Δευτέρα 27 Απριλίου 2015

Αδαμάντιος Κοραής, Έλληνας φιλόλογος με βαθιά γνώση του ελληνικού πολιτισμού

Γεννήθηκε ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ το 1748 στη Σμύρνη.
Ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του νεοελληνικού διαφωτισμού και μνημονεύεται, ανάμεσα σε άλλα, ως πρωτοπόρος στην έκδοση έργων αρχαίας ελληνικής γραμματείας, αλλά και για τις γλωσσικές του απόψεις στην υποστήριξη της καθαρεύουσας, σε μια μετριοπαθή όμως μορφή της με σκοπό την εκκαθάριση των πλείστων ξένων λέξεων που υπήρχαν στη γλώσσα του λαού.
Adamantios Korais.jpg

Ο Αδαμάντιος Κοραής (Σμύρνη 27 Απριλίου 1748 – Παρίσι 6 Απριλίου 1833), ήταν Έλληνας φιλόλογος με βαθιά γνώση του ελληνικού πολιτισμού. Ο Κοραής είναι ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του νεοελληνικού διαφωτισμού και μνημονεύεται, ανάμεσα σε άλλα, ως πρωτοπόρος στην έκδοση έργων αρχαίας ελληνικής γραμματείας, αλλά και για τις γλωσσικές του απόψεις στην υποστήριξη της καθαρεύουσας, σε μια μετριοπαθή όμως μορφή της με σκοπό την εκκαθάριση των πλείστων ξένων λέξεων που υπήρχαν στη γλώσσα του λαού.

Ι. Καταγωγή

Ο Αδαμάντιος Κοραής γεννήθηκε στη Σμύρνη στις 27 Απριλίου 1748. Πατέρας του ήταν ο Ιωάννης Κοραής, καταγόμενος από τη Χίο. Ορφάνεψε σε μικρή ηλικία ο πατέρας του Αδαμάντιου και στράφηκε νωρίς στο εμπόριο. Στην ελληνική κοινότητα της Σμύρνης εκλεγόταν συχνά δημογέροντας ή επίτροπος των ιδρυμάτων της κοινότητας και του Μετοχίου του Παναγίου Τάφου στη Σμύρνη. Χρημάτισε πρόεδρος του συστήματος των Χιωτών της πόλης. Μητέρα του ήταν η Θωμαΐδα Ρυσίου. Στις οικογένειες και των δύο γονέων του υπήρχαν λόγιοι: Από την πλευρά του πατέρα του, μακρινός πρόγονος ήταν ο ιατροφιλόσοφος Αντώνιος Κοραής, αδελφός του πατέρα του, υπήρχε επίσης ο Σωφρόνιος Βελιγραδίου, και εξάδελφός του πατέρα του, αλλά και ο ιερομόναχος Κύριλλος, δάσκαλος στη Χίο. Από την πλευρά του πατέρα του προερχόταν κι ο γενναίος ναυτικός Ιππότης Κωνσταντίνος Κοραής(;-1754) Άπό τη μεριά της μητέρας του προερχόταν ο παππούς της Αδαμάντιος Ρύσιος, σημαντικός λόγιος της εποχής του, ο οποίος πεθαίνοντας μόλις ένα χρόνο πριν τη γέννηση του Αδαμαντίου, του κληροδότησε τη βιβλιοθήκη του. Ο Αδαμάντιος Κοραής ήταν το πρώτο από τα οκτώ παιδιά της οικογένειάς του: ωστόσο επέζησε μόνο ένας αδελφός ονόματι Ανδρέας. Διδάχθηκε από κάποιον Εβραίο την εβραϊκή γλώσσα, κι από τον Ολλανδό παστορα του ολλανδικού προξενείου της Σμύρνης, Berhard Keun, λατινικά. Τα πρώτα του γράμματα τα διδάχθηκε στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης, όπου δίδασκε ο Ιερόθεος Δενδρινός.

Στο Άμστερνταμ
Επιθυμία της οικογένειάς του όμως ήταν να ασχοληθεί με το εμπόριο, γι' αυτό και το 1771 κατέληξαν στη συμβιβαστική λύση να μεταβεί στο Άμστερνταμ, όπου, παράλληλα με τις οικογενειακές επιχειρήσεις, θα μπορούσε να διευρύνει τους ορίζοντές του και να αποκτήσει την καλλιέργεια που επιθυμούσε. Στην πραγματικότητα, εγκαθίσταται ως αντιπρόσωπος μιας εταιρείας, μιας συντροφίας, με έδρα τη Σμύρνη. Εκείνο που χαρακτηρίζει την παραμονή του εκεί είναι «το πολύπλευρο των δραστηριοτήτων του» και το ραγδαίο της μεταστροφής του μέσα σε λίγους μήνες. Έτσι μαθαίνει γλώσσες, (ολλανδικά, εβραϊκά, ισπανικά) και μουσική (κιθάρα), μα και θετικές επιστήμες (γεωμετρία). Παράλληλα σταθεροποιεί και διευρύνει την αρχαιομάθειά του. Γνωρίζει μια Λουθηρανή κοπέλα και δρομολογεί γάμο μαζί της, όμως ο θάνατός της μετά από σύντομη ασθένεια ανατρέπει την προοπτική του γάμου. Οι εμπορικές του ενασχολήσεις επικεντρώνονται σε μεταπρατικές δραστηριότητες. Επιχειρώντας όμως, στη συνέχεια, να ασκήσει με νέους όρους το εμπόριο, δηλαδή να παρακάμψει τους μεσάζοντες, επενδύοντας μέρος του κεφαλαίου της επιχείρησης σε βιοτεχνία η οποία ό,τι παρήγαγε θα το εμπορευόταν και η ίδια, και ταυτόχρονα, να επεκταθεί και στον τομέα του θαλάσσιου εμπορίου, αποτυγχάνει. Η αδυναμία συντονισμού της επιχειρηματικής στρατηγικής και της στρατηγικής των κεφαλαίων οδήγησε σε αποσύνθεση της επιχείρησης. Tο 1777εγκατέλειψε το Άμστερνταμ και επέστρεψε στη Σμύρνη.

Στη Σμύρνη
Στη Σμύρνη έφθασε την άνοιξη του 1779. Λίγο καιρό πριν από την άφιξή του η πατρική του οικία είχε καταστραφεί από πυρκαγιά, που είχε κάψει μεγάλο μέρος της πόλης. Έτσι, θα αναγκαστούν οικογενειακώς να μετοικήσουν σε άλλη συνοικία. Όταν επιστρέψει στη Σμύρνη, θα δουλέψει ως γραμματέας του επιτρόπου πατέρα του και των άλλων επιτρόπων στο εκεί Μετόχι του Παναγίου Τάφου.

Στο Μονπελιέ
Φεύγει πάλι, το 1782, για ιατρικές σπουδές στο Μονπελιέ της Γαλλίας. Χάρη στην οικονομική ενίσχυση του Μακάριου Νοταρά ολοκληρώνει τις σπουδές του. Το 1786 δημοσιεύει την διπλωματική του εργασία στη λατινική γλώσσα με τίτλο Pyretologiae Synopsis αλλά και τη σύντομη διδακτορική διατριβή του, Medicus Hippocraticus (1787).

Στο Παρίσι
Με το πτυχίο της Ιατρικής από το Μονπελιέ είχε αποφασίσει οριστικά να μην εξασκήσει το επάγγελμα του γιατρού, αλλά να ζήσει στο Παρίσι, ενασχολούμενος με τις φιλολογικές επιστήμες. Η άφιξή του στο Παρίσι συνέπεσε με τις παραμονές της Γαλλικής Επανάστασης. Αρνείται κάθε βοήθεια από φίλους και επιδίδεται σε μεταφράσεις ιατρικών έργων εκλαϊκευμένου χαρακτήρα ή αντιγράφει κείμενα από παρισινούς κώδικες, κατά παραγγελία τρίτων. Διαμένει αρχικά στην οικία του φίλου του Clavier, ενώ αργότερα, στα 1793 και 1795 στην εξοχική έπαυλη του φίλου του στην κώμη Nozaye.


ΙΙ. Πνευματική δραστηριότητα
Η έδρα και το γραφείο του Αδαμάντιου Κοραή. Από την μόνιμη έκθεση του Εθνικού και Ιστορικού Μουσείου.
Τα πρώτα έργα
Το 1783 πέθανε ο πατέρας του και το 1784 η μητέρα του. Από τότε ο Κοραής άρχισε να αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες. Για βιοποριστικούς λόγους έκανε μεταφράσεις στα γαλλικά από γερμανικά και αγγλικά βιβλία, όπως η Κατήχησις του Ρώσου μητροπολίτη Πλάτωνος και η Κλινική Ιατρική του Γερμανού ιατροφιλοσόφου Selle. Το 1788, έχοντας ολοκληρώσει τις σπουδές του, εγκαταστάθηκε στο Παρίσι με σκοπό να ασχοληθεί αποκλειστικά με τα γράμματα και την εθνική αφύπνιση. Ενώ δέχθηκε την γαλλική υπηκοότητα, η συνείδησή του παρέμεινε καθαρά ελληνική. Στο Παρίσι συνέχισε να κάνει μεταφράσεις ιατρικών κυρίως βιβλίων στα γαλλικά και ταυτόχρονα άρχισε να συγγράφει κείμενα σχετικά με την κατάσταση του ελληνισμού: με το κείμενό του Αδελφική Διδασκαλία αντιτάχθηκε στις συντηρητικές θέσεις της Πατρικής Διδασκαλίας, η οποία αντιδρούσε στον Διαφωτισμό και την πνευματική πρόοδο και υποστήριζε την οθωμανική κυριαρχία. Με τα ποιήματα Άσμα Πολεμιστήριον και Σάλπισμα Πολεμιστήριονπροσπάθησε να τονώσει τις ελπίδες των Ελλήνων για απελευθέρωση και να ενισχύσει την αγωνιστική διάθεση, σε μια περίοδο κατά την οποία η εκστρατεία του Ναπολέοντα στην Αίγυπτο δημιουργούσε προσδοκίες για ενδεχόμενη βοήθεια των Γάλλων προς τους Έλληνες. Αποτέλεσμα αυτών των προσδοκιών ήταν και το κείμενό του Υπόμνημα περί της παρούσης καταστάσεως της Ελλάδος.

Φιλολογικό έργο
Ο Κοραής υπήρξε ο μεγαλύτερος φιλόλογος της νεότερης Ελλάδας. Εξέδωσε 66 τόμους βιβλίων. Από αυτούς οι 17 αποτελούν την «Ελληνική Βιβλιοθήκη» και οι 9 τα «Πάρεργα της Ελληνικής Βιβλιοθήκης».

Προϋποθέσεις
Η καλλιέργεια των φιλολογικών ροπών του επηρεάζεται από πολλούς παράγοντες: από το λόγιο-οικογενειακό του περιβάλλον και κυρίως τη βιβλιοθήκη του Διαμαντή Ρύσιου, τις λιγοστές γραμματικές γνώσεις που έλαβε από την Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης, τη βιβλιοθήκη του Ολλανδού πάστορα που του μαθαίνει λατινικά με την πληθώρα των Λατίνων κλασικών και την ξενόγλωσση βιβλιογραφία που περιέχει, καθώς και από τη συνάντησή του στο Άμστερνταμ με τον Καλβινιστή Αδριανό Βύρτο και τη λογία σύζυγό του. Στο Μονπελιέ οι σπουδές της ιατρικής τον φέρνουν πιο κοντά στους αρχαίους Έλληνες ιατρούς και δι' αυτών στους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Η επαφή του με τον Γάλλο ελληνιστή D' Ansse de Villoison είναι ένας ακόμα σταθμός στην καλλιέργεια και εδραίωση των φιλολογικών του ενδιαφερόντων, αλλά και της φήμης του Κοραή ως φιλολόγου. Οι δύο άνδρες αλληλογραφούν. Ο Κοραής κοινοποιεί στον Villoison δείγματα της κριτικής του δουλειάς (π.χ. κάνει διορθώσεις σε Εμπεδοκλή και Σοφοκλή), ο Villoison προσκαλεί τον Κοραή στο Παρίσι προκειμένου να δουλέψει στη Βασιλική Βιβλιοθήκη ή του αναθέτει αντιγραφικές εργασίες που ενισχύουν οικονομικά τον Χιώτη λόγιο και τον φέρνει σε επαφή με άλλους λογίους και τις βιβλιοθήκες τους. Επίσης, ο Villoison προτείνει τον Κοραή για υποψήφιο κριτικό εκδότη ολόκληρου του Ιπποκρατικού έργου για το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Βασικό στοιχείο της κοραϊκής αρχαιογνωσίας ήταν η γλωσσομάθειά του: εννέα ξένες γλώσσες (λατινικά, ιταλικά, γαλλικά, αγγλικά, ισπανικά, εβραϊκά, γερμανικά, ολλανδικά, τούρκικα). Πιο ειδικοί λόγοι που ενίσχυσαν τη σχέση του με τη φιλολογία ήταν η φιλάσθενη ιδιοσυγκρασία του, η κάπως προχωρημένη ηλικία του, η έλλειψη της αναγκαίας για το ιατρικό επάγγελμα πρακτικής άσκησης και η στροφή σε μεταφραστικές ενασχολήσεις για λόγους βιοπορισμού. Ακόμα, δέχεται επιδράσεις από τις φιλελεύθερες ιδέες του Διαφωτισμού: με τα γραπτά του μαχόταν υπέρ της πνευματικής αναγέννησης της Ελλάδας. Κύριο μέλημά του ήταν η πνευματική ανάπτυξη του γένους, την οποία θεωρούσε προϋπόθεση για την ελευθερία και την ανεξαρτησία. Στην ανανέωση της παιδείας προσπάθησε να συμβάλει και σε πρακτικό επίπεδο με τις φιλολογικές εκδόσεις αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων στη σειρά Ελληνική Βιβλιοθήκη, αλλά και θεωρητικά, κυρίως στα προλεγόμενα που προέτασσε στις εκδόσεις, τους Αυτοσχέδιους Στοχασμούς περί της ελληνικής παιδείας και γλώσσης.

Το έργο του
Η εκδοτική του δραστηριότητα ξεκίνησε το 1799, με τους Χαρακτήρες του Θεόφραστου. Την επόμενη χρονιά τύπωσε το Περί ανέμων, υδάτων και τόπων του Ιπποκράτη, έκδοση που βραβεύτηκε το 1810, και το 1804 τα Αιθιοπικά του Ηλιοδώρου, η εισαγωγή του οποίου είναι η πρώτη ελληνική πραγματεία για το λογοτεχνικό είδος του μυθιστορήματος. Μετά το 1805 ενέταξε τις εκδόσεις του στη σειρά Ελληνική Βιβλιοθήκη, η οποία συνεχίστηκε έως το 1827, με τη χορηγία των αδερφών Ζωσιμά. Στην Ελληνική Βιβλιοθήκη εξέδωσε, μεταξύ άλλων, τους Βίους Παραλλήλους του Πλουτάρχου, Λόγους του Ισοκράτη, τις τέσσερις πρώτες ραψωδίες της Ιλιάδας, Γαληνό, Στράβωνα, Μάρκο Αυρήλιο, τα Πολιτικά και τα Ηθικά Νικομάχεια του Αριστοτέλη, τα Απομνημονεύματα του Ξενοφώντα. Επίσης σχεδίαζε, αλλά ματαίωσε, την έκδοση της Ιστορίας του Θουκυδίδη, των αρχαίων μυθογράφων και του Ηροδότου. Σημαντική είναι και η συμβολή του στο χώρο της επιγραφικής μέσα από την έκδοση της Ύλης Χιακής αρχαιολογίας, αφού διασώζει επιγραφές που πια έχουν χαθεί, σχολιάζοντάς τες φιλολογικά και ιστορικά. Οι εκδόσεις του Κοραή και κυρίως οι πρόλογοί του δίνουν αφορμή για συζητήσεις σχετικά με τη σύγχρονη Ελλάδα. Συνεργάζεται με ξένους φιλολόγους, τον Tomas Burgess και τον Robert Holmes. Ο πρώτος θα τον χαρακτηρίσει eruditissimum and sagacissimum και δημοσιεύει την πρώτη καθαρά φιλολογική εργασία του Κοραή,Emandationes in Hippocratem στο περιοδικό του Musei Oxoniensi Literarii cospectus et specimina, Oxonnii MDCCXCII σ. 11-23.

Θεολογικό έργο
Ο Αδαμάντιος Κοραής, καθότι πολυσχιδής προσωπικότητα, ασχολήθηκε και με το θεολογικό κομμάτι της επιμόρφωσης των Ελλήνων. Ο ίδιος ήταν συνειδητά ορθόδοξος χριστιανός, αλλά πίστευε πως η ορθόδοξη εκκλησία είχε αλλοιωθεί αρκετά σε σχέση με το αρχική πίστη των αποστόλων, θεωρώντας ιδιαιτέρως υπεύθυνο για αυτό τον μοναχισμό, αλλά και την έλλειψη παιδείας που παρατηρούσε. Ο ίδιος επεδίωκε ουσιαστικά μια μεταρρύθμιση βασισμένη στην επιμόρφωση των υπόδουλων Ελλήνων, εξού και ο θερμός χαιρετισμός του για τη λειτουργία της Αθωνιάδας σχολής. Η προσπάθεια της αναγέννησης αυτής θεωρείται πως είχε επηρεασθεί αισθητά από το κίνημα του διαφωτισμού και τις βάσεις των προτεσταντικών θεμελίων, χωρίς αυτό να σημαίνει πως εξαιρούσε από την κριτική του και τις προτεσταντικές εκκλησίες. Τελικά επεδίωξε μια μεταρρύθμιση για την ορθόδοξη εκκλησία βασισμένη στο μεταφυσικό οικοδόμημα του προτεσταντισμού, θεμέλια που σήμερα κάποιοι υποστηρίζουν πως έχουν κατεδαφιστεί από τις σύγχρονες κοινωνικές και θετικές επιστήμες.

Ο Αδαμάντιος Κοραής στα θεολογικά θέματα, συχνά παρότρυνε τους ιερείς να αρχίσουν να κηρύττουν και να εξηγούν την Αγία Γραφή μέσα στις εκκλησίες, για την οποία έλεγε ότι «αν και είναι έργον αυτού του Θεού» έχει φθαρεί από την επίδραση της ανθρώπινης κακίας ώστε «η σημερινή θρησκεία δεν είναι πλέον η αυτή και απαράλλακτος θρησκεία, καθώς εξήλθεν από τας χείρας του Ιησού». Ήταν θερμός υποστηριχτής της διάδοσης της Αγίας Γραφής. Χαρακτηριστικό είναι πως σε γράμμα του στον Μητροπολίτη Ιγνάτιο της Oυγγροβλαχίας, έγραφε «Μόνον του Ευαγγελίου η διδαχή εμπορεί να σώση την αυτονομίαν του Γένους».

Η γενική κατάπτωση στην οποία βρίσκονταν οι Έλληνες αναφορικά με την χριστιανική πίστη τους και το γεγονός ότι τα κηρύγματα των ιεροκηρύκων της εποχής αναφέρονταν μόνο σε ηθικά διδάγματα παραλείποντας την Ορθόδοξη δογματική διδασκαλία υποκίνησε κληρικούς και άλλους θρησκευόμενους της εποχής να εκδώσουν θρησκευτικά βιβλία με σκοπό την κατήχηση των πιστών περί του δόγματος, της λατρείας και του ήθους. Σύμφωνα με τον μητροπολίτη Νεκτάριο Πενταπόλεως, «εντός της Ελληνικής Ορθοδοξίας η πρώτη σημαντική προσπάθεια εις τον τομέα αυτόν [δηλ. την κατήχηση του λαού] οφείλεται εις τον μεγάλον διδάσκαλον του Γένους Αδαμάντιον Κοραήν». Ο Κοραής καταπολέμησε την κοινή τότε άποψη ότι η κατήχηση των Χριστιανών είναι περιττή και αναζήτησε διαθέσιμα έργα Ορθόδοξης κατήχησης. Εντόπισε και θεώρησε ως καλύτερο τους είδους του την Ορθόδοξον διδασκαλίαν του μητροπολίτη Μόσχας Πλάτωνα, ο οποίος το είχε συντάξει το 1765 κατόπιν αιτήματος του Μεγάλου Δούκα και μετέπειτα Τσάρου της Ρωσίας Παύλου. Ο Κοραής μετέφρασε το έργο αυτό από τη γερμανική έκδοση στα ελληνικά και αφού το εμπλούτισε με αγιογραφικές παραπομπές και άλλες πρόσθετες σημειώσεις το παρέδωσε για χρήση στο λαό το 1772. Σύμφωνα με τον Νεκτάριο Πενταπόλεως, «αι πολλαί υποσημειώσεις, άπασαι του Αδ. Κοραή, αποκαλύπτουσαι την βαθείαν γνώσιν των θεμάτων του Χριστιανισμού υπό του μεγάλου αυτού διδασκάλου του Γένους». Η κατήχηση αυτή διαδόθηκε ευρύτατα μεταξύ των Ελλήνων Ορθοδόξων και όταν απέκτησε την ανεξαρτησία του το ελληνικό κράτος τυπώθηκε επανειλημμένα στην Αθήνα «με έγκρισιν της Ιεράς Συνόδου και του επί των Εκκλησιαστικών και της Δημοσίας Εκπαιδεύσεως Υπουργείου [...] προς χρήσιν των απανταχού Γυμνασίων και Σχολείων». Η εμπλουτισμένη από τον Κοραή Κατήχηση αποδείχτηκε «ωφελιμοτάτη δια τους κατά πρώτον εξερχόμενους από της πλήρους αγνοίας Έλληνας». Στη συνέχεια ακολούθησαν πλήθος άλλων Κατηχήσεων για χρήση από τα εκπαιδευτικά ιδρύματα τόσο εντός του Βασιλείου της Ελλάδαςόσο και στις περιοχές της Οθωμανική αυτοκρατορίας.

Ένα άλλο όμως σύγγραμα του Κοραή δεν είχε την ίδια τύχη. Το «Συνέκδημον Ιερατικόν», μιλούσε για την δεισιδαιμονία, την τιτλομανία και την ηθική κατάπτωση μέρους του κλήρου, γράφοντας χαρακτηριστικά: «O φίλαρχος ιερωμένος καταντά εις φονικόν τύραννον, ο φιλόπλουτος εις αισχροκερδή γόητα και ο φιλήδονος γίνεται ίππος θηλυμανής». Επίσης συνιστούσε τη μετάφραση της Αγίας Γραφής και την ανακαίνιση των εκκλησιών. Το 1839 το βιβλίο καταδικάστηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Ο Κοραής ήταν θερμός υποστηρικτής της ανεξιθρησκείας.


ΙΙΙ. Απόψεις για την Ορθόδοξη Εκκλησία
Το άγαλμα του Κοραή μπροστά από την Πρυτανεία του Πανεπιστημίου Αθηνών
Από την αρχή της Επαναστάσεως είχε διατυπώσει τις απόψεις του για τις κατ' αυτόν αναγκαίες εκκλησιαστικές μεταρρυθμίσεις, που θα έπρεπε κατά προτεραιότητα να συνοδεύουν την πολιτική οργάνωση της απελευθερωμένης Ελλάδας. Οι απόψεις του για τη θεσμοθέτηση ενός νέου συστήματος σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας, μέσα από τις οποίες έβλεπε να υλοποιούνται οι μεταρρυθμίσεις αυτές, στηριζόταν πάνω σε δύο κύριου άξονες: α) στην άμεση διοικητική απεξάρτηση της εν Ελλάδι τοπική Εκκλησίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και στην υπαγωγή ολόκληρου του Εκκλησιαστικού οργανισμού στην εποπτεία και τον έλεγχο της Ελληνικής Πολιτείας. Την πρώτη θέση, με μορφή παραινέσεων προς τους αγωνιζομένους Έλληνες, διατύπωνε στα Προλεγόμενα της Ελληνικής Βιβλιοθήκης στα Πολιτικά του Αριστοτέλους, «του έως την ώραν ταύτην ελευθερωθέντος μέρους της Ελλάδος ο κλήρος δεν χρεωστεί πλέον να γνωρίζη εκκλησιαστικόν αρχηγόν του τον Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως, ενόσω η Κωνσταντινούπολις μένει μολυσμένη από την καθέδραν του ανόμου τυράννου» Ως προς τον τρόπο διοίκησής της προέβλεπε «σύνοδον ιερέων, εκλεγμένην ελευθέρως από ιερείς και κοσμικούς, καθώς έπρασσεν η αρχαία εκκλησία, και πράσσει εκ μέρους σήμερον ακόμη των ομοθρήσκων Ρώσσων η εκκλησία...». Ο θεωρητικές απόψεις του δεν διατυπώνονταν μόνο διά των συγγραμμάτων του αλλά και με επιστολές και υπομνήματα, σε μία επιστολή του προς τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, του πρότεινε «[...] να περιορισθώσιν οι εκκλησιαστικοί εις το εξής εις μόνην την εκκλησιαστικήν στρατείαν, αποκλειόμενοι από όλα τα πολιτικά υπουργήματα». Στο έργο του, Προλεγόμενα εις Ξενοφώντος Απομνημονεύματα και Πλάτωνος Γοργίαν ασχολείται με το ζήτημα της προσέγγισης με τον παπικό θρόνο για παροχή βοήθειας και αποδοκιμάζει αυστηρά κάθε σχετικη πρωτοβουλία από όπου κι αν προέρχεται, χαρακτηρίζοντάς την μωρίαν. Το κυριώτερο επιχείρημά του είναι το Παπικό πρωτείο, «ενόσω ο πάπας ισχυρίζεται να κρατή ενωμένα δύο πράγματ' ασυμβίβαστα, την ποιμενικήν ράβδον του Χριστού, και των κοσμικών ηγεμόνων το σκήπτρον». Ως προς το ζήτημα της ρύθμισης της θέσεως των μουσουλμάνων και Εβραίων μέσα στην ελληνική επικράτεια, ο Κοραής, θεωρούσε πως ήταν εθνικά επιζήμια η απροϋπόθετη ένταξή τους στην νεοσύστατη Ελληνική πολιτεία Τον Κοραή δεν τον αφήνει αδιάφορο και η δράση των ξένων ιεραποστολικών ομάδων και του προσηλυτιστικού τους έργου: προτείνει την διά νόμου υπαγωγή όλων σχεδόν των δραστηριοτήτων των εν Ελλάδι δραστηριοτήτων των ετεροδόξων υπό τον προληπτικό έλεγχο τουΛειτουργού της Δημοσίας παιδείας. Το ενδιαφέρον του για την προστασία της Ορθοδόυξου Εκκλησίας από την εις βάρος της προσηλυτιστική δράση, δεν εξηγείται παρά από την «[...] ισχυρή επίδραση που είχε δεχθεί από το έντονα εχθρικό κλίμα κατά της ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας[...]που την εποχή εκείνη επικρατούσε στη Γαλλία[...]»

IV. Απόψεις για την εκπαίδευση

Στα «Προλεγόμενα» των εκδόσεων αρχαίων συγγραφέων κατέθετε τις προτάσεις του για την παιδεία, το περιεχόμενο των μαθημάτων, τα εγχειρίδια και τις μεθόδους της διδασκαλίας και κυρίως την γλώσσα, που ήταν το βασικό μέλημα των λογίων κατά την περίοδο του Διαφωτισμού.Ο προβηματισμός του κάλυπτε διάφορες πτυχές της εκπαίδευσης:οργάνωση και λειτουργία των σχολείων, μεθόδους διδασκαλίας, Βασικές του ιδέες ήταν η ανάγκη «μετακένωσης» της δυτικής παιδείας στην Ελλάδα και ο εκσυγχρονισμός της διδασκαλίας, διδακτέα ύλη και σχολικά βιβλία, κατάρτιση διδασκάλων και εκπαίδευση μαθητών. Τον όρο μετακένωσις τον έπλασε ο Κοραής για να αποδώσει το αίτημα της αξιοποίησης τωνδυτικών επιτευγμάτων, που μπορούσαν να συμβάλου στην ανάπτυξη της ελληνικής προσπάθειας. Έτσι για την οργάνωση και λειτουργία των σχολείων, δεχόταν τρεις βαθμίδες: τα κοινά: υποχρεωτικά για όλους με διδασκαλία της ανάγνωσης, γραφής κι αριθμητικής αλλά και της θρησκευτικής κατηχήσεως, τα γυμνάσια της Ελληνικής φιλολογίας και τα νεώτερα γυμνάσια των επιστημών. Την φροντίδα για τη σύσταση των σχολείων-προεπαναστατικά- να έχουν οι κοινότητες υπό την εποπτεία του Κοινού της Κωνσταντινουπόλεως και την αιγίδα του Πατριάρχη. Μόλις συσταθεί ανεξάρτητο Ελληνικό κράτος, τον κεντρικό συντονισμό να έχει Λειτουργός της Δημοσίου Παιδείας. Δεν αποκλείει την καταβολή διδάκτρων αλλά βασικά, υποστηρίζει τη χρηματοδότηση της εκπαίδευσης από ταμείο χρηματοδοτούμενο από εισφορές λαϊκών και κληρικών και τη φορολόγηση των μονών. Για τις μεθόδους διδασκαλίας, εισηγείτο, τη χρήση σχολικών βιβλίων γραμμένων στην κοινήν γλώσσαν με την αλληλοδιδικτική μέθοδο. Ως προς τη διδακτέα ύλη, να είναι κοινή για όλα τα σχολεία κάθε βαθμίδας, τα αναγνωσματάρια να είναι όχι το Ψαλτήρι κι η Οκταήχος, αλλά βιβλία Ιστορίας και Γεωγραφίας και το Σύνταγμα της Ελληνικής Πολιτείας. Για την εφαρμογή των ιδεών του συμμετείχε στην ομάδα των λογίων που ίδρυσαν το 1811 το περιοδικό Ερμής ο Λόγιος, στο οποίο αρθρογραφούσε συχνά.

Απόψεις για τη γλώσσα
Δεν είναι συστηματοποιημένες οι απόψεις τους για τη γλώσσα αλλά διατυπώνονται διάσπαρτα στα κέιμενά του:επιστολές, στους Αυτοσχέδιους Στοχασμούς του και στα Προλεγόμενα των Αρχαίων συγγραφέων του. Αναπτύσσονται μέσα στα πλαίσια της Φιλοσοφίας, της Παιδαγωγικής και της μεθόδου διδακτικής της Αρχαίας. Ως κύριο στόχο είχε την διαμόρφωση ενός γλωσσικού οργάνου κατάλληλου για την πνευματική ανάπτυξη. Ανάμεσα στις δύο αντίρροπες τάσεις της εποχής, την αποκλειστική χρήση της ομιλουμένης γλώσσας και την επαναφορά της αρχαίας, ο Κοραής κράτησε μία ενδιάμεση στάση: βάση του ήταν η ομιλουμένη γλώσσα, για την οποία πρότεινε τον «καθαρισμό» από ξένες και ιδιωματικές λέξεις και την γενικότερη «διόρθωση» από τους λογίους. Ο Μανώλης Τριανταφυλλίδης, επισημαίνει, «...ζητούσε μια καλλιέργεια της δημοτικής και διόρθωση των βαραβαρικών στοιχείων που και δύσκολο να εφαρμοσθεί ήταν και γλήγορα κατάντησε με τους οπαδούς του σ΄έναν αχαλίνωτο καθαρισμό πίσω προς τ'αρχαία, εντελώς αντίθετο προς τη βάση της αρχικής του διδασκαλίας[...]Είναι λοιπόν στραβό να επικαλούνται τον Κοραή για πατέρα και υπερασπιστή της σημερινής γλώσσας [ενν.Καθαρεύουσας]Με πολύ περισσότερο θα του δοθή μια θέση κοντά στους άλλους συνηγόρους της κοινής[...]» Όπως επισημαίνει ο Peter Mackridge, «...δεν σημαίνει ότι ο Κοραής και οι ομόφρονες με αυτόν διανοούμενοι επινόησαν την καθαρεύουσα:αυτή η μορφή της Ελληνικής που πρότειναν ως γλώσσα του κράτους και της παιδείας υπήρχε ήδη, αλλά ήταν πιο πολύ το αποτέλεσμα τυχαίας συνάντησης αρχαίας και νεότερων στοιχείων παρά κάποιος μεθοδικά σχεδιασμένος συμβιβασμός».

Η γλώσσα του Κοραή
Όπως παρατηρεί ο Γεώργιος Μπαμπινιώτης, «Ο Κοραής ούτε στη δημοτική, όπως τη νοούμε σήμερα, έγραψε ούτε ειδική γλωσσολογική κατάρτιση διέθετε[...]έγραψε σε γλώσσα που αποτελούσε απλοποιημένη (καθαρισμένη) μορφή της Εκκλησιαστικής κοινής των τελευταίων μεταβυζαντινών αιώνων (16ος-18ος αι.)[...]στην πράξη όμως έγραψε σε μια μορφή (συνεχώς μεταβαλλόμενη) δημοτικίζουσας καθαρεύουσας».

V. Τελευταία χρόνια

Η θέση του για τη Γαλλική Επανάσταση
Ο Κοραής δεν φαινόταν να περίμενε την πολιτική εξέλιξη αυτή, αν και διέγνωσε πως οι συνθήκες μέσα στη Γαλλική κοινωνία κυοφορούσαν μια τέτοια μεταβολή. Αρχικά υποστηρίζει τις ενέργειές της και τα κηρύγμτά της όπως αυτά εκδηλώθηκαν από τους αρχικούς ηγέτες της. Η Διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου και του πολίτη χρησιμοποιούνται εκτενώς στα Κοραϊκά κείμενα: στην Αδελφική Διδασκαλία, στην επιστολή του προς τους φιλοπάτριδας προεστώτας της Πελοποννήσου και της λοιπης ελευθέρας Ελλάδος (1822) και στις αδημοσίευτες Σημειώσεις εις το προσωρινόν πολίτευμα της Ελλάδος, ενώ μετέφρασε την Decleration στα ελληνικά, χωρίς να τη δημοσιεύσει. Αργότερα στηλιτεύει τις ακρότητες των Ιακωβίνων, τον Ρωβεσπίερο υπαινικτικά. Και τον ίδιο τον Ναπολέοντα επέκρινε αυστηρά, αποφεύγοντας να του παράσχει υπηρεσίες λογοκριτή βιβλίων με υψηλή αμοιβή, επειδή ερχόταν σε αντίθεση με τις πεποιθήσεις του.

Η θέση του για την Ελληνική Επανάσταση
Ο Κοραής ζεί τη Γαλλική Επανάσταση και την απήχησή της στην Ελλάδα:σε επιστολή του στα τέλη του 1814, θα πει, «Δεν έμεινεν αμφιβολία [...]ότι έφθασε και των Γραικών ο καλός καιρός. και έφθασε με τόσην ορμήν ώστε καμία δύναμις ανθρώπινος δεν είναι πλέον καλή να μας οπισθοποδίση» Στα 1818 θα γράψει, «ήρχισα να φοβούμε όχι μη φωτσιθή το γένος, αλλά μη, πριν αποκτήση φώτα αρκετά, κεφαλαί τινές ενθουσιαστικαί επιχειρήσωσι προ του πρέποντος καιρού την συντριβήν του ζυγού». Γύρω στον Απρίλιο του 1821 πληροφορείται ο Κοραής την είδηση την εκδήλωσης της Επανάστασης στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Σε επιστολή του προς τον Παντολέοντα Βλαστό, θα πει:«Χαίρω χαράν δεν εμπορείς να φαντασθής πόσην[...]Είκοσι έτη ηλικίας ολιγότερα να είχα, ούτε θεοί ούτε δαίμονες ήθελον μ'εμποδίσει», να κατέβει δηλαδή κι αυτός στην επαναστατημένη Ελλάδα. Η πεποίθησή του πως η Επανάσταση ήταν πρόωρη επαναλαμβάνεται συχνά, όπως στην επίσημη επιστολή του προς τις Ελληνικές αρχές τον Αύγουστο του 1825 και στα 1831, οπότε σε επιστολή του προς τον Αλέξανδρο Κοντόσταυλο, γράφει:«Η επανάστασις της Ελλάδος ήταν δικαιότατη, αλλά έγινε ακαίρως. Ο καιρός της ήτο το 1850 έτος, ότε ηθέλαμεν έχει πολλούς από τους έτι σπουδάζοντας νέους μας, ηλικιωμένους άλλους μεταξύ 30 και 40 ετών, και άλλους υπέρ τα 40, και διδαγμένους από τα συμβάντα και συμβαίνοντα σήμερον εις την Ευρώπην, ικανούς να δράξωσι τα πράγματα και να διαλύσωσι τας φατρίας». Σύμφωνα με τον Αλέξη Πολίτη δεν ήταν μόνο η σύνδεση μεταξύ της ανόδου του εκπαιδευτικού επιπέδου και των καλύτερων όρων για την επαναστατική εκδήλωση, που προϋπέθεται ο Κοραής, αλλά και ο προηγούμενος περιορισμός της κοινωνικής επιρροής των κοτσαμπάσηδων, ιερωμένων και των Φαναριωτών, για να μην αντικατασταθούν οι Τούρκοι από χριστιανούς τουρκίζοντας.

Η θέση του για τον Καποδίστρια
Ο Κοραής αντιπολιτεύθηκε με οξύτητα το καθεστώς του Καποδίστρια και ευχήθηκε την ανατροπή του. Χρησιμοποίησε το γνώριμό του διαλογικό είδος εκδίδοντας δύο ψευδώνυμους διαλόγους με τίτλο, Τί συμφέρει εις την ελευθερωμένην από τους Τούρκους Ελλάδα να πράξη εις τας παρούσας περιστάσεις δια να μη δουλωθή εις Χριστιανούς Τουρκίζοντας. Ο πρώτος διάλογος δημοσιεύθηκε το 1830 και δεύτερος μετά το θάνατο του Καποδίστρια, το 1831 Το δεύτερο κείμενο θα καταστραφεί από τους Καποδιστριακούς στην Εθνοσυνέλευση του Ναυπλίου το 1832.

Τα αίτια της ξαφνικής μεταστροφής του θα μπορούσαν να συνοψιστούν στα εξής, σύμφωνα με τον Απόστολο Δασκαλάκη, α) η προσήλωση του Κοραή στις δημοκρατικές και φιλελεύθερες αρχές, σε αντίθεση με τον ολοένα και πιο συγκεντρωτικό τρόπο διακυβέρνησης του Καποδίστρια β)Γινόταν αποκλειστικά δέκτης των επικριτικών και δυσφημιστικών μηνυμάτων και πληροφοριών που έφταναν από την Ελλάδα (διά αλληλογραφίας, επισκέψεων και εφημερίδων που έφταναν σε αυτόν) γ)Η υπόθεση της Χίου και των Χίων, συμπατριωτών του, δεν επιλυόταν από τον Κυβερνήτη δ) οι πολιτικές εξελίξεις στη Γαλλία την ίδια περίοδο:τον Ιούλιο του 1830 ανατρέπεται το-μισητό για τον Κοραή- καθεστώς των Βουρβώνων και ανεβαίνει στο θρόνο ο Λουδοβίκος Φίλιππος της Ορλεάνης. Η απόφασή του να στραφεί κατά του καποδιστριακού καθεστώτος ενίσχυσε το κύρος του αντικυβερνητικού αγώνα και τον πλούτισε με νέα επιχειρήματα. Παράλληλα, έφερε, με το κύρος και την επιρροή του,νέους οπαδούς στην αντιπολίτευση, κυρίως Έλληνες της διασποράς,ενώ εξασφάλισε πρόσβαση σε πολιτικούς κύκλους του Παρισιού,για να στραφεί η Γαλλική κοινή γνώμη κατά του Κυβερνήτη. «Οπωσδήποτε, η πληροφόρηση του Κοραή για τα ελληνικά πράγματα ήταν μονομερής. Ωστόσο κι αν ακόμη είχε τη δυνατότητα σφαιρικότερης ενημέρωσης, η σύγκρουση με τον Καποδίστρια δύσκολα θα αποφευγόταν»

VI. Ο θάνατος

Στην τελευταία περίοδο της ζωής του επιθυμούσε να πεθάνει όσο το δυνατόν πιο γρήγορα , λόγω της κακής κατάστασης της υγείας του. Ο Κοραής υπέφερε παιδιόθεν από αιμοπτύσεις. Ο Κοραής πέθανε τελικά στο Παρίσι, στις 6 Απριλίου 1833, σε ηλικία 84 χρονών. Τις ακριβείς συνθήκες του θανάτου του μας τις δίνει ο Χιώτης γιατρός Φίλιππος Φουρναράκης, ο οποίος στάθηκε από τους πιο στενούς συντρόφους του Κοραή, σε μια επιστολή του προς τον Ιάκωβο Ρώτα :ο θάνατος του Κοραή δεν είχε έλθει φυσιολογικά, αλλά επισπεύθηκε από ένα ατύχημα: το μεσημέρι της 18ης Μαρτίου 1833 ο Κοραής μετά από απώλεια της ισορροπίας του υπέστη κάταγμα στο μηριαίο οστούν και μυϊκή κάκωση. Αυτό σε συνδυασμό με την επιδεινούμενη αρθρίτιδα από την οποία έπασχε, επέσπευσε το τέλος, το οποίο επήλθε στις 12:40 μεταμεσονύχτια ώρα.

VII. Η κριτική εναντίον του

Μετά τον θάνατό του, το 1833, εκδηλώθηκαν εναντίον του αντιδράσεις, με αρνητικές κριτικές για τις πολιτικές και γλωσσικές του ιδέες. Η κριτική και η διάχυτη δυσπιστία σχετικά με το πρόσωπό του και τη σκέψη του, επικεντρώθηκαν στα εξής σημεία:
  • ήταν δημιουργός μιας τεχνητής γλώσσας, της καθαρεύουσας, με καταστρεπτικές συνέπειες για την πνευματική εξέλιξη του Νέου Ελληνισμού
  • ήταν ο θεωρητικός των κάθε είδους κοινωνικοπολιτικών και πνευματικών συμβιβασμών και που ανάσχεσαν την ομαλή πρόοδο της ελληνικής κοινωνίας
  • λόγω του συμβιβαστικού χαρακτήρα της ιδεολογίας του δεν ήθελε την Ελληνική Επανάσταση
  • ήταν εκφραστής ουτοπικών θέσεων σχετικά με την πνευματική προκοπή των Ελλήνων ως προϋπόθεσης για τον ξεσηκωμό
  • ήταν ο βασικός εισηγητής φράγκικων αντιλήψεων που υπονόμευσαν την Ορθοδοξία και τις αυθεντικές λαϊκές παραδόσεις.

VIII. Άλλες πληροφορίες

Τα οστά του στάλθηκαν στην Ελλάδα στις 8 Απριλίου του 1877 και ετάφη στην Ελληνική πρωτεύουσα.

Η μαρμάρινη προτομή του κοσμεί το Λύκειο της Χίου, το οποίο κληρονόμησε την βιβλιοθήκη του, ενώ άγαλμά του υπάρχει και έξω από την Πρυτανεία του Πανεπιστημίου στην Αθήνα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

αβαγνον