ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ: Η 24η Απριλίου 1915, συμβολικά θεωρείται ως έναρξη της Γενοκτονίας των Αρμενίων, της εξόντωσης των Αρμενίων πολιτών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατά τη διάρκεια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η ηγεσία της Αρμενικής κοινότητας της Κωνσταντινούπολης φυλακίστηκε και εκατοντάδες Αρμένιοι της Πόλης απαγχονίστηκαν, ενώ ο αριθμός των σφαγιασθέντων υπολογίζεται στο 1.500.000.
Χάυκ, ο μυθικός γενάρχης των Αρμενίων |
Ως γενοκτονία των Αρμενίων (Αρμενικά: Հայոց Ցեղասպանություն) αναφέρονται τα γεγονότα εξόντωσης Αρμενίων πολιτών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Εντολές για εκκαθαρίσεις Αρμενίων είχαν δοθεί νωρίτερα από το Σουλτάνο Αμπντούλ Χαμίτ (1894-96) ωστόσο η κύρια ευθύνη για τις πλέον εκτεταμένες σφαγές τους αποδίδεται στο κίνημα των Νεότουρκων (1908-18). Ως έναρξη της Αρμενικής Γενοκτονίας συμβολικά θεωρείται η 24η Απριλίου του 1915, όταν η ηγεσία της Αρμενικής κοινότητας της Κωνσταντινούπολης φυλακίστηκε και εκατοντάδες Αρμένιοι της Πόλης απαγχονίστηκαν.
Τουρκικές πηγές αναφέρουν ότι ο αριθμός των νεκρών Αρμενίων ήταν από 600.000 ως 800.000, ενώ Δυτικές και Αρμενικές πηγές ανεβάζουν τον αριθμό των σφαγιασθέντων στο 1.500.000.
Θεωρείται μια από τις πρώτες σύγχρονες γενοκτονίες. Η Τουρκία αρνείται την ύπαρξη «γενοκτονίας» και ισχυρίζεται ότι πραγματοποιήθηκε ένας βίαιος εκτοπισμός του Αρμενικού πληθυσμού. Μέχρι το 2010, 23 κράτη είχαν αναγνωρίσει επισήμως τα γεγονότα ως γενοκτονία των Αρμενίων, όπως και η Διεθνής Ένωση Μελετητών για τη Γενοκτονία (International Association of Genocide Scholars).
Η Γενοκτονία των Αρμενίων πραγματοποιήθηκε παράλληλα και με τον ίδιο τρόπο με γενοκτονίες σε βάρος και άλλων χριστιανικών πληθυσμών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δηλ. των Ελλήνων και των Ασσυρίων (Νεστοριανών χριστιανών).
Μαρτυρίες της εποχής
Ο Semen Ivanovic Aralov, πρώην στρατιωτικός, ήταν πρεσβευτής της Σοβιετικής Ένωσης στην Τουρκία από τον Ιανουάριο 1922 ως τον Απρίλιο 1923. Στο βιβλίο του «Απομνημονεύματα ενός σοβιετικού διπλωμάτη, 1922-1923» (1960) αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο η Σοβιετική Ένωση στήριξε πολιτικά, οικονομικά και στρατιωτικά την Τουρκία μετά τον Α’ Π.Π. και κατά τη Μικρασιατική Εκστρατεία, καθώς και σε ορισμένα περιστατικά από τις βιαιότητες των Τούρκων κατά Αρμενίων και Ελλήνων:
«Τα τουρκικά στρατεύματα, τα οποία διοικούσε ο αντιδραστικός στρατηγός Κιαζίμ Καραμπεκίρ πασάς, προέβαιναν σε ομαδικές σφαγές Αρμενίων, ύστερα από προγραφές. Σφάχτηκαν περισσότερο από 69.000 άνθρωποι.»
Αρμενικό ζήτημα
Αρμενικό ζήτημα ονόμασαν οι διπλωματικοί και δημοσιογραφικοί κύκλοι το πρόβλημα της μεταχείρισης των Αρμενίων και της αυτονομίας τους, που αναδύθηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, απο τους Αρμένιους που ζούσαν στην παρακμάζουσα Οθωμανική αυτοκρατορία. Οι σαρωτικές αλλαγές που από την αρχή σχεδόν του 19ου αιώνα έλαβαν χώρα στην Οθωμανική αυτοκρατορία και οι πόλεμοι της με τη Ρωσία, έδωσαν και στους Αρμένιους, μετά τους Έλληνες, τους Σέρβους, τους Βούλγαρους, τη δυνατότητα να διεκδικήσουν και αυτοί, κατ'αρχήν καλύτερη (ισόνομη) μεταχείριση μέσα στην Οθωμανική αυτοκρατορία και αργότερα και την ανεξαρτησία τους.
Οι πρώτες αρμενικές επαναστατικές οργανώσεις που δημιουργήθηκαν απο το 1880 και μετά, καθώς και οι μορφωμένοι Αρμένιοι της διασποράς, οργάνωσαν και διεθνοποίησαν τον αγώνα των Αρμενίων για καλύτερες συνθήκες ζωής, έστρεψαν τα φώτα της δημοσιότητας στους Αρμένιους πληθυσμούς που υφίσταντο όλων των ειδών τις κακοποιήσεις απο τους Τούρκους, και σύντομα έστρεψαν τη δυτική κοινή γνώμη υπέρ τους. Η Τουρκία άρχισε να πιέζεται απο τις δυτικές δυνάμεις να αλλάξει συμπεριφορά απέναντι των Αρμενίων και μάλιστα, να τους αναγνωρίσει αρκετές αυτονομίες και τη δυνατότητα διαχείρισης των υποθέσεων τους.
Η Τουρκία απάντησε με σφαγές μεγάλης έκτασης, οι πιο γνωστές των οποίων ήταν οι λεγόμενες σφαγές του σουλτάνου Αμπντουλ-Χαμίτ και φυσικά, η προσπάθεια εξόντωσης των Αρμενίων, (γενοκτονία ) κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου πολέμου απο τους Νεότουρκους.
1) Το υπόβαθρο
Ο απελευθερωτικός αγώνας εθνοτήτων που ζούσαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, όπως οι Έλληνες και οι Βούλγαροι, αναζωπύρωσε την επιθυμία και άλλων χριστιανικών λαών για ανεξαρτησία και αυτονομία. Οι συνθήκες της Αδριανούπολης του 1829 και η Συνθήκη των Παρισίων το 1856 έδωσαν στις Μεγάλες Δυνάμειςτης εποχής, το δικαίωμα και την υποχρέωση να μεριμνούν για τους χριστιανικούς πληθυσμούς που βρίσκονταν υπό την Οθωμανική κυριαρχία. Η όλο και πιο φανερή αδυναμία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας να υπερασπιστεί τις κτήσεις της, αναπτέρωσε τις ελπίδες των υποταγμένων Χριστιανών για την απόκτηση της ελευθερίας τους. Το παράδειγμα της Ελλάδας, της Βουλγαρίας (1878), της Ρουμανίας (1878), της Σερβίας(1868) ήταν βέβαια για τους Αρμένιους, μια απόδειξη οτι και αυτοί -με τον αγώνα τους, και με τη βοήθεια των Μεγάλων Δυνάμεων- θα μπορούσαν να πετύχουν την πολυπόθητη ελευθερία τους.
Κούρδοι και Αρμένιοι προς το τέλος του 19ου αιώνα |
2) Τα πρώτα χρόνια
Ύστερα απο τον Ρωσο-περσικό πόλεμο του 1826-1828 και τη συνθήκη του Τουρκμετσάι που υπογράφηκε το 1828, στη Ρωσική Αυτοκρατορία συμπεριληφθήκαν τα Χανάτα του Ερεβάν και του Ναχιτσεβάν που στη πλειοψηφία τους κατοικούνταν από Αρμένιους. Τον Μάρτιο του 1828 σχηματίστηκε απο την ένωση των δυο αυτών Χανάτων η περιοχή της Αρμενίας, σαν ανταμοιβή του τσάρου Νικόλαου για την υποστήριξη που του έδωσαν οι Αρμένιοι κατά της Τουρκίας και κατά της Περσίας.
Στη διάρκεια του Ρωσο-τουρκικού πολέμου του 1828-1829 ο Ρωσικός στρατός κατέλαβε και τις υπόλοιπες αρμενικές περιοχές της δυτικής Αρμενίας, το Βαν, το Ερζερούμ, το Καρς, κ.α. Με τη συνθήκη της Αδριανούπολης μεταξύ Τσάρου και Σουλτάνου όμως, που υπογράφηκε τον Απρίλιο του 1829, στην ομώνυμη πόλη, οι Ρώσοι υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τα εδάφη της δυτικής Αρμενίας, που ξανα-παραδώθηκαν στους Τούρκους. Η Ρωσία στήριξε την επανεγκατάσταση Αρμενίων απο την Τουρκία και την Περσία στα καινούρια εδάφη της. Υπολογίζεται οτι το 1828 γύρω στους 40,000 Αρμένιους απο τη Περσία και το 1829, 90,000 Αρμένιοι απο τη Τουρκία εγκαταστάθηκαν στην ανατολική (Ρωσική) Αρμενία.
Αποτέλεσμα εκτός των άλλων, ήταν να βρεθούν Αρμένιοι και απο τις δυο πλευρές των συνόρων.
3) Ρωσία και Αρμένιοι
Η ανατολική (Ρωσική) Αρμενία άρχισε να αναπτύσσεται, οικονομικά και πολιτιστικά. Τον Ιούνιο του 1849 ιδρύθηκε το Κυβερνείο του Ερεβάν, που με τη διοικητική συγκέντρωση που επέβαλλε, βοήθησε στην οικονομική ανάπτυξη της περιοχής. Καταργήθηκε το προηγούμενο φορολογικό (φεουδαρχικού τύπου) σύστημα, προωθήθηκε το εμπόριο, επιβλήθηκαν χαμηλοί δασμοί, ιδρύθηκαν βιοτεχνίες και βιομηχανίες και επόμενα ήρθε και η πνευματική ανάπτυξη των Αρμενίων. Ιδρύθηκαν αρμενικά σχολεία και κολλέγια, και αναπτυχθήκε η αρμενική κουλτούρα, με έργα αρμενικής λογοτεχνίας και ποίησης. Έτσι άρχισε να αναπτύσσεται και ο αρμενικός εθνικισμός και η απαίτηση για εθνικό κράτος. Άρχισαν να καλλιεργούνται οι ιδέες του εθνικο-απελευθερωτικού αγώνα, να γίνονται ομιλίες, να κυκλοφορούν φυλλάδια και εφημερίδες. Απο το 1850 και μετά άρχισε όλο και να δυναμώνει το εθνικο-απελευθερωτικό κίνημα των Αρμενίων. Με την έναρξη του Ρωσο-τουρκικού πολέμου του 1877-1878 οι Αρμένιοι του Καύκασου βοήθησαν ενεργητικά το ρωσικό στρατό σχηματίζοντας εθελοντικά σώματα στρατού, πεζικού και ιππικού, μετέφεραν με τις άμαξες πολεμοφόδια, φρόντιζαν τους πληγωμένους, κ.α.. Μετά το τέλος του πολέμου, ορισμένες περιοχές της τουρκικής Αρμενίας, όπως το Καρς, ενώθηκαν με τη Ρωσία. Οι Τούρκοι θυμωμένοι και φοβισμένοι άρχισαν τις βιαιοπραγίες εναντίον των Αρμενίων, κυρίως αυτών που ζούσαν στα σύνορα με τη Ρωσία.
Αυτό που στη πραγματικότητα συνέβη ήταν το σπάσιμο όλων των δεσμών που συνέδεαν τους Οθωμανούς Μουσουλμάνους με τους Οθωμανούς Χριστιανούς, σαν αποτέλεσμα του Ρωσο-τουρκικού πολέμου και τη κήρυξη τζιχάντ. Οι Οθωμανοί Χριστιανοί ταυτίστηκαν πλέον ως υποκείμενα που ανήκαν στο βασίλειο του πολέμου, στη πλευρά του εχθρού.
Η φωτιά που ξέσπασε στην αγορά της αρμενικής πόλης Βαν, οι σκοτωμοί Αρμενίων από τον τουρκικό όχλο, η φανάτιση του όχλου από τους ισλαμιστές αρχηγούς του, η ευνοϊκή αντιμετώπιση των Κούρδων και η μεταχείρισή τους από τη τουρκική κυβέρνηση για να σκοτώνουν ή να καταπιέζουν τους Αρμένιους, οδήγησε αυτούς στο να ζητήσουν τη προστασία της Ρωσίας που εξάλλου βρισκόταν έξω από τα τείχη της Κωνσταντινούπολης.
H μορφή του Αρμένιου πατριάρχη Ναρσή Βαρζαμπετιάν, ξεχωρίζει εκείνη τη περίοδο με τις επίμονες εκκλήσεις του προς τη Ρωσία να φροντίσει και το αρμενικό ζήτημα στη συνθήκη που επρόκειτο να υπογραφεί ζητώντας οι περιοχές της Μικράς Ασίας που κατοικούνταν απο Αρμένιους να κηρυχθούν ανεξάρτητες ή τουλάχιστον να περάσουν στην κυριαρχία της Ρωσίας.
Ο Αρμένιος Πατριάρχης Ναρσής Βαρζαμπετιάν |
(α) Η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου
Έτσι, η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου, μεταξύ Ρώσων και Οθωμανών που υπογράφηκε στις 3 Μάρτη του 1878 και συγκεκριμένα το άρθρο 16 έγραφε:... (...καθώς η αποχώρηση των Ρωσικών στρατευμάτων απο τις περιοχές της Αρμενίας που έχουν καταλάβει και που θα αποδοθούν στη Τουρκία, μπορεί να γίνει αιτία εχθροπραξιών, η Υψηλή Πύλη αναλαμβάνει την υποχρέωση να φροντίσει άμεσα για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και βελτιώσεις που απαιτούνται στις περιοχές που ζουν Αρμένιοι και να εγγυηθεί την ασφάλειά τους απέναντι στους Κούρδους και τους Κιρκάσσιους.) ...
(β) Η συνθήκη του Βερολίνου
Η αναθεώρηση της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου που επιβλήθηκε από την Μεγάλη Βρεττανία, με τη συνθήκη του Βερολίνου της 13ης Ιουνίου του 1878, και πάλι με το άρθρο 61 αυτή τη φορά όριζε οτι ...(... η Υψηλή Πύλη έπρεπε οπωσδήποτε να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις προς όφελος των Αρμενίων, κυρίως προστατεύοντάς τους από τους Κούρδους και Κιρκασσιανούς γείτονές τους. Οι Μεγάλες Δυνάμεις είχαν δικαίωμα να επιστατούν την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων...)...
Το Συνέδριο του Βερολίνου |
Τότε τέθηκε επίσημα και για πρώτη φορά, το ζήτημα της κατάστασης στην οποία ζούσαν οι Αρμένιοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι αναγκαίες αλλαγές που έπρεπε να γίνουν για να αποκτήσουν μεγαλύτερη αυτονομία – αφού το ζήτημα της ανεξαρτησίας δεν είχε ακόμα τεθεί – και η διεθνοποίηση της κατάστασης, με το δικαίωμα που απέκτησαν οι Μεγάλες Δυνάμεις να επεμβαίνουν προς την κατεύθυνση της επίλυσης των προβλημάτων. Οι Αρμένιοι λοιπόν, ήταν η μόνη χριστιανική εθνότητα πλέον, που έμεινε υποδουλωμένη στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Και οι Τούρκοι είχαν σκοπό να την κρατήσουν έτσι.
4) Οι διωγμοί αρχίζουν
Η κατάσταση συνεχώς επιδεινωνόταν τις επόμενες δεκαετίες. Όταν ο Αμπντούλ-Χαμίτ χρησιμοποίησε τους Κούρδους -που λίγο ή πολύ μοιράζονταν τα ίδια εδάφη -για να υποτάξουν τους Αρμένιους, οι Αρμένιοι ξεσηκώθηκαν ζητώντας πολιτικές ελευθερίες. Άρχισαν να ζητούν μια πλήρως ανεξάρτητη Αρμενία στην ανατολική Τουρκία. Επίσης προσπάθησαν να γνωστοποιήσουν το θέμα τους στην Ευρώπη και γενικά στις δυτικές χώρες, ιδρύοντας οργανώσεις και συλλόγους.
Η πιο ακραία απο αυτές τις οργανώσεις ήταν η Χουντσάκ ( Καμπάνα, στα ελληνικά) που ιδρύθηκε το 1881 στη Γενεύη, η πρώτη σοσιαλιστική οργάνωση των Αρμενίων. Το 1890 ιδρύθηκε η δεύτερη οργάνωση των Αρμενίων, η Αρμενική Επαναστατική Ομοσπονδία, στη Τιφλίδα της σημερινής Γεωργίας, τότε Ρωσίας. Αρμένικες αντάρτικες ομάδες άρχισαν να επιτίθενται εναντίον τουρκικών στόχων. Ο σουλτάνος ενεργοποίησε και πάλι τους Κούρδους για να επιτεθούν εναντίον των Αρμενίων, εξοπλίζοντάς τους με όπλα και άλογα. Οι σφαγές απο τους Κούρδους και τους Κιρκάσσιους συνεχίστηκαν, χωρίς αντίδραση από τις Οθωμανικές αρχές, και οι Ευρωπαίοι δεν μπορούσαν να κάνουν παρά ότι δε βλέπουν.
Το 1895 οι Μεγάλες Δυνάμεις απαίτησαν να γίνουν διοικητικές αλλαγές ώστε όλοι οι Αρμένιοι να κατοικήσουν μαζί σε μια ενιαία περιφέρεια, να απελευθερωθούν οι πολιτικοί κρατούμενοι, και άλλα, τα οποία συνάντησαν για ακόμα μια φορά, την εσκεμμένη αδράνεια του σουλτάνου Αμπντουλ-Χαμίτ. Αντίθετα, ο τουρκικός όχλος απάντησε σε αυτήν την απαίτηση με μαζικές σφαγές τους επόμενους μήνες. Η θανάτωση 100.000 με 200.000 Αρμένιων, η λεηλασία των περιουσιών και των υπαρχόντων τους, η φυλάκισή τους, η εξορία τους και οι χιλιάδες κακοπάθειες τους, έδωσαν στον Αμπντουλ-Χαμίτ το όνομα του Κόκκινου (αιματοβαμμένου) Σουλτάνουκαι προκάλεσαν τη συμπάθεια και τη βοήθεια όλου σχεδόν του κόσμου στο αρμενικό πρόβλημα.
Αυτή η κατάσταση συνεχίστηκε μέχρι το 1908.
5) Η αντιμετώπιση των Αρμενίων από τους Νεότουρκους
Τότε η εκθρόνιση του Αμπντουλ-Χαμίτ το 1909 απο τους Νεο-Τούρκους αναπτέρωσε τις ελπίδες των Αρμενίων για παραχωρήσεις. Αν και δόθηκαν στους Αρμένιους αρκετές έδρες στο τουρκικό κοινοβούλιο και τους επιτράπηκαν κάποιες ελευθερίες λόγου, Τύπου, θρησκείας τα πράγματα δεν καλυτέρεψαν ουσιαστικά. Σύντομα έγινε αντιληπτό οτι η πολιτική των Νεο-Τούρκων προς τους Αρμενίους θα ήταν η ίδια όπως και επί Σουλτάνου. Στις 26 Ιανουαρίου του 1914 οι αντιπρόσωποι Τουρκίας και Ρωσσίας υπέγραψαν στη Κωνσταντινούπολη μια συμφωνία στην οποία δημιουργούσαν 2 περιφέρειες που περιλάμβανε και τα 6 αρμενικά βιλαέτια, που θα διοικούνταν από Ευρωπαίους διοικητές. Όμως το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τον Αύγουστο του 1914, ματαίωσε τη πραγματοποίηση αυτών των σχεδίων και άφησε και πάλι τους Αρμένιους εκτειθειμένους.
Και τα χειρότερα δεν είχαν έρθει ακόμα.
Η απόφαση της Τουρκίας να μπει στο πόλεμο στο πλάι της Γερμανίας και εναντίον λοιπόν της Ρωσίας, σήμαινε οτι και πάλι οι Αρμένιοι, θα μετατρέπονταν σε εσωτερικούς εχθρούς.
Ένα απο τα πρώτα πράγματα που έκανε η τουρκική κυβέρνηση ήταν να εξορίσει όσους περισσότερους Αρμένιους, από τα σύνορα με τη Ρωσία, μπορούσε στο εσωτερικό της Ανατολίας. Τα κτίρια που άφηναν πίσω οι Αρμένιοι φεύγοντας (εκκλησίες, σχολεία, πολιτιστικά ιδρύματα) δεσμεύονταν για τις ανάγκες του τουρκικού στρατού. Οι Αρμένιοι στρατιώτες σιγά-σιγά άρχισαν να μετακινούνται απο τις τάξεις του μάχιμου στρατού, στις άοπλες εφεδρείες. Τον Απρίλη του 1915, άρχισε η μαζική εξόντωση των Αρμενίων. Στις 24 αυτού του μήνα, συνελήφθησαν όλοι οι ηγέτες των Αρμενίων της Κωνσταντινούπολης και στάλθηκαν στα βάθη της Ανατολίας, χιλιάδες φυλακίστηκαν, οι επικοινωνία μεταξύ των αρμενικών χωριών κόπηκε και χιλιάδες πολίτες με τη βοήθεα του στρατού αλλά και παραστρατιωτικών οργανώσεων εξορίστηκαν απο τις περιοχές τους. Τα αρμενικά χωριά άδειαζαν το ένα μετά το άλλο και υπολογίζεται σε 1.500.000 ο αριθμός των Αρμενίων που αφήνοντας τα σπίτια τους, προχωρούσαν χωρίς ελπίδα για τις ερήμους της Συρίας. Οι Αρμένιοι της Ρωσίας απο την άλλη, με θέρμη μπήκαν στο πόλεμο υπέρ των Συμμάχων πιστεύοντας οτι με το τέλος του πολέμου θα δικαιούνταν μια ελεύθερη Αρμενία.
Οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις όμως είχαν άλλα σχέδια απο αυτά των Αρμενίων. Ήδη απο την άνοιξη του 1916 η Γαλλία, η Μεγάλη Βρεττανία και η Ρωσία υπέγραψαν μια μυστική συνθήκη που έδινε τις επαρχίες του Βαν, του Ερζερούμ, του Μπιτλίς και της Τραπεζούντας στη Ρωσία ενώ η Κιλικία θα δινόταν στη Γαλλία.
Το κτίριο του πρώτου αρμενικού κοινοβουλίου, στο Ερεβάν |
6) Ο δρόμος προς το ανεξάρτητο Αρμενικό κράτος
Ο Τσάρος ήταν διατεθειμένος να προσαρτήσει τη τουρκική Αρμενία στα ρωσικά εδάφη, και το μόνο που τον σταμάτησε ήταν η φεβρουαριανή επανάσταση του 1917. Η προσωρινή κυβέρνηση, έδωσε στην τουρκική Αρμενία την αυτονομία της, μέχρι η συνθήκη ειρήνης να οριστικοποιήσει τα σύνορα. Με την Οκτωβριανή επανάσταση του 1917 όμως, τον Δεκέμβρη του ίδιους έτους, ο ρωσικός στρατός αποχώρησε απο τα τουρκικά εδάφη και έτσι η Αρμενία έμεινε μαζί με τη Γεωργία και τους Αζέρουςδημιουργώντας την Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση της Υπερκαυκασίας. Η Κυβέρνηση της Υπερκαυκασίας όπως ονομάστηκε απο το 1917, καταλύθηκε απο τους Τούρκους που εισέβαλλαν στη περιοχή τον Απρίλη -Μάη του 1918 παραβιάζοντας τη Συνθήκη του Μπρεστ - Λιτόφσκ. Οι λαοί της Υπερκαυκασίας ξεσηκώθηκαν και κατάφεραν στο τέλος να διώξουν τους Τούρκους και να σχηματίσουν τρία ανεξάρτητα κράτη: την Γεωργία, το Αζερμπαϊτζάν και την Αρμενία.
Η πρώτη περίοδος της ανεξάρτητης και ελεύθερης Αρμενίας ήταν πια γεγονός.
ΠΗΓΗ: http://el.wikipedia.org/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
αβαγνον