Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2015

ΘΡΗΣΚΕΙΑ: Η συμβολική των Θεοφανείων (6 Ιανουαρίου) και η σπουδαιότητα του βαπτίσματος για τον άνθρωπο

«Ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε Χριστόν ἐνεδύσασθε» (Γαλ. γ΄ 27). Η θριαμβευτική βαπτιστήριος ιαχή του αποστόλου Παύλου στην επιστολή του οδηγεί στο γενικό λυτρωτικό νόημα του Μυστηρίου της Βαπτίσεως.

Τούς οὐρανούς βάπτισμα τοῦ Χριστοῦ σχίσαν,
Τούς αύτό μή χραίνοντας ἔνδον εἰσάγει.
Βάπτισεν ἐν ποταμῷ Χριστόν Πρόδρομος κατά ἕκτην.

Γράφει η Ελένη Δραμπάλα

ΤΟ ΒΑΠΤΙΣΜΑ ΣΤΟΝ ΙΟΡΔΑΝΗ
Σύμφωνα με τις ευαγγελικές περικοπές, ο Ιωάννης ο Πρόδρομος (υιός του Ζαχαρία και της Ελισσάβετ), επονομασθείς μετέπειτα Βαπτιστής, διέμενε στην έρημο ασκητεύοντας. Ήταν το δέκατο πέμπτο έτος της αυτοκρατορίας του Τιβερίου Καίσαρος, όταν ήταν ηγεμόνας στην Ιουδαία ο Πόντιος Πιλάτος και τετράρχης στη Γαλιλαία ο Ηρώδης Αντίπας, ο δε Φίλιππος ο αδελφός του ήταν τετράρχης της Ιτουραίας και της Τραχωνίδος χώρας, και ο Λυσανίας ήταν τετράρχης της Αβιληνής. 

Επί εποχής των αρχιερέων Άννα και Καϊάφα, ο Ιωάννης έλαβε εντολή από τον Θεό, θεία κλήση, να έλθει σε όλα τα περίχωρα του Ιορδάνου και κηρύσσοντας να προτρέπει τον λαό να βαπτισθεί. Βάπτισμα, όμως, συνοδευόμενο από μετάνοια προς άφεσιν των αμαρτιών τους, την οποία θα τους εξασφάλιζε ο μετ’ ολίγον ερχόμενος Μεσσίας («Ἐν ἔτει δέ πεντεκαιδεκάτῳ τῆς ἡγεμονίας Τιβερίου Καίσαρος ... ἐπ’ ἀρχιερέως Ἄννα καί Καϊάφα, ἐγένετο ρῆμα Θεοῦ ἐπί Ἰωάννην ... καί ἦλθεν εἰς πᾶσαν τήν περίχωρον τοῦ Ἰορδάνου κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν», Λουκ. γ΄1-3). Ο Ιησούς, ο οποίος ήταν τότε περίπου 30 ετών, ήλθε από τη Γαλιλαία για να βαπτισθεί από τον Ιωάννη στον Ιορδάνη. Ο Ιωάννης προσπάθησε να τον εμποδίσει λέγοντάς του ότι ο ίδιος έχει ανάγκη να βαπτισθεί από Τον αναμάρτητο. Αποκρινόμενος ο Ιησούς, τον προέτρεψε να μη φέρει δυσκολία, διότι κατ’ αυτόν τον τρόπο ταπεινούμενος εκπληρώνει την εντολή του Θεού. Ο Ιησούς δεν έμεινε πολύ στο νερό του Ιορδάνου διότι ήταν αναμάρτητος, ενώ άνοιξαν οι ουρανοί και είδε το Πνεύμα του Θεού να κατεβαίνει σε σχήμα και μορφή περιστεράς. Και τότε ακούστηκε φωνή από τους ουρανούς, η οποία έλεγε: «οὗτός ἐστιν ὁ υἱός μου ὁ ἀγαπητός ἐν ᾧ εὐδόκησα» (Ματθ. γ΄ 13-17).

Η ΣΠΟΥΔΑΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΒΑΠΤΙΣΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΚΑΙ Η ΣΥΜΒΟΛΙΚΗ ΤΟΥ
«Ἐγένετο δέ ἐν τῷ βαπτισθῆναι ἅπαντα τόν λαόν καί Ἰησοῦ βαπτισθέντος» (Λουκ. 3, 21). Η σάρκωση του προαιώνιου Υιού και Λόγου του Θεού με το Βάπτισμά Του στον Ιορδάνη, δημιούργησε τις προϋποθέσεις ώστε να βιώσουμε την πιο συνταρακτική συνάντηση του Θεού με τον Άνθρωπο. Γινόμαστε υιοί Θεού χάριτι από τον φύσει Υιό του Θεού, αγαπητοί υιοί χάριτι από τον φύσει αγαπητό Υιό του Θεού. Ο Ιωάννης βάπτιζε «ἐν ὕδατι», το βάπτισμα μετανοίας, ενώ το Βάπτισμα του Χριστού «ἐν Πνεύματι Άγίῳ» προσέδωσε αγιαστικές ιδιότητες στο νερό, δημιουργώντας γέφυρα συμφιλίωσης του ανθρώπου με τον Θεό μέσω του Μυστηρίου του Βαπτίσματος. 

«Ἡ Ἐκκλησία σημαίνεται ἐν τοῖς μυστηρίοις»: με την διατύπωσή του αυτή, ο μεγάλος μυσταγωγός Νικόλαος Καβάσιλας θεωρεί ότι το άγιο Βάπτισμα, το Χρίσμα, η Θεία Ευχαριστία αποτελούν τη λεγόμενη χριστιανική μύηση, δηλ. τον ιδιαίτερο μυστηριακό τρόπο με τον οποίο ο άνθρωπος εισάγεται στην κοινωνία της Εκκλησίας και γίνεται μέλος του μυστικού σώματος του Χριστού. Αυτή την αλήθεια δίδαξε πρώτος ο ίδιος ο Κύριος, όταν συζητώντας με τον νυκτερινό μαθητή του Νικόδημο καθώρισε το άγιο Βάπτισμα απαραίτητη προϋπόθεση εισόδου του ανθρώπου στη βασιλεία των ουρανών («Ἐάν μή τις γεννηθῇ ἐξ ὕδατος καί Πνεύματος, οὐ δύναται εἰσελθεῖν εἰς τήν Βασιλείαν τῶν οὐρανῶν», Ιωάν. 3, 5). Και ο απόστολος Πέτρος, κατά την πρώτη ιεραποστολική του ομιλία την ημέρα της Πεντηκοστής, απαντώντας στο ερώτημα τῶν κατανυγέντων τῇ καρδίᾳ, τί να κάνουν για να σωθούν, είπε: «Μετανοήσατε και βαπτισθήτω ἕκαστος ἡμῶν ἐπί τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν ἡμῶν» (Πράξ. 2, 38). Αλλά και ο απόστολος Παύλος, ανακεφαλαιώνοντας την πίστη της αποστολικής Εκκλησίας, χαρακτηρίζει το Άγιο Βάπτισμα ως μυστηριακή συμμετοχή στο ζωοποιό θάνατο και την εκ νεκρών ανάσταση του Κυρίου, με την έννοια της συσταύρωσης του παλαιού μας αμαρτωλού εαυτού («ἵνα καταργῃθῇ τό σῶμα τῆς ἁμαρτίας, τοῦ μηκέτι δουλεύειν ἡμᾶς τῇ ἁμαρτίᾳ», Ρωμ. 6, 4-6.11). Στα αρεοπαγιτικά συγγράμματα, το βάπτισμα ονομάζεται «μυστήριον φωτίσματος», κατά τον άγιο δε Συμεών Θεσσαλονίκης, το βάπτισμα τυποῖ «τόν θάνατον τοῦ Χριστοῦ καί τήν τριήμερον ἔγερσιν», αλλά είναι «ἡ ἐν πνεύματι θεογενεσία καί σωτηρία ... καί ἀναγέννησις καί ἀνάπλασις, κάθαρσίς τε καί φωτισμός καί υἱοθεσία καί χάρισμα καί ἁγιασμός καί μύρια ὅσα φασίν οἱ Πατέρες»

Συνιστά μετοχή στο θάνατο και την ανάσταση του Χριστού (Α΄ Κορ. 6,11. Γαλ. 3,26 ἑ. Ρωμ. 6,4). Αυτό, άλλωστε, εκφράζει και πραγματοποιεί η τριπλή κατάδυση και ανάδυση στο αγιασμένο ύδωρ, που συνιστά τον μόνο και απαράβατο τρόπο του κανονικού εκκλησιαστικού βαπτίσματος. Ο θάνατος του παλαιού ανθρώπου και η αναγέννηση του πιστού δεν είναι έτσι απλό «ηθικό» γεγονός, αλλά «μυστηριακό» και «λειτουργικό», διότι ο ἐν Χριστῷ θνήσκων καί ἀνιστάμενος ἄνθρωπος αναγεννάται πνευματικά μέσα στο κυριακό σώμα και λαμβάνει τη σφραγίδα της αιώνιας ζωής, ενδυόμενος τον Χριστό. Αυτή είναι η εσχατολογική όψη του μυστηρίου. Το βάπτισμα είναι για τον βαπτιζόμενο «προχάραγμα» και «προοίμιον» της εσχατολογικής ζωής της ουράνιας βασιλείας, γι’ αυτό και ονομάζεται «πρώτη ανάσταση», διότι είναι δύναμη προς την ανάσταση την τελική. 

Κατά την ακολουθία του βαπτίσματος δεν γίνεται λόγος για συγχώρηση κάποιας προπατορικής ενοχής, ούτε υπάρχει αναφορά στις προσωπικές αμαρτίες, διότι το μυστήριο λειτουργικά είναι αποδεσμευμένο από κάθε έννοια «νομικής» άφεσης αμαρτιών. Η ακολουθία περιστρέφεται σ’ ό,τι αφορά την ένταξη του βαπτιζομένου στη ζωή της Εκκλησίας: η απελευθέρωσή του από την «δουλείαν τοῦ ἐχθροῦ» θα οδηγήσει στην είσοδό του στην «Βασιλείαν τήν ἐπουράνιον», με απώτερο σκοπό την μετοχή στην άκτιστη βασιλεία και δόξα της Τριαδικής Θεότητας. 

Τέλος, το Βάπτισμα επειδή σχετίζεται άμεσα με το Χρίσμα, το οποίο είναι μετοχή στον Κεχρισμένο, δηλ. τον Χριστό, ως και κοινωνία του αγίου Πνεύματος, ονομάζεται «τελείωσις». Είναι η σύνδεση Χριστολογίας και Πνευματολογίας και σύμφωνα με τον άγιο Συμεών Θεσσαλονίκης «τό μύρον τελειοῖ τό βάπτισμα καί τῆς Τριάδος ναούς ἡμᾶς ἀπεργάζεται. Διά τοῦτο μετά τό βάπτισμα δίδοται καί τήν ἐπιφοίτησιν χορηγεῖ τοῦ Πνεύματος ἐν ἡμῖν». Από τον θάνατο και την ανάσταση προχωρεί ο βαπτιζόμενος στην ένωση με τον Χριστό «βαπτιζόμεθα μέν, ἵνα τόν θάνατον ἀποθάνωμεν ἐκεῖνον καί τήν ἀνάστασιν ἀναστῶμεν, χριόμεθα δέ ἵνα τοῦ χρίσματος τοῦ βασιλικοῦ τῆς θεώσεως αὐτῷ γενώμεθα κοινωνοί» (Νικόλ. Καβάσιλας, PG 150, 521).

Το πνεύμα αυτό του αποστολικού κηρύγματος, προς το οποίο συνηχεί και η πατερική διδαχή περί του αγίου Βαπτίσματος «ὡς ἁμαρτιῶν κάθαρσις, ἄφεσις πλημμελημάτων, ἀνακαινισμοῦ καί ἀναγεννήσεως αἰτία», καθόρισε διαχρονικά και την υπό της Εκκλησίας εφαρμοζόμενη εκάστοτε βαπτισματική πρακτική. Οι δεήσεις του καθαγιασμού του ύδατος, όπου το μεν βαπτισματικό λουτρό χαρακτηρίζεται «ὡς ὕδωρ ἀπολυτρώσεως, ἀφθαρσίας, πηγή ἁγιασμού, δώρων, ἁμαρτημάτων λυτήριον, καθαρισμός σαρκός και πνεύματος, ἄνεσις δεσμῶν, ἄφεσις παραπτωμάτων, φωτισμός ψυχῆς», ως δε σκοπός της μυστηριακής αυτής πράξης ορίζεται «τό μεταποιηθῆναι τόν ἐν αὐτῷ βαπτιζόμενον εἰς τό ἀποθέσθαι μέν τόν παλαιόν ἄνθρωπον, τόν φθειρόμενον κατά τάς ἐπιθυμίας, τῆς ἀπάτης, ἐνδύσασθαι δέ τόν νέον τόν ἀνακαινούμενον κατ’ εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν» (Μικρόν Ευχολόγιον, σελ. 93-95)

Η χρίση, με το επορκιστό έλαιο είναι εμπνευσμένη από το έλαιο, με το οποίο εχρίοντο παλαιότερα στις παλαίστρες οι αθλητές και συμβολίζει τον πνευματικό αγώνα κατά της αμαρτίας, στον οποίο κατέρχεται ο βαπτιζόμενος. Το μυστήριο του αγίου Χρίσματος, που τελείται ταυτόχρονα με το Βάπτισμα και έχει τον χαρακτήρα ενεργοποίησης των χαρισμάτων του αγίου Πνεύματος, στην προσπάθεια ισχυροποίησης και σταθεροποίησης της ανακαινισμένης θέλησης του ανθρώπου κατά την επιτέλεση του αγαθού, οδηγεί στην άφεση των αμαρτιών του βαπτισθέντος και την θεραπεία της νοσούσας φύσης. Η ένδυση του βαπτισθέντος με λευκό εμφώτιο χιτώνα, είναι σύμβολο της αποκτηθείσας ψυχικής καθαρότητας.

Η χάρη του αγίου Πνεύματος και τα παρεχόμενα στον χριόμενο χαρίσματά του ενεργοποιούν την ἐν Χριστῷ αδελφότητα με τα άλλα μέλη, την ανάπτυξη των διαπροσωπικών σχέσεων της αγαπητικής ανιδιοτέλειας, με την απελευθέρωση από την δουλική αναγκαιότητα της πεπτωκυίας φύσεως, σύμφωνα με την Ευχή: «ποίησον αὐτόν ... μέλος τίμιον τῆς Ἐκκλησίας σου»
«Ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε Χριστόν ἐνεδύσασθε»
Ο απόστολος Παύλος στην προς Γαλάτας γ΄, 27 επιστολή του συμπυκνώνει σ’ αυτή την θριαμβευτική βαπτιστήριο ιαχή το γενικό λυτρωτικό νόημα του Μυστηρίου της Βαπτίσεως. Ο ύμνος αυτός ψάλλεται κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας των Χριστουγέννων αντί του Τρισαγίου Ύμνου (Άγιος ο Θεός), καθώς επίσης και στις Θείες Λειτουργίες των Αγίων Θεοφανείων, της Πεντηκοστής, του Σαββάτου του Λαζάρου, του Μεγάλου Σαββάτου, της Κυριακής του Πάσχα και όλης της Διακαινησίμου. 

Και ο λόγος είναι ότι κατά τις ημέρες αυτές και κυρίως την ημέρα των Θεοφανείων και του Αγίου Πάσχα εγένοντο οι Βαπτίσεις στην αρχαία Εκκλησία και σήμερα είναι χαρακτηριστικό ότι η Εκκλησία τις ημέρες αυτές δεν τελεί γάμους. Κατά την εποχή εκείνη, όλα τα μυστήρια της Εκκλησίας, όπως και το Βάπτισμα, ήταν οργανικά ενταγμένα στη Θεία Λειτουργία, ενώ οι βαπτίσεις ετελούντο κατά τη διάρκεια του πρώτου μέρους τους, πριν την ανάγνωση του Ιερού Ευαγγελίου. Δεν επρόκειτο για ατομικό ή οικογενειακό μυστήριο, αλλά για μία συλλογική πράξη, αφού η τελετή αυτή αφορούσε όλη την εκκλησιαστική κοινότητα. Οι νεοφώτιστοι, μετά την βάπτισή τους, εισήρχοντο στο ναό από το βαπτιστήριο, το οποίο ευρίσκετο στο δυτικό μέρος του ναού, προκειμένου να συμμετάσχουν στη Θεία Λειτουργία, ενώ τους υπεδέχοντο οι πιστοί μ’ αυτόν τον ύμνο, τον ύμνο ο οποίος τονίζει και πληροί την όλη θεολογία του Βαπτίσματος. 

Σήμερα, η Εκκλησία, παρά τις διαφορετικές συνήθειες ως προς τον χρόνο του βαπτίσματος, διατηρεί τον βαπτισματικό χαρακτήρα εκείνων των ημερών και τοποθετεί τον Ύμνο αυτόν αντί του Τρισαγίου, προκειμένου να τονίσει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του Μυστηρίου του Βαπτίσματος.

Το βαθύτερο νόημα του «ἐνεδύσασθε», δίνει ο Απόστολος των Εθνών προκειμένου να διευκολύνει την κατανόηση της βαθύτερης σχέσης μας με τον Χριστό, ο οποίος βρίσκεται σε αναμονή, μας περιμένει και κρούει τη θύρα όλου του «είναι» μας, επειδή είναι συνεπής σ’ αυτή τη βαπτιστήρια αγιοπνευματική διαβεβαίωση. 

Η αποκάλυψη και του τρίτου προσώπου της Αγίας Τριάδος, του Αγίου Πνεύματος, κατά την στιγμή της βάπτισης του Χριστού, αποκαλύπτει τον όλο τρισυπόστατο και ομοούσιο Θεό. Τον Θεό τον Ζώντα. Βαπτιζόμενος ο ίδιος, ταυτίζεται με κάθε άνθρωπο, τού αποκαλύπτεται με καθαρότητα, χωρίς να κρίνει ή να καταδικάζει, ούτε να θεσπίζει αντικειμενικούς νόμους και κανόνες, αλλά μόνον να «προσκαλεί» και να «προκαλεί», ώστε ν’ αποφασίσουμε να γίνουμε μέτοχοι της αναμάρτητης ζωής Του και να μεταστρέψουμε το χοϊκό ιδίωμά μας σε κατά χάριν υιότητα. Και αυτή η "πρόσκληση"-"πρόκληση" έχει μία και μοναδική αναφορά: την κατάκτηση του «καθ’ ὁμοίωσιν»!

Ελένη Δραμπάλα

Ἀπολυτίκιον
Ἐν Ἰορδάνῃ βαπτιζομένου σου Κύριε, ἡ τῆς Τριάδος ἐφανερώθη προσκύνησις· τοῦ γάρ Γεννήτορος ἡ φωνή προσεμαρτύρει σοι, ἀγαπητόν σε Υἱόν ὀνομάζουσα· καί τό Πνεῦμα ἐν εἴδει περιστερᾶς, ἐβεβαίου τοῦ λόγου τό ἀσφαλές. Ὁ ἐπιφανείς Χριστέ ὁ Θεός, καί τόν κόσμον φωτίσας δόξα σοι.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ὅτε τῇ ἐπιφανείᾳ σου ἐφώτισας τὰ σύμπαντα, τότε ἡ ἀλμυρὰ τῆς ἀπιστίας θάλασσα ἔφυγε, καὶ Ἰορδάνης κάτω ῥέων ἐστράφη, πρὸς οὐρανὸν ἀνυψῶν ἡμᾶς. Ἀλλὰ τῷ ὕψει τῶν θείων ἐντολῶν σου, συντήρησον Χριστὲ ὁ Θεός, πρεσβείες τῆς Θεοτόκου, καὶ σῶσον ἡμᾶς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

αβαγνον