Φίλιππος ἐρχόταν ἀπειλητικὸς πρὸς τὸν Ἰσθμὸ μετὰ τὴ μάχη τῆς Χαιρωνείας. Οἱ Κορίνθιοι τέθηκαν ἐπὶ ποδὸς γιὰ νὰ τὸν ἀποκρούσουν.
Μπάλωναν τὰ τείχη, κουβαλοῦσαν πέτρες πάνω στὸ Κράνειον, τὴν ἀκρόπολη τῆς Κορίνθου, κουβαλοῦσαν σχοινιά, βέλη, ἀκόντια, τόξα καὶ καθετὶ ποὺ μποροῦσε νὰ χρησιμοποιηθεῖ σὰν πολεμικὸ ὑλικό. Ὁ Διογένης, βλέποντας ἕναν τέτοιο πολεμικὸ ὀργασμό, πῆρε κι αὐτὸς τὸ πιθάρι του καὶ τὸ κυλοῦσε πάνω – κάτω στὸ Κράνειο. Κι ὅταν κάποιος τὸν ρώτησε, τί κάνει, ὁ φιλόσοφος ἀποκρίθηκε:
– Κυλίω κἀγὼ τὸν πίθον μου μὴ ἐν τοσούτοις ἐργαζομένοις ἐγὼ δοκῶ ὀκνείην.
Δηλαδή, κυλῶ κι ἐγὼ πάνω – κάτω τὸ πιθάρι μου, γιὰ νὰ μὴ δίνω τὴν ἐντύπωση ὅτι ἀνάμεσα σὲ τόσους ἐργαζόμενους μόνον ἐγὼ τεμπελιάζω.
Ἀπὸ τότε δημιουργήθηκε ἡ φράση: «Κεκύλισται ὁ πίθος ἐν Κρανείῳ». Δηλαδή, σὲ δουλειὰ νὰ βρισκόμαστε ἢ ὅτι ματαιοπονοῦμε.
Σαράντος Καργάκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
αβαγνον