Το ξημέρωμα της 19ης Αυγούστου 1936 στρατιωτικοί του πολιτικού κινήματος CEDA των δυνάμεων του Φράνκο πυροβολούν τον Γκαρθία Λόρκα, λόγω των αριστερών φρονημάτων και της ομοφυλοφιλίας του, και τον ρίχνουν σε ανώνυμο τάφο στην περιοχή Fuentegrande de Alfacar στα περίχωρα του Βίθναρ κοντά στη Γρανάδα.
Ο Λόρκα το 1914 |
O Φεδερίκο ντελ Σαγράδο Κοραθόν ντε Χεσούς Γκαρθία Λόρκα (Federico del Sagrado Corazón de Jesús García Lorca, προφέρεται: [feðeˈɾiko ɣarˈθi.a ˈlorka]) (Φουέντε Βακέρος, 5 Ιουνίου 1898 – Βιθνάρ, 18 Αυγούστου 1936), ήταν Ισπανός ποιητής και δραματουργός που ανήκει στη λεγόμενη «γενιά του ’27», μια ομάδα συγγραφέων που προσέγγισε την ευρωπαϊκή αβάν-γκαρντ με εξαιρετικά αποτελέσματα, ούτως ώστε το πρώτο μισό του 19ου αιώνα να ορίζεται ως Edad de Plata της ισπανικής λογοτεχνίας. Ακριβώς επειδή ήταν ομοφυλόφιλος και φανερός υποστηρικτής των δημοκρατικών δυνάμεων, με το ξέσπασμα του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου δολοφονήθηκε από αγνώστους, που πολύ πιθανόν συνδέονταν με τον εθνικό φασισμό.
Γεννημένος σε μια οικογένεια μικρών γαιοκτημόνων στο χωριό Φουέντε Βακέρος, ο Λόρκα είναι από πολλές απόψεις ένα παιδί θαύμα, αν και δεν αρίστευσε ποτέ στο σχολείο — όχι λόγω ανικανότητας, αλλά λόγω της πολυπλοκότητας του χαρακτήρα του. Το 1909 μετακομίζει με την οικογένειά του στη Γρανάδα, κοντά στην πόλη της Ανδαλουσίας, όπου σύντομα εμπλέκεται με τις δραστηριότητες των τοπικών καλλιτεχνικών ομάδων. Το πρώτο του λογοτεχνικό έργο, το «Εντυπώσεις και Τοπία», δημοσιεύεται το 1918, αλλά είχε επιτυχία μόνο σε τοπικό επίπεδο.
Το 1919 φτάνει στη Μαδρίτη για να συνεχίσει τις σπουδές του, κατοικώντας κοντά στην περίφημη Residencia de Estudiantes. Στο πανεπιστήμιο συνάπτει φιλία με τον Λουίς Μπουνιουέλ και τον Σαλβαδόρ Νταλί (Βλ. Σαλβαδόρ Νταλί ΕΔΩ), όπως και με άλλες σημαντικές προσωπικότητες της ισπανικής ιστορίας. Μεταξύ αυτών και ο Γκρεγόριο Μαρτίνεθ Σιέρρα, ο διευθυντής τού Teatro Eslava, μετά από πρόσκλησή του οποίου ο Λόρκα γράφει και σκηνοθετεί το 1919-20, το πρώτο του έργο, «Τα μάγια της πεταλούδας», το οποίο όμως δεν είχε θετική αποδοχή.
Μέσα σε λίγα χρόνια ο Γκαρθία Λόρκα ανατρέπει τις αρχικές του αποτυχίες και γίνεται εξέχων μέλος της καλλιτεχνικής αβάν-γκαρντ της χώρας του. Δημοσιεύει επιπλέον ποιητικές συλλογές, μεταξύ των οποίων η συλλογή «Canciones» και η συλλογή «Τσιγγάνικο Τραγουδιστάρι», ίσως το πιο γνωστό του βιβλίο. Όσον αφορά το θέατρο, το έργο «Μαριάνα Πινέδα», με σκηνικά σχεδιασμένα από τον Νταλί, κάνει το ντεμπούτο του με μεγάλη επιτυχία στη Βαρκελώνη.
Ωστόσο, προς τα τέλη του 1929 ο Γκαρθία Λόρκα πέφτει θύμα μιας ολοένα και βαθύτερης κατάθλιψης, και αισθάνεται ενοχές για την ομοφυλοφιλία του, που καταφέρνει, όλο και λιγότερο, να κρύψει από φίλους και συγγενείς, ενώ αντίθετα η φήμη του για το «Τσιγγάνικο Τραγουδιστάρι» εξαπλώνεται ολοένα και πιο πολύ. Η οικογένειά, του βλέποντας την επιδείνωση της ψυχολογικής του κατάστασης, οργανώνει για αυτόν ένα ταξίδι στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής με τη μυστική βοήθεια του Φερνάνδο Δε Λος Ριος, φίλου μέσω του οποίου κατάφερε να κερδίσει υποτροφία.
Αυτό το ταξίδι, και συγκεκριμένα η παραμονή του στη Νέα Υόρκη, όπου ο Φεδερίκο είναι φοιτητής για σύντομο χρονικό διάστημα στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια, κατέχει μεγάλη σημασία στην ποιητική δραστηριότητα του Γκαρθία Λόρκα. Αυτό που πολλοί θεωρούν αριστούργημά του, δηλαδή το έργο «Ποιητής στη Νέα Υόρκη» επικεντρώνεται στην αλλοτρίωση του ανθρώπου όπως τη συναντάμε στη σύγχρονη κοινωνία και τους μηχανισμούς που επιτρέπουν σε λίγους να κυριαρχούν επί των πολλών. Ένα πρωτοποριακό έργο για τα δεδομένα του καλλιτεχνικού πανοράματος σε σύγκριση με τα υπόλοιπα της εποχής, όπως οι θεατρικές πράξεις που πραγματοποιεί αυτή την περίοδο, για παράδειγμα το «Έτσι πέρασαν πέντε χρόνια» και «Το κοινό», μόνο που αυτό θα δημοσιευθεί στα τέλη του δεκαετίας του 1970, αλλά ποτέ ολοκληρωμένο.
Μετά από μια σύντομη αλλά γεμάτη ένταση παραμονή στην Κούβα, η επιστροφή του στην Ισπανία του 1930, συμπίπτει με την πτώση της δικτατορίας του Πρίμο ντε Ριβέρα και την αποκατάσταση της δημοκρατίας. Το 1931 ο Γκαρθία Λόρκα διορίζεται διευθυντής της εταιρείας Teatro Universitario la Barraca. Αυτή η εταιρεία, που ιδρύθηκε από τον Υπουργό Παιδείας, ανέλαβε την ευθύνη να διαδόσει τις θεατρικές παραγωγές τις στις πιο απομακρυσμένες αγροτικές περιοχές της χώρας. Ο Γκαρθία Λόρκα δεν περιορίζεται στο να διευθύνει, αλλά είναι και ηθοποιός.
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιοδείας με το «La Barraca» συγγράφει τα πιο γνωστά του θεατρικά έργα, επονομαζόμενα ως «αγροτική τριλογία», «Ματωμένος γάμος», η «Γέρμα» και «το Σπίτι της Μπερνάντα Άλμπα».
Ξεσπάει ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος: ο Γκαρθία Λόρκα αναχωρεί από την Μαδρίτη για τη Γρανάδα με σκοπό να αποχαιρετίσει τον πατέρα του. Ωστόσο, ο Γκαρθία Λόρκα και ο κουνιάδος του, που ήταν και σοσιαλιστής δήμαρχος της Γρανάδα, συλλαμβάνονται ενώ βρίσκονταν στο σπίτι των Ροσάλες, φαλαγγιτών φίλων τους. Το ξημέρωμα της 19ης Αυγούστου 1936 στρατιωτικοί του πολιτικού κινήματος CEDA πυροβολούν τον Γκαρθία Λόρκα, λόγω των αριστερών φρονημάτων και της ομοφυλοφιλίας του, και τον ρίχνουν σε ανώνυμο τάφο στην περιοχή Fuentegrande de Alfacar στα περίχωρα του Βίθναρ κοντά στη Γρανάδα.
Βιογραφία
Η παιδική ηλικία
Ο Γκαρθία Λόρκα, του οποίου το πλήρες όνομα είναι Φεδερίκο ντελ Σαγράδο Κοραθόν ντε Χεσούς Γκαρθία Λόρκα, γεννήθηκε στις 5 Ιουνίου 1898 στο Φουέντε Βακέρος ένα μικρό χωριό στη Βέγα της Γρανάδας. Ήταν γιος ενός πλούσιου γαιοκτήμονα, του Φεδερίκο Γκαρθία Ροδριγες (1859-1945), που στο δεύτερό του γάμο νυμφεύθηκε μια νεαρή και ευαίσθητη δασκάλα, τη Βιθέντα Λόρκα Ρομέρο (1870–1959) γυναίκα με εύθραυστη υγεία, σε βαθμό που να μην θηλάσει η ίδια το γιο της, αλλά μια παραμάνα, η οποία ήταν σύζυγος του επιστάτη του πατέρα του – και που παρόλα αυτά επηρέασε βαθύτατα την καλλιτεχνική εκπαίδευση του γιού της: πράγματι εγκατέλειψε γρήγορα τη διδασκαλία για να αφοσιωθεί στην εκπαίδευση του μικρού Φεδερίκο, στον οποίο μεταδίδει το πάθος της για το πιάνο και τημουσική.
«Σιγοτραγουδούσε τα δημοτικά τραγούδια, ακόμη πριν μάθει να μιλάει και ενθουσιαζόταν στο άκουσμα κιθάρας.»
Η μητέρα του του μετέδωσε επίσης τη βαθιά συναίσθηση της κατάστασης των άπορων και το σεβασμό για τον πόνο τους, που ο Γκαρθία Λόρκα θα ενσωματώσει στο λογοτεχνικό του έργο. Ο Φεδερίκο περνά μια ευτυχισμένη σε πνευματικό επίπεδο παιδική ηλικία, αλλά σωματικά δύσκολη λόγω των συχνών ασθενειών, σε ένα περιβάλλον αγροτικό και γαλήνιο στο σπίτι του πατέρα του στο Φουέντε Βακέρος μέχρι το 1909. Η οικογένειά του αυξάνεται κατά τέσσερα παιδιά: τον Φραγκίσκο, την Κοντσίτα και την Ισαμπέλ, ενώ το τέταρτο, τον Λουίς, τον χάνουν σε ηλικία δύο ετών από πνευμονία. Ο Φεδερίκο μετακομίζει στη Γρανάδα.
Οι σπουδές και οι γνωριμίες στη Γρανάδα
Στη Γρανάδα σπουδάζει στο «Colegio del Sagrado Corazón», που διευθύνεται από έναν ξάδερφο της μητέρας του, και το 1914 εγγράφηκε στο Πανεπιστήμιο, φοιτώντας αρχικά στη νομική σχολή (όχι από δική του φιλοδοξία, αλλά για να ακολουθήσει την επιθυμία του πατέρα του) για να περάσει μετά στη φιλολογία. Γνωρίζει τις περιοχές των τσιγγένων (gitani) της πόλης που έγιναν μέρος της ποίησής του όπως αποδεικνύεται από το Romancero του 1928.
Συναντάει για πρώτη φορά αυτή την περίοδο τον λόγιο Μελτσόρ Φερνάνδεθ Αλμάγρο και τον νομικό Φερνάνδο Δε Λος Ρίος, μέλλοντα Υπουργό Παιδείας κατά τη διάρκεια της περιόδου με την ονομασία «Δεύτερη Ισπανική Δημοκρατία»: και οι δύο (ιδιαίτερα ο Φερνάνδο Δε Λος Ρίος) βοηθούν με καθοριστικό τρόπο την καριέρα του νεαρού Φεδερίκο. Ξεκινά στο μεταξύ τις σπουδές στο πιάνο υπό την καθοδήγηση του μαέστρου Αντόνιο Σεγούρα, και γίνεται ένας επιδέξιος βιρτουόζος του κλασικού ρεπερτορίου, αλλά και του λαϊκού της Ανδαλουσίας. Με τον Γραναδό μουσικό Μανιουέλ Δε Φάγια, με τον οποίο διατήρησε μια δυνατή φιλία, συνεργάζεται στην οργάνωση της πρώτης τσιγγάνικης λαϊκής γιορτής τραγουδιού της Ανδαλουσίας (13-14 Ιουνίου 1922).
Τα ενδιαφέροντα που σηματοδοτούν την πνευματική περίοδο του ποιητή είναι η λογοτεχνία, η μουσική και η τέχνη, που μαθαίνει από τον καθηγητή Μαρτίν Δομίνγκεθ Μπερουέτα, τον συνοδοιπόρο του στο ταξίδι σπουδών στην Καστίλλη, από την οποία θα δημιουργηθεί η συλλογή της πεζογραφίας Impresiones y paisajes (Εντυπώσεις και Τοπία).
Στη Μαδρίτη
Η εισαγωγή στη φοιτητική εστία Residencia de Estudiantes
Το 1919 ο ποιητής, χάρη στο ενδιαφέρον του Φερνάνδο Δε Λος Ρίος, γίνεται δεκτός στη φημισμένη εστία Residencia de Estudiantes της Μαδρίτης, επονομαζόμενη από τους φοιτητές της ως «la resi», η οποία θεωρήθηκε ο τόπος της νέας κουλτούρας και της υποσχόμενης νεολαίας του '27. Στο ίδρυμα Residencia ο Γκαρθία Λόρκα παραμένει εννιά χρόνια (μέχρι το 1928), εξαιρώντας την διαμονή του κάθε καλοκαίρι στη Ουέρτα Δε Σαν Βιθέντε, το εξοχικό του, και μερικά ταξίδια στη Βαρκελώνη και στην περιοχή Καδακές ως φιλοξενούμενος του ζωγράφου Σαλβαδόρ Νταλί, με τον οποίο τον δένει μία σχέση εκτίμησης και φιλίας, που σύντομα θα μετατραπεί σε ερωτική.
Οι πρώτες δημοσιεύσεις
Ανήκει σε εκείνη την περίοδο η δημοσίευση του Libro de poemas, η προετοιμασία των συλλογών Canciones και Poema del Cante jondo (Το Ποίημα για το τραγούδι του βαθύ καημού), την οποία ακολούθησε το θεατρικό δράμα El maleficio de la maríposa (Τα μάγια της πεταλούδας), το οποίο ήταν μία αποτυχία: ανέβηκε μόνο μία φορά, και ως επακόλουθο της αποτυχίας ο Γκαρθία Λόρκα αποφάσισε να μην το δημοσιεύσει) το 1920 και το 1927 το ιστορικό δράμα Μαριάνα Πινέδα για το οποίο ο Σαλβαδόρ Νταλί σχεδίασε τα σκηνικά.
Θα ακολουθήσουν οι πρόζες με σουρεαλιστικό χαρακτήρα Santa Lucía y san Lázaro, Nadadora sumeringa (Η βυθισμένη κολυμβήτρια) και Suicidio en Alejandría (Αυτοκτονία στην Αλεξάνδρεια), οι θεατρικές πράξεις El paseo de Buster Keaton (Ο Περίπατος του Buster Keaton) και La doncella, el marinero y el estudiante (Η παρθένα, ο Ναύτης και ο Σπουδαστής), πέρα από τις ποιητικές διηγήσεις Primer romancero Gitano (Gypsy Ballads - Τσιγγάνικο Τραγουδιστάρι), Ωδή στον Σαλβαδόρ Νταλί και ένας μεγάλος αριθμός άρθρων, συνθέσεων, διάφορων δημοσιεύσεων, χωρίς να συμπεριληφθούν οι αναγνώσεις στα σπίτια φίλων, τα συνέδρια και η προετοιμασία του περιοδικού της Γρανάδας «Gallo» (Γκάγιο) και η έκθεση των σχεδίων στη Βαρκελώνη.
Οι κορυφαίες δημιουργίες του
Τα έτη 1929-1930, αναζήτησε νέες πηγές έμπνευσης και ταξίδεψε στις ΗΠΑ και στην Κούβα. Οι εμπειρίες του στις Ηνωμένες Πολιτείες αξιοποιήθηκαν στο ποίημα «Ένας ποιητής στη Νέα Υόρκη». Επέστρεψε στην Ισπανία το 1931 και συνέθεσε το Ντιβάνι Της Ταμαρίτ, ενώ παράλληλα δούλεψε και πάνω σε έργα για το κουκλοθέατρο. Εκεί έδειξε ξεκάθαρα πως επέλεγε ως κύρια ενασχόλησή του τη συγγραφή θεατρικών και τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του ολοκλήρωσε τις κορυφαίες του δημιουργίες: Το Σπίτι Της Μπερνάρντα Άλμπα, Ματωμένος Γάμος, Γέρμα, Θρήνος Για Τον Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας, τραγωδίες με θέμα τη κοινωνική καταπίεση κι έκδηλο το ανθρώπινο στοιχείο.
Με την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας, οργάνωσε μία θεατρική ομάδα υπό την ονομασία La Barroca, η οποία με τη βοήθεια του Υπουργείου Παιδείας, έδωσε παραστάσεις κλασσικών έργων σε χώρους εργατών κι αγροτικές περιοχές. Το 1936 υποδέχθηκε τον Αλμπέρτι, καθώς επέστρεψε από τη Μόσχα. Συνέταξε μια διακήρυξη συγγραφέων κατά του φασισμού κι ξεκίνησε να γράφει μια σειρά θεατρικών σκηνών με μορφή επιθεώρησης, ωστόσο τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, ξέσπασε ο ισπανικός εμφύλιος πόλεμος.
Το τραγικό τέλος
Στις 18 Αυγούστου του 1936, σε ηλικία 38 ετών, δολοφονήθηκε στην περιοχή της Γρανάδα από ένα εκτελεστικό απόσπασμα 12 ατόμων, αποτελούμενο από αστυνομικούς, εθελοντές αλλά και κρατούμενους, τους οποίους υποχρέωσαν να διαπράξουν τη δολοφονία του Λόρκα υπό την απειλή της εκτέλεσης. Οι περισσότεροι από αυτούς δεν γνώριζαν καν ποιος είναι αυτός που είχαν διαταχθεί να δολοφονήσουν. Για τη δολοφονία κατηγορήθηκαν ακροδεξιοί πολιτικοί και επιχειρηματικοί κύκλοι, μέλη επιφανών οικογενειών της Γρανάδας, καθώς και κάποιοι προερχόμενοι από την άκρως συντηρητική οικογένεια του πατέρα του, οι οποίοι ήταν έξαλλοι με τον πατέρα και ως εκδίκηση σκότωσαν τον γιο. Ο τάφος του δε βρέθηκε ποτέ ενώ νέα στοιχεία δίνουν νέο στίγμα για τον εντοπισμό του.
Άγαλμα προς τιμή του Λόρκα, στην πλατεία Santa Ana της Μαδρίτης |
Άλλα έργα του: Τα Μάγια Της Πεταλούδας 1925, Τα Πρώτα Τραγούδια 1926, Τραγούδια 1927, Δόκτωρ Περλιμπλίν & Μπελίσα (Οι Φασουλήδες Του Κατσιπόρα) 1928.
ΠΗΓΗ: https://el.wikipedia.org/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
αβαγνον