ΜΕΓΑΛΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΜΕ ΓΕΛΟΙΟΓΡΑΦΙΕΣ
που ακόμη και σήμερα είναι επίκαιρες ...
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1918 και απεβίωσε ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ το 1995. Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του έργου του είναι η γλώσσα του και τα επίτηδες ανορθόγραφα κείμενα. Η σάτιρά του στοχεύει κυρίως τον μικροαστό Έλληνα των μεταπολεμικών δεκαετιών, τον καθωσπρεπισμό, την ημιμάθεια και το νεοπλουτισμό, την ξενομανία, τις έντονες ταξικές αντιθέσεις της μεταπολεμικής Ελλάδας, καθώς και την ελληνική πολιτική ζωή. Ο Μποστ σατιρίζει ιδιαίτερα την εξάρτηση της Ελλάδας από τον ξένο παράγοντα, την εθνικοφροσύνη των δεξιών κομμάτων και το θεσμό της Βασιλείας, ωστόσο σε πολλά κείμενα διακωμωδεί και την παράταξη της Αριστεράς, στην οποία ανήκε.
Ο Χρύσανθος (Μέντης) Μποσταντζόγλου (1918 - 13 Δεκεμβρίου 1995), γνωστός περισσότερο με το ψευδώνυμο Μποστ, ήταν σκιτσογράφος και γελοιογράφος, θεατρικός συγγραφέας, στιχουργός και ζωγράφος. Γεννήθηκε το 1918 στην Κωνσταντινούπολη και πέθανε το 1995. Ήταν παντρεμένος με τη Μαρία Μποσταντζόγλου, το γένος Παπαγιαννακοπούλου. Οι δυο γιοί του Κώστας και Γιάννης είναι σήμερα διακεκριμένοι στον χώρο της γραφιστικής και την υποκριτικής αντίστοιχα. Το έργο του περιλαμβάνει πολιτικές γελοιογραφίες και χρονογραφήματα, εικονογραφήσεις βιβλίων και περιοδικών, δέκα θεατρικά έργα και πολλές ζωγραφικές συνθέσεις. Για ένα διάστημα δούλεψε στη διαφήμιση όπου οι έντυπες καταχωρίσεις του για τη RENAULT (Ντοφίν εστί φιλοσοφείν), Flow Coat/Dupont (βάφεν ζι γκουντ πιλοτ?) ακόμα και οι πιλότοι της Λουφτβάφε βάφουν με βαφές Φλόου Κοτ.), άφησαν κυριολεκτικά εποχή με την τόλμη και τη διαφορετικότητά τους.
Ι. Βιογραφικό
Από το 1920 έως το 1926 έζησε με την οικογένειά του στη Ρουμανία και στη συνέχεια στην Αθήνα. Μαθητής Γυμνασίου άρχισε τα σκίτσα και απέκτησε το ψευδώνυμο Μέντης. Το 1939 εισήχθη στη Σχολή Καλών Τεχνών, την οποία όμως παράτησε μετά από έξι μήνες. Κατά τη διάρκεια της Γερμανικής Κατοχής έγινε μέλος του ΕΑΜ (1942) και συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση.
Η καριέρα του ως σκιτσογράφου ξεκίνησε με εικονογραφήσεις περιοδικών και παιδικών βιβλίων. Το πρώτο προσωπικό του βιβλίο εκδόθηκε με δικά του έξοδα το 1945 και είχε τίτλο Ο Άγιος Φανούριος. Βοήθημα δια την κατανόησιν των Κινέζων κλασσικών..Γκα-τσου και Βου-Σβου-Νι. Το 1952 έπιασε δουλειά στην εφημερίδα Καθημερινή, την οποία τότε διηύθηνε η Ελένη Βλάχου, στην οποία αρχικά εργαζόταν ως ταμίας και βιβλιοθηκάριος. Το 1955 αρχίζει να εργάζεται στο περιοδικό Εικόνες ως εικονογράφος και χαρτογράφος. Στη συνέχεια απασχολείται ως σκιτσογράφος στο περιοδικό Ταχυδρόμος.
Το 1959 παρουσίασε στη στήλη του, η οποία είχε τίτλο Το μποστάνι του Μποστ, τους τρεις πλέον γνωστούς ήρωες του: Μαμά- Ελλάς, Πειναλέων και Ανεργίτσα. Τέλος στη συνεργασία του με την Ελένη Βλάχου δόθηκε λόγω του κειμένου Το επάγγελμα της μητρός μου (1961), για το οποίο κατηγορήθηκε ότι είχε ξεφύγει από τα όρια της ευπρέπειας. Από το 1960 έως το 1963 είχε τακτικό εβδομαδιαίο σκίτσο στην εφημερίδα Ελευθερία, ενώ από το 1963 έως το 1966 καθημερινό πολιτικό χρονογράφημα και κυριακάτικο σκίτσο στην εφημερίδα Αυγή. Το 1966 άνοιξε το δικό του κατάστημα δώρων με την επωνυμία "Λαϊκαί Εικόναι". Διακόσμησε πάνω από 27.000 είδη δώρων, με σκίτσα και ζωγραφιές, καθώς και ανορθόγραφες επιγραφές, στιχάκια και αφιερώσεις. Το 1973 δημοσίευσε αντιδικτατορικά σκίτσα και κείμενα στα περιοδικά Αντί και Ταχυδρόμος, συνεργασία που συνεχίστηκε και για τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης.
Προδικτατορικά συνεργάστηκε επίσης με τις εφημερίδες Ομάδα, Μακεδονία, Ανεξάρτητος Τύπος, Εμπρός και Μεσημβρινή και με τα περιοδικά Δρόμοι της Ειρήνης και Θεατής. Λόγω των πολιτικών γελοιογραφιών του υπέστη διώξεις και δέχτηκε επανειλημμένα μηνύσεις.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 και μετά, αφιερώθηκε στη ζωγραφική και το θέατρο. Τα σατιρικά θεατρικά του έργα είναι γραμμένα σε δεκαπεντασύλλαβο. Κατά διαστήματα ασχολήθηκε και πάλι με το σκίτσο και την πολιτική γελοιογραφία. Μετά τη μεταπολίτευση συνεργάστηκε επίσης με το περιοδικό Ταχυδρόμος, τον Θούριο, το Men's Look και τις εφημερίδες Πρωινή και Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία και Ριζοσπάστης. Πραγματοποίησε επίσης 16 προσωπικές εκθέσεις.
Έθεσε αρκετές φορές υποψηφιότητα ως βουλευτής κομμάτων της Αριστεράς (1964 με την ΕΔΑ, 1981 και 1985 με το ΚΚΕ), χωρίς ποτέ να εκλεγεί.
Πέθανε στις 13 Δεκεμβρίου του 1995.
ΙΙ. Χαρακτηριστικά του έργου του
Ο Μποστ θεωρείται ότι κατάφερε να δημιουργήσει ένα εντελώς προσωπικό και αναγνωρίσιμο σατιρικό ύφος ως σκιτσογράφος, κειμενογράφος, θεατρικός συγγραφέας, αλλά και ζωγράφος. Ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του έργου του είναι η γλώσσα του και τα επίτηδες ανορθόγραφα κείμενα. Όπως είχε δηλώσει ο ίδιος, γελοιοποιώντας την καθαρεύουσα πίστευε ότι ίσως μπορέσει να βοηθήσει στην ταχύτερη καθιέρωση της δημοτικής γλώσσας. Προκειμένου να σατιρίσει την καθαρεύουσα, ανακάτευε λόγιες εκφράσεις με λαϊκές και έγραφε εντελώς ανορθόγραφα, διεκτραγωδώντας τον ημιμαθή Έλληνα, που προσπαθούσε να χρησιμοποιήσει την καθαρεύουσα, καθώς εκείνη την εποχή η δημοτική θεωρούνταν "ύποπτη", κατά δήλωση του ιδίου του Μποστ. Συχνά με την παραφθορά των λέξεων ή την ανορθόγραφη απόδοση του ήχου της δημιουργούσε εσκεμμένα συνειρμούς, με άλλες έννοιες, τις οποίες διακωμωδεί. Επίσης συχνά, χρησιμοποιούσε μεταφορικές εκφράσεις με την κυριολεκτική τους έννοια.
Η σάτιρα του στοχεύει κυρίως τον μικροαστό Έλληνα των μεταπολεμικών δεκαετιών, τον καθωσπρεπισμό, την ημιμάθεια και το νεοπλουτισμό, την ξενομανία, τις έντονες ταξικές αντιθέσεις της μεταπολεμικής Ελλάδας, καθώς και την ελληνική πολιτική ζωή. Ο Μποστ σατιρίζει ιδιαίτερα την εξάρτηση της Ελλάδας από τον ξένο παράγοντα, την εθνικοφροσύνη των δεξιών κομμάτων και το θεσμό της Βασιλείας, ωστόσο σε πολλά κείμενα διακωμωδεί και την παράταξη της Αριστεράς, στην οποία ανήκε. Σε πολλά από τα κείμενα του γράφει σε πρώτο πρόσωπο ως αφηγητής, ο οποίος διηγείται κάποια εμπειρία του και σχολιάζει δήθεν με αφέλεια τα γεγονότα.
Οι τρεις πλέον χαρακτηριστικοί ήρωες των γελοιογραφιών του και προσωπικά του δημιουργήματα είναι η Μαμά Ελλάς με τα παιδιά της, τον Πειναλέοντα και την Ανεργίτσα. Η Μαμά Ελλάς παρουσιάζεται αρχαιοπρεπής, αλλά φτωχοντυμένη και εξαθλιωμένη, το ίδιο και τα δύο μικρά παιδιά, που σχολιάζουν την επικαιρότητα με ανορθόγραφα γραμμένους στίχους.
Ένα από τα χαρακτηριστικά όλου του φάσματος του έργου του (σκίτσα, κείμενα, ζωγραφικά και θεατρικά έργα) ήταν ο συμφυρμός διαφόρων φάσεων της ελληνικής ιστορίας, καθώς στο έργο του συνυπάρχουν ήρωες της αρχαιότητας, του Βυζαντίου, του 1821, του έπους του 1940 με τον Κωνσταντίνο Καραμανλή και τον Ωνάση.
Ως ζωγράφος ήταν αυτοδίδακτος και τα έργα του ήταν ιδιαίτερα επηρεασμένα από το ναΐφ ύφος της λαϊκής ζωγραφικής και κυρίως τον Θεόφιλο, αλλά και τις φιγούρες του Θεάτρου Σκιών, με στοιχεία υπερρεαλισμού. Τα ζωγραφικά του έργα παρουσιάζουν ήρωες της αρχαιότητας και της Επανάστασης του 1821 και ιστορικά ζευγάρια.
Στα θεατρικά του έργα χρησιμοποιούσε δεκαπεντασύλλαβο στίχο στο προσωπικό του ύφος συμφυρμού πομπωδών καθαρευουσιάνικων εκφράσεων, με ξένες και λαϊκές εκφράσεις, ενώ συχνά εμφάνιζε ιστορικά ή μυθικά πρόσωπα να αναφέρονται σε σύγχρονες καταστάσεις.
Σε περιόδους χιουμοριστικών αναζητήσεων ο Μποστ έγραψε και στίχους για τρία ελαφρολαϊκά τραγούδια, πού έγιναν επιτυχίες στις αρχές της δεκαετίας του '60. Αυτά είναι "Οι Νεκροθάφτες" (μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου, ερμηνεία Γιώργου Ζωγράφου) και τα "Η νήσος των Αζορών" και "Ρομβία" (μουσική Μίκη Θεοδωράκη, ερμηνεία Γρηγόρη Μπιθικώτση).
Έφτιαξε το εξώφυλλο του δίσκου "Το θαλασσινό τριφύλλι" σε μουσική Λίνου Κόκοτου και στίχους Οδυσσέα Ελύτη που κυκλοφόρησε το 1972.
ΙΙΙ. Κατάλογος λευκωμάτων και βιβλίων του Μποστ
- Σκίτσα του Μποστ (1959)
- Το λέφκομα μου (1960)
- Σκιτσα και κείμενα (Πρώτη επιλογή Δεκέμβριος 1961)
- Σκιτσα και κείμενα (Δεύτερη επιλογή Απρίλιος 1972)
- Αλληλογραφεια με τον Κοστα(Χρονογραφήματα από την Αυγή, Θεμέλιο, 1964)
- Το Ημερολογιο μιας χηρας. Δοκιμιον δια έργον "δύο εφχάριστων ορών" (1972)
- 18 Αντικειμενα ή Υπερ Δικτατορειας Λογος (1975)
- Σκίτσα 73-74 (1975)
- Καλειδοσκόπιο (Gutenberg, 1975)
- Σταυροφορίες (Γράμματα, 1992)
- Ο Αγιος Φανούριος. Βοήθημα δια την κατανόησιν των Κινέζων κλασσικών..Γκα-τσου και Βου-Σβου-Νι (1945)
- Κωνσταντίνος Παλαιολόγος (1953)
- Φαύστα (θεατρικό, 1962)
- Μήδεια (θεατρικό, 1993)
- Δον Κιχώτης (θεατρικό)
- Όμορφη Πόλη (θεατρικό)
- Μαρία Πενταγιώτισσα (θεατρικό, 1982)
- 40 χρόνια Μπόστ (θεατρικό)
- "Οι εκλογές του Μποστ"(θεατρική επιθεώρηση,1973)
- Ρωμαίος και Ιουλιέτα (θεατρικό)
************************
**********
Μαμά Ελλάς - Πειναλέων - Ανεργίτσα
Οι τρεις βασικοί χαρακτήρες στις γελοιογραφίες του Μποστ είναι η Μαμά Ελλάδα, ο Πειναλέων και η Ανεργίτσα. Η πρώτη είναι μια διαχρονική ηρωίδα που εμφανίζεται μετά την Επανάσταση του 1821 (και ως Ψωροκώσταινα). «Η δεκαετία του '50 γεννάει τον Πειναλέοντα. Οι Έλληνες μεταναστεύουν για το εξωτερικό. Η Ελλάδα ζητά συνέχεια δάνεια για να ορθοποδήσει και υπάρχει πείνα. Εγώ πρόλαβα να μας πηγαίνουν σε αποθήκες και να παίρνουμε ρούχα από την ΟΥΛΕΝ, που ήταν η αμερικανική βοήθεια. Υπήρχε κυριολεκτική εξαθλίωση τη δεκαετία του '50. Πέρα από την ανεργία, από την οποία βγήκε η Ανεργίτσα, υπήρχε και πείνα» θυμάται ο κ. Μποσταντζόγλου. Ο σκιτσογράφος Στάθης Σταυρόπουλος είδε σκίτσα του Μποστ πριν αρχίσει να σκιτσογραφεί. «Όταν έπεσα πάνω στον Μποστ κατάλαβα ότι υπάρχει και μια άλλη γελοιογραφία που έχει κάτι κυρίως δικό της, δεν είχε προηγούμενο και, απ' ό,τι φάνηκε, δεν απέκτησε και επόμενο. Η ιστορία του Μποστ είναι ένας θησαυρός. Τα έχει όλα. Καταρχάς, έχει μια τεράστια αγάπη για τους ανθρώπους. Στη συνέχεια, όσο μεγάλωνα, έβλεπα ότι η λαϊκή του φλέβα, που προερχόταν από τον Καραγκιόζη, ήταν ταυτόχρονα λόγια και προερχόταν από τον Κόντογλου. Συνδύαζε δύο πράγματα που είναι αντικρουόμενα στην ελληνική συνείδηση. Τη λογιοσύνη με τη λαϊκότητα. Ήταν και παραμένει ένα μαγικό ταξίδι. Στους περισσότερους γελοιογράφους, και ιδιαίτερα στον Μποστ, δεν μπορείς να καταλάβεις πού έχουν μεγαλύτερο ταλέντο: στο σκίτσο ή στο κείμενο. Στο Μποστ γίνεται ένα ιδεόγραμμα. Σμίγουν ο λόγος της εικόνας και ο λόγος του λόγου. Έχει κάτι καταπληκτικές λεπτομέρειες μέσα στο σκίτσο, που χωρίς αυτές ο λόγος δεν θα τονιζόταν τόσο. Από την άλλη πλευρά, η ικανότητα του Μποστ με τη γλώσσα είναι συγκλονιστικά λακωνική. Μπορεί να πει με δυο λόγια χίλια πράγματα. Επίσης αξιοπρόσεκτη είναι και η ικανότητά του να μιλάει με μεταφορές και παραβολές. Η συλλογή από σκλόγκαν αλλά και καλολογικά στοιχεία είναι σπουδαία. Τα δίνει όλα με μια σατιρική εκδοχή που τα κάνει πανάλαφρα. Ο Μποστ είναι ένας μεγάλος δραματικός. Μπορεί να κινείται ανάμεσα στα όρια της τραγωδίας και της σάτιρας με μεγάλη άνεση».
Ο Μπoστ σήμερα
«Η Μαμά Ελλάδα, η Ανεργίτσα και ο Πειναλέων δεν έπαψαν ποτέ να είναι διαχρονικοί, γιατί αποτυπώνουν μ' έναν τρόπο την ιστορία των Ελλήνων. Περιέχεται το μεγαλείο, αλλά είναι τραυματισμένο, η Ελπίδα, αλλά υπονομεύεται από το απρόοπτο, το διαρκές πένθος μιας ευγενικής καταγωγής», υποστηρίζει ο Στάθης Σταυρόπουλος. Ο Γιώργος Μποσταντζόγλου πιστεύει ακράδαντα πως ο πατέρας του θα ήταν δηλωμένος αντιμνημονιακός. «Εξάλλου, όσο πέρναγαν τα χρόνια γινόταν και πιο μαχητικός. Δεν πίστευε, όμως, ότι θ' αλλάξει κάτι. Δεν ήταν αιθεροβάμων. Απλώς προσπαθούσε να αλλάξει, όσο μπορούσε, το μυαλό των ανθρώπων. Μέσα από τη στράτευσή του, μέσα από τη λογική του και δίνοντας τα πικρά πράγματα, όπως δίνουμε το κινίνο, ζαχαρώνοντάς τα με χιούμορ». —Σταύρος Διοσκουρίδης, έντυπη LIFO No.334
Βλ. Fashionistas. |
Από το μπλογκ: Έλλη, να ένα μήλο
Με αφορμή την έκθεση των γελοιογραφιών του Μέντη Μποσταντζόγλου στο Μουσείο Μπενάκη.
Ο πάντα πολιτικά επίκαιρος Μποστ
ΠΗΓΗ: http://www.lifo.gr/
ΠΗΓΕΣ:
https://el.wikipedia.org/http://www.lifo.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
αβαγνον