ΜΕΓΑΛΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ
σε έναν από τους επιφανέστερους εκπροσώπους του "Θεάτρου του παραλόγου", σε έναν από τους πιο αξιόλογους ανθρώπους της διανόησης της Ρουμανίας
Ο Ευγένιος Ιονέσκο (γαλλ. Eugène Ionesco, 26 Νοεμβρίου 1909-28 Μαρτίου 1994) ήταν Ρουμάνος θεατρικός συγγραφέας, από τους επιφανέστερους εκπροσώπους του Θεάτρου του παραλόγου. Αν κι έγραψε στη γαλλική γλώσσα, θεωρείται από τους πιο αξιόλογους ανθρώπους της διανόησης της Ρουμανίας. Στα έργα του, ο Ιονέσκο διακωμωδεί τις πιο κοινότοπες καταστάσεις, ενώ απεικονίζει τη μοναξιά του ανθρώπου και την ασημαντότητα της ύπαρξής του.
Βιογραφία
Ο Ιονέσκο γεννήθηκε στις 26 Νοεμβρίου 1909 στη Σλάτινα της Ρουμανίας από Ρουμάνο πατέρα και Ρουμάνα-Γαλλίδα μητέρα. Πέρασε την παιδική του ηλικία στη Γαλλία, αλλά επέστρεψε στη Ρουμανία με τον πατέρα του το 1925, μετά το διαζύγιο των γονιών του. Μετά τις σπουδές του στο κολλέγιο, σπούδασε Γαλλική λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Βουκουρεστίου από το 1928 ως το 1933 και έγινε καθηγητής της γαλλικής γλώσσας.
To 1936 ο Ιονέσκο παντρεύτηκε τη Ροντίκα Μπουριλεάνου. Απέκτησαν μια κόρη κι επέστρεψαν στη Γαλλία το 1938, ώστε ο Ιονέσκο να τελειώσει τη διδακτορική του διατριβή. Το ξέσπασμα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου το 1939 τον βρήκε στη Γαλλία. Παρέμεινε στη Μασσαλία κατά τη διάρκεια του πολέμου και τελικά εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Παρίσι μετά την απελευθέρωσή του, το 1944.
Ο Ιονέσκο έγινε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας το 1970, ενώ κέρδισε πολυάριθμα βραβεία και τιμητικές διακρίσεις. Πέθανε στις 28 Μαρτίου 1994.
Ο Βίος και η Πολιτεία του μεγάλου διανοητή της Ρουμανίας
1909-1916: Ο Ευγένιος Ιονέσκο γεννιέται στις 26 Νοεμβρίου του 1909 στη Σλάτινα της Ρουμανίας, περίπου 150 χλμ. από το Βουκουρέστι. Πατέρας του είναι ο σπουδαστής Νομικής Ευγένιος Ιονέσκο και μητέρα του η γαλλικής καταγωγής Τερέζ Ιπκάρ. Ο Ιονέσκο βαφτίζεται χριστιανός ορθόδοξος, δόγμα στο οποίο θα παραμείνει πιστός έως τον θάνατό του, παρότι για μεγάλες περιόδους της ζωής του είναι σκεπτικιστής απέναντι στη μεταφυσική. Λίγο μετά τη γέννησή του, η οικογένειά του εγκαθίσταται στο Παρίσι, όπου ο πατέρας του σπουδάζει Νομικά. Το 1911 γεννιέται η αδελφή του Μαριλίνα και το 1912 ο αδελφός του Μιρσέα, ο οποίος όμως πεθαίνει μόλις δεκαοκτώ μηνών. Το 1916 και ενώ έχει ξεσπάσει ο Α’ Παγκόσμιος πόλεμος, ο πατέρας του επιστρέφει στη Ρουμανία, όμως η υπόλοιπη οικογένεια παραμένει στο Παρίσι. Μετά τη λήξη του πολέμου ο πατέρας Ιονέσκο συνεχίζει να αγνοείται και οι συγγενείς του πιστεύουν ότι σκοτώθηκε στο μέτωπο. Στην πραγματικότητα, δεν είχε καν λάβει μέρος στον πόλεμο. Στη διάρκειά του, εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Βουκουρέστι, παντρεύτηκε ξανά και εργάστηκε ως γενικός επιθεωρητής της αστυνομίας.
1917-1919: Ο Ιονέσκο αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας εξαιτίας της αδύναμης κράσης του. Η μητέρα του τον στέλνει στη γαλλική επαρχία (στη Μαγιέν), όπου ο Ιονέσκο ζει δύο ήρεμα χρόνια φιλοξενούμενος μιας τοπικής οικογένειας. Μελετητές του έργου του αναφέρουν ότι αυτή ήταν και η πιο ευτυχισμένη περίοδος ζωής του.
1919: Μετά το διαζύγιο των γονιών του, ο πατέρας του αποκτά την κηδεμονία του γιου του. Ο Ιονέσκο εγκαθίσταται στο Βουκουρέστι μαζί με την αδελφή του. Μαθαίνει ρουμανικά και φοιτά αρχικά στο Κολλέγιο του Αγίου Σάββα και μετά στο Κολλέγιο της Κραϊόβα. Κατά την περίοδο αυτή, οι σχέσεις του με την νέα οικογένεια του πατέρα του είναι τεταμένες, ειδικά η σχέση του με την ετεροθαλή αδελφή του.
1928: Παρά τις επιθυμίες του πατέρα του που τον προορίζει να σπουδάσει μηχανικός, ο Ιονέσκο στρέφεται στη λογοτεχνία και την ποίηση. Την ίδια χρονιά δημοσιεύεται το πρώτο του ποίημα στην επιθεώρηση Bilete de papagal. Από το 1929 έως το 1933 σπουδάζει γαλλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο του Βουκουρεστίου. Το 1930 δημοσιεύει στην επιθεώρησηZodiac το πρώτο του κριτικό κέιμενο για το αυτόχειρα Ρουμάνο ποιητή Ιλάριε Βόρονκα (1903-1946). Μέχρι το 1935 δημοσιεύει κείμενά του στις επιθεωρήσεις Vremea (Χρόνος), Azi(Παρόν), Floarea de Foc (Λουλούδι της Φωτιάς), Viata Literara (Λογοτεχνική Ζωή) καθως και στο αντιφασιστικό περιοδικό Critica.
1931: δημοσιεύει το ποιητικό έργο Elegii pentru fiinte mici (Ελεγείες για μικροσκοπικά πράγματα).
1934: Δημοσιεύει τη συλλογή κριτικών δοκιμίων Nu (Όχι). Τα κείμενα αυτά προκαλούν σκάνδαλο στους λογοτεχνικούς κύκλους της Ρουμανίας. Ο Ιονέσκο, με το σαρκαστικό του ύφος, βάλλει κατά της κατεστημένης ελίτ των Ρουμάνων λογοτεχνών της εποχής (Τούντορ Αργκέζι, Ίον Μπάρμπου, Καμίλ Πετρέσκου, Μιρσέα Ελιάντ) κατηγορώντας τους για συντηρητισμό.
1936: Παντρεύεται τη Ροντίτσα Μπουριλεάνου. Περνούν τον μήνα του μέλιτος στην Κωνστάντζα και στην Ελλάδα. Η μητέρα του πεθαίνει από εγκεφαλικό επεισόδιο. Εργάζεται ως καθηγητής γαλλικών στην πόλη Τσερναβόντα και παραδίδει σεμινάρια στο Βουκουρέστι. Διορίζεται στο υπουργείο Παιδείας της Ρουμανίας.
1937-1939: Αναλαμβάνει υπεύθυνος του τμήματος κριτικής της επιθεώρησης Facla, ενώ δημοσιεύει άρθρα του στην καθημερινή εφημερίδα Rampa (Η Σκηνή) και στο περιοδικό Parerile Libere (Ελεύθερες Γνώμες). Το 1938 λαμβάνει κρατικό δάνειο προκειμένου να εγκατασταθεί στο Παρίσι για να υποστηρίξει τη θέση του για το διδακτορικό του με θέμα Το ζήτημα της αμαρτίας και το ζήτημα του θανάτου στη γαλλική ποίηση από την εποχή του Μποντλέρ(διατριβή την οποία ποτέ δεν ολοκλήρωσε). Το 1939 συνδέεται με τους κύκλους της επιθεώρησης Esprit.
1940-1945: Με το ξέσπασμα του Β' Παγκοσμίου πολέμου επιστρέφει στο Παρίσι και εργάζεται στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Το 1942 γυρνά στη Γαλλία μαζί με τη γυναίκα του. Εγκαθίστανται στη Μασσαλία, ζουν σε ξενοδοχείο και αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα. Ασχολείται για τα προς το ζην με τη μετάφραση. Διορίζεται στο πολιτιστικό τμήμα της Βασιλικής Πρεσβείας της Ρουμανίας. Τον Αύγουστο του 1944 γεννιέται η κόρη του Μαρί-Φρανς.
1945-1949: Ασχολείται συστηματικά με τη γαλλική μετάφραση έργων του Ρουμάνου ποιητή Ουρμόζ, ο οποίος θεωρείται πρόδρομος του σουρεαλισμού, της λογοτεχνίας του παραλόγου και της αντι-πρόζας. Το 1948 πεθαίνει ο πατέρας του, με τον οποίον ο Ιονέσκο έχει διακόψει σχέσεις. Γράφει το θεατρικό έργο Η φαλακρή τραγουδίστρια, που ανεβαίνει για πρώτη φορά τον Μάιο του 1950 στο Théâtre des Noctambules στο Παρίσι σε σκηνοθεσία του Νικολά Μπατάιγ. Το έργο δεν γνωρίζει ιδιαίτερη επιτυχία όμως κερδίζει τον θαυμασμό ορισμένων διανοουμένων. Ο Ιονέσκο συνδέεται φιλικά με τον Αντρέ Μπρετόν, τον Λουίς Μπουνιουέλ, τον Αρτίρ Αντάμοφ κ.ά. Λαμβάνει τη γαλλική υπηκοότητα.
1950-1958: Υποδύεται τον χαρακτήρα του Στεφάν Τροφίμοβιτς στη θεατρική διασκευή των Δαιμονισμένων του Ντοστογιέφσκι από τον σκηνοθέτη Νικολά Μπατάιγ. Η ροπή του προς την περιπέτεια και τον νιχιλισμό τον ωθεί στο να γίνει μέλος του επονομαζόμενου Κολεγίου της Παταφυσικής, στο οποίο είναι επίσης μέλη οι Μπορίς Βιάν, Ρεϊμόν Κενό, Μαρσέλ Ντισάν και Ζακ Πρεβέρ. Κείμενά του δημοσιεύονται στην επιθεώρηση Cahiers du Collège de Pataphysique. Στο διάστημα αυτό γράφει μια σειρά από τα πιο γνωστά θεατρικά έργα του: Les Salutations (1950), La Leçon (Το Μάθημα, 1951), Les Chaises(Οι Καρέκλες, 1952), Le Maître (Ο αρχηγός, 1953), Victimes du devoir (Θύματα του καθήκοντος, 1953), La Jeune Fille à marier (1953), Amédée ou Comment s'en débarrasser (Αμεντέ, 1954), Jacques ou la soumission (Ο Ζακ ή η υποταγή, 1955), Le Nouveau Locataire (Ο Καινούριος Νοικάρης, 1955), Le Tableau (1955), L'Impromptu de l'Alma (1956), L'avenir est dans les œufs (1957), Tueur sans gages (Δολοφόνος χωρίς ανταμοιβή, 1958), Rhinoceros (Ρινόκερος, 1959) κ.ά. Την ίδια περίοδο εμπλέκεται σε μια από τις πιο γνωστές πολεμικές της σύγχρονης θεατρικής ιστορίας και με μια σειρά από δημοσιεύματα, αντιπαρατίθενται σφοδρά με τον Άγγλο κριτικό θεάτρου του Observer, Κένεθ Τάιναν.
1960-1964: Γράφει τα έργα Apprendre à marcher (1960), Délire à deux (1962), Le Roi se meurt (Ο βασιλιάς πεθαίνει, 1962), Le Piéton de l'air (Ο πεζός στον αέρα, 1963), La Soif et la faim (Η δίψα και η πείνα, 1964).
1966: Συμμετέχει σε μια ιστορική performance στο Théâtre de France, κατά την οποία ο Ιονέσκο και οι Μαρία Κασαρές και Ζαν-Λουί Μπαρό διαβάζουν κείμενα από έργα τα οποία αυτοσχεδιάζουν επιτόπου.
1969-1970: Του απονέμεται το μετάλλιο του Μονακό. Τον Δεκέμβριο του 1969 τιμάται με το Μεγάλο Εθνικό Βραβείο Θεάτρου της Γαλλίας. Τον Ιανουάριο του 1970 γίνεται μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας.
1971-1980: Δίνει διαλέξεις και παρουσιάζει θεατρικές παραστάσεις σε διάφορες ευρωπαϊκές χώρες. Τιμάται με πλήθος βραβείων και αναγορεύεται επίτιμος διδάκτωρ του Πανεπιστημίου του Γουόργουικ και του Πανεπιστημίου του Τελ Αβίβ. Του απονέμεται το μετάλλιο Μαξ Ράινχαρτ στη διάρκεια των εορτασμών για τα πενήντα χρόνια του Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ. Τον Αύγουστο του 1978 πραγματοποιείται σε κάστρο της Νορμανδίας το δεκαήμερο φεστιβάλ La Décade Ionesco, στο οποίο συμμετέχουν κορυφαίοι μελετητές του έργου του από όλο τον κόσμο (Ρότζερ Μπέσκι, Μιρσέα Ελιάντ, Μάρτιν Έσλιν, Εμανουέλ Ζακάρ, Ιβ Μορό, Κολέτ Βέιλ κ.ά.). Οι εισηγήσεις του συνεδρίου δημοσιεύονται στον τόμο Ionesco: Situation et perspectives. Γράφει τα έργα Jeux de massacre (Το παιχνίδι της σφαγής, 1970),Macbett (Μακμπέτ, 1972), L'Homme aux valises (1975), Voyage chez les morts (1980).
1982-1987: Το Δεκέμβριο του 1982, με αφορμή τη συμπλήρωση εκατό χρόνων από τη γέννηση της Βιρτζίνια Γουλφ, ανεβάζει στο Μουσείο Πομπιντού τη θεατρική παράσταση Freshwater . Τα επόμενα δύο χρόνια η ίδια παράσταση ανεβαίνει σε θεατρικές σκηνές της Νέας Υόρκης και του Λονδίνου καθώς και στο Φεστιβάλ του Σπολέτο. Στο μεταξύ η υγεία του έχει επιβαρυνθεί. Το 1984 πέφτει σε διαβητικό κώμα για δύο μέρες και νοσηλεύεται για μεγάλο διάστημα. Παρόλα αυτά, τον επόμενο χρόνο ταξιδεύει για διαλέξεις στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Το 1985 τιμάται με το Διεθνές Βραβείο Σύγχρονης Τέχνης του Μόντε Κάρλο, ενώ ορίζεται μέλος της κριτικής επιτροπής της Μπιενάλε της Βενετίας. Τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου του απονέμεται στο Σικάγο το βραβείο Τ. S. Elliott - Ingersoll παρουσία του νομπελίστα Σολ Μπέλοου. Τον Μάρτιο του απονέμεται το μετάλλιο της Πόλης του Παρισιού.
1989-1994: Ασχολείται με την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Ρουμανία, στην οποία επιθυμεί να ταξιδέψει για να συνδράμει το κίνημα κατά του καθεστώτος Τσαουσέσκου. Όμως, το 1989 αντιμετωπίζει ξανά προβλήματα υγείας και νοσηλεύεται εκ νέου. Η κόρη του διαβάζει στη θέση του ένα κείμενο-καταπέλτη κατά της ρουμανικής κυβέρνησης. Το Μάρτιο του ίδιου χρόνου συνυπογράφει μαζί με τον Σάμουελ Μπέκετ και άλλους 710 συγγραφείς την παγκόσμια διακήρυξη του δικαιώματος στην ελεύθερη έκφραση. Του απονέμεται το Βραβείο Μολιέρου. Στις 28 Μαρτίου του 1994 πεθαίνει στην οικία του στο Παρίσι. Η σορός του ενταφιάζεται στο κοιμητήριο του Μονπαρνάς.
Συγγραφικό προφίλ
Όπως κι ο Σάμιουελ Μπέκετ, ο Ιονέσκο εμφανίστηκε σχετικά αργά στο θέατρο, καθώς το πρώτο του έργο, "Η Φαλακρή Τραγουδίστρια", γράφτηκε το 1948 και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1950 με τον αγγλικό τίτλο "The Bald Soprano".
Πρώιμα μονόπρακτα έργα
Τα πρώτα και πιο καινοτόμα έργα του Ιονέσκο ήταν θεατρικά μονόπρακτα: Η Φαλακρή Τραγουδίστρια (1950), Το Μάθημα (1951), Οι Καρέκλες (1952). Τα έργα αυτά εκφράζουν το αίσθημα της αποξένωσης και την αδυναμία και ματαιότητα επικοινωνίας με σουρεαλιστικό και κωμικό τρόπο, παρωδώντας τον κομφορμισμό της αστικής τάξης και τις κοινές θεατρικές φόρμες. Ο Ιονέσκο απεικονίζει έναν αποκτηνωμένο κόσμο με μηχανικούς χαρακτήρες σαν μαριονέτες.
Κύρια περίοδος θεατρικών έργων
Το 1959, παρουσιάζεται το έργο του Δολοφόνος χωρίς αμοιβή, όπου πρωταγωνιστεί για πρώτη φορά ο κεντρικός του ήρωας,Μπερανζέ, ο οποίος εμφανίζεται σε μια σειρά έργων του Ιονέσκο (Ρινόκερος, Ο βασιλιάς πεθαίνει, Ο πεζός στον αέρα).
Ο Μπερανζέ αποτελεί μια σχεδόν αυτοβιογραφική φιγούρα, η οποία εκφράζει την απορία και την αγωνία του Ιονέσκο για την παράδοξη πραγματικότητα. Είναι κωμικός κι αφελής, κερδίζοντας έτσι τη συμπάθεια του κοινού. Στο Δολοφόνο χωρίς αμοιβή, συναντά το Θάνατο με τη φιγούρα ενός εκτελεστή. Στο Ρινόκερο, παρατηρεί τους φίλους του να προσβάλλονται από τον ιό της "ρινοκερίτιδας" και να μεταμορφώνονται σε ρινόκεροι, παραμένοντας στο τέλος μόνος ενάντια σε αυτό το κύμα κομφορμισμού. Σε αυτό το έργο, ο Ιονέσκο εκφράζει την απέχθειά του για τον ιδεολογικό κομφορμισμό, εμπνεόμενος από την άνοδο του φασισμού τη δεκαετία του '30. Στο έργο Ο βασιλιάς πεθαίνει, παρουσιάζεται ως ο Βασιλιάς Μπερανζέ Α', μια καθημερινή φιγούρα που παλεύει να συμβιβαστεί με το θάνατό του.
Θεωρητικά έργα
Όπως ο Μπέρναρντ Σω κι ο Μπέρτολτ Μπρεχτ, ο Ιονέσκο συνέβαλε στο θέατρο με διάφορες θεωρητικές μελέτες, κυρίως απόπειρες να διορθώσει τους κριτικούς που είχαν παρεξηγήσει το έργο του κι έτσι επηρέαζαν εσφαλμένα το κοινό.
Εργογραφία
Ποίηση
Elegii pentru fiinte mici (στα ρουμανικά, 1931)
Θεατρικά έργα
La cantatrice chauve (Η Φαλακρή Τραγουδίστρια, 1948)
Les Salutations (1950)
La Leçon (Το Μάθημα, 1951)
Les Chaises (Οι Καρέκλες, 1952)
Le Maître (1953)
Victimes du devoir (Θύματα του καθήκοντος, 1953)
La Jeune Fille à marier (1953)
Amédée ou Comment s'en débarrasser (Αμεδαίος ή Πώς να τον ξεφορτωθούμε, 1954)
Jacques ou la soumission (1955)
Le Nouveau Locataire (Ο Καινούριος Νοικάρης, 1955)
Le Tableau (1955)
L'Impromptu de l'Alma (1956)
L'avenir est dans les œufs (1957)
Tueur sans gages (Δολοφόνος χωρίς αμοιβή, (1958)
Scène à quatre (1959)
Apprendre à marcher (1960)
Rhinoceros (Ρινόκερος, 1959)
Délire à deux (1962)
Le Roi se meurt (Ο βασιλιάς πεθαίνει, 1962)
Le Piéton de l'air (Ο πεζός στον αέρα, 1963)
La Soif et la faim (Η δίψα και η πείνα, 1964)
La Lacune (1966)
Jeux de massacre (1970)
Macbett (1972)
L'Homme aux valises (1975)
Voyage chez les morts (1980)
Ρινόκερος
΄΄Ο Ρινόκερος΄΄ είναι θεατρικό έργο γραμμένο από τον Ευγένιο Ιονέσκο το 1959. Το έργο ανήκει στη θεατρική σχολή γνωστή ως Θέατρο του Παραλόγου. Kατά τη διάρκεια των τριών πράξεων του έργου οι κάτοικοι μιας μικρής, επαρχιακής Γαλλικής πόλης μεταμορφώνονται σε ρινόκερους. Τελικά ο μόνος άνθρωπος που δεν υποκύπτει σε αυτή τη μαζική μεταμόρφωση είναι ο κεντρικός χαρακτήρας Μπερανζέ, μία σε σύγχυση πανανθρώπινη μορφή, που συνέχεια επικρίνεται ότι πίνει και αργεί. Το έργο συνήθως ερμηνεύεται ως αντίδραση και κριτική στην αιφνίδια έξαρση του Κομμουνισμού, του Φασισμού και του Ναζισμού κατά τα γεγονότα που προγήθηκαν του Β΄Παγκοσμίου Πολέμου και διερευνά τα ζητήματα του κομφορμισμού, του πολιτισμού, των μαζικών κινημάτων, της φιλοσοφίας και της ηθικής.
Πράξη Πρώτη
Το έργο αρχίζει στην κεντρική πλατεία ενός μικρού ανώνυμου Γαλλικού χωριού. Δύο φίλοι, ο εύγλωττος διανοούμενος αλλά απίστευτα υπερήφανος Ζαν και ο απλοικός, ντροπαλός, καλόκαρδος μέθυσος Μπερανζέ συναντιούνται σε ένα καφενείο για να συζητήσουν για ένα απροσδιόριστο επείγον ζήτημα. Αντί να μιλήσουν γι' αυτό, ο Ζαν γίνεται έξαλλος με τη βραδύτητα και την τάση να πίνει του Μπερανζέ μέχρι που ένας ρινόκερος αφηνιάζει στην πλατεία κατατρομάζοντας τους ανθρώπους εκεί. Ετσι αυτοί αρχίζουν να συζητούν τι συνέβη, όταν ένας άλλος ρινόκερος εμφανίζεται και συνθλίβει τη γάτα μιας γυναίκας. Αυτό προκαλεί απίστευτη αγανάκτηση και όλοι μαζί οι άνθρωποι υποστηρίζουν ότι πρέπει να απαγορευθεί η παρουσία αυτών των δεινοσαύρων. Βλέπουμε επί σκηνής το ξεκίνημα ενός μαζικού κινήματος.
Πράξη Δεύτερη
Ο Μπερανζέ φτάνει αργοπορημένος στη δουλειά του στα γραφεία της τοπικής εφημερίδας, αλλά υ υπάλληλος στην υποδοχή της εφημερίδας Ντέζι (με την οποία ο Μπερανζέ είναι ερωτευμένος) τον καλύπτει. Στο γραφείο έχει ξεσπάσει ένας καυγάς ανάμεσα στον ευαίσθητο και λογικό Ντιντάρ και στο βίαιο και ευέξαπτο Μποτάρ, καθώς ο Μποτάρ δεν πιστεύει ότι ένας ρινόκερος θα μπορούσε πραγματικά να εμφανιστεί στη Γαλλία παρόλους τους ισχυρισμούς αυτοπτών μαρτύρων ότι αυτό συνέβη. Ξαφνικά η Κα. Μπεφ (η σύζυγος ενός συναδέλφου) εμφανίζεται και λέει ότι ο άντρας της έχει μεταμορφωθεί σε ρινόκερο και ότι οι δρόμοι έχουν γεμίσει με ανθρώπους που έχουν γίνει το ίδιο. Ο Μποτάρ αμφισβητεί την ύπαρξη του λεγόμενου κινήματος της ρινοκερίτιδας που η Κα. Μπεφ υποστηρίζει ότι υπάρχει, λέγοντας ότι οι ντόπιοι είναι αρκετά έξυπνοι για να ξεγελαστούν από την άδεια ρητορική ενός μαζικού κινήματος. Παρόλα αυτά η Κα. Μπεφ (μεταμορφωμένη σε ρινόκερο) φτάνει και καταστρέφει τη σκάλα που οδηγεί έξω από το γραφείο, παγιδεύοντας μέσα όλους τους εργαζόμενους και το αφεντικό τους, την Κα. Παπιγιόν. Η Κα. Μπεφ πηγαίνει με τον άντρα της πηδώντας από το κλιμακοστάσιο, ενώ οι υπάλληλοι του γραφείου φεύγουν από ένα παράθυρο. Ο Μπερανζέ πηγαίνει να επισκεφθεί το Ζαν για να του ζητήσει συγγνώμη για τη διαφωνία που είχαν την προηγούμενη μέρα, αλλά τον βρίσκει στο κρεβάτι, σοβαρά με μια αρρώστεια που ποτέ δεν ξαναείχε. Οι δύο φίλοι αρχίζουν πάλι να διαφωνούν, αρχικά για τη δυνατότητα πραγματικής μεταμόρφωσης ανθρώπων σε ρινόκερους και κατόπιν για την ηθικότητα των μεταμορφώσεων. Ο Ζαν είναι στην αρχή σθεναρά κατά των ρινόκερων αλλά σταδιακά γίνεται επιεικής. Καθώς η σκηνή εξελίσσεται το δέρμα του Ζαν γίνεται όλο και πιο πράσινο, τα εξογκώματα στο κεφάλι του αναπτύσσεται σε κέρατο, η φωνή του γίνεται βραχνή και αρχίζει να γυροφέρνει στο διαμέρισμά του σα θηρίο στο κλουβί. Τελικά διακηρύσσει ότι οι ρινόκεροι έχουν εξ ίσου δικαίωμα στη ζωή με τους ανθρώπους και ότι ΄΄ ο ανθρωπισμός είναι νεκρός, όσοι τον ακολουθούν είναι απλώς παλιοί αισθηματίες΄΄ πριν μεταμορφωθεί ο ίδιος σε ρινόκερο και διώξει κυνηγημένο το Μπερανζέ από το διαμέρισμά του.
Πράξη Τρίτη
Ολοι στην πόλη έχουν υποκύψει στη ρινοκερίτιδα, εκτός από το Μπερανζέ, το Ντιτάρ και τη Ντέζι. O Mπερανζέ είναι κλειδωμένος στο διαμέρισμά του, ακούγοντας τα ουρλιαχτά των ρινόκερων, που ορμούν καταστρέφοντας τον πολιτισμό, όταν φθάνει ο Ντιτάρ για να δει τι κάνει. Ο Ντιτάρ υποβαθμίζει τις μεταμορφώσεις λέγοντας ότι οι άνθρωποι έχουν το δικαίωμα της επιλογής, ακόμη και της μεταμόρφωσης. Αλλά ο Μπερανζέ επιμένει ότι οι μεταμορφώσεις δεν θα μπορούσαν να είναι εκούσιες, αφού ο φίλος του ΖΑν αρχικά μισούσε τους ρινόκερους και πιθανόν υπέστη πλύση εγκεφάλου. Ο Ντιτάρ αντιλέγει ότι οι άνθρωποι μπορεί να αλλάζουν γνώμη και σταδιακά γίνεται πιο δεκτικός μέχρι που συμπεραίνει ότι πρέπει να ΄΄ακολουθήσει τους ομοίους (του) και τους ηγέτες (του)΄΄ πριν φύγει και μεταμορφωθεί σε ρινόκερο. Λίγο πριν φύγει φτάνει η Ντέζι. Αυτή και ο Μπερανζέ διαπιστώνουν ότι έχουν μείνει τελείως μόνοι - οι μόνοι άνθρωποι σε ένα κόσμο τεράτων. Ο Μπερανζέ εξομολογείται την αγάπη του για την Ντέζι και αυτή φαίνεται να ανταποκρίνεται. Προσπαθούν, έστω και για λίγο, να έχουν μια κανονική ζωή ανάμεσα στους ρινόκερους. Μετά την πρόταση του Μπερανζέ να προσπαθήσουν να ξαναδημιουργήσουν την ανθρώπινη φυλή, η Ντέζι αρχίζει να απομακρύνεται, υποστηρίζοντας ότι ο Μπερανζέ δεν καταλαβαίνει από έρωτα. Καταλήγει να πιστέψει ότι οι ρινόκεροι είναι σωστοί - αυτοί που είναι πραγματικά παθιασμένοι. Ο Μπερανζέ χωρίς να το σκεφτεί χαστουκίζει τη Ντέζι, αλλά αμέσως αποκηρύσσει την πράξη του. Σκέφτονται την κατάστασή τους και ο Μπερανζέ αναφωνεί ότι ΄΄σε λίγα μόνο λεπτά περάσαμε είκοσι πέντε χρόνια έγγαμου βίου !΄΄. Επιχειρούν να συμφιλιωθούν αλλά αποτυγχάνουν. Ενώ ο ο Μπερανζέ κοιτάζεται σε ένα καθρέφτη για τυχόν στοιχεία μεταμόρφωσης, η Ντέζι φεύγει ήσυχα και πηγαίνει με τους ρινόκερους. Ανακαλύπτοντας ότι είναι τελείως μόνος, ο Μπερανζέ θρηνεί για τη συμπεριφορά του προς τη Ντέζι. Στη μοναξιά του αρχίζει να αμφιβάλλει για την ύπαρξή του - τη γλώσσα του, την εμφάνισή του και το μυαλό του. Μόνος, βρίσκει τον εαυτό του λάθος και προσπαθεί να μεταβληθεί σε ρινόκερο. Παλεύει και αποτυγχάνει. Επιστρέφει στον καθρέφτη, πρόσωπο με πρόσωπο με τη μοίρα του και καταρρέει καθώς παλεύει να δεχθεί το χώρο που του έχει δοθεί. Ξαφνικά το ξεπερνάει και ανανεώνει τον όρκο του να αντιμετωπίσει τους ρινόκερους. Ο Μπερανζέ φωνάζει θαρραλέα ΄΄ Δεν συνθηκολογώ !΄΄ στο ακροατήριο πριν γυρίσει στο παράθυρο για να ρίξει βρισιές στους ρινόκερους που περνάνε.
Δοκίμια και θεωρητικές μελέτες
Nu (1934)
Hugoliade (1935)
La Tragédie du langage (1958)
Expérience du théâtre (1958)
Discours sur l'avant-garde (1959)
Notes et contre-notes (1962)
Fragments of a Journal (1966)
Découvertes (1969)
Antidotes (1977)
Νουβέλες και ιστορίες
La Vase (1956)
Le Piéton de l'air (1961)
La Photo du colonel (1962)
Le Solitaire (1973)
Διασκευές σε όπερα και λιμπρέττα
Le Maître (1962)
Maximilien Kolbe (1988)
Ελληνικές μεταφράσεις
Η Φαλακρή Τραγουδίστρια : Γ.Πρωτοπαπάς ("Δωδώνη")
Ρινόκερος : Γ.Πρωτοπαπάς ("Δωδώνη")
Η δίψα και η πείνα : Γ.Πρωτοπαπάς ("Δωδώνη")
διηγήματα : Μέλπω Αξιώτη ("Κέδρος")
ΠΗΓΕΣ:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
αβαγνον