Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015

Φίλιππος της Μακεδονίας ή Φίλιππος Β΄ ο Μακεδών και η Μάχη της Χαιρώνειας

Στις 2 Αυγούστου του 338 π.Χ. ο μακεδονικός στρατός υπό την ηγεσία του Φιλίππου Β' της Μακεδονίας νικά τις συνασπισμένες δυνάμεις της Αθήνας και της Θήβας στη Μάχη της Χαιρώνειας, εξασφαλίζοντας τη μακεδονική ηγεμονία στην Ελλάδα και το Αιγαίο.
*********************
*************
******
Filip II Macedonia.jpg
Φίλιππος Β΄, Βασιλιάς των Μακεδόνων
Ο Φίλιππος της Μακεδονίας ή Φίλιππος Β΄ o Μακεδών (382 - 336 π.Χ.) ήταν ο βασιλιάς που έκανε τη Μακεδονία ισχυρό κράτος, ένωσε υπό την ηγεμονία του τα υπόλοιπα ελληνικά κράτη και προετοίμασε στην ουσία την κατάκτηση της Περσίας και του μεγαλύτερου μέρους του τότε γνωστού κόσμου από τον γιό του Μέγα Αλέξανδρο.

Οι πρώτες μεταρρυθμίσεις
Ο Φίλιππος Β΄ γεννήθηκε το 382 π.Χ. στην Πέλλα, ήταν τριτότοκος γιος του βασιλιά της Μακεδονίας Αμύντα Γ΄ και της Ευρυδίκης και ο ισχυρότερος και επιφανέστερος Έλληνας της εποχής του, ένας ηγέτης, σημαδεμένος από τις μάχες της νεότητας του. Mε μία σειρά θεμελιωδών μεταρρυθμίσεων στο σύνολο της δομής του βασιλείου του κατάφερε να εισέλθει δυναμικά στο προσκήνιο των ελληνικών υποθέσεων στα μέσα του 4ου αιώνα π.Χ. Αφού αναδιοργάνωσε ριζικά το στρατό του, εισάγοντας μεταξύ άλλων τη σάρισα και επινοώντας καινούργιες τακτικές για τη φάλαγγα των οπλιτών, προχώρησε σε κεραυνοβόλες επιθετικές ενέργειες εναντίον των βόρειων, δυτικών και ανατολικών γειτόνων του. Ο αναγεννημένος στρατός πέτυχε τότε τις πρώτες του νίκες, εξουδετερώνοντας οριστικά τις ληστρικές επιδρομές των βαλκανικών λαών που περιέβαλλαν τη Μακεδονία. Δημιούργησε έτσι στη χερσόνησο του Αίμου ένα μεγάλο κράτος με σχέσεις συμμαχίας, υποτέλειας ή υποταγής με τους παρακάτω λαούς: Ιλλυριοί, Παίονες, Τριβαλλοί, Θράκες, Γέτες, Σκύθες.

Το Μακεδονικό βασίλειο την εποχή του Φιλίππου Β'
ΚΛΙΚ για μεγέθυνση
Η πλήρης επικράτηση στη Νότιο Ελλάδα
Στο νότο και στις σχέσεις με τους Έλληνες -ήδη από το 346 π.Χ.- προσπάθησε να τους πείσει με τη δύναμη της διπλωματίας για ένωση και κοινή εκστρατεία κατά των Περσών με κυριότερο σύμμαχο ως το 338 π.Χ. τη Θήβα, αλλά και με υπολογίσιμους αντιπάλους την Αθήνα και τη Σπάρτη. Κατά τη διάρκεια του Γ΄ Ιερού Πολέμου (355-352 π.Χ.) συγκρούστηκε με την ανερχόμενη δύναμη της Φωκίδας και τον τύραννο των Φερρών, και παρά τις αρχικές του αποτυχίες κατάφερε να τους νικήσει στη μάχη του Κρόκιου Πεδίου το 352 π.Χ. πετυχαίνοντας παράλληλα άλλες δύο νίκες στο στρατιωτικό και το διπλωματικό πεδίο: την υποταγή της Θεσσαλίας στη Μακεδονία (άρα και την ένταξη του περίφημου θεσσαλικού ιππικού στο στρατό του) και την αποδοχή της Μακεδονίας ως μέλους του Αμφικτυονικού Συνεδρίου των Δελφών, προβάλλοντας έτσι την Μακεδονία ως πρωταγωνιστική δύναμη σταθερότητας στα ελληνικά πράγματα. Όμως μόλις το 338 π.Χ., μετά την ιδιαίτερης σκληρότητας μάχη της Χαιρώνειας, κατάφερε ο Φίλιππος να ενώσει τους Έλληνες. Στη μάχη αυτή ο Φίλιππος μαζί με τον Αλέξανδρο, που διοικούσε ένα τμήμα του στρατού, αντιμετώπισε το συνασπισμό Αθηναίων, Θηβαίων και όλων σχεδόν των νότιων Ελλήνων και τους νίκησε. Ύστερα, με το συνέδριο της Κορίνθου, ένωσε τους Έλληνες και πολιτικά, εκτός από τη Σπάρτη, που επέλεξε την απομόνωση και τη συνεχή αντιπαράθεση με τους Μακεδόνες, και την ουδέτερη Κρήτη.

Φίλιππος και Μέγας Αλέξανδρος
O Φίλιππος, έχοντας διώξει την Ολυμπιάδα, παντρεύτηκε μια Μακεδόνισσα πριγκίπισσα, την Κλεοπάτρα, ανιψιά του Αττάλου. Στο γαμήλιο γλέντι ο Άτταλος εύχεται στο ζευγάρι να αποκτήσει γρήγορα ένα νόμιμο διάδοχο (αποκαλώντας έμμεσα τον Αλέξανδρο νόθο). Ο Αλέξανδρος (Βλ. Αλέξανδρος ο Μέγας ΕΔΩ) αδειάζει το ποτήρι του στο πρόσωπο του Αττάλου και ξεσπά ένας φοβερός καυγάς. Ο Φίλιππος, μεθυσμένος, τραβά το ξίφος του αλλά σκοντάφτει και πέφτει κάτω. Ο Αλέξανδρος σχολιάζει «δείτε τον άνθρωπο που θέλει να περάσει στην Ασία και δεν μπορεί να περάσει πάνω από ένα τραπέζι».

Ο Αλέξανδρος και η Ολυμπιάδα καταφεύγουν στο σπίτι του πατέρα της στην Ήπειρο. Η φυγή του Αλέξανδρου χαλάει τα σχέδια του Φιλίππου, που δεν μπορεί να εκστρατεύσει χωρίς αντιβασιλέα. Ο Αλέξανδρος αργότερα γύρισε και ο Φίλιππος ξανάρχισε τα σχέδιά του στέλνοντας τον Ιούνιο του 336 π.Χ. στον Ελλήσποντο τον Άτταλο και τον Παρμενίωνα με 10.000 στρατό, για να προετοιμάσουν την εκστρατεία.

Δολοφονία και διαδοχή
Ακολούθως οργάνωσε τον εορτασμό για τους γάμους της κόρης του Κλεοπάτρας με το βασιλιά των Μολοσσών, Αλέξανδρο Α΄, στο θέατρο των Αιγών. Σύμφωνα με τον Διόδωρο, σε μια επίδειξη δύναμης ο Φίλιππος έκανε την είσοδό του στο θέατρο χωρίς την φρουρά του. Τότε όμως δολοφονήθηκε από έναν από τους πιο έμπιστους σωματοφύλακές του, τον Παυσανία. Ο Παυσανίας σκοτώθηκε λίγα λεπτά αργότερα από τους διώκτες του -Λεοννάτος μαζί με τον Περδίκκα. Ο Αλέξανδρος και με την υποστήριξη του Αντίπατρου, που εκτελούσε χρέη "πρωθυπουργού" ανακηρύχθηκε από τον στρατό νέος βασιλιάς. Οι λόγοι και οι ηθικοί αυτουργοί της δολοφονίας δεν έγιναν γνωστοί. Φαίνεται όμως ότι είχε συνεργούς, πράγμα που στρέφει τις υποψίες είτε στους Πέρσες, που ήθελαν να αποτρέψουν την εισβολή στο κράτος τους, είτε στην Ολυμπιάδα, που αισθανόταν ταπεινωμένη επειδή ο Φίλιππος την είχε χωρίσει για μία νεότερη και ανιψιά του στρατηγού Αττάλου. Θα μπορούσαν όμως να είναι κάποιοι εσωτερικοί αντίπαλοι του Φιλίππου στην Μακεδονία και την υπόλοιπη Ελλάδα.
Η είσοδος στο Μουσείο του «Μεγάλου Τύμβου» στην Βεργίνα
Ο τάφος του Φιλίππου
Στις 8 Νοεμβρίου, 1977, ο αρχαιολόγος Μανώλης Ανδρόνικος ανακοίνωσε την ανακάλυψη του ασύλητου τάφου του Φιλίππου Β΄ στην Βεργίνα της Ημαθίας, γεγονός που υπήρξε μείζων αρχαιολογική ανακάλυψη παγκοσμίως. Τα ευρήματα του τάφου αργότερα συμπεριλήφθηκαν στην έκθεση «Αναζητώντας τον Αλέξανδρο» που έγινε σε τέσσερις πόλεις των Η.Π.Α. από το 1980 ως το 1982.

Η ταυτοποίηση του τάφου αμφισβητήθηκε, συχνά στην Αμερική και την Ιταλία, από το 1978 και από Έλληνες αρχαιολόγους και συνεχίζει να αμφισβητείται ακόμη και σήμερα. Ο αναπληρωτής καθηγητής αρχαιολογίας Παναγιώτης Φάκλαρης υποστηρίζει ότι οι τάφοι στην Βεργίνα δεν είναι βασιλικοί, καθώς το βασιλικό νεκροταφείο βρίσκεται στις Αίγες. Από ορισμένους αρχαιολόγους υποστηρίχθηκε ότι ο νεκρός είναι ο Φίλιππος Γ΄ ο Αρριδαίος που δολοφονήθηκε το 317 πΧ.

Ο Μ. Χατζόπουλος, συνοψίζει όλον τον σχετικό επιστημονικό διάλογο έως το 2008, κλίνοντας υπέρ της εκδοχής του Φιλίππου Β' και σημειώνοντας ότι η συζήτηση για τη χρονολόγηση του τάφου συσκοτίστηκε από την επιδίωξη δημοσιότητας, πολιτικές ατζέντες, προσωπικές διαφορές και έλλειψη κοινής λογικής, τα οποία οδήγησαν κάποιους σε «σειρά από αμφίβολες υπο-χρονολογήσεις».

Μετά από τις αμφισβητήσεις έγινε επανεξέταση από Βρετανούς ειδικούς των οστών που βρέθηκαν στον τάφο, η οποία απορρίπτει την εκδοχή του Φιλίππου Γ’ Αριδαίου.

Μεταγενέστερη κριτική εξέταση των επιχειρημάτων έως το 2011 καταλήγει στο συμπέρασμα ότι σίγουρα ο τάφος δεν ανήκει στον Φίλιππο ΙΙΙ Αριδαίο και ότι αυτή η άποψη μπορεί να απορριφθεί από τη σύγχρονη επιστήμη.

Τον Μάρτιο του 2015, πιστοποιήθηκε ότι η σορός του τάφου Ι εμφανίζει οπή στο οστό του γονάτου. Σύμφωνα με ιστορικές πηγές, τρία χρόνια πρίν απο τη δολοφονία του Φιλίππου το 336 π.Χ., κατά τη διάρκεια μάχης, είχε τραυματιστεί από δόρυ που διαπέρασε το πόδι του. Το οστούν έχει επίσης υποστεί αγκύλωση μεταξύ της κνήμης και του μηρού, που δείχνει ότι το άτομο κούτσαινε, όπως και ο Φίλιππος μετά τον τραυματισμό του.

ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΧΑΙΡΩΝΕΙΑΣ

Η μάχη της Χαιρώνειας διεξήχθη το 338 π.Χ. μεταξύ του μακεδονικού βασιλείου και των συνασπισμένων στρατευμάτων της Αθήνας, της Κορίνθου, της Κέρκυρας, της Λευκάδας, της Αχαΐας, των Μεγάρων, της Ακαρνανίας, της Εύβοιας και του Κοινού των Βοιωτών, ηγέτιδα του οποίου ήταν η Θήβα. Οι Μακεδόνες αναδείχτηκαν θριαμβευτές. Το πεδίο της μάχης βρίσκεται στον κάμπο της Βοιωτίας, πολύ κοντά στον αρχαίο οικισμό της Χαιρώνειας και το σημερινό ομώνυμο χωριό. Απέχει 13 χιλιόμετρα βόρεια από τη Λιβαδειά.

Γραφική αναπαράσταση του σχεδίου της μάχης
ΚΛΙΚ για μεγέθυνση
Η συγκεκριμένη σύγκρουση υπήρξε καθοριστική για τη διαμόρφωση της πολιτικής κατάστασης στην Ελλάδα του ύστερου 4ου αιώνα π.Χ. Ο Φίλιππος Β', μονάρχης της Μακεδονίας, κατόρθωσε μετά από πολλά έτη αιματηρών εκστρατειών και έντονων διπλωματικών διαβουλεύσεων να καθυποτάξει και τους τελευταίους πυλώνες αντίστασης στα σχέδια του για επικράτηση στον ελλαδικό χώρο. Η μάχη της Χαιρώνειας σηματοδοτεί ουσιαστικά την αφετηρία της μακεδονικής κυριαρχίας στα πολιτικά πράγματα της Ελλάδας για σχεδόν έναν αιώνα.

Επίσης, παρουσιάζει μεγάλο ενδιαφέρον και από στρατιωτική άποψη, αναδεικνύοντας ολοφάνερα την υπεροχή της μακεδονικής φάλαγγας έναντι των προγενέστερων αντίστοιχων τύπων των πόλεων-κρατών.

Ι. Πριν τη Χαιρώνεια
Ο Φίλιππος είχε ήδη επιτύχει να διευρύνει σημαντικότατα τη σφαίρα επιρροής του στο χώρο των νότιων Βαλκανίων. Κατά τη διάρκεια της ηγεμονίας του κατάφερε να τιθασεύσει τους σκληροτράχηλους λαούς που συνόρευαν με τη Μακεδονία. Στον ελλαδικό χώρο πέτυχε με περίτεχνους διπλωματικούς χειρισμούς να εγκαταστήσει παρατάξεις φιλικά προσκείμενες προς το πρόσωπό του, αποκτώντας με αυτό τον τρόπο το δικαίωμα να επεμβαίνει και να αναμειγνύεται στα πολιτικά τεκταινόμενα των υπόλοιπων Ελλήνων. Επίσης, είχε προσεταιριστεί την άρχουσα τάξη της Θεσσαλίας, ενώ με το πέρας του Γ' Ιερού Πολέμου (355-352 π.Χ.) εξασφάλισε τη συμμετοχή της Μακεδονίας στο Αμφικτυονικό Συνέδριο των Δελφών.

Παρόλα αυτά όμως, η άλλοτε κραταιά δύναμη Αθήνα εξακολουθούσε να αψηφά την ολοένα αυξανόμενη ισχύ της Μακεδονίας και έθετε εμπόδια για περαιτέρω επέκτασή της. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η συνδρομή σε πλοία που παρείχε η Αθήνα στο Βυζάντιο τον καιρό που πολιορκούταν στενά από τις δυνάμεις του Φιλίππου (340 π.Χ.). Δύο χρόνια αργότερα, ο ισχυρός άνδρας της Μακεδονίας αποφάσισε να βάλει τέλος στην αμφισβήτηση που υφίστατο από τους περήφανους Αθηναίους.

Ο μακεδονικός στρατός συγκεντρώθηκε και το φθινόπωρο του 339 π.Χ. κατέλαβε αιφνιδιαστικά την πρωτεύουσα πόλη Ελάτεια της Φωκίδας (στο νομό Φθιώτιδας σήμερα). Τα νέα, «Ελάτεια κατείληπται», διαδόθηκαν τάχιστα στην πόλη της Αθήνας και ένα αίσθημα πανικού κυρίεψε το δήμο. Η σωφροσύνη και η ψυχραιμία δεν άργησαν να πρυτανεύσουν στην κοινή γνώμη και οι πολίτες της Αθήνας, έχοντας επίγνωση του ένδοξου παρελθόντος τους, έστειλαν πρέσβη στη Θήβα τον χαρισματικό ρήτορα Δημοσθένη με αίτημα να αντιμετωπίσουν μαζί τη μακεδονική εισβολή. Οι Βοιωτοί, παρόλο που είχαν συνάψει σύμφωνο συμμαχίας με το Φίλιππο, δεν άργησαν να μεταστρέψουν τη στάση τους. Ο Φίλιππος αποπειράθηκε ανεπιτυχώς να τους μεταπείσει, αποστέλλοντας τον ονομαστό πρέσβη του Πύθωνα το Βυζάντιο. Αθήνα και Κοινό των Βοιωτών συμφώνησαν να ξεκινήσουν άμεσα πολεμικές προπαρασκευές. Οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές δεν άργησαν να παρευρεθούν στην πεδιάδα της Χαιρώνειας, όπου έλαβε χώρα η συμπλοκή.

ΙΙ. Η μάχη
Και οι δύο αντίπαλες παρατάξεις διέπονταν από ακμαίο φρόνημα. Ο Φίλιππος είχε καταφέρει να εμφυσήσει υψηλή αυτοπεποίθηση και ηθικό στο στράτευμά του, αισθήματα που οπωσδήποτε ενισχύονταν σημαντικά από τις πρόσφατες, πολλαπλές νίκες του. Οι Αθηναίοι και οι Βοιωτοί δεν υστερούσαν καθόλου σε ανδρεία και γενναιότητα ενώ παράλληλα καλούνταν να υπερασπιστούν τις πατρίδες τους.

Η διάταξη των δυνάμεων
Ο Φίλιππος τοποθέτησε τους επιφανείς Εταίρους στο αριστερό κέρας της παράταξης, αναθέτοντας την διοίκησή του στο δεκαοκταετή τότε γιο του Αλέξανδρο. Ο διάδοχος του θρόνου, παρά το μικρό της ηλικίας του, είχε προηγούμενη πολεμική εμπειρία εναντίον του θρακικού φύλου των Μαίδων, το οποίο και συνέτριψε ενώ ο Φίλιππος πολιορκούσε την Πέρινθο και το Βυζάντιο (340 π.Χ.). Αν και δεν έχουν διασωθεί λεπτομερείς περιγραφές για τη διάταξη των δυνάμεων των δύο αντιπάλων, οι τάξεις της μακεδονικής φάλαγγας έλαβαν θέση μάλλον στο κέντρο της παράταξης, συνεπικουρούμενες από μονάδες ελαφρύτερου πεζικού και ψιλών. Ο βασιλιάς κατέλαβε τη δεξιά πτέρυγα, όπως όριζαν τα μακεδονικά στρατιωτικά ήθη, ηγούμενος των Υπασπιστών, επίλεκτου τμήματος του πεζικού.

Στο αντίπαλο στρατόπεδο, οι Αθηναίοι παρέταξαν τα τμήματα της φάλαγγάς τους κατά φυλή, όπως συνήθιζαν, στην αριστερή πτέρυγα και το κέντρο, μαζί με τους οπλίτες των υπόλοιπων συμμάχων. Οι στρατηγοί Χάρης και Λυσικλής είχαν το γενικό πρόσταγμα των αθηναϊκού στρατού ενώ είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι ο γνωστός Δημοσθένης εντάχθηκε στις τάξεις των οπλιτών. Διοικητής του Κοινού των Βοιωτών ήταν ο Θηβαίος στρατηγός Θεαγένης, ο οποίος τοποθέτησε τα στρατεύματα του στο δεξιό άκρο του κέντρου και το δεξιό κέρας όλου του σχηματισμού, αντίκρυ από τις δυνάμεις του Αλέξανδρου. Από τη μάχη δεν απουσίαζε φυσικά ο περίφημος Ιερός Λόχος, μονάδα που αποτελούταν από 300 επίλεκτους και άριστα εκπαιδευμένους άνδρες της θηβαϊκής κοινωνίας.

Συνολικά, η δύναμη του μακεδονικού στρατού ανερχόταν σε τουλάχιστον 2.000 ιππείς και πάνω από 30.000 πεζούς. Οι συνδυασμένες δυνάμεις των συμμάχων, υστερούσαν αριθμητικά ελάχιστα απέναντι στους Μακεδόνες σύμφωνα με την εκδοχή του ιστορικού Διόδωρου Σικελιώτη, ενώ ο Ιουστίνος ισχυρίζεται ότι οι σύμμαχοι υπερτερούσαν σε αριθμό.

Διεξαγωγή
Επακολούθησε η μάχη, που χαρακτηρίστηκε από ιδιαίτερη σκληρότητα και ανδρεία. Ύστερα από την πάροδο αρκετού χρόνου στην πεδιάδα της Χαιρώνειας, η νίκη άρχισε να γέρνει προς το μακεδονικό στρατόπεδο χάρη στη σπουδαία τακτική που εφάρμοσε ο αρχηγός του.

Ο βασιλιάς Φίλιππος οπισθοχωρούσε εκτελώντας παραπλανητικούς ελιγμούς που καταπόνησαν και παρέσυραν τους Αθηναίους αντιπάλους του. Οι φάλαγγες οπλιτών που είχαν τοποθετηθεί στο κέντρο αμφότερων των πλευρών συνεπλάκησαν. Πολλοί άνδρες έπεφταν νεκροί και τραυματίες, πράγμα που καθιστούσε αμφίρροπο τον αγώνα μεταξύ τους. Στο μεταξύ, αρκετοί Βοιωτοί και άλλοι συμμαχικοί οπλίτες έσπευσαν να συμβάλλουν στην καταδίωξη του αντίπαλου δεξιού άκρου.

Άμεσο αποτέλεσμα της κίνησης αυτής ήταν να δημιουργηθεί ένα ακάλυπτο κενό στη συμμαχική διάταξη, που εξέθετε επικίνδυνα του μαχητές του Ιερού Λόχου. Καθοριστική για την έκβαση της μάχης θεωρείται η συμβολή του ίδιου του Αλέξανδρου ο οποίος σε τούτη την κρίσιμη χρονική στιγμή, περιστοιχιζόμενος από ρωμαλέους μαχητές, επιχείρησε μία παράτολμη ενέργεια ενδεικτική της ηγετικής φύσης και των προσόντων του. Ο νεαρός Μακεδόνας επιτέθηκε ορμητικά με το απόσπασμά του εναντίον του αποκομμένου Ιερού Λόχου και κατάφερε να φονεύσει πολλούς. Επίσης, τράπηκαν σε φυγή αρκετοί άλλοι εχθροί που αντιλήφθηκαν τον περίτεχνο ελιγμό πλαγιοκόπησής τους.

Οι άριστα εκπαιδευμένοι Μακεδόνες Υπασπιστές είχαν επιτύχει να συμπτυχθούν πειθαρχημένα ώσπου ξαφνικά ο βασιλιάς τους διέταξε να πραγματοποιήσουν μεταβολή και να στραφούν εναντίον του εχθρού. Η ήδη χαλαρή συνοχή των συμμαχικών δυνάμεων δέχθηκε ένα αποφασιστικό χτύπημα και άρχισε να διαλύεται. Οι άνδρες του συμμαχικού στρατού άρχισαν να εγκαταλείπουν τις θέσεις τους και να υποχωρούν άτακτα. Η νίκη έστεψε για μία ακόμη φορά τα μακεδονικά όπλα. Παρόλα αυτά, ο Φίλιππος δεν επέτρεψε στο ιππικό του να καταδιώξει τους ηττημένους, αποτρέποντας έτσι τη γενικευμένη σφαγή.

Οι απώλειες
Η συμπλοκή ήταν αναμφίβολα πολύνεκρη. Σκοτώθηκαν περισσότεροι από 1.000 Αθηναίοι ενώ παραδόθηκαν τουλάχιστον 2.000. Δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία για τις απώλειες των Βοιωτών, αλλά οι νεκροί, οι τραυματίες και οι αιχμάλωτοι πιθανότατα ανέρχονται σε χιλιάδες. Ο διοικητής τους, στρατηγός Θεαγένης, έπεσε ηρωικά.
Ο Λέων της Χαιρώνειας το 2009, πιθανότατα εγέρθηκε
από τους Θηβαίους στη μνήμη των νεκρών τους.
Ο αρχαίος ιστορικός Πολύαινος αναφέρει επίσης ότι, από τους άλλους συμμάχους, οι Αχαιοί έχασαν αρκετούς άνδρες λόγω των τρομερών επελάσεων του αντίπαλου ιππικού εναντίον τους.

Οι απώλειες των Μακεδόνων δεν είναι γνωστές αλλά με κριτήριο τη σφοδρότητα της σύγκρουσης πρέπει να υπήρχαν αρκετοί νεκροί και πολλοί περισσότεροι τραυματίες στις τάξεις τους.

Αρχαιολογικές ανασκαφές κοντά στο πεδίο της μάχης, στην περιοχή κάτω από το Λιοντάρι της Χαιρώνειας, αποκάλυψαν 254 σκελετούς ανδρών, πιθανά τους νεκρούς του Ιερού Λόχου. Από αυτούς, δύο είχαν αποτεφρωθεί και οι υπόλοιποι απλά ενταφιαστεί.

ΙΙΙ. Παραλειπόμενα και συνέπειες
Ο ρήτορας Δημοσθένης κατόρθωσε να διαφύγει και συνέχισε να κηρύττει με θέρμη και ζήλο τις αντιμακεδονικές του θέσεις. Η τύχη του στρατηγού Λυσικλή ήταν τραγική, αφού λοιδωρήθηκε έντονα και καταδικάστηκε σε θάνατο. Παρόλα αυτά, ο Χάρης κατόρθωσε να απαλλαγεί από τις κατηγορίες που τον βάραιναν.

Ο θριαμβευτής Φίλιππος έστησε τρόπαιο για ανάμνηση της σπουδαίας νίκης και παρέδωσε τους νεκρούς για ταφή. Το αποτέλεσμα της μάχης ανέδειξε το μακεδονικό βασίλειο ως πρωτεύουσα δύναμη και επισφράγισε τις πολυετείς προσπάθειες του Φιλίππου για ένωση του ελληνικού κόσμου.

Γεγονός είναι βέβαια πως οι πόλεις της Αθήνας και της Θήβας εξεγέρθηκαν εναντίον του μακεδονικού ζυγού τρία χρόνια μετά την καταστροφή της Χαιρώνειας, όταν ο Μέγας Αλέξανδρος ανέβηκε στο θρόνο της χώρας του. Η συγκεκριμένη ενέργεια όμως είχε ολέθριες συνέπειες για την παλαιά υπερδύναμη Θήβα, αφού η πόλη ισοπεδώθηκε ολοκληρωτικά από το νεαρό βασιλιά. Οι Αθηναίοι τρομοκρατήθηκαν από την αμείλικτη πράξη του Αλέξανδρου και αναθεώρησαν την απόφαση τους, συμβιβαζόμενοι και αναγνωρίζοντάς τον ως απόλυτο κυρίαρχο.

ΠΗΓΗ: https://el.wikipedia.org/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

αβαγνον