Ο "Άρτος Ζωής"
Ἔνδον τρέφει σε Γαβριὴλ ναοῦ, Κόρη,
Ἥξει δὲ μικρὸν καὶ τὸ Χαῖρέ σοι λέξων.
Βῆ ἱερὸν Μαρίη τέμενος παρὰ εἰκάδι πρώτῃ.
Γράφει η Ελένη Δραμπάλα
Ο εορτασμός των Εισοδίων της Θεοτόκου σημαίνει την είσοδο της Θεοτόκου στον Ναό του Σολομώντος από τον Αρχιερέα και την παραμονή της στα Άγια των Αγίων, όπου παρέμεινε για δώκεκα έτη, από τριών έως δέκα πέντε ετών.
Είναι γνωστό ότι στον κυρίως Ναό του Σολομώντος εισήρχοντο μόνον ιερείς, οι οποίοι επιτελούσαν την λατρεία του θυμιάματος και στα Άγια των Αγίων, το σημερινό Ιερό Βήμα, εισήρχετο μόνον ο Αρχιερεύς μία φορά τον χρόνο.
Η Μαρία ζούσε εκεί βιώνοντας την θέωση, όπως το γεγονός αυτό ερμηνεύεται από τους Πατέρες της Εκκλησίας. Ένα προκλητικό γεγονός, αφού ένα κορίτσι εισήλθε σ’ αυτό τον ιερό χώρο, όπου φυλάσσοντο τα ιερότερα αντικείμενα, όπως η Κιβωτός της Διαθήκης, η Στάμνα με το Μάννα, η ράβδος του Ααρών.
Η εκκλησιαστική παράδοση αναφέρει ότι η Θεοτόκος τα δώδεκα εκείνα έτη τρεφόταν με άρτο φερόμενο από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ («ἐπουρανίῳ τραφεῖσα, Παρθένε, ἄρτῳ πιστῶς ἐν τῷ Ναῷ Κυρίου»). Ο άρτος αυτός, σύμφωνα με τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά, δεν ήταν ο συνηθισμένος άρτος, αλλά στην πραγματικότητα ήταν η άκτιστη ενέργεια του Θεού (βλ. άγιος Γρηγόριος Παλαμάς περί διακρίσεως θείας ενέργειας και ουσίας του Θεού) , διά της οποίας «τήν τε φύσιν κρειττόνως ἀνερρώννυτο καί κατά σῶμα τῶν ἀσωμάτων καθαρωτέρα καί ὑπερτέρα καί συνετηρεῖτο καί ἐτελεῖτο».
Μέσω αυτής της «τροφής», δηλ. της ενέργειας του Θεού, η Μαρία έπαιρνε δύναμη προσηύχετο νοερώς για να φθάσει στη θεωρία Θεού, οπότε μέσα στο Φως αυτό είχε κοινωνία με τον Θεό, με σκοπό την θέωση. Ζούσε σε προπτωτική κατάσταση, όπως ο Αδάμ και η Εύα, και για τον λόγο αυτό κατά τον Ευαγγελισμό της ο άγγελος την αποκάλεσε Κεχαριτωμένη.
Αυτός ο «Άρτος Ζωής» είναι ο ίδιος ο Χριστός, στον οποίο αναφέρθηκε με τον λόγο Του στον διάβολο στο Όρος των Πειρασμών, όταν εκείνος τον προκάλεσε να μετατρέψει τις πέτρες σε άρτο, ο Κύριος απήντησε «οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ’ ἐν παντί ρήματι ἐκπορευομένῳ διά στόματος Θεοῦ» (Ματθ. Δ΄, 4). Γι’ αυτόν τον πνευματικό άρτο ομιλεί ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος «δύναται ὁ Θεός καί ρήματι θρέψαι τόν πεινῶντα», καθώς επίσης και στην Κυριακή Προσευχή του Χριστού «Πάτερ ἡμῶν ... τόν ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον δός ἡμῖν σήμερον», όπου εννοεί τον άρτο αναγκαίο για την ουσία της ύπαρξής μας, ενώ σε άλλο σημείο ο Χριστός λέγει «Ἐγώ εἰμί ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς».
Μ’ αυτόν τον Άρτο – τροφή της Παναγίας, τελείται και η θεία Λειτουργία, όμως για να μετέχουμε των θείων αυτών ενεργειών «εἰς ζωήν αἰώνιον», πρέπει και να ζούμε όπως η Παναγία, γεγονός υψίστης σημασίας για τη ζωή μας, αφού ο άνθρωπος αποτελείται από ψυχή και σώμα, συντηρείται μεν με την υλική τροφή, όμως η Χάρις και η Ενέργεια του Θεού συντηρεί τον όλον άνθρωπο (ψυχή και σώμα), προϋποθέσεις που δίνουν το νόημα της ύπαρξής μας.
Μέσω αυτής της «τροφής», δηλ. της ενέργειας του Θεού, η Μαρία έπαιρνε δύναμη προσηύχετο νοερώς για να φθάσει στη θεωρία Θεού, οπότε μέσα στο Φως αυτό είχε κοινωνία με τον Θεό, με σκοπό την θέωση. Ζούσε σε προπτωτική κατάσταση, όπως ο Αδάμ και η Εύα, και για τον λόγο αυτό κατά τον Ευαγγελισμό της ο άγγελος την αποκάλεσε Κεχαριτωμένη.
Αυτός ο «Άρτος Ζωής» είναι ο ίδιος ο Χριστός, στον οποίο αναφέρθηκε με τον λόγο Του στον διάβολο στο Όρος των Πειρασμών, όταν εκείνος τον προκάλεσε να μετατρέψει τις πέτρες σε άρτο, ο Κύριος απήντησε «οὐκ ἐπ’ ἄρτῳ μόνῳ ζήσεται ἄνθρωπος, ἀλλ’ ἐν παντί ρήματι ἐκπορευομένῳ διά στόματος Θεοῦ» (Ματθ. Δ΄, 4). Γι’ αυτόν τον πνευματικό άρτο ομιλεί ο άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος «δύναται ὁ Θεός καί ρήματι θρέψαι τόν πεινῶντα», καθώς επίσης και στην Κυριακή Προσευχή του Χριστού «Πάτερ ἡμῶν ... τόν ἄρτον ἡμῶν τόν ἐπιούσιον δός ἡμῖν σήμερον», όπου εννοεί τον άρτο αναγκαίο για την ουσία της ύπαρξής μας, ενώ σε άλλο σημείο ο Χριστός λέγει «Ἐγώ εἰμί ὁ ἄρτος ὁ ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάς».
Μ’ αυτόν τον Άρτο – τροφή της Παναγίας, τελείται και η θεία Λειτουργία, όμως για να μετέχουμε των θείων αυτών ενεργειών «εἰς ζωήν αἰώνιον», πρέπει και να ζούμε όπως η Παναγία, γεγονός υψίστης σημασίας για τη ζωή μας, αφού ο άνθρωπος αποτελείται από ψυχή και σώμα, συντηρείται μεν με την υλική τροφή, όμως η Χάρις και η Ενέργεια του Θεού συντηρεί τον όλον άνθρωπο (ψυχή και σώμα), προϋποθέσεις που δίνουν το νόημα της ύπαρξής μας.
ΣΗΜΕΡΑ
Ο πνευματικός Άρτος στην εποχή μας λίγο ενδιαφέρει, ενώ γίνεται λόγος πολύς για τον υλικό άρτο, αφού ο άνθρωπος ως καταναλωτικό ον ενσωματώνεται σαν αχόρταγο θηρίο σε κάθε τι υλικό που θα δει ή θα ακούσει, νομίζοντας ότι θα ικανοποιηθεί η «πείνα» του, στηρίζοντας τη ζωή του αποκλειστικώς στα υλικά αγαθά, με αποτέλεσμα να παραμένει ανικανοποίητος. Γίνεται η εύκολη λεία του άκρατου καταναλωτισμού, μέσω καταιγιστικών διαφημιστικών μηνυμάτων, χωρίς κορεσμό, και σχηματίζει σταδιακά, είτε ενσυνείδητα είτε ασυνείδητα, την κοινωνία των «μαζανθρώπων», μακριά από τη χάριτι θεία φύση του.
Ο σύγχρονος παγκόσμιος πολιτισμός ταυτίζεται με την υλική ευδαιμονία, είναι δηλ. περισσότερο οικονομοκρατικός, και ο «ευδαιμονιστικός» πλέον άνθρωπος δεν είναι «ζῶον λόγον έχον», αλλά «ζῶον ἔχον», είναι ο homo habens, σύμφωνα με τον E.Fromm. Το «Έχειν» είναι χαρακτηριστικό των δυτικών βιομηχανικών κοινωνιών, στις οποίες η απληστία για χρήμα, δόξα και δύναμη είναι ο τρόπος ζωής που κυριαρχεί. Ο άνθρωπος έλκεται και μαγεύται από τη συσσώρευση νεκρών πραγμάτων, μετατρέπεται σε έναν αχόρταγο άρπαγα, αναζητά απελπισμένα διψασμένος το «ελιξήριο της Ανάγκης» του, πολλαπλασιάζοντας τις πληγές του κυνισμού, του φόβου και της δουλικότητάς του, που εδραιώνει ο ίδιος ως στοιχεία του Έχειν του (βλ."Ο Παράδεισος του Καταναλωτισμού).
Στην «ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία» Του, ο Χριστός, και πάλι αποφασίζει να μιλήσει, διδάσκοντας: «... μακάριοι οἱ πεινῶντες καί διψῶντες τήν δικαιοσύνην, ὅτι αὐτοί χορτασθήσονται, μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοί ἐλεηθήσονται, μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται, μακάριοι οἱ εἰρηνοποιοί, ὅτι αὐτοί υἱοί Θεοῦ κληθήσονται» (Ματθ. Ε΄, 6-9).
Ο σύγχρονος παγκόσμιος πολιτισμός ταυτίζεται με την υλική ευδαιμονία, είναι δηλ. περισσότερο οικονομοκρατικός, και ο «ευδαιμονιστικός» πλέον άνθρωπος δεν είναι «ζῶον λόγον έχον», αλλά «ζῶον ἔχον», είναι ο homo habens, σύμφωνα με τον E.Fromm. Το «Έχειν» είναι χαρακτηριστικό των δυτικών βιομηχανικών κοινωνιών, στις οποίες η απληστία για χρήμα, δόξα και δύναμη είναι ο τρόπος ζωής που κυριαρχεί. Ο άνθρωπος έλκεται και μαγεύται από τη συσσώρευση νεκρών πραγμάτων, μετατρέπεται σε έναν αχόρταγο άρπαγα, αναζητά απελπισμένα διψασμένος το «ελιξήριο της Ανάγκης» του, πολλαπλασιάζοντας τις πληγές του κυνισμού, του φόβου και της δουλικότητάς του, που εδραιώνει ο ίδιος ως στοιχεία του Έχειν του (βλ."Ο Παράδεισος του Καταναλωτισμού).
Στην «ἐπί τοῦ ὄρους ὁμιλία» Του, ο Χριστός, και πάλι αποφασίζει να μιλήσει, διδάσκοντας: «... μακάριοι οἱ πεινῶντες καί διψῶντες τήν δικαιοσύνην, ὅτι αὐτοί χορτασθήσονται, μακάριοι οἱ ἐλεήμονες, ὅτι αὐτοί ἐλεηθήσονται, μακάριοι οἱ καθαροί τῇ καρδίᾳ ὅτι αὐτοί τόν Θεόν ὄψονται, μακάριοι οἱ εἰρηνοποιοί, ὅτι αὐτοί υἱοί Θεοῦ κληθήσονται» (Ματθ. Ε΄, 6-9).
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Σήμερον τῆς εὐδοκίας Θεοῦ τὸ προοίμιον, καὶ τῆς τῶν ἀνθρώπων σωτηρίας ἡ προκήρυξις ἐν Ναῷ τοῦ Θεοῦ, τρανῶς ἡ Παρθένος δείκνυται, καὶ τὸν Χριστὸν τοῖς πᾶσι προκαταγγέλλεται. Αὐτῇ καὶ ἡμεῖς μεγαλοφώνως βοήσωμεν, Χαῖρε τῆς οἰκονομίας τοῦ Κτίστου ἡ ἐκπλήρωσις.
Ελένη Δραμπάλα
Ελένη Δραμπάλα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
αβαγνον