Ένας από τους σημαντικότερους κλασικούς φιλοσόφους
"Πρόκλος ἐγὼ γενόμην Λύκιος γένος, ὃν Συριανὸς ἐνθάδ' ἀμοιβὸν ἐῆς θρέψε διδασκαλίης. Ξυνὸς δ' ἀμφοτέρων ὅδε σώματα δέξατο τύμβος· αἴθε δὲ καὶ ψυχὰς χῶρος ἕεις λελάχοι".
Ο Πρόκλος, ο οποίος έγινε και ο Διευθυντής της Πλατωνικής Ακαδημίας, αποτελεί μια μεγάλη μορφή της Ελληνικής Φιλοσοφίας, ο οποίος σε εποχές δύσκολες κατόρθωσε να καταγράψει και να διασώσει ένα σημαντικότατο έργο και να εκπληρώσει την αποστολή που, κατά τον βιογράφο του Μαρίνο, του είχε αναθέσει η ίδια η θεά Αθηνά.
Είτε αυτό είναι αλήθεια, είτε αυτό αποτελεί υπερβολή του βιογράφου του Μαρίνου, εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται ότι σίγουρα δεν απέχει και πολύ από την πραγματικότητα, μιας και ο Πρόκλος μας παρέδωσε ένα σημαντικότατο έργο, το οποίο αποτελεί θησαυρό για τους μελετητές της Ελληνικής Φιλοσοφίας, και το οποίο μας δίνει την απόδειξη ότι η Ελληνική Φιλοσοφία αποτελεί επιστήμη και μάλιστα σε εκπληκτική ταύτιση με τις ανακαλύψεις και προσεγγίσεις της σύγχρονης Φυσικής μιας και εκεί αναγνωρίζουμε και ταυτοποιούμε, έκπληκτοι μάλιστα, έννοιες όπως τη θεωρία της σχετικότητας, την έννοια του χωροχρονικού συνεχούς, την φύση της σκοτεινής ύλης και της σκοτεινής ενέργειας, ότι το σύμπαν είναι ένα ολογραφικό φράκταλ, την λογική για την ύπαρξη των πολλαπλών συμπάντων και άλλα.
Ο Πρόκλος τελικά, κατέγραψε και διέσωσε πολλά από αυτά που εδιδάσκοντο μέσα στην Ακαδημία και που δεν είχαν μέχρι τότε καταγραφεί και που ο Αριστοτέλης τα είχε ονομάσει «Άγραφα Δόγματα».
Οι όποιες παραπομπές στο έργο του βιογράφου του Μαρίνου, προέρχονται από τις εκδόσεις Κάκτος, για τις οποίες οφείλουμε να αποδώσουμε χάριτες και ευγνωμοσύνη μιας και μας παρέδωσαν το σύνολο του έργου του Πρόκλου (πάνω από 40 τόμους) αφ’ ενός μεν ως συμβολή στην προσπάθεια των Ελλήνων μελετητών να προσεγγίσουν σε βάθος την Ελληνική Φιλοσοφία, αφ’ ετέρου δε ως ασπίδα απέναντι στους διάφορους περιφερόμενους επιτηδείους που αυτοπαρουσιαζόμενοι ως δάσκαλοι και προσπαθώντας να ικανοποιήσουν προσωπικά συμπλέγματα και φιλοδοξίες, παρουσιάζουν μια διαστρεβλωμένη και παραποιημένη προσωπική εκδοχή της Ελληνικής Φιλοσοφίας και ιδιαιτέρως της Ορφικοπυθαγορείου και Πλατωνικής γραμμής.
Ο Πρόκλος γεννήθηκε στην πόλη του Βυζαντίου την 8η Φεβρουαρίου του +412. Καταγόταν από μια πλούσια οικογένεια της Λυκίας. Όταν έγινε έφηβος, πήγε για σπουδές στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, όπου κατ’ αρχήν ασχολήθηκε με την ρητορική και στην συνέχεια με την φιλοσοφία με δασκάλους τον Ολυμπιόδωρο και τον μαθηματικό Ήρωνα.
Σε ηλικία 20 περίπου ετών μεταβαίνει στην Αθήνα, όπου εγκαθίσταται μόνιμα. Φοιτά στην Πλατωνική Ακαδημία με διευθυντή τον Πλούταρχο τον Αθηναίο και ακολούθως με τον Συριανό, τον οποίο και διαδέχεται στην διεύθυνση της Πλατωνικής Ακαδημίας, αποκτώντας για τον λόγο αυτό, το προσωνύμιο Διάδοχος.
Κατά τον Μαρίνο, ο Πρόκλος είχε εξαιρετικά καλή κατάσταση των αισθήσεων και μάλιστα «της όρασης και της ακοής που έχουν δωριθεί από τους θεούς στους ανθρώπους για την φιλοσοφία και την καλή ζωή» (υπονοώντας έτσι την δυνατότητα διόρασης και διακοής), σωματική δύναμη. Είχε καλή μνήμη, ήταν φιλομαθής, γενναιόδωρος ευχάριστος, φιλαλήθης, δίκαιος, ανδρείος και σώφρων.
Η σχέση του με την θεά Αθηνά αρχίζει από την παιδική του ηλικία μιας και γεννήθηκε στην πόλη του Βυζαντίου του οποίου πολιούχος ήταν η Αθηνά. «Τον υποδέχεται και σχεδόν τον γεννά η πολιούχος θεά του Βυζαντίου, η οποία υπήρξε τότε η αιτία της ύπαρξης του, καθώς γεννήθηκε στην πόλη της, και αργότερα φρόντισε για την καλή του κατάσταση, όταν πλέον έφτασε στην παιδική και την εφηβική ηλικία. Γιατί αυτή εμφανιζόμενη στο όνειρο του, τον καλούσε στην φιλοσοφία. Για αυτό πιστεύω σε αυτόν υπήρξε και μεγάλη οικειότητα με την θεά, ώστε και με εξαίρετο τρόπο να πραγματοποιεί τα μυστήρια της και με μεγαλύτερο ενθουσιασμό να ακολουθεί τις επιταγές της» μας λέει ο Μαρίνος.
Μεταβαίνοντας στην Αλεξάνδρεια και θέλοντας να ακολουθήσει το επάγγελμα του πατέρα του σαν δικηγόρος, σπούδασε δίπλα στον σοφιστή Λεωνά και στον γραμματικό Ωρίωνα. Μετά από ένα πολύ σύντομο ταξίδι στο Βυζάντιο, όπου και είδε σε όνειρο την θεά Αθηνά να τον προτρέπει να σπουδάσει φιλοσοφία στην Αθήνα, επιστρέφοντας στην Αλεξάνδρεια σπούδασε κοντά στον φιλόσοφο Ολυμπιόδωρο και στον μαθηματικό Ήρωνα.
Όταν πια αισθάνθηκε ότι ήλθε η ώρα, ταξίδεψε στην Αθήνα, υπακούοντας στο όραμα και την προτροπή της θεάς Αθηνάς που είχε όταν ταξίδεψε στο Βυζάντιο.
«Για να διατηρηθεί πλέον ανόθευτη και γνήσια η διαδοχή στον Πλάτωνα, τον οδηγούν οι θεοί στην προστάτιδα της φιλοσοφίας, όπως ξεκάθαρα φανέρωσαν όσα προηγήθηκαν από το ταξίδι του, και τα θεϊκά σημάδια που πραγματικά συνέβησαν, προφητεύοντας σε αυτόν ξεκάθαρα την κληρονομιά από τον πατέρα του και την απόφαση για την διαδοχή που θα ερχόταν από ψηλά» μας τονίζει ο Μαρίνος, σημειώνοντας έτσι την σπουδαιότητα της αποστολής που είχε ανατεθεί στον Πρόκλο και που εκ του αποτελέσματος αποδεικνύεται.
Η πρώτη επαφή του ήταν με τον Συριανό, ο οποίος και τον σύστησε στον Πλούταρχο τον γιό του Νεστορίου. Εκείνος, διακρίνοντας την αγάπη και την έφεση του Πρόκλου για την φιλοσοφία, παρόλη την μεγάλη του ηλικία, αφιέρωσε πολύ χρόνο στην εκπαίδευση του, μετά δε από δύο χρόνια που πέθανε, την διδασκαλία του την ανέλαβε ο καινούργιος πλέον διευθυντής της Πλατωνικής Ακαδημίας, ο Συριανός. Η εξέλιξη του Πρόκλου ήταν ραγδαία. «Και αυτός εφαρμόζοντας άγρυπνη εξάσκηση και φροντίδα νύχτα-μέρα και καταγράφοντας συνοπτικά και με κριτικό πνεύμα όσα συζητούσαν, τόσο πολύ προόδευε σε μικρό χρονικό διάστημα ώστε όταν ήταν είκοσι οκτώ χρονών, έγραψε και πολλά άλλα και τα γλαφυρά και γεμάτα με επιστημονική γνώση υπομνήματα στον Τίμαιο».
Το έργο του Πρόκλου ήταν πολύ δύσκολο, διότι εκτός από τα εξεζητημένα θέματα της Φιλοσοφίας που διαπραγματευόταν, είχε να αντιμετωπίσει και την πνευματική παρακμή και τον σκοταδισμό που επικρατούσε εκείνη την εποχή στην Αθήνα. Έτσι θα βρούμε διάσπαρτα στα κείμενα του, δείγματα της αγωνίας και της αντίστασης που ακόμα αντέτασσαν οι πνευματικοί Έλληνες στην υποδούλωση της ελευθερίας της σκέψης.
Ο ίδιος ο Πρόκλος αναφέρει ότι: «Ωστόσο, θα έλεγε κανείς, ότι και με άλλο τρόπο μπορεί να εκλείψει το ανθρώπινο γένος. Γιατί σήμερα δεν υπάρχουν κάτοικοι τούτων εδώ των τόπων της Αττικής, μολονότι δεν συνέβη ούτε κατακλυσμός ούτε εκπύρωση αλλά μια τρομερή ασέβεια η οποία αφανίζει ολοκληρωτικά τα ανθρώπινα». Λέει δε σε ένα άλλο του έργο: «Οι άνθρωποι της εποχής μας κατεξοχήν συνηθίζουν να επικρίνουν τους παλαιούς μύθους ότι ευθύνονται για την μεγάλη αφ’ενός θρασύτητα στις περί θεών δοξασίες και αφ’ετέρου, για τις πολλές αταίριαστες και ταπεινές φανταστικές εικόνες, και δεν κάνουν τίποτε άλλο από το να οδηγούν τους πολλούς ανθρώπους στην τωρινή φοβερή και ανώμαλη καταπάτηση των ιερών θεσμών».
Σχετικά δε ο Μαρίνος αναφέρει: «Και το είδος της πολιτικής του ανδρείας το απέδειξε πραγματικά ηράκλειο. Γιατί αν και βρέθηκε μέσα σε μια παραζάλη και τρικυμία περιστάσεων και σε τυφωνικούς ανέμους που φυσούσαν ενάντια στην έννομη ζωή, αυτός ο άνδρας σταθερά και ακλόνητα, αν και ριψοκίνδυνα, διέσωσε την ζωή του και, όταν κάποτε αποκαλύφθηκε σε ένα κλοιό αρπακτικών, έφυγε όπως μπορούσε από την Αθήνα, υπακούοντας στην περιφορά του σύμπαντος, και πραγματοποίησε το ταξίδι στην Ασία, και αυτό με πάρα πολύ μεγάλη ωφέλεια… Αφού έζησε ένα μόνο χρόνο στην Λυκία, επέστρεψε και πάλι στην Αθήνα με την πρόνοια της θεάς της σοφίας». Βοηθούσε όσο μπορούσε όσους ασχολούντο με την φιλοσοφία, απαιτώντας την στήριξη τους από τους τότε άρχοντες, ήταν δε συμπονετικός και φιλάνθρωπος προς όλους όσους υπέφεραν και είχαν ανάγκη.
Ο Μαρίνος, παρόλο που θα μπορούσε να περιγράψει με πιο γνωστά και σταθερά στοιχεία που ακριβώς εβρίσκετο το σπίτι του Πρόκλου, προτίμησε να το προσδιορίσει αναφέροντας ιερά. Έτσι, αναφερόμενος σε μια τελετή που είχε κάνει κρυφά ο Πρόκλος στο Ασκληπιείο για την ίαση της Ασκληπιαγένειας και υπονοώντας πόσο σκοτεινή ήταν η εποχή εκείνη για τους Έλληνες, θρησκευτές αναφέρει: «Και τέτοιο έργο έκανε με τον ίδιο τρόπο με αυτή την περίπτωση διαφεύγοντας την προσοχή των πολλών και χωρίς να δίνει καμία αφορμή σε όσους ήθελαν να τον υπονομεύσουν, καθώς σε αυτό βοηθούσε και το σπίτι, στο οποίο αυτός κατοικούσε. Γιατί εκτός από τα άλλα τυχερά, η κατοικία του υπήρξε απολύτως κατάλληλη, την οποία και ο πατέρας του ο Συριανός και ο παππούς του, όπως ο ίδιος τον αποκαλούσε, Πλούταρχος κατοίκησαν, και η οποία ήταν γειτονική με το ξακουστό από τον Σοφοκλή Ασκληπιείο, αλλά και με το θέατρο του Διονύσου, ενώ φαινόταν ότι ήταν και με άλλους τρόπους αντιληπτή από την ακρόπολη της Αθηνάς».
Την μεγάλη του σχέση με την θεά Αθηνά, πέραν των ήδη αναφερθέντων, την περιγράφει πολύ συγκινητικά ο Μαρίνος, αναφερόμενος στην αρπαγή του αγάλματος της Αθηνάς από τον Παρθενώνα:
«Πόσο αυτός ήταν αγαπητός και στην ίδια την θεά της σοφίας, το παρουσίασε αρκετά και η επιλογή της φιλοσοφικής ζωής, η οποία έγινε έτσι, όπως ο λόγος πιο πάνω υπέδειξε. Αλλά και η ίδια η θεά με σαφήνεια το υπέδειξε, όταν το άγαλμα της που από το παρελθόν είχε τοποθετηθεί στον Παρθενώνα, μεταφερόταν από αυτούς που κινούν τα ακίνητα. Γιατί είδε ο φιλόσοφος στο όνειρο του ότι βρισκόταν δίπλα του μια όμορφη γυναίκα και ότι του ανήγγειλε ότι πρέπει πολύ γρήγορα να προετοιμάσει το σπίτι του. Γιατί η κυρίαρχη Αθηναΐδα, του είπε, θέλει να μείνει κοντά σου».
Ο Πρόκλος δεν παρέλειπε να τιμά και όσους έπρεπε να τιμηθούν κατά τα πάτρια: «Γιατί δεν είχε παραλείψει καμιά κατάλληλη στιγμή της συνηθισμένης λατρείας για αυτούς, σε κάποιες συγκεκριμένες ημέρες κάθε χρόνου, και περιερχόμενος τους τάφους των αττικών ηρώων και τα μνήματα των φιλοσόφων και των άλλων που υπήρξαν φίλοι και γνωστοί του, έκανε τα καθιερωμένα όχι μέσω κάποιου άλλου, αλλά ενεργώντας ο ίδιος. Και μετά από την λατρεία καθενός, έφευγε για την Ακαδημία και εξευμένιζε τις ψυχές των προγόνων του και γενικά όλες τις ψυχές της γενιάς του ξεχωριστά σε κάποιον τόπο. Από κοινού πάλι με τις ψυχές όλων των φιλοσόφων σε άλλο μέρος πρόσφερε χοές. Και εκτός από όλους αυτούς, ο ευσεβής οριοθέτησε και έναν τρίτο τόπο και μέσα σε αυτόν πρόσφερε εξιλαστήριες θυσίες σε όλες τις ψυχές των νεκρών».
Πέθανε το 124ο έτος από την βασιλεία του Ιουλιανού ή αλλιώς την 17η Απριλίου του +485. Ετάφη σε κοινό τάφο με τον δάσκαλο του τον Συριανό, στην περιοχή του Λυκαβηττού, στο δε μνήμα του εγράφη και το παρακάτω επίγραμμα που το συνέθεσε ο ίδιος:
«Εγώ υπήρξα ο Πρόκλος, Λύκιος στην γενιά, το οποίο ο Συριανός εδώ με ανέθρεψε διάδοχο της διδασκαλίας του. Αυτός εδώ ο κοινός τάφος δέχτηκε τα σώματα και των δύο, μακάρι και τις ψυχές μας κοινός τόπος να τις λάβει».
Ο Πρόκλος θεωρείτο σοφός άνθρωπος στην εποχή του καθώς και από τους μεταγενέστερους του και ήταν ευρύτατα γνωστός ακόμη και σε μη Ελληνόφωνους, γι’ αυτό και κάποια έργα του (ολόκληρα ή τμήματα τους) έχουν διασωθεί και σε Λατινική ή Αραβική μετάφραση.
Η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος για τον Πρόκλο στον Ελληνικό χώρο γίνεται με τον Μιχαήλ Ψελλό και κορυφώνεται με τον Πλήθωνα Γεμιστό.
Πολλοί δε οικειοποιήθηκαν και παραποίησαν μέρη του έργου του για να παρουσιάσουν δική τους φιλοσοφική θεώρηση, όπως για παράδειγμα ο ψευδό-Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης.
Σήμερα υπάρχει στην ξένη βιβλιογραφία απειρία βιβλίων, μελετών και άρθρων Πανεπιστημιακών και μη μελετητών του Πρόκλου.
Στην Ελληνική πραγματικότητα, πέραν της μεγάλης προσφοράς των εκδόσεων Κάκτος, αρχίζουν και εμφανίζονται δειλά-δειλά, μελέτες και αναλύσεις των έργων του Πρόκλου, τα οποία ευκτέον είναι να πολλαπλασιασθούν.
ΤΙΜΗ ΚΑΙ ΜΝΗΜΗ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
αβαγνον