Τη δηµιουργία παράνοµων δικτύων διακίνησης προς την Τουρκία, τη Συρία και το Ιράν, εκµεταλλεύθηκε και χρησιµοποίησε µε τον καλύτερο τρόπο το Ισλαµικό Κράτος, γεγονός που το ανέδειξε ως «την πλουσιότερη και οικονοµικά ανεξάρτητη τροµοκρατική οργάνωση σε παγκόσµιο επίπεδο».
Βασίλης Γιαννακόπουλος
γεωστρατηγικός αναλυτής , www.geostrategy.gr
Στις αρχές του 2015, οι πληροφορίες για τις πετρελαιοπηγές και τις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις που έλεγχε το Ισλαµικό Κράτος στη Συρία και το Ιράκ ήταν συγκεχυµένες. Παρόλα αυτά, ήταν γνωστό ότι κατείχε έξι από τα δέκα κοιτάσµατα πετρελαίου της Συρίας, συµπεριλαµβανοµένων των µεγάλων πετρελαϊκών εγκαταστάσεων του Omar, ενώ στο βορειο-κεντρικό Ιράκ έλεγχε τουλάχιστον τέσσερα µικρά κοιτάσµατα πετρελαίου, όπως το Qayyarah, το Ajeel και το Hamrin (δυτικά των κουρδικών επαρχιών).
Σύµφωνα µε τους Financial Times, από αυτές τις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις πουλούσε κατά µέσο όρο περίπου 80.000 βαρέλια πετρελαίου την ηµέρα στην περιφερειακή µαύρη αγορά ενέργειας, κερδίζοντας αρκετά εκατοµµύρια δολάρια. Κάποιες ποσότητες πωλούνταν προκειµένου να καλύψουν τις ανάγκες πετρελαίου σε τοπικό επίπεδο, κάποιες άλλες πωλούνταν στο συριακό καθεστώς, ενώ ένα µέρος µεταφέρονταν στις γειτονικές χώρες µέσω δικτύων λαθρεµπορίου.
Ως γνωστόν, επί εποχής Saddam Hussein είχαν επιβληθεί κυρώσεις στις πωλήσεις του ιρακινού πετρελαίου, γεγονός που προκάλεσε τη δηµιουργία παράνοµων δικτύων διακίνησης προς την Τουρκία, τη Συρία και το Ιράν. Αυτή την υποδοµή της παράνοµης διακίνησης πετρελαίου εκµεταλλεύθηκε και χρησιµοποίησε µε τον καλύτερο τρόπο το Ισλαµικό Κράτος, γεγονός που το ανέδειξε ως «την πλουσιότερη και οικονοµικά ανεξάρτητη τροµοκρατική οργάνωση σε παγκόσµιο επίπεδο». Πέρα από τη διάλυση του Ισλαµικού Κράτους, από τις 23 Αυγούστου 2014, η έναρξη της διεξαγωγής της πολυεθνικής αεροπορικής επιχείρησης «Εγγενής Αποφασιστικότητα» (Operation Inherent Resolve) είχε και ως στόχο να αποτρέψει τον έλεγχο των συριακών και ιρακινών πετρελαϊκών εγκαταστάσεων από τους τζιχαντιστές. Για παράδειγµα, στα µέσα Οκτωβρίου 2014, η πολυεθνική δύναµη, που µέχρι τότε είχε διεξάγει περισσότερες από 500 εξόδους στο Ιράκ και τη Συρία, στοχοποίησε και κατέστρεψε κοντά στην πόλη Shadadi (ανατολική Συρία) αρκετές δεξαµενές πετρελαίου και λιπαντικών, µηχανήµατα παραγωγής και επεξεργασίας πετρελαίου, καθώς και την υποδοµή διακίνησης που χρησιµοποιούσε το Ισλαµικό Κράτος. Μια εβδοµάδα αργότερα, πραγµατοποιήθηκαν δύο αεροπορικές επιδροµές ανατολικά της συριακής πόλης Deir ar-Zour, που κατέστρεψαν εγκαταστάσεις και δεξαµενές αποθήκευσης πετρελαίου του Ισλαµικού Κράτους, µειώνοντας παράλληλα την ικανότητα παραγωγής πετρελαίου του συγκεκριµένου συγκροτήµατος. Επίσης, την τελευταία ηµέρα του 2014, δύο αεροπορικοί βοµβαρδισµοί κοντά στη συριακή πόλη al-Hasakah είχαν ως αποτέλεσµα την καταστροφή τεσσάρων πύργων γεώτρησης πετρελαίου, ενώ στις 5 Ιανουαρίου 2015, µαχητικά αεροσκάφη της πολυεθνικής δύναµης κατέστρεψαν κοντά στη Deir ar-Zour έξι αντλίες και έναν αγωγό πετρελαίου που έλεγχε το Ισλαµικό Κράτος. Το πετρέλαιο συνιστά σηµαντική πηγή εσόδων και το Ισλαµικό Κράτος το χρησιµοποιεί για τη χρηµατοδότηση του αγώνα του. Αν και ένας σηµαντικός αριθµός των αεροπορικών επιδροµών της πολυεθνικής δύναµης έχουν ως στόχο αφενός την προστασία των πετρελαϊκών υποδοµών του Ιράκ και της Συρίας, αφετέρου την καταστροφή όσων πετρελαϊκών υποδοµών καταλαµβάνουν οι τζιχαντιστές, εντούτοις το Ισλαµικό Κράτος καταφέρνει σε ικανοποιητικό βαθµό να αποκοµίζει σηµαντικά έσοδα από το πετρέλαιο. Το δεύτερο εξάµηνο του 2014, οι τζιχαντιστές του Ισλαµικού Κράτους συνέχισαν να καταλαµβάνουν περιοχές πετρελαϊκών εγκαταστάσεων τόσο στη Συρία όσο και στο Ιράκ.
Για παράδειγµα, στις 30 Οκτωβρίου 2014, ανακοίνωσαν ότι κατέλαβαν τους σηµαντικούς τοµείς φυσικού αερίου al-Shaer και Jahar της συριακής επαρχίας Homs. Μια ηµέρα αργότερα, ο γενικός γραµµατέας του Εθνικού Συνασπισµού της Συριακής Επανάστασης και των Αντικαθεστωτικών ∆υνάµεων, Nasir al-Hariri, προειδοποίησε: «Το Ισλαµικό Κράτος ελέγχει τώρα τις περισσότερες πηγές φυσικού αερίου, πετρελαίου, ηλεκτρικής ενέργειας και νερού της βόρειας και ανατολικής Συρίας "Ο έλεγχος του πλούτου από το Ισλαµικό Κράτος αυξάνει και τη λαϊκή υποστήριξη υπέρ της οργάνωσης"». Βέβαια, εξαιτίας της παρατεταµένης συγκρουσιακής κατάστασης και της έλλειψης εξειδικευµένου τεχνικού προσωπικού, άρχισε να µειώνεται δραστικά τόσο η ικανότητα εκµετάλλευσης των πηγών ενέργειας από τους τζιχαντιστές, όσο και τα έσοδά τους από τις πωλήσεις πετρελαίου.
Για το λόγο αυτό, αµέσως µετά τις επιχειρήσεις του Ιουνίου 2014 στο κεντρικό και βόρειο Ιράκ, το Ισλαµικό Κράτος αναζήτησε µέσα από τζιχαντιστικές ιστοσελίδες ειδικούς εµπειρογνώµονες, που θα του έλυναν τα προβλήµατα λειτουργίας των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων που κατέλαβε. Εκτός από τις αεροπορικές επιδροµές και την έλλειψη εξειδικευµένου τεχνικού προσωπικού, τα έσοδα από τις πηγές ενέργειας άρχισαν να µειώνονται και εξαιτίας της ραγδαίας πτώσης της παγκόσµιας τιµής του πετρελαίου. Μια εµπιστευτική έκθεση, που συνέταξε τον Οκτώβριο του 2014 η Οµοσπονδιακή Υπηρεσία Πληροφοριών της Γερµανίας (Bundesnachrichtendienst - BND), κατέληγε στο συµπέρασµα: «Η οργάνωση κερδίζει πλέον πολύ λιγότερα από την πώληση πετρελαίου, καθώς στη µαύρη αγορά το ένα βαρέλι πωλείται µόνο 25 δολάρια, πολύ λιγότερα από τα 80 δολάρια της (τότε) παγκόσµιας τιµής του πετρελαίου "Το Ισλαµικό Κράτος παράγει περίπου 28.000 βαρέλια πετρελαίου ανά ηµέρα, εκ των οποίων µπορεί να εξάγει µόνο τα 10.000 βαρέλια, κυρίως εξαιτίας των αεροπορικών επιδροµών και της έλλειψης εξειδικευµένου τεχνικού προσωπικού. Κατά συνέπεια, τα ετήσια έσοδά του από το πετρέλαιο ανέρχονται περίπου στα 100 εκατ. δολάρια. ∆ηλαδή, πολύ λιγότερα από το ένα δισ. δολάρια, που ήταν η αρχική εκτίµηση της Κεντρικής ∆ιοίκησης των Ηνωµένων Πολιτειών"».
Παρά την παρατεταµένη βία και αστάθεια, η ιρακινή οικονοµία χαρακτηρίζεται ως πολλά υποσχόµενη χάριν των τεράστιων πετρελαϊκών της κοιτασµάτων και του αυξανόµενου ενδιαφέροντος των ξένων εταιριών. Το γεγονός αυτό εξηγεί και την σχεδόν άµεση ανταπόκριση για τη σύσταση και την εκστρατεία της πολυεθνικής δύναµης κατά του Ισλαµικού Κράτους. Να σηµειωθεί ότι παρά την υφιστάµενη απειλή των τζιχαντιστών, το Νοέµβριο του 2014 παρήγαγε κατά µέσον όρο 3,4 εκατ. βαρέλια ανά ηµέρα (3,3 εκατ. βαρέλια/ηµέρα τον Οκτώβριο του 2014), που καθιστούσαν το Ιράκ ως τη δεύτερη µεγαλύτερη χώρα παραγωγής πετρελαίου στον ΟΠΕΚ, µετά τη Σαουδική Αραβία. Αυτή η αύξηση της παραγωγής πετρελαίου οφειλόταν στις αυξηµένες επενδύσεις κυρίως δυτικών πετρελαϊκών εταιριών, συµπεριλαµβανοµένων της Exxon Mobil, της BP, της Shell και της Total, καθώς στους υψηλής δυνατότητας εξοπλισµούς γεώτρησης των Ηνωµένων Πολιτειών, οι οποίοι δεν ήταν διαθέσιµοι τα προηγούµενα χρόνια. Αν και η διεθνής τιµή του πετρελαίου παρουσίασε απότοµη πτώση το δεύτερο εξάµηνο του 2014 και παρέµεινε σε χαµηλά επίπεδα στις αρχές του 2015, οι διεθνείς εταιρίες εκτιµούν ότι το Ιράκ παρουσιάζει τεράστιο επενδυτικό ενδιαφέρον, εξαιτίας της ύπαρξης των γιγαντιαίων αποθεµάτων εξόρυξης (περίπου 5 δολάρια το βαρέλι) αν επενδυθούν 620 δισ. δολάρια στην ιρακινή πετρελαϊκή βιοµηχανία, τότε µέχρι το 2030 θα προκύψει συνολική παραγωγή πετρελαίου της τάξης των έξι τρισ. δολαρίων (υπολογιζόµενη µε 100 δολάρια/βαρέλι). γιγαντιαίων αποθεµάτων πετρελαίου και της χαµηλή (περίπου 5 δολάρια το βαρέλι). Μάλιστα, οι εκτιµήσεις αυτές αναφέρουν ότι δισ. δολάρια στην ιρακινή πετρελαϊκή βιοµηχανία, τότε µέχρι το 2030 θα προκύψει συνολική παραγωγή πετρελαίου της τάξης των έξι (υπολογιζόµενη µε 100 δολάρια/βαρέλι), 3 χαµηλής τιµής.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
αβαγνον