Πέμπτη 23 Ιουλίου 2015

Προφήτης Ιεζεκιήλ, ένας από τους μείζονες προφήτες (23 Ιουλίου)

Η χριστιανική Εκκλησία τον θεωρεί ως έναν από τους μεγαλύτερους προφήτες. Ήλθε αντιμέτωπος με τους ψευδοπροφήτες, οι οποίοι υπέθαλπον τις ελπίδες του λαού περί ταχείας λύτρωσης και άμεσης επανόδου του βασιλιά Ιεχονίου ... τόνιζε την αξία κάθε ψυχής και την ευθύνη καθενός για τις πράξεις του ... Στην ιουδαϊκή παράδοση φέρεται ότι υπέστη μαρτυρικό θάνατο από ιουδαίο άρχοντα, υπερασπιζόμενος τα δίκαια του λαού.
Ο προφήτης Ιεζεκιήλ
όπως τον απεικόνισε ο Μιχαήλ Άγγελος στην Καπέλα Σιξτίνα.

Γράφει η Ελένη Δραμπάλα

Ο προφήτης και η εποχή του

Ο Ιεζεκιήλ (εβρ. Γεχεζκέλ = ο Θεός είναι ισχυρός ή ενισχύει ο Θεός) ήταν γυιός του Βουζεί και ιερέας (Ἰεζ. 1,3). Η καταγωγή του ήταν από οικογένεια ευγενώνκαι υπήρξε ένας από τα εξέχοντα πρόσωπα, όπως μπορούμε να συμπεράνουμε από την συμπερίληψή του στον κατάλογο των μετά του βασιλιά Ιεχονίου συναπαχθέντων αιχμαλώτων (4 Βασιλ. 24, 14). Δεν γνωρίζουμε πότε ακριβώς γεννήθηκε. Πάντως, κατά το 597 π.Χ. θα είχε υπερβεί ή θα διήγε την νεανική ηλικία του. Αφού οδηγήθηκε στη Βαβυλώνα παρέμεινε μαζί με τους ομοφύλους του στο Τελ-Αβείβ (Ἰεζ. 1, 1-3, 15) κοντά στον παραπόταμο του Ευφράτη Χοβάρ, πλησίον της πόλης Νιππούρ. Όσο βρισκόταν εκεί, κλήθηκε διά μεγαλειώδους οράματος στο προφητικό αξίωμα (Ἰεζ. 1, 1-3, 22) κατά το 3ο έτος της αιχμαλωσίας του (593 π.Χ.) και από τότε δρούσε με τους ομοφύλους του μέχρι το 586 π.Χ. Ο προφήτης ήταν έγγαμος, όμως απώλεσε αιφνίδια την σύζυγό του την οποία ονομάζει «ἐπιθυμήματα τῶν ὀφθαλμῶν μου» (Ἰεζ. 24, 16), κατά το 9ο έτος της αιχμαλωσίας του (Ἰεζ. 24, 15). Κατά τη διάρκεια της αιχμαλωσίας του έλεγχε τους ψευδοπροφήτες (Ἰεζ. 13, 10 ἑξ.) και τιμήθηκε από τους ομοφύλους του, οι πρεσβύτεροι των οποίων εμφανίζονται να τον συμβουλεύουν (Ἰεζ. 8, 1-19, 1-20,1). Περισσότερες πληροφορίες για τον προφήτη δεν έχουμε. Σε μεταγενέστερη ιουδαϊκή παράδοση υπέστη μαρτυρικό θάνατο από ιουδαίο άρχοντα, υπερασπιζόμενος τα δίκαια του λαού (Μεγάλου Αθανασίου, Περί ενανθρωπήσεως του Λόγου, σ. 37). Από τους Ιουδαίους το βιβλίο του έτυχε μεγάλου κύρους (Σοφ. Σειρ. 49,8). Η χριστιανική Εκκλησία τον θεωρεί ως έναν από τους μεγαλύτερους προφήτες.

Η δράση του προφήτη συμπίπτει προς τα τελευταία έτη της ζωής του ιουδαϊκού έθνους. Ως εκ τούτου, καταφαίνεται πόσο δυσχερές και βαρύ έργο είχε να επιτελέσει ο προφήτης. Έτσι, πριν την καταστροφή, αδιανόητη στον λαό λόγω της θρησκευτικής μεταρρύθμισης του Ιωσία (621 π.Χ.) και της κατάλυσης του ασσυριακού κράτους, είχε ως έργο να προαναγγείλη την καταστροφή, να προτρέψη σε μετάνοια και να προλάβη παράτολμα πολιτικά κινήματα που θα ήταν πρόξενοι καταστρεπτικών συνεπειών, ερχόμενος έτσι αντιμέτωπος με τους ψευδοπροφήτες, οι οποίοι υπέθαλπον τις ελπίδες του λαού περί ταχείας λύτρωσης και άμεσης επανόδου του βασιλιά Ιεχονίου. Κατά την αιχμαλωσία είχε ως σκοπό, όχι μόνο να παρηγορήση και να διαφυλάξη τους ομοφύλους του από τον κίνδυνο της εγκατάλειψης της πατρώας θρησκείας λόγω αιχμαλωσίας, αλλά και να καλλιεργήση την ελπίδα περί απελευθέρωσης και παλλινόρθωσης του ιουδαϊκού κράτους υπό νέο ηγεμόνα, τον Μεσσία, τον εκ του Δαυΐδ κατά σάρκα καταγόμενον.

Παράλληλη προς την δυσάρεστη αυτή πολιτική κατάσταση ήταν και η εσωτερική θρησκευτική και ηθική τοιαύτη, τόσο των ευρισκόμενων στην Ιερουσαλήμ, όσο και των ευρισκόμενων σε αιχμαλωσία Ιουδαίων. Η λατρεία των ξένων θεών και μάλιστα του Βάαλ, προς τον οποίον πρόσφεραν θυσία τέκνων, είχε φθάσει στο αποκορύφωμά της (Ἱερ. 7,31, 19,5 ἑξ. 39,35). Σε τέτοια κρίσιμη για την τύχη της Ιερουσαλήμ και των ευρισκόμενων στη Βαβυλώνα αιχμαλώτων Ιουδαίων κατάσταση, δρα ο προφήτης, ζώντας ταυτόχρονα το δίλημμα της αναγέννησης ει μη του Ιουδαϊσμού.

Το περιεχόμενο του Βιβλίου

Το βιβλίο περιέχει κατά χρονολογική σχεδόν σειρά το προς τους αιχμαλώτους κήρυγμα του προφήτη, διά του οποίου αυτός καταφερόμενος εναντίον της αποστασίας του ιουδαϊκού λαού, προλέγει την καταστροφή της Ιερουσαλήμ, μετά δε από αυτή, προστατεύοντας και παρηγορώντας τον λαό του, προαναγγέλλει την μέλλουσα λύτρωση και την διά του Μεσσία αναστήλωση της δαυϊτικής δυναστείας.

Ο Ιεζεκιήλ ως προφήτης και συγγραφέας

Εμφανίζεται ως ιδιότυπη προσωπικότητα, την οποία απασχολεί η απομάκρυνση του λαού από τον αληθινό Θεό. Στο σημείο αυτό ακριβώς, η μορφή του προφήτη, ελέγχοντας ατέγκτως και ουδεμία υποχώρηση δεχομένου, υπενθυμίζει τον προφήτη Ηλία, τον οποίο κατέτρωγε ο πύρινος ζήλος του Θεού. Ο Θεός του Ιεζεκιήλ, όπως και στους άλλους προφήτες, είναι ο υπερφυσικός, ο παντοδύναμος και ο Κύριος πάσης της κτίσεως. Η ζωή όλων των εθνών κατευθύνεται από ανερμήνευτες βουλές του Θεού, ο οποίος καθίσταται (ο Θεός) και παρ’ Ιεζεκιήλ παγκόσμιος. Στις σχέσεις του ανθρώπου προς τον Θεό, ο Ιεζεκιήλ, αναφορικά προς τους προγενέστερους προφήτες και τον Ιερεμία, επετέλεσε σημαντικό βήμα, τονίζοντας την αξία κάθε ψυχής και την ευθύνη καθενός για τις πράξεις του. Η εξατομίκευση της θρησκείας, που καθιστά το άτομο ηθική προσωπικότητα, δημιουργό του μέλλοντος και υπεύθυνο για τις πράξεις του, διδάσκεται και από τον Ιεζεκιήλ. Η αποκαταλλαγή του αμαρτωλού μετά του Θεού δεν είναι απλώς συναίσθηση της αμαρτίας και άρνηση του παρελθόντος, αλλά προσπάθεια θετική προς δημιουργία νέας καρδίας και νέου πνεύματος. Την υψηλή ιδέα που έχει ο Ιεζεκιήλ για το προφητικό αξίωμα φαίνεται από την θέση που αυτός λαμβάνει απέναντι στον άνθρωπο. Δεν είναι ο αναζητητής των ψυχών (Ἰερεμίας), αλλά ο φρουρός και ο επιμελητής αυτών.

Ο Ιεζεκιήλ ως συγγραφέας είναι και πεζογράφος και ποιητής. Την ποίησή του διακρίνει φαντασία, δύναμη και βαθύτητα και τον πεζό του λόγο πλήθος εικόνων, συμβολικών πράξεων και μεγαλοπρεπών οράσεων. Ο λόγος του ως προς την μορφή, όσες φορές ο προφήτης είναι οργισμένος, αποβαίνει σκληρός και δριμύς. Το μεγάλο σε έκταση βιβλίο σημειώνει εξ απόψεως είδους σταθμό στην ισραηλιτική φιλολογία.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Νικολάου Μ. Παπαδοπούλου, Δ.Θ. "Σύντομος Εισαγωγή εις την Παλαιάν Διαθήκην".

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

αβαγνον