Ο πλοίαρχος Τόμας Κόχραν του HMS Speed, ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ το 1801, καταλαμβάνει την ισπανική φρεγάτα El Gamo.
Θεωρείται ένας από τους φιλέλληνες της Ελληνικής Επανάστασης του 1821. Διορίστηκε, από την εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, με διάταγμά της, αρχιναύαρχος του Ελληνικού στόλου στη θέση του ναυάρχου Ανδρέα Μιαούλη, καθώς του ζητήθηκε από τους Έλληνες να βοηθήσει στην εκστρατεία τους, λόγω της καλής του φήμης στα στρατιωτικά και ναυτικά ζητήματα.
Ο Τόμας Αλεξάντερ Κόχραν θεωρείται ένας από τους φιλέλληνες της ελληνικής επανάστασης του 1821. Η καταγωγή του ήταν από την Μεγάλη Βρετανία. Αποτέλεσε αρχηγό του ελληνικού στόλου στη θέση του Ανδρέα Μιαούλη, καθώς του ζητήθηκε από τους Έλληνες να βοηθήσει στην εκστρατεία τους, λόγω της καλής του φήμης στα στρατιωτικά και ναυτικά ζητήματα.
Ι. Βιογραφικά στοιχεία
Ο Τόμας-Αλεξάντερ Κόχραν (Thomas Alexander Cochrane) γεννήθηκε στο Annsfield της Μεγάλης Βρετανίας, κοντά στο Χάμιλτον, South Lanarkshire, Σκωτία το 1775 και απεβίωσε σε ηλικία 85 ετών το 1860. Ήταν 1ος Μαρκήσιος του Maranhão, Σκωτσέζος ναύτης, αξιωματικός του Βασιλικού Ναυτικού και ριζοσπάστης πολιτικός. Καθώς ήταν στρατιωτικός και ναύαρχος, τέθηκε επικεφαλής των ναυτικών δυνάμεων της Ελλάδας κατά την Επανάσταση του 1821. Ήταν ένας τολμηρός και επιτυχημένος καπετάνιος στους Ναπολεόντειους Πολέμους, οδηγώντας τους Γάλλους με το παρατσούκλι του Le Loup des Mers («Το Sea Wolf»). Απολύθηκε από το Βασιλικό Ναυτικό το 1814, μετά από την καταδίκη για απάτη στο χρηματιστήριο. Οργάνωσε και οδήγησε τις επαναστάσεις του πολεμικού ναυτικού της Χιλής, της Βραζιλίας και της Ελλάδας κατά τη διάρκεια των αντίστοιχων πολέμων της ανεξαρτησίας τους. Στο τέλος του πολέμου της Χιλής, ο Κόχραν συνέβαλε στην περουβιανή ανεξαρτησία. Το 1832, του δόθηκε ξανά η θέση, όπου ο Βασιλιάς τον επανέφερε στο Βασιλικό Ναυτικό με το βαθμό του μπλε υποναυάρχου. Πέθανε το 1860 με το βαθμό του ναυάρχου του Κόκκινου, και τον τιμητικό τίτλο του υποναυάρχου του Ηνωμένου Βασιλείου. Η ζωή του και τα κατορθώματά του ενέπνευσαν την ναυτική φαντασία μυθιστοριογράφων του 19ου και του 20ου αιώνα. Ο Κόχραν πέρασε τα νιάτα του στην Culross Fife, όπου η οικογένειά του είχε ένα κτήμα. Μέσα από την επιρροή του θείου του, Αλέξανδρου Κόχραν, ο ίδιος είχε εγγραφεί ως μέλος του πληρώματος στα βιβλία των τεσσάρων πλοίων του Βασιλικού Ναυτικού, η εγγραφή του σε αυτά άρχισε από όταν ήταν πέντε χρόνων. Αυτή η γνωστή και παράνομη τακτική, ήταν ένα μέσο για την αύξηση των ετών υπηρεσίας που απαιτείται για την προώθηση ένταξης στο Πολεμικό Ναυτικό. Ο πατέρας του , τον εξασφάλισε σε μια επιτροπή στο βρετανικό στρατό σε νεαρή ηλικία, αλλά ο Κόχραν προτίμησε το Πολεμικό Ναυτικό. Το 1793 κατατάχτηκε στο βρετανικό ναυτικό, αναδείχτηκε κυβερνήτης καταδρομικών πλοίων και έδρασε με επιτυχία στους Ναπολεόντειους Πολέμους. Το 1806 εκλέχτηκε αντιπρόσωπος στη Βουλή των Κοινοτήτων, αλλά λόγω της ανάμειξής του σε χρηματιστηριακή απάτη διαγράφτηκε από το ναυτικό και έχασε τη βουλευτική του ιδιότητα. Το 1807 εκλέχτηκε μέλος της Βουλής των Κοινοτήτων, ως ριζοσπάστης. Το 1818 ανέλαβε την αρχηγία του χιλιανού στόλου στους αγώνες του εναντίον των Ισπανών αποικιοκρατών. Το 1820 πέρασε στην υπηρεσία του Περού και το 1823 τέθηκε επικεφαλής του στόλου στη Βραζιλία. Η συμβολή του στους απελευθερωτικούς αγώνες των χωρών αυτών εδραίωσε τη φήμη του ως ικανού ναυάρχου. Το 1823 αναδιοργάνωσε το βραζιλιάνικο στόλο και πέτυχε το συμβιβασμό μεταξύ Βραζιλίας - Πορτογαλίας. Το 1825 υπέγραψε συμφωνητικό με την ελληνική επιτροπή που τότε διαπραγματευόταν στο Λονδίνο τη σύναψη δανείου για να αναλάβει την αρχηγία του ελληνικού στόλου.
ΙΙ. Η στρατιωτική και πολιτική του δράση πριν την επανάσταση
Ο Τόμας Κόχραν, το 1793, σε ηλικία 18 ετών διορίστηκε στο Βρετανικό Ναυτικό και σημείωσε πολλές επιτυχίες. Παράδειγμα αποτελεί η καταστολή της πειρατείας στη Μεσόγειο με την αιχμαλωσία πεντακοσίων πειρατών σε διάστημα 15 μηνών. Την περίοδο του πολέμου μεταξύ Βρετανίας και Γαλλίας, ωστόσο, φυλακίστηκε αλλά κατάφερε να διασωθεί και διορίστηκε πλοίαρχος, με αποτέλεσμα να αποκτήσει μεγάλη περιουσία από πειρατικές λείες. Το 1806, εξελέγη βουλευτής στο Χόνιτο και έπειτα στο Γουεστμίνστερ, φτάνοντας στο αποκορύφωμα της δόξας του μετά την αποκάλυψη καταχρήσεων που γίνονταν στο ναυτικό. Αποφάσισε να τα αποκαλύψει εκείνη την περίοδο λόγω του γεγονότος ότι το ναυαρχείο σταμάτησε να προμηθεύεται πίσσα και βερνίκι από τον ίδιο. Μάλιστα, εκείνα τα χρόνια, ο Τόμας είχε αρχίσει να ασχολείται με την εφεύρεση και επινόηση νέων τεχνικών μεθόδων, κύριως στον τομέα των ναυτιλιακών. Είχε πάρει την εφευρετικότητα από τον πατέρα του, ο οποίος είχε δική του βιοτεχνία και ασχολούνταν με την παραγωγή υποπροϊόντων του άνθρακος. Παράδειγμα του ταλέντου του στον τομέα αυτό ήταν το 1812, κατά τη διάρκεια του Κριμαϊκού πολέμου, η πρότασή του για επίθεση με έναν συνδυασμό βομβαρδιστικών, εκρηκτικών και εκτοξεύσεως χημικών αερίων πλοίων. Επιπλέον, το 1818 δημιούργησε σε συνεργασία με τον μηχανικό Marc Isambard μια πατέντα για την ενίσχυση της σήραγγας Blackwall, κάτω από τον ποταμό Τάμεση. Το 1809, ορίστηκε κυβερνήτης μιας φρεγάτας και, κατά τη διάρκεια σύγκρουσης με την Γαλλία, κατέστρεψε τέσσερα γαλλικά πλοία, στο λιμάνι του Εξ. Το 1814, όσο αποτελούσε μέλος του Αγγλικού Κοινοβουλίου, κατηγορήθηκε για συκοφαντία. Η κατηγορία του, όπως αναφέρεται στο βιβλίο του Ηλία Μεταξά «Βίος και Πολιτεία του Κόχραν», ήταν το γεγονός ότι ο ίδιος διέδωσε ψευδείς φήμες για τον θάνατο του Ναπολέοντα Βοναπάρτη με απότερο σκοπό την άνοδο των μετοχών του χρηματιστηρίου προκειμένου να πουλήσει χρεόγραφα που ο ίδιος είχε αγοράσει. Μάλιστα, εκείνη την περίοδο, είχε συμμετάσχει και σε ένα διαγωνισμό του Ναυτικού με θέμα την κατασκευή ενός προηγμένου φαναριού νηοπομπής, ώστε να μην χάνονται τα πλοία τη νύχτα, και, λόγω της χρηματιστηριακής του απάτης, οι οργανωτές απέρριψαν την προτασή του. Βέβαια, όταν ξανασυμμετείχε με άλλο όνομα κέρδισε στον διαγωνισμό και πήρε το βραβείο των 50 λιρών. Παρ’ όλα αυτά, η φήμη του στην Αγγλία είχε καταρρεύσει και αναγκάστηκε να εκπατριστεί. Το 1818, ωστόσο, κλήθηκε από τους Χιλιανούς, προκειμένου να οργανώσει τον στόλο τους εναντίον των Ισπανών, και διορίστηκε ναύαρχος, σημειώνοντας πολλές επιτυχίες. Την περίοδο αυτή, και πιο συγκεκριμένα το 1820, σχέδιασε το πρωτοποριακό πλοίο «Rising sun» ή «star» προορισμένο για τον στόλο το Χιλίων, το οποίο, όμως, κατέφθασε μετά την λήξη του πολέμου. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1823, λόγω της αγνωμοσύνης που κατά τη γνώμη του διακατείχε τους συμπολεμιστές του παραιτήθηκε. Το 1820 πέρασε στην υπηρεσία του Περού και, στη συνέχεια, κλήθηκε απο την Βραζιλία, προκειμένου να επιτελέσει ναύαρχος στο πόλεμο εναντίον της Πορτογαλίας. Μετά την λήξη των συγκρούσεων και την γνωστοποίηση των στρατιωτικών επιτυχιών του από τον ίδιο με στομφώδους ύφους ομιλίες, που εκφωνούσε, επέστρεψε στην Αγγλία, έχοντας πια ανακτήσει την καλή φήμη του.
ΙΙΙ. Χρηματηστηριακή απάτη
Η χρηματιστηριακή απάτη του Τόμας Κόχραν αποτελεί μια από τις χειρότερες σελίδες στην επιτυχή σταδιοδρομία του. Ο Τόμας, μαζί με τον θείο του Andrew Cochrane-Johnstone , ο οποίος ήταν Βουλευτής στην εκλογική περιφέρεια του Grampound, τον Richard Gathorne Butt, που ήταν κερδοσκόπος χρηματιστής, τον Charles Random de Berenger και τον John Peter Holloway είχαν αγοράσει, μια εβδομάδα πριν την αποκάλυψη της γνωστής απάτης τους, κρατικά χρεόγραφα‘’Omniun’’ αξίας 1.100.000 λίρων και μέσω των ψευδών φημών που έβγαλαν, είχαν ως σκοπό να ανεβούν οι μετοχές στο Χρηματιστήριο, ώστε να τα πουλήσουν σε μεγαλύτερη τιμή. Εκτός από το προφανές κέρδος που θα έβγαζαν από αυτό , ήθελαν να ξεχρεώσει και ο θείος του Κόχραν, ο οποίος ήταν καταχρεωμένος λόγω συνεχών αποτυχιών στο Χρηματιστήριο, έπειτα από τον διωγμό του από τον στρατό. Το συνωμοτικό τους σχέδιο, παρ’ όλα αυτά, ανακαλύφθηκε και τα κέρδη που έβγαλαν από την ‘’κομπίνα’’ τους δόθηκαν σε δωρεές από το Χρηματιστήριο. Πιο αναλυτικά, στις 21 Φεβρουαρίου του 1814, ξημερώματα Κυριακής, ο Random de Berenger κατέφθασε στο λιμάνι του Dover, παρουσιάζοντας τον εαυτό του ως τον αντισυνταγματάρχη Du Bourg, και άρχισε να διαδίδει την εξής φήμη : «Οι συμμαχικές δυνάμεις νίκησαν και εισήλθαν στο Παρίσι και σκότωσαν τον Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Επομένως, επίκειται άμεση ειρήνη με φιλοβασιλική Κυβέρνηση του Οίκου των Βourbons». Η επαλήθευση των γεγονότων αυτών ήταν αρκετά δύσκολη να πραγματοποιηθεί καθώς στην Μάγχη επικρατούσε ομίχλη, τα πλοία δεν μπορούσαν να ταξιδέψουν με αποτέλεσμα την αδυναμία επικοινωνίας μεταξύ των δύο ακτών. Εκμεταλλευόμενος την κατάσταση, ο de Berenger συνέχισε να διαδίδει τις ψευδείς φήμες του. Προκειμένου να ενημερωθεί και ο ανώτατος διοικητής της ναυτικής φρουράς «Deal», έστειλε γράμμα με το οποίο τον ενημέρωσε για τις υποτιθέμενες εξελίξεις. Έπειτα, αναχώρησε για το Λονδίνο με προορισμό την οικεία του Κόχραν, συνεχίζοντας να διαδίδει τα ‘’χαρμόσυνα νέα’’. Στις 22 Φεβρουαρίου του 1814, ημέρα Δευτέρα, λόγω των καλών νέων περί επικείμενης ειρήνης, επιτεύχθηκε άνοδος των τιμών στο Χρηματιστήριο, και ειδικότερα των χρεογράφων ‘’Omnium’’ που είχαν αγοράσει, τα οποία είχε εκδώσει η ασταθής Κυβέρνηση των Tories. Από 27,5 ανήλθαν σε 32 (κλίμακα χρηματιστηρίου), μέσα σε ένα απόγευμα. Το μεσημέρι της ίδιας ημέρας, κατέφθασε μια άμαξα με τρεις υποτιθέμενους ‘Γάλλους Βασιλόφρονες Αξιωματικούς’, οι όποιοι συνέβαλαν στην διάδοση της ψευδής φήμης. Στην πραγματικότητα, αυτοί ήταν οι Ralf Sandom, Alexander Macrae και Henry Lyte. Το απόγευμα εκείνης της ημέρας, η κυβέρνηση ισχυρίστηκε τα αντίθετα και απέστειλε έναν αγγελιαφόρο να το αναγγείλει επίσημα μέσα στο Χρηματιστήριο. Έτσι, οι τιμές επανήλθαν στα φυσιολογικά τους επίπεδα. Στην συνέχεια, οργανώθηκε μια Υπό-επιτροπή, προκειμένου να ερευνήσει την απάτη. Έτσι, διαπιστώθηκε ότι την στιγμή της ανόδου των τιμών στο Χρηματιστήριο οχτώ άνδρες είχαν πουλήσει υπέρογκα ποσά κρατικών χρεογράφων. Και αποδείχθηκε ότι αυτά τα άτομα διέδωσαν την ψευδή φήμη, καθώς το κίνητρο ήταν πειστικό. Στις 7 Μαρτίου του 1814 η Υπό-Επιτροπή του Χρηματιστηρίου προσέφερε αμοιβή 250 λιρών σε όποιον κατάφερε να βρει τον υποτιθέμενο "αντισυνταγματάρχη du Bourg" . Τελικά, ένας βαρκάρης βρήκε την κόκκινη στολή που φορούσε, όταν είχε μεταμφιεστεί σε Du Bourg και ο ράφτης Solomon, που του την είχε πουλήσει, τον αναγνώρισε. Στις 8/03/1814, ενώ προσπαθούσε να καταφύγει στο Ηνωμένο Βασίλειο, τον συνέλαβαν με μια άλλη κατηγορία καθώς δεν είχαν αρκετές αποδείξεις για τη χρηματιστηριακή απάτη του. Στις 8 Ιουνίου, έγινε το δικαστήριο και με τους οχτώ άνδρες παρευρισκόμενους. Οι ένορκοι τούς κατέστησαν ένοχους και οι δύο από τους οχτώ άνδρες κατάφεραν να καταφύγουν στο Ηνωμένο Βασίλειο. Παρά την απόφαση των ενόρκων περί ενοχής τους, υποστηρίζεται ότι ο πρόεδρος του δικαστηρίου Edward Law κράτησε ιδιαίτερα μεροληπτική στάση κατά τη διάρκεια της δίκης και επηρέασε σημαντικά την απόφαση των ενόρκων καθώς δεν τους έθετε απλώς τις ερωτήσεις αλλά τις απαντούσε κιόλας χωρίς να τους αφήνει το περιθώριο κρίνουν από μόνοι τους. Επιπλέον, στο δικαστήριο παραβρέθηκαν ο Νομικός Σύμβουλος του Ναυαρχείου, Ger-main Lavie, ως δικηγόρος του Χρηματιστηρίου, ο οποίος και ήταν αντίδικος του Κόχραν στο Ναυτοδικείο εναντίον του Gambier. Ο Κόχραν ισχυρίζονταν ότι οργανωτής αυτών των άδικων –ως προς αυτόν- διορισμών ήταν ο γραμματεύς του Ναυαρχείου John Wilson Crocker, ο οποίος ήταν παλιός εχθρός του, μέσα και έξω από το κοινοβούλιο. Ήταν, επομένως, λογικό οι δυο αυτοί άνδρες να επιθυμούν να καταστρέψουν την σταδιοδρομία του Κόχραν. Άδικο για αυτόν ήταν, επίσης, το γεγονός ότι οι μάρτυρες κατηγορίας, μερικοί από αυτούς δωροδοκημένοι, είχαν το προνόμιο από τον εισαγγελέα να καταθέσουν για μεγάλο χρονικό διάστημα, σε αντίθεση με τους μάρτυρες υπερασπίσεως, που δεν τους δίνονταν το ίδιο χρονικό περιθώριο. Τέλος, τα στοιχεία για την κατηγορία του ήταν επουσιώδη. Στηρίζονταν μόνο στην δοσοληψία των χρεογράφων και στην σχέση του Κόχραν με τους διαπιστωμένους συνωμότες. Αυτό που απασχόλησε για μεγάλο χρονικό διάστημα το δικαστήριο ήταν το χρώμα της στολής του De Berenger, την ημέρα που επισκέφθηκε την οικεία του Κόχραν. Ο ίδιος, καθώς και οι υπηρέτες της οικείας του Κόχραν, υποστήριξαν ότι φορούσε πράσινη στολή, αλλά ο αμαξάς (William Crane) , ο οποίος τον μετέφερε στην οικεία, ορκίστηκε ότι η στολή που φορούσε ήταν κόκκινη. Εν τέλει, την δεύτερη ημέρα της δίκης, ο Πρόεδρος υποστήριξε ότι ο De Berenger έλεγε ψέματα και ότι η στολή ήταν κόκκινη. Ο Κόχραν προσέλαβε την καλύτερη και πιο έμπειρη ομάδα υπερασπίσεως. Αυτή αποτελούνταν από τον Ηenry Peter Brougham, που αργότερα έγινε Πρόεδρος Εφετών και πολιτικός, William Draper Best, βαρόνο του Wynford, που αργότερα έγινε Αρχιδικαστής πολιτικών δικαστηρίων και πολιτικός και James Scarlett, βαρόνο του Abinger, που αργότερα έγινε Υπουργός Δικαιοσύνης. Παρ’ όλα αυτά, λόγω λαθών τακτικής, όπως το γεγονός ότι τον συμβούλευσαν να μην πηγαίνει στο δικαστήριο, πυροδότησε νέες αφορμές για κατηγορίες εις βάρος του, κρίνοντας τον, τελικά, ένοχο. Στις 20 Ιουνίου του 1814, το δικαστήριο εξέδωσε την ποινή τους, η οποία συνοψίζεται στο παρακάτω κείμενο: «Όλοι οι κατηγορούμενοι καταδικάστηκαν σε φυλάκιση 12 μηνών. Ο Κόχραν και ο BUTT σε πρόστιμο 1.000 λιρών. O Holloway σε πρόστιμο 500 λιρών. Επιπρόσθετα, ο Κόχραν, ο De Berenger και ο Butt να υποστούν την εξευτελιστική τιμωρία να σταθούν μία φορά και επί μία ώρα μόνον επάνω στο ικρίωμα του ‘Pillory’». Μετά, όμως, την υποστήριξη του Κόχραν από τον Βουλευτή Sir Francis Βurdett και την προθυμία του να επιτελέσει και αυτός την ποινή του ‘Pillory’ μαζί με τον Κόχραν, καθώς και από φόβο οχλαγωγικών εκδηλώσεων συμπάθειας προς τον αυτόν, το δικαστήριο απέσυρε την εξευτελιστική ποινή του ‘Pillory’, όχι μόνο για τον Κόχραν αλλά και για κάθε ένοχο που θα δικαζόταν.
Στις 5 Ιουλίου του 1814, παρά την παθιασμένη ομιλία του εκδιώχθηκε από την Βουλή με 144 ψήφους εναντίον και 44 υπέρ του και ακολούθησαν επαναληπτικές εκλογές με στόχο την αναπλήρωση της έδρας του, που κατείχε στην εκλογική περιφέρεια του Westminster. Με την υποστήριξη του λαού, παρ’ όλα αυτά, κατάφερε να ανακτήσει την θέση του στο κοινοβούλιο, στις 16 Ιουλίου.
Παρ’ όλα αυτά, δεν γλίτωσε την διαμονή του στην πολυτελής φυλακή ‘King’s Bench’. Μετά την παραμονή των εννιά μηνών του εκεί, λόγω της παρότρυνσης του φίλου του Cobbett, επιχείρησε να αποδράσει και τα κατάφερε. Δυο εβδομάδες μετά, εμφανίστηκε στο Κοινοβούλιο και συλλήφθηκε από την Αστυνομία, ξαναστάλθηκε στην φυλακή όπου και επιτέλεσε ολόκληρη την ποινή του. Εκεί, αρρώστησε παρουσιάζοντας συμπτώματα τύφου και αναγκάστηκε να πληρώσει το πρόστιμο των 1000 λιρών προκειμένου να βγει (3/07/1815). Όταν βγήκε, το μόνο που ήθελε ήταν να μπορέσει να αποδείξει την αθωότητά του. Τον Αύγουστο του1815, τον κάλεσαν να μεταβεί στην επαρχιακή πόλη Guildford, για να παρουσιαστεί ενώπιον του μεταβατικού ποινικού δικαστηρίου (Court of Assize), με την κατηγορία της αποδράσεως. Τον έστειλαν εκεί μακριά έτσι ώστε να αποφύγουν οχλοκρατικές διαδηλώσεις. Τελικά, αποφασίστηκε ότι η αρχική ποινή ήταν αρκετή και ο δικαστής του επέβαλε απλά ένα πρόστιμο 100 λιρών. Ο ίδιος αρνήθηκε να το πληρώσει αλλά οι ψηφοφόροι του κατάφεραν να μαζέψουν με έρανο το προαναφερόμενο ποσό. Το θέμα περί ενοχής ή αθωότητας του Τόμας Κόχραν απασχόλησε πολλούς νομικούς. Κατά τον 19ο αιώνα, τρεις Lord Chancellors, που σημαίνει είτε «Πρόεδροι Βουλής των Λόρδων» είτε «Πρόεδροι Εφετών», κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι βάση των διαθέσιμων αποδεικτικών στοιχείων, ο Κόχραν δεν έπρεπε να καταδικαστεί. Ο ίδιος, σε όλη την μετέπειτα ζωή του, έκανε προσπάθειες να αποδείξει την αθωότητα του και να αποκαταστήσει την τιμή και την φήμη του.
IV. Η ανάμειξή του σε δάνειο της Ελλάδας
Η κυβέρνηση της Ελλάδας αποφάσισε να συναφτούν δυο εσωτερικά δάνεια, το ένα για 5.000.000 τουρκικά πιάστρα, και το δεύτερο για 2.000.000 πιάστρα. Επειδή όμως κανείς δεν έδειξε προθυμία ούτε για το ένα ούτε για το άλλο, με διάταγμα της 4ης Μαρτίου 1822, το πρώτο, των πέντε εκατομμυρίων, κηρύχτηκε αναγκαστικό δάνειο και υποχρεώθηκαν να το καλύψουν ο κλήρος, οι έμποροι, όσοι είχαν ακίνητα και γενικά όλοι οι πλούσιοι. Αλλά όταν αποδείχτηκε ότι και το αναγκαστικό αυτό δάνειο δεν επαρκούσε για να καλυφτούν οι άμεσες ανάγκες, αποφασίστηκε στις 9 Μαρτίου 1822 να συναφτεί ένα εξωτερικό δάνειο από 1.000.000 ισπανικά τάληρα. Μόνον όμως ύστερα από δυο χρόνια, επί κυβερνήσεως Γεωργίου Κουντουριώτη και με τη μεσολάβηση του φίλου του Μαυροκορδάτου, οι διαπραγματεύσεις έφτασαν σ' ένα αποτέλεσμα. Πήγε στο Λονδίνο μια επιτροπή, από το γαμπρό του Κουντουριώτη, Ιωάννη Ορλάνδο, και δυο άλλους ανθρώπους του Μαυροκορδάτου, τον Ανδρέα Λουριώτη και τον Ιωάννη Ζαΐμη, και όταν αποτραβήχτηκε ο Ζαΐμης τον αντικατέστησε ο Σπανιολάκης. Μέσα σε πολύ μικρό διάστημα, η επιτροπή έκλεισε συμφωνία για δύο δάνεια, το ένα πίσω απ' τ' άλλο, το πρώτο με 59% και το δεύτερο με 55%. Εκτός του ότι τα δάνεια αυτά συνομολογήθηκαν με τόσο δυσμενείς όρους, καταβλήθηκαν επιπλέον πρωτάκουστα ποσά για προμήθειες. Από τα δάνεια αυτά, το κράτος βρέθηκε χρεωμένο με 2.400.000 λίρες στερλίνες, ενώ η Αμερική πήρε 700.000 ισπανικά πιάστρα για μια μοναδική φρεγάτα, για ένα ατμόπλοιο όπου ξοδεύτηκαν 150.000 λίρες στερλίνες ενώ 36.000 λίρες στερλίνες πήρε ο λόρδος Κόχραν.
Ανάγκη υπήρξε ακόμα να μοιραστούν δώρα σε φιλέλληνες να κρατηθούν οδοιπορικά, ναύλοι και να πληρωθούν εφημερίδες. Ο λόρδος Κόχραν προσλήφθηκε ναύαρχος των Ελλήνων με μισθό. Και μόνο η πρόσληψή του, επειδή είχε πολεμικές περγαμηνές στη Βραζιλία, έφτασε για να υψωθούν οι τιμές των ελληνικών χρεογράφων και να κερδοσκοπήσουν οι Ρίκορντ. Ο Κόχραν πήρε 37.000 λίρες και άφησε σ' ένα ναυπηγείο έξι βραδυκίνητα ατμόπλοια, που τα είχε παραγγείλει η Αιγυπτιακή κυβέρνηση και αρνήθηκε να τα παραλάβει εξ αιτίας της κακής κατασκευής τους. Οι τιμές που συμφωνήθηκαν ήταν 130.000 λίρες, με τον όρο να βρίσκονται στην Ελλάδα στα τέλη του 1825. Όμως ένα μόνο κατάφερε να καταπλεύσει, η «Καρτερία», το φθινόπωρο του 1826· άλλα δυο έφτασαν στα 1827 και τα τρία υπόλοιπα, διαλύθηκαν για παλιοσίδερα στα ναυπηγεία του Λονδίνου. Ο Κόχραν μόλις την άνοιξη του 1827 έφθασε στην Ελλάδα. Εκτός τούτου στάλθηκε στην Αμερική ένας Γάλλος στρατηγός του ιππικού ονομαζόμενος Παλεμάν, ο οποίος έλαβε εντολή, αφού πληρώθηκε, να παραγγείλει εκεί δυο φρεγάτες για λογαριασμό της Ελληνικής κυβερνήσεως. Αν και η τιμή τους ορίστηκε σε 160.000 λίρες, οι ληστρικοί οίκοι που ανέλαβαν την κατασκευή τους απαίτησαν τα διπλά κι έτσι άρχιζαν να ετοιμάζουν τα πλοία. Επειδή μάλιστα ο ένας οίκος κινδύνευε να χρεοκοπήσει οι αντιπρόσωποι Παλεμάν και Κοντόσταυλος ευχαριστήθηκαν παραλαβαίνοντας μόνο τη μία, που ονομάστηκε «Ελλάς» και κατέπλευσε στην Ελλάδα τέλη του 1826.
Αλλά ούτε και το υπόλοιπο των δανείων παραδόθηκε έγκαιρα και πρόθυμα στην Ελλάδα. Η πρώτη δόση του δανείου από 80.000 λίρες έμεινε στη Ζάκυνθο και δεν παραδινόταν στην Κυβέρνηση, γιατί ο Μπάϋρον, που απαιτούνταν η εντολή του, είχε πια πεθάνει, η κυβέρνηση παρενέβαλε προσκόμματα για την εξαγωγή του. Μόλις στα τέλη του 1824 στάλθηκε από το Λονδίνο η εντολή να παραδοθεί.
V. Οι εφευρέσεις του
Ο Τόμας Κόχραν υπήρξε υποστηρικτής των νέων τεχνολογικών μέσων και μεθόδων. Ως απόρροια αυτού, ο ίδιος αποφάσισε να εφεύρει πολλά από αυτά. Το κίνητρο για την επινόηση αυτών δόθηκε από τον πατέρα του, ο οποίος κατείχε μία βιοτεχνία που πραγματοποιούσε έρευνες και παραγωγή διαφόρων υποπροϊόντων του άνθρακος και προμήθευε πίσσα και βερνίκι στο Ναυτικό μέχρι που η αγορά του σταμάτησε. Έτσι, η πλειονότητα των ιδεών του Κόχραν αφορούσαν τη ναυτιλία. Εκείνη την εποχή, στις νηοπομπές τα προπορευόμενα καράβια χρησιμοποιούσαν φανάρια με σκοπό την ακολουθία τους από τους επόμενους. Το 1805 ο Κόχραν έλαβε μέρος σε ένα διαγωνισμό του Ναυτικού για την κατασκευή ενός εξειδικευμένου και προηγμένου φαναριού με στόχο την αποφυγή του διασκορπισμού των πλοίων κατά τις νυχτερινές ώρες. Έστειλε την επιστολή με όλα τα απαραίτητα χαρακτηριστικά στοιχεία, όμως καθώς είχε προηγηθεί μία απάτη στο Χρηματιστήριο της οποίας υπεύθυνος ήταν ο Κόχραν, η αίτησή του απορρίφθηκε. Λίγες μέρες μετά ξανά έστειλε την επιστολή του, αλλάζοντας το όνομα, και τελικά κέρδισε τον διαγωνισμό και το βραβείο των 50 λιρών.
Το 1812 πρότεινε να επιτίθενται σε λιμένες οχυρωμένους και μη με συνδυασμό βομβαρδιστικών, εκρηκτικών πλοίων και εκτοξεύσεων χημικών αερίων. Μετά το νυχτερινό βομβαρδισμό και έκρηξη του λιμένος θα ακολουθούσε η απόβαση των στρατευμάτων. Παρά τη συνεχή προώθηση των ιδεών του από τον ίδιο, το Ναυαρχείο αρνούνταν να τις υλοποιήσει. Ταυτοχρόνως, μία άλλη από τις ιδέες του ήταν το προπέτασμα καπνού, το οποίο και διατηρήθηκε κρυφό μέχρι το 1914. Το 1818 μαζί με τον μηχανικό Marc Isambard Brunel ανέλαβαν την ενίσχυση της σήραγγος στο Blackwall κάτω από τον ποταμό Τάμεση. Το 1820 έφτασε στη Χιλή το πρωτοποριακό πλοίο Rising Star ή Sun, το οποίο είχε κατασκευασθεί υπό τις οδηγίες του Κόχραν. Διέθετε πλήρη ιστιοφορία, 2 μηχανές 45 ιππών, 2 τσιμινιέρες και ανασυρρόμενο εσωτερικό τροχό.
Κατά τη δεκαετία του 1830 ο Κόχραν πειραματιζόταν με την περιστροφική μηχανή και την έλικα. Το 1851 έλαβε την πατέντα ατμοπλοίων με κάυσιμο την άσφαλτο, για την οποία βελτίωσή τους δαπάνησε περίπου 15.000 λίρες. Παρά τις επιτυχίες του με το πλοίο "Καρτερία" ο Υπουργός Ναυτικών δεν ενέκρινε τη διάδοση της ιδέας του Κόχραν. Ένα άλλο σχέδιο πάνω στο οποίο δούλευε ο Κόχραν και αναζητούσε πελάτες ήταν το Mosquito Fleet, το οποίο συνδύαζε μία πρώιμη μορφή των μελλοντικών ταχέων τορπιροβόλων και κανονιοφόρων.
Στον Κριμαϊκό Πόλεμο (1854-1856) το Ναυαρχείο Το 1857 έγινε επίτιμο μέλος στο Ίδρυμα Μηχανικών και Ναυπηγών της Σκωτίας. Συνέχισε με τη γραφή μελετών και χάραξη σχεδίων τα οποία δεν κατείχαν απαραίτητα ναυτικό ή στρατιωτικό χαρακτήρα. Μερικά παραδείγματα αυτών αποτελούν οι ιδέες του για πολιτικές εφαρμογές όπως ο φωτισμός των δρόμων και η εγκατάσταση σωληνώσεων μεταφοράς υγρών.
Μερικές από τις ιδέες του υλοποιήθηκαν από κάποιους άλλους ακόμη και δεκαετίες μετά τον θάνατό του. Ένα γνωστό σε όλους παράδειγμα είναι η χρήση πεπιεσμένου αέρος, τα σημερινά κομπρεσέρ, η οποία και χρησιμοποιήθηκε για τη διάνοιξη της σήραγγος κάτω από τον ποταμό Hudson στη Νέα Υόρκη.
VI. Ο γάμος και τα παιδιά του
Το 1812, παντρεύτηκε την Katherine Cochrane Frances Corbet Barnes, μια ορφανή κοπέλα, η οποία ήταν περίπου είκοσι χρόνια νεότερή του.Ο Κόχραν νυμφεύθηκε με πολιτικό γάμο, λόγω διαφωνιών που εξέφρασε ο θείος του Τόμας Κόχραν. Εξαιτίας της καταγωγής της κοπέλας, ο πλούσιος θείος του, Βασίλειος, αποκλήρωσε τον ανιψιό του λόγω της απόφασής του να παντρευτεί κοπέλα τέτοιας καταγωγής.Η Katherine αποκαλούνταν από τον Κόχραν, συχνά, «Kate», «Kitty» ή «ποντικάκι» σε επιστολές του προς αυτή. Ο Cochrane και η Katharine ξαναπαντρεύτηκαν σε Αγγλικανική Εκκλησία το 1818, και στην Εκκλησία της Σκωτίας το 1825. Απέκτησαν έξι παιδιά :
Thomas Burns Cochrane, 11ος Κόμης του Dundonald
William Horatio Bernardo Cochrane, αξιωματικός, 92η Gordon Highlanders
Elizabeth Katharine Cochrane, πέθανε στα πρώτα της γενέθλια
Katherine Elizabeth Cochrane
Sir Arthur Oklant Leopold Pedro Cochrane KCB (Διοικητής του HMS Νίγηρα )
Captain Ernest Gray Lambton Cochrane RN ( υψηλός σερίφης Donegal )
VII. Ο διορισμός του ως αρχηγού του ελληνικού στόλου
Ο Τόμας Κόχραν διορίζεται, από την εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, με διάταγμά της την 3η Απριλίου, αρχιναύαρχος του ελληνικού στόλου στη θέση του ναυάρχου Ανδρέα Μιαούλη. Αρχιστράτηγος, για τον στρατό της ξηράς, ορίζεται ο Άγγλος στρατηγός Ρίτσαρντ Τσάρλς στη θέση του Καραϊσκάκη. Η τετραρχία έπεισε την ελληνική αντιπροσωπεία να υπογράψει συμβόλαιο με τον Κόχραν, σύμφωνα με το οποίο θα εισέπραττε αμοιβή 57.000 λιρών.Ο Κόχραν δέχτηκε την πρόσκληση από την Ελλάδα για την ανάληψη της διοίκησης των θαλάσσιων δυνάμεών της, αποβλέποντας σε μια επικερδή σταδιοδρομία. Έτσι διορίστηκε ναύαρχος όλου του ξένου επικουρικού στόλου. (ο όρος επικουρικός αποδόθηκε για διπλωματικούς λόγους, καθώς ο στόλος περιλάμβανε ατμοκίνητα πλοία τα οποία ναυπηγούνταν στην Αγγλία.)
Το 1827 ο Κόχραν κατέπλευσε στον Πόρο, όπου έγινε δεκτός με ενθουσιασμό. Αφού ορκίστηκε, ανέλαβε τα καθήκοντα του στολάρχου, αλλά τελικά δεν μπόρεσε να σημειώσει αξιόλογες επιτυχίες κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ελλάδα.
Η συμπεριφορά του, εξάλλου, προς την ελληνική κυβέρνηση υπήρξε ανάρμοστη και αλαζονική, αφού δεν συμμορφωνόταν με τις διαταγές της και δε λάμβανε υπόψη του τη γνώμη των άλλων ναυάρχων. Επιπλέον, έφυγε τελείως απρόοπτα από την Ελλάδα τον Δεκέμβριο του 1827 και επέστρεψε έπειτα από έξι μήνες, προκειμένου να τακτοποιήσει τις οικονομικές υποθέσεις του.
Για τους δύο Άγγλους στρατιωτικούς γράφει ο Λάμπρος Κουτσονίκας: Οι δύο ούτοι διορισθέντες αρχηγοί επί των κατά ξηράν και θάλασσαν ελληνικών δυνάμεων, αντί να επιφέρουν όφελος, έφεραν βλάβην, μάλιστα ο του στόλου (εννοεί τον Κόχραν) έγινεν αίτιος της φθοράς τόσου στρατού και τόσων αρχηγών, ώστε τοσούτοι δεν εχάθησαν εν όλη την επαναστάσει…
Ο Καραϊσκάκης μετά των Ελλήνων ήξευρε να πολεμή τους εχθρούς. Αυτός εδείχθη παντού νικητής, αλλ’ ατυχώς την εξουσία αυτού την ανέθεσαν εις άλλον, και απ’ αυτόν πάλιν την εσφετερίσθη θαλάσσιον άπειρος των μαχών των Οθωμανών, και ούτως απωλέσθησαν τόσοι άριστοι αρχηγοί της Ελλάδος, το άνθος του στρατού, και η Ακρόπολις αυτή.
VIII. Η δράση του στην ελληνική επανάσταση
Μετά το σπάσιμο των αλυσίδων της τουρκικής σκλαβιάς και τη διαμόρφωση των κομμάτων, αποφασίστηκε από τους αρχηγούς των κομμάτων (γαλλικό, αγγλικό, ρωσικό), μετά από οξύτατες αντιπαραθέσεις να συνεδριάσει η Εθνοσυνέλευση στο χωριό Δαμαλά της Τροιζήνας (Γ' Εθνοσυνέλευση ή Γ' Εθνοσυνέλευση Τροιζήνας 19 Μαρτίου- 5 Μαΐου 1827). Μία από τις πρώτες πράξεις της νέας συνέλευσης υπήρξε η ανάθεση της αρχιναυαρχίας στο λόρδο Κόχραν. Ο Μιαούλης του παρέδωσε τη φρεγάτα «Ελλάδα» και πρώτος τάχθηκε υπό τις διαταγές του Άγγλου ναυάρχου.
Στις 15 Απριλίου διορίστηκε αρχιστράτηγος ο Τσωρτς, αλλά ο Κολοκοτρώνης δεν υποτάχθηκε με την ίδια προθυμία του Μιαούλη. Στο μεταξύ, είχαν ανατείλει ταραχώδεις ημέρες, γιατί πρόβαλε στη μέση το ζήτημα της εκλογής του Κυβερνήτη και ο φατριασμός αναρριπίστηκε. Μόλις ακούστηκε το όνομα του Καποδίστρια , οι Υδραίοι πρώτοι σηκώθηκαν και εγκατέλειψαν το χώρο των συνεδριάσεων. Ωστόσο, χάρη στις ενέργειες του Κολοκοτρώνη, τόσο ο Άγγλος ναύαρχος Χάμιλτον, όσο και οι Κόχραν και Τσωρτς εκφράστηκαν υπέρ της εκλογής του Καποδίστρια. Έτσι, στις 11 Απριλίου 1827 η Εθνοσυνέλευση εξέλεξε τον Καποδίστρια αρχηγό της εκτελεστικής εξουσίας (Κυβερνήτης) για επτά χρόνια.
Μία από τις πρώτες του ενέργειες μετά την ανάληψη της αρχηγίας του ελληνικού στόλου ήταν να συγκροτήσει εκστρατεία στην Αίγυπτο, για να καταστρέψει τον στόλο του Μοχάμετ Άλι. Πίστευε ότι, αν το επιτύγχανε, θα δημιουργούσε δυσεπίλυτα προβλήματα στον Ιμπραήμ, που είχε την πρωτοβουλία των κινήσεων στην Πελοπόννησο. Η αφορμή δόθηκε από μια ανώνυμη επιστολή, γραμμένη στα ιταλικά, που έφθασε στην Ύδρα από την Αλεξάνδρεια και προειδοποιούσε ότι στα τέλη Μαΐου τουρκικά και αιγυπτιακά πλοία θα ένωναν τις δυνάμεις τους, για να καταλάβουν την Ύδρα. Ο ανώνυμος επιστολογράφος καλούσε τους Έλληνες να μην πτοηθούν, αλλά να δράσουν άμεσα, γιατί ο αιγυπτιακός στόλος παρουσίαζε σοβαρά προβλήματα. Ήταν η ευκαιρία που ζητούσε ο παρορμητικός Κόχραν για μια εντυπωσιακή επιχείρηση, που θα αναστήλωνε το γόητρό του μετά τις καταστροφικές για τους Έλληνες μάχες του Φαλήρου (23 Απριλίου 1827) και Αναλάτου (24 Απριλίου 1827).
Οι πρώτες του ενέργειες μετά την εκλογή του
Αρχικά ασχολήθηκε εντατικά με το στόλο του. Θέλησε να επέμβει στην κατασκευή των πλοίων , εφαρμόζοντας σε αυτά ένα νέο σύστημα μηχανών που είχε εφεύρει ο ίδιος. Κάτι τέτοιο, όμως, προϋπέθετε τροποποιήσεις στα ήδη ημιτελή σκάφη τα οποία, όπως αποδείχτηκε από το αποτέλεσμα, δεν έγιναν καθόλου ή δεν έγιναν όπως έπρεπε. Συνολικά δαπανήθηκαν 160.000 λίρες για έξι πλοία (μαζί με την αμοιβή του Κόχραν), από τα οποία μόνο το ένα πρόλαβε να πολεμήσει .
Η πολιορκία της Ακρόπολης
Το ενδιαφέρον της νέας κυβέρνησης απορρόφησε η δοκιμαζόμενη Αττική. Η νικηφόρα έκβαση των τελευταίων μαχών του Καραϊσκάκη είχε εμπνεύσει εμπιστοσύνη δημιουργώντας ελπίδες για την απελευθέρωση της Ακρόπολης. Η συνέλευση διακήρυξε ότι το αδιαίρετο ελληνικό κράτος επρόκειτο να αποτελέσουν όλες οι επαρχίες που σήκωσαν τα όπλα. Ο Κόχραν και ο Τσωρτς πρότειναν αμέσως μεγάλη εκστρατεία για τη λύση της πολιορκίας της Ακρόπολης. Ο Κόχραν έβγαλε προκήρυξη που διαβεβαίωνε ότι ο πόλεμος θα μεταφερόταν γρήγορα σε τουρκικό έδαφος και ότι η σημαία του σταυρού θα κυμάτιζε και πάλι στην Αγία Σοφία. Έτσι, έχοντας πεποίθηση στα λόγια του Κόχραν, άρχισαν από παντού να μαζεύονται οι εθελοντές (Μέχρι τα τέλη Απριλίου ο ελληνικός στρατός στην Αττική είχε φτάσει τους 10000 άνδρες.) Ωστόσο, μεγάλη έριδα είχε ξεσπάσει ανάμεσα στους Έλληνες αρχηγούς και στους δύο ανώτατους φιλέλληνες ως προς το σχέδιο της εκστρατείας. Ο Καραϊσκάκης είχε τη γνώμη ότι έπρεπε να παρατήσουν τα σχέδια περί λύσης της πολιορκίας της Ακρόπολης και να δράσουν στα νώτα του Κιουταχή από τις Θερμοπύλες ή τον Ωρωπό, ώστε να αποκόψουν τις γραμμές ανεφοδιασμού και να τους αναγκάσουν σε λιμοκτονία (σκόπευε να περικυκλώσει τον εχθρό με ταμπούρια και επιδρομές , διότι γνωρίζοντας ότι το έδαφος από την παραλία ως την Ακρόπολη ήταν άδενδρο και ομαλό, είχε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι μια βιαστική ενέργεια θα άφηνε το στράτευμα εκτεθειμένο στο τουρκικό πυροβολικό και ιππικό, για πάνω από οχτώ χιλιόμετρα και μια πανωλεθρία τέτοιου μεγέθους θα ήταν το τέλος της Ακρόπολης, αλλά και της επανάστασης στη Στερεά Ελλάδα.) Ο Άγγλος αρχιστράτηγος όμως ζητούσε κατά μέτωπο επίθεση και επέμενε απειλώντας με αποχώρηση από την Ελλάδα, οπότε ο Καραϊσκάκης δέχθηκε, τελικά, η κίνηση του στρατεύματος από την παραλία προς την πεδιάδα των Ελαιώνων και το λόφο των Μουσών να γίνει το βράδυ μεταξύ 23 και 24 Απριλίου.
Ο Καραϊσκάκης πληγώθηκε θανάσιμα σε μια τυχαία αψιμαχία με ένα απόσπασμα τουρκικού ιππικού την 21 Απριλίου και πέθανε δύο μέρες αργότερα. Σύμφωνα με μαρτυρίες, είχε βγει με το επιτελείο του για να κάνουν αναγνώριση του εδάφους πριν τη μεγάλη επίθεση.
Όπως είχε προβλέψει, ο Καραϊσκάκης, τα ελληνικά στρατεύματα, ακάλυπτα στο ανοιχτό πεδίο, υπέστησαν βαριές απώλειες πριν καν αποκτήσουν επαφή με τις οχυρώσεις της Ακρόπολης. Το σχέδιο των Κόχραν-Τσωρτς οδήγησε σε μια από τις μεγαλύτερες ήττες της ελληνικής επανάστασης. Αποτέλεσμα της ήττας στη μάχη του Ανάλατου-Φαλήρου ήταν η εκκένωση της Αττικής από τα επαναστατικά στρατεύματα και η τελική παράδοση της Ακρόπολης, παρά τη 10μηνη άμυνα και τις τόσες απώλειες πολεμιστών.
Η εκστρατεία στο Φάληρο
Μετά το θάνατο του Καραϊσκάκη που έφερε γενικό πένθος στο στρατό, ο Κόχραν κάλεσε συμβούλιο (5 Μαΐου) με τους παρευρίσκοντες να μην επιθυμούν την επίθεση. Ο Κόχραν θύμωσε και απείλησε ότι θα έφευγε με το στόλο, αν δεν αποτολμούσαν την επίθεση και έτσι η επιχείρηση ορίστηκε τελικά στις 6 Μαΐου. Το βράδυ της 5ης Μαΐου άρχισε η επιβίβαση στο Φάληρο των σωμάτων των Νοταρά, Μακρυγιάννη και Βάσου, ενώ ο Τζάβελλας θα βάδιζε από τον ελαιώνα στην Αθήνα. Σύμφωνα με τον ιστορικό Καρλ Μέντελσον –Μπαρτόλντι, «οι δύο άγγλοι αρχηγοί λησμονώντας τα ηχηρά λόγια τους, έμειναν στα καράβια και δεν ντράπηκαν να αφήσουν στην τύχη τους τους αποβιβασθέντες.»
Περί την ανατολή του ηλίου, το σώμα της προφυλακής των Ελλήνων είχε φτάσει μπροστά στο λόφο του Μουσείου, ενώ οι γραμμές του έφτασαν ως το Φάληρο σε έκταση 8 χιλιομέτρων. Ο Καρλ Μέντελσον –Μπαρτόλντι αναφέρει χαρακτηριστικά : «Ο Κιουταχής, που δεν μπορούσε στην αρχή να πιστέψει τη βλακεία του σχεδίου των άγγλων Κόχραν και Τσωρτς, δεν άφησε ανεκμετάλλευτη την περίσταση και όρμησε εναντίον των ελληνικών προφυλακών ανάμεσα στο λόφο Μουσείου και το ναό του Ολυμπίου Διός.» Φοβερή καταστροφή επακολούθησε και οι έλληνες τράπηκαν σε φυγή διωκόμενοι από το εχθρικό ιππικό. Ο Κόχραν και ο Τσωρτς μόλις πρόλαβαν να πηδήξουν στις βάρκες, ενώ το πλήθος του στρατού συνωθούνταν στην παραλία και μόλις μετά βίας κατορθώθηκε, με την προστασία των πυροβόλων, να το επιβιβάσουν στα πλοία. Η ήττα αυτή ήταν από τις πιο αιματηρές απ’ όσες υπέστησαν οι έλληνες κατά τη διάρκεια του αγώνα, δεδομένου ότι χάθηκαν 1500 μαχητές, μεταξύ αυτών οι Νοταράς, Βέικος, Τζαβέλλας, Φωτομάρας και Ιγγλέσης.
Η εκστρατεία στην Αλεξάνδρεια
Ενώ ο πόλεμος του Κολοκοτρώνη μαινόταν στο Μοριά, ο Κόχραν θέλησε να εξαλείψει την αποτυχία του στην Αττική μ’ ένα τολμηρό κατόρθωμα, σύμφωνα με τον Καρλ Μέντελσον –Μπαρτόλντι. Αποφάσισε λοιπόν να πλεύσει στην Αλεξάνδρεια και να χτυπήσει το ναύσταθμο του Μεχμέτ Αλή. Συγκέντρωσε 22 πλοία και 8 πυρπολικά και με ναυαρχίδα την «Ελλάδα» ανοίχτηκε στις 10 Ιουνίου. Το βράδυ της 16ης έφτασε στην Αλεξάνδρεια και ύψωσε την αυστριακή σημαία για να ξεγελάσει τη φρουρά της βάσης. Στην αρχή το στράτευμα πέτυχε, αλλά μόλις μπήκε πια στο λιμάνι και είδε ότι δεν τον ακολουθούσαν τα υπόλοιπα ελληνικά πλοία, δείλιασε και ανέκρουσε πρύμαν για τον Πόρο, καταδιωκόμενος από τον αιγυπτιακό στόλο. Ύστερα από την αποτυχία του αυτή, ο Κόχραν έχασε, σύμφωνα με τον ιστορικό, «και το τελευταίο ίχνος υπόληψης και οι βραζιλιανές του δάφνες φυλλορρόησαν εντελώς.
Η εκστρατεία για τον ξεσηκωμό της Δ.Ελλάδας και την ανακατάληψη του Μεσολογγίου που εμποδίστηκε
Στο Φθινόπωρο της επανάστασης άρχισαν να αναθάλλουν οι ιδέες που βλάστησαν κατά την άνοιξη της. Οι Έλληνες θέλησαν να επεκταθούν σε μεγαλύτερο μέρος της χώρας, με αποτέλεσμα να ξεκινήσουν διάφορες εκστρατείες για το σκοπό αυτό. Ο Κόχραν ξεκίνησε με 23 πλοία για την πραγμάτωση της εκστρατείας που αφορούσε τον ξεσηκωμό της Δ. Ελλάδας και την ανακατάληψη του Μεσολογγίου, αλλά ο Κόδριγκτον τον εμπόδισε. Έτσι αφού κανονιοβόλησε το Βασιλάδι, ο Άγγλος ναύαρχος επέστρεψε στη Σύρο .
Τελικός απολογισμός των μαχών που έλαβε μέρος ο Κόχραν
Τελικός απολογισμός της δεκάμηνης παραμονής του στην Ελλάδα: Εκτός από το μισθό του, τις τριάντα επτά χιλιάδες λίρες που του δόθηκαν, άφησε πίσω του πάνω από 3.000 νεκρούς, τραυματίες και αιχμαλώτους, ανυπολόγιστες υλικές ζημίες, στάχτη και αίμα. «Απ' αυτόν περίμεναν πολλά, αν και μέχρι τέλους δεν έκαμε τίποτε».
IX. Μετά την Ελληνική Επανάσταση
Έξι μήνες μετά, οκτώ ημέρες πριν έρθει ο Καποδίστριας στην Ελλάδα, τέλος Δεκεμβρίου 1827, αποφάσισε να φύγει, χωρίς να ειδοποιήσει την Κυβέρνηση, αφού είχε λάβει 37.000 λίρες. Προκειμένου να μην του ζητήσει το ελληνικό δημόσιο πίσω τα λεφτά, αφού "έσπασε" το συμβόλαιο, προσποιήθηκε ότι παραιτείται από τις υπόλοιπες 20.000 λίρες. Ο Καποδίστριας χειρίστηκε διπλωματικά το θέμα, ώστε να αποφύγει τη διηνεκή ανάμειξη του Κόχραν στα ναυτικά ζητήματα της Ελλάδας. Ο Καποδίστριας ανακοίνωσε στους αξιωματικούς του Ελληνικού Ναυτικού ότι «εγκατέλειψε την Ελλάδα άνευ διαταγής ή αδείας της Κυβερνήσεως, αυτός ό άδρώς μισθωθείς και τους μισθούς λαβών εκ προκαταβολής...».
Ο φόρος τιμής που δόθηκε στον Κόχραν από το ελληνικό κράτος
Ο Δήμος Αθηναίων αφιέρωσε δρόμο με το όνομα του, όπως και του Τσωρτς.
X. Η οικογένεια του
Ο Κόχραν έζησε μεγάλο μέρος της ζωής του στο Culross,
όπου ζούσε η οικογένειά του
|
Ο Κόχραν ήταν γιος του Archibald Cochrane, ο οποίος ήταν 9ος κόμης του Dundonald, και της Άννας Gilchrist, η οποία ήταν κόρη του Τζέιμς Gilchrist και της Άννας Ρόμπερτον. Ο Κόχραν είχε έξι αδέλφια. Οι δύο υπηρέτησαν με διάκριση στο στρατιωτικό. Αυτοί ήταν ο William Erskine Cochrane της 15ης φρουράς Dragoon, ο οποίος υπηρέτησε κάτω από το Sir John Moore και έφτασε το βαθμό του ταγματάρχη και ο Archibald Cochrane, ο οποίος έγινε καπετάνιος στο Πολεμικό Ναυτικό. Ο Κόχραν καταγόταν από την Σκωτία. Και οι δύο γονείς του προέρχονταν από αριστοκρατική οικογένεια, με στρατιωτική θητεία. Ο Κόχραν έχει συνονόματο ξάδελφο τον έκτο γιο του θείου του ( Sir ναυάρχων Αλέξανδρος Cochrane), τον Sir Thomas John Cochrane. Thomas Cochrane είχε μια ναυτική σταδιοδρομία [4] και διορίστηκε ως Κυβερνήτης της Νέας Γης και αργότερα Αντιναύαρχος του Ηνωμένου Βασιλείου. Το 1793, η οικογενειακή περιουσία είχε δαπανηθεί και το οικογενειακό κτήμα είχε πωληθεί για την κάλυψη των χρεών.
XI. Ταφή και μνημόσυνο
Ο Λόρδος Κόχραν, ως 10ος κόμης του Dundonald και 1ος Μαρκήσιος του Maranhão, κηδεύτηκε στο Westminster Abbey. Ο επιτάφιος του, γραμμένος από τον Sir Lyon Playfair, έχει ως εξής: «Εδώ έγκειται στο 85ο έτος Thomas Cochrane Δέκατη του κόμη του Dundonald του Paisley και του Ochiltree στο σώμα ευπατριδών της Σκωτίας Μαρκήσιος του Marenham στην Αυτοκρατορία της Βραζιλίας ΕΚΒ και ναύαρχος του στόλου, που με την εμπιστοσύνη και την ευφυΐα του, την επιστήμη του και εξαιρετική τόλμη εμπνευσμένη από ηρωική προσπάθεια του για την υπόθεση της ελευθερίας και splended τις υπηρεσίες του όσο για την ίδια του τη χώρα, την Ελλάδα, τη Βραζιλία, τη Χιλή και το Περού πέτυχε όνομα επιφανούς σε όλο τον κόσμο για το θάρρος, ο πατριωτισμός και των ηρώων. Γεννήθηκε 14 Δεκεμβρίου 1775. Πέθανε 31 Οκτωβρίου του 1860 »
XII. Με έμπνευση τη ζωή του
Για πρώτη φορά εμφανίζεται σε ένα μυθιστόρημα, στο GA Henty 's, με τίτλο Με τον Ατρόμητο With Cochrane the Dauntless(1897). Ακόμη πρωταγωνιστεί στο μυθιστόρημα "Ο Κύριος Θάλασσα" (αρχικά Ο Αντιπλοίαρχος ) του Showell Styles, πρωταγωνιστεί ο Λόρδος Κόχραν. Επίσης είναι ένας από τους κύριους χαρακτήρες του μυθιστορήματος του Sharpe's Devil του Bernard Cornwell, που ανήκουν στη εποχή του 1821 και περιγράφεται η επίθεση του Κόχραν στο λιμάνι της Χιλής, Valdivia. Ένα ακόμη μυθιστόρημα στο οποίο έχει δευτερεύοντα ρόλο και το οποίο μιλάει για τις επαναστάσεις της Νότιας Αμερικής είναι το Manuela του Gregory Kauffman Ένα άλλο μυθιστόρημα το Flashman and the Seawolf, του Robert Brightwell, βασίζεται στην αρχή της σταδιοδρομίας του Κόχραν. Και η συλλογή του 1967 με ποιήματα του Pablo Nerouda με τίτλο "Λόρδος Cochrane de Chile", είναι εμπνευσμένη από τη ζωή του. Η καριέρα του, όμως, ενέπνευσε και μια σειρά από συγγραφείς ναυτικών ιστοριών φαντασίας. Η πρώτη τέτοια ιστορία ήταν του καπετάνιου Frederick Marryat, ο οποίος είχε υπηρετήσει κάτω από αυτόν ως δόκιμος αξιωματικός του ναυτικού και δημοσίευσε το πρώτο του μυθιστόρημα το 1829. Τον 20ο αιώνα, το μυθιστορήματα του CS Forester με πρωταγωνιστή τον Horatio Hornblower και το μυθιστόρημα του Patrik O'Brin με πρωταγωνιστή τον Jack Aubrey στη σειρά μυθιστορημάτων Aubrey-Maturin είχαν ως βασικό κορμό τα κατορθώματα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
αβαγνον