Γιατί να φυλακιζόμαστε στα πρέπει των άλλων οι άνθρωποι, μου λες; Στο δικό μου κόσμο δε θα έχει περιορισμούς στα όνειρα, μήτε στην αγάπη ... Μα πάνω από όλα θα έχει δύναμη. Δύναμη να ακολουθήσει κανείς το δρόμο που ο ίδιος θα χαράξει κι όχι αυτόν που θα επιλέξουν γι’αυτόν.
Μια μέρα η ζωή μου θα μου ανήκει κι ο κόσμος δε θα με πνίγει.
Της Στεύης Τσούτση.
Πονώ.
Διπλώνομαι στο πάτωμα. Με σοκάρει η επαφή με το κρύο μάρμαρο μα δεν αντιδρώ. Σπαράζω εκεί χάμω. Δίχως δάκρυα, μόνο με άναρθρες κραυγές. Μόνο αυτές μου μένουν από τη στιγμή που μέσα μου στέρεψε κάθε τι άλλο.
Πονώ. Αθέατα και ιδιωτικά. Γιατί έτσι με μάθανε. Να είμαι πάντα μόνη σαν αφήνω την αδυναμία μου να ξεχυθεί παρά έξω. Πάντα μόνη, δίχως μάρτυρες, δίχως κριτές.
Εσύ ένιωσες ποτέ να μη σου ανήκει τίποτα; Ένιωσες μετέωρος στο κενό με τα χέρια δεμένα πίσω από την πλάτη σου;
Ένιωσες να μη σου ανήκει η ίδια σου η τύχη;
Αν ναι τότε ίσως και να μπορούσες να καταλάβεις τη θύελλα που έχει ξεσπάσει μέσα μου.
Κι όλα αυτά τα χρόνια της καταπίεσης, όλα αυτά τα πρέπει που επιβάλλουν υπακοή, όλα αυτά τα δήθεν που έγιναν ανάγκη, με τρελαίνουν.
Πάντα για τους άλλους και ποτέ για μένα. Η καλή κόρη, η συνεπής μαθήτρια, η σωστή φίλη, η συνεπής σύντροφος. Γεμάτη κανόνες η ζωή μου μετρούσε κάθε μου βήμα, κάθε λόγο, κάθε πράξη.
Δεμένη.
Φλερτάροντας με το κενό. Παγιδευμένη σε όνειρα που τα βάφτισαν δικά μου μα που δεν ήταν ποτέ.
Ποιος με ρώτησε ποτέ τι θέλω; Ποιος με κέρασε ποτέ μια ρακή και να κάτσει να με ακούσει; Να με μεθύσει για να μάθει την αλήθεια μου; Ποιος ενδιαφέρθηκε αληθινά;
Μόνο επιφάνεια. Πάντα επιφάνεια. Βιτρίνα.
Μια κούκλα ντυμένη όπως θελήσατε, με περιποιημένες μπούκλες και εντυπωσιακές βλεφαρίδες. Μια πορσελάνινη κούκλα με καλό φόρεμα κι ένα χαμόγελο στα χείλη.
Ζωγραφισμένο χαμόγελο όμως.
Κι αν κάποιος έψαχνε στο βάθος, θα έβλεπε τις χαρακιές στην πορσελάνη μου, θα διάβαζε τη φθορά στην ομορφιά μου. Το ψέμα στην τελειότητα που μου επέβαλλαν να δείχνω.
Γιατί να φυλακιζόμαστε στα πρέπει των άλλων οι άνθρωποι, μου λες;
Γιατί να πρέπει να αρνούμαστε τα θέλω μας για τους άλλους; Γιατί να πρέπει να μετρά τόσο πολύ η γνώμη τους;
Νιώθω τα σκοινιά στα χέρια και τα πόδια μου.
Τα νιώθω να με καθοδηγούν στο πως θα περπατήσω, το τι θα πιάσω και τι θα αφήσω. Μαριονέτα με έκαναν τελικά. Αλλά δε φταίνε αυτοί. Φταίω εγώ που τους αφήνω. Φταίω εγώ που αρνούμαι την καρδιά μου και δεν παίρνω τον έλεγχο.
Αλλά θα το κάνω. Σας το ορκίζομαι πως κάποια μέρα θα βρω τη δύναμη να απαρνηθώ τον πλαστό κόσμο που φτιάξατε, θα αρνηθώ τους “νόμους” σας και θα ζήσω όπως θέλω εγώ.
Στο δικό μου κόσμο δε θα έχει περιορισμούς στα όνειρα, μήτε στην αγάπη.
Στο δικό μου κόσμο δε θα έχει φτιαχτές βλεφαρίδες και αρυτίδωτα πρόσωπα. Θα έχει τσαλακωμένα μούτρα που δε φοβούνται να δείξουν τον πόνο και τη συντριβή τους. Θα έχει πασαλειμένα από τα δάκρυα μάτια και συναισθήματα που δε ντρέπονται να φανερωθούν.
Μα πάνω από όλα θα έχει δύναμη. Δύναμη να ακολουθήσει κανείς το δρόμο που ο ίδιος θα χαράξει κι όχι αυτόν που θα επιλέξουν γι’αυτόν.
Μια μέρα η ζωή μου θα μου ανήκει κι ο κόσμος δε θα με πνίγει.
Κι ελπίζω αυτή να μην αργήσει, γιατί δεν την παλεύω για πολύ ακόμη…
ΠΗΓΗ: http://www.anapnoes.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
αβαγνον