Σάββατο 20 Δεκεμβρίου 2014

ΘΡΗΣΚΕΙΑ: Άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος και Χριστοφόρος (20 Δεκεμβρίου)

"Πῶς οὖν ἐφανερώθη τοῖς αἰῶσιν; ἀστήρ ἐν οὐρανῷ ἔλαμψεν ὑπέρ πάντας τούς ἀστέρας ..." 
"Ὁ ἐμός ἔρως ἐσταύρωται, καί οὐκ ἔστιν ἐν ἐμοί πῦρ φιλόϋλον ..."

Γράφει η Ελένη Δραμπάλα

ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ
Στους αμέσως μετά τους Αποστόλους χρόνους, η Εκκλησία αποτελούσε ένα ζωντανό σώμα, η ενότητα του οποίου στηριζόταν στην κοινή πίστη, στην ευχαριστιακή σύναξη, στην προσευχή και στην δράση. Οι χριστιανικές κοινότητες που υπήρχαν σ’ όλη την έκταση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, βίωναν μέσα σε κλίμα ενθουσιασμού την ευαγγελική κοινωνία, αν και ζούσαν ως επί το πλείστον σε απομόνωση από τον έξω κόσμο, αντιμετώπιζαν αφ’ ενός μεν την αντίδραση του Εθνισμού, αφ’ ετέρου δε τον κίνδυνο της αλλοίωσης της πίστης από διάφορες αιρέσεις. 

Στην προσπάθεια της Εκκλησίας να διαφυλάξει την πίστη από νοθεύσεις και παραχαράξεις, υπήρξε σημαντική η συμβολή των εκκλησιαστικών συγγραφέων, οι οποίοι είναι γνωστοί με το συλλογικό όνομα «Αποστολικοί Πατέρες» και έζησαν κατά το τέλος της πρώτης μ.Χ. εκατονταετίας μέχρι τα μέσα της δεύτερης, μερικοί δε από αυτούς είχαν γνωρίσει προσωπικά τους Αποστόλους ή τους άμεσους μαθητές τους. Τα συγγράμματα όλων αυτών απηχούν την αποστολική διδασκαλία και εκφράζουν το ήθος και τον ενθουσιασμό της νεανικής Εκκλησίας. Όλα τα έργα των Αποστολικών Πατέρων απευθύνονται σε παραλήπτες Χριστιανούς, εκτός της επιστολής «Προς Διόγνητον».

Ο ΒΙΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ και ΙΕΡΟΜΑΡΤΥΡΟΣ
Ο χρόνος γέννησης και η εθνικότητα του αγίου Ιγνατίου, ως Αποστολικού Πατέρα, δεν είναι σαφή. Χειροτονήθηκε ιερέας και κατόπιν επίσκοπος Αντιοχείας, όταν στη Ρώμη βασίλευε ο Ουσπεσιανός (70 μ.Χ.) και παρέμεινε στον θρόνο 40 χρόνια, μέχρι το 107 μ.Χ. επί βασιλείας Τραϊανού. Μάλιστα, όπως μας παραδίδεται από τον άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο, υπήρξε μαθητής των Αποστόλων. Όταν ο Τραϊανός διέταξε διωγμό κατά των Χριστιανών, θαρραλέα ο Ιγνάτιος, ενώ ο βασιλιάς περνούσε από την Αντιόχεια, παρουσιάστηκε μπροστά του και υπεράσπισε τα δίκαια της Εκκλησίας και την αλήθεια της χριστιανικής πίστης. Τότε ο Τραϊανός, διέταξε τη σύλληψη του Ιγνατίου και τη μεταφορά του στη Ρώμη. Οι χριστιανοί της Ρώμης σκόπευαν να τον απαλλάξουν από το μαρτύριο, αλλά ο Ιγνάτιος, με φλογερή δίψα προς το μαρτύριο, έγραψε σ' αυτούς να αφήσουν να γίνει το θέλημα του Θεού. Έτσι, την 20η Δεκεμβρίου του έτους 107 μ.Χ., τον έριξαν στο αμφιθέατρο, όπου πεινασμένα θηρία τον κατασπάραξαν. Διασώθηκαν μόνο τα μεγαλύτερα από τα οστά του, που μεταφέρθηκαν και τάφηκαν με τιμές στην Αντιόχεια. Αργότερα μετακομίσθηκαν στη Ρώμη (β΄ ανακομιδή το 540 μ.Χ.) και εναποτέθησαν στον Ιερό Ναό του αγίου Κλήμεντος. 

Ο ΠΡΩΤΟΣ ΚΑΤ’ ΕΞΟΧΗΝ ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ
Όπως και οι άλλοι Αποστολικοί Πατέρες, ο άγιος Ιγνάτιος δεν παρουσιάζει μία θεολογία της υπερβατικής υπάρξεως του Θεού, αλλά αναφέρεται σ’ Αυτόν πάντα στο μέτρο και στα πλαίσια του αποκαλυπτικού Του έργου. 

Σ’ ένα μοναδικό χωρίο, ο Ιγνάτιος σημειώνει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι «Υἱός» και «Λόγος» του Θεού, «ἀπό σιγῆς προελθών, ὅς κατά πάντα εὐηρέστησε τῷ πέμψαντι αὐτόν»

Το ενδιαφέρον του Ιγνατίου είναι η προσπάθειά του να αναφερθεί στο μυστήριο της υπάρξεως του Υιού. Η έκφραση «ἀπό σιγῆς προελθών» επιβεβαιώνει την τελική αδυναμία του ανθρώπου να εισχωρήσει στο βάθος του θείου μυστηρίου. Δηλώνει την απόσταση που χωρίζει την άκτιστη θεία πραγματικότητα από την περιωρισμένη ανθρώπινη ικανότητα. 

Σχετικά με την σάρκωση, ο Ιγνάτιος αναφέρει «ἐν ἡσυχίᾳ Θεοῦ ἐπράχθη», ενώ είναι χαρακτηριστική και η αποφατική διάθεση του λόγου του, «Πῶς οὖν ἐφανερώθη τοῖς αἰῶσιν; ἀστήρ ἐν οὐρανῷ ἔλαμψεν ὑπέρ πάντας τούς ἀστέρας, καί τό φῶς αὐτοῦ ἀνεκλάλητον ἦν ... τά δέ λοιπά πάντα ἄστρα ἅμα ἡλίῳ καί σελήνῃ χορός ἐγένετο τῷ ἀστέρι, αὐτός δέ ἦν ὑπερβάλλων τό φῶς αὐτοῦ ὑπέρ πάντα ...»

Ως προς τις δύο φύσεις του Χριστού, θεία και ανθρωπίνη, ο Ιγνάτιος αναφέρεται στον τρόπο της σαρκώσεως και στην αντίδοση των ιδιωμάτων των δύο φύσεων. Η χριστολογική θεώρηση του Ιγνατίου είναι η ομολογία του «Εἷς ἰατρός ἐστι, Ἰησοῦς Χριστός ὁ Κύριος ἡμῶν», όπου αυτή η φράση του πλαισιώνεται από έξι ζεύγη χριστολογικών προσδιορισμών, με τα οποία διευκρινίζεται, κατά τρόπο διαλεκτικό, η ένωση των δύο φύσεων στο ένα Πρόσωπο του Χριστού. 

Έτσι, ο Χριστός είναι: 
(α) «σαρκικός τε καί πνευματικός», 
(β) «γεννητός καί ἀγέννητος», 
(γ) «ἐν σαρκί γενόμενος Θεός», 
(δ) «ἐν θανάτῳ ζωή ἀληθινή», 
(ε) «καί ἐκ Μαρίας καί ἐκ Θεοῦ», 
(στ) «πρῶτον παθητός καί τότε ἀπαθής». 

Η διαλεκτική χριστολογία του Ιγνατίου έχει αποδέκτες τους δοκητές, οι οποίοι αμφισβητούσαν την τέλεια ανθρωπότητα του Θεανθρώπου και υποστήριζαν «δοκεῖν πεπονθέναι αὐτόν»

Αναφορικά με την εν Χριστῷ μυστική ζωή, ο Ιγνάτιος περιγράφει εισηγούμενος όρους και έννοιες που θα χρησιμοποιήσουν σε μεταγενέστερους χρόνους οι μεγάλοι μυστικοί θεολόγοι της Ανατολής (Γρηγόριος ο Νύσσης, Ψευδο-Διονύσιο, Μάξιμος ο Ομολογητής, Συμεών ο Νέος Θεολόγος). 

Είναι ο πρώτος, μετά τον Ιωάννη και τον Παύλο, μυστικός θεολόγος, αφού η ορολογία του απηχεί την εσωτερική του μυστική κατάσταση, τον ενδότερο πόθο του για μετοχή του Θεού, την ακαταμάχητη επιθυμία του να συναντήσει τον Θεό. 

Χαρακτηριστικές είναι όλες οι επιστολές του και οι λόγοι του: 

«Ζῶν γράφω ὑμῖν, ἐρῶν τοῦ ἀποθανεῖν. Ὁ ἐμός ἔρως ἐσταύρωται, καί οὐκ ἔστιν ἐν ἐμοί πῦρ φιλόϋλον ...»

Η μυστική επιθυμία του Ιγνατίου να ενωθεί με το Χριστό εκφράζεται κατά ποικίλους τρόπους, οπωσδήποτε δε με ένταση και εσωτερικό πάθος. Ζούσε έντονα την παρουσία του Χριστού στη ζωή του, είχε υψωθεί στο επίπεδο της μετουσίας του Θεού, είχε γίνει «θεοφόρος» και «χριστοφόρος», ώστε να μπορεί να δηλώνει: 

«Πῦρ καί σταυρός, θηρίων τε συστάσεις, σκορπισμοί ὀστέων, συγκοπαί μελῶν, ἀλεσμοί ὅλου τοῦ σώματος, κακαί κολάσεις τοῦ διαβόλου ἐπ’ ἐμέ ἐρχέσθωσαν, μόνον ἵνα Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπιτύχω». 

Ο θείος έρωτας είναι αδύνατο να υπερνικηθεί από τα αγαθά της επικαιρότητας. 

Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Κατεπλάγη Ἰωσὴφ.
Καὶ τρόπων μέτοχος, καὶ θρόνων διάδοχος, τῶν Ἀποστόλων γενόμενος, τὴν πρᾶξιν εὗρες θεόπνευστε, εἰς θεωρίας ἐπίβασιν, διὰ τοῦτο τὸν λόγον τῆς ἀληθείας ὀρθοτομών, καὶ τῇ πίστει ἐνήθλησας μέχρις αἵματος, Ἱερομάρτυς Ἰγνάτιε, Πρεσβεῦε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Ἕτερον Ἀπολυτίκιον 
Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείῳ ἔρωτι ἐπτερωμένος, τοῦ σὲ ψαύσαντος χερσὶν ἀχράντοις θεοφόρος ἀνεδείχθης, Ἰγνάτιε• καὶ ἐν τῇ Δύσει τελέσας τὸν δρόμον σου, πρὸς τὴν ἀνέσπερον λῆξιν ἐσκήνωσας. Πάτερ ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε δωρίσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον
Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Tῶν λαμπρῶν ἀγώνων σου, ἡ φωτοφόρος ἡμέρα, προκηρύττει ἅπασι, τὸν ἐκ Παρθένου τεχθέντα· τούτου γὰρ διψῶν ἐκ πόθου κατατρυφῆσαι, ἔσπευσας, ὑπὸ θηρίων ἀναλωθῆναι· διὰ τοῦτο Θεοφόρος, προσηγορεύθης Ἰγνάτιε ἔνδοξε.

Ελένη Δραμπάλα

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

αβαγνον