Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2014

ΕΙΚΑΣΤΙΚΑ: Η γενιά του '30 και η προβολή του Ελληνικού στοιχείου μέσα από τη ζωγραφική

ΤΟ ΑΙΤΗΜΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑΣ
ΚΑΙ Η ΓΕΝΙΑ ΤΟΥ ’30 ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ
(πίνακες ζωγραφικής)
Ιακωβίδης
Με την απελευθέρωση από τους Τούρκους το ’21, και καθώς οργανώνουμε από την αρχή τη ζωή μας, η δυτική κουλτούρα μας κατακλύζει. Τα τόσα χρόνια σκλαβιάς, είχαν αφήσει πίσω την εξέλιξη των γραμμάτων και των τεχνών στον τόπο μας σε σχέση με τους υπόλοιπους Ευρωπαίους, και οι μονάρχες που μας επιβάλλονται κατόπιν, κουβαλούν μαζί τους την τέχνη της δύσης. Μας επιβάλλεται και αυτή μέσα σε όλα τα άλλα ξενόφερτα, σαν κάτι το ευγενέστερο από τη «Ραγιάδικη» αίσθηση των δικών μας πραγμάτων, που θύμιζε σκλαβιά που προσπαθούσαμε να διώξουμε μακριά. 
Η Αυλή και τα μεγάλα σαλόνια του καιρού, καθιερώνουν και στη ζωγραφική τη ρομαντική ηθογραφία και τον δυτικό ακαδημαϊσμό του 19ου αιώνα. Χαρακτηριστικά είναι τα έργα του πλέον κατεστημένου εκπρόσωπου του ακαδημαϊσμου, του Γεώργιου Ιακωβίδη (1853-1932 ). 
Και πριν, ο δάσκαλός του Λύτρας, ο Γύζης, προερχόμενοι από την σχολή του Μονάχου. Κουβαλάνε την τεχνοτροπία του δυτικού ακαδημαϊσμού, και αποδίδοντας με αυτή την τεχνοτροπία κυρίως Ελληνικά θέματα. Παραγκωνίζουν τη βυζαντινή τεχνοτροπία, ίσως σαν ξεπερασμένη ή και ακόμη και υπακούοντας στο αίτημα των καιρών για μια ολοκληρωτική ένταξη του Ελληνισμού στη δύση. Όμως το Ελληνικό στοιχείο προβάλλεται και πάλι μέσα από Ελληνικά θέματα.

Ιακωβίδης

Λύτρας "Το φιλί"

Λύτρας "Συναυλία"

Γύζης



Αυτό σε πρώτο επίπεδο. Παράλληλα όμως, ο φτωχός κόσμος ζούσε απομονωμένος με τις φιγούρες και τη δράση του καραγκιόζη, που εξέφραζε την δική του αισθητική, μαζί με τις βυζαντινές εικόνες σε εκκλησίες και μοναστήρια. Αυτά στήριζαν τη δική του ζωή με γέλιο ή παρηγοριά και ελπίδα.






Βυζαντινή εικόνα της Παναγίας που παρηγορούσε

Θεόφιλος
Και έρχεται ο Θεόφιλος να εξελίξει κάπως την βυζαντινή μας τέχνη από καθαρά εκκλησιαστική, σε κοσμική, ζωγραφίζοντας σκηνές της καθημερινής ζωής των χωρικών. Την καθαρά βυζαντινή τέχνη την παίρνουν στα χέρια τους να την εξελίξουν μεγάλα ονόματα, όπως αυτό του Φώτη Κόντογλου.
Η περίοδος 1914 – 1924 για την Ελλάδα υπήρξε μια απο τις πιο καθοριστικές ιστορικά για τη πορεία της. Την ευφορία των Βαλκανικών πολέμων διαδέχεται η δίνη του Ά Παγκόσμιου πολέμου, ο εσωτερικός (καθημερινός) διχασμός και η μικρασιατική καταστροφή.

Κόντογλου (λεπτομέρεια)
Στις φλόγες της Σμύρνης και στο ξερίζωμα του Ελληνισμού της Μικράς Ασίας, η Μεγάλη Ιδέα θανατώνεται και μαζί της όλα τα πνευματικά στοιχεία που είχαν γαλουχήσει τους Έλληνες στο πολύ δύσκολο δρόμο τους μετά την Άλωση της Πόλης το 1453. Το πνευματικό χάσμα είναι πελώριο. Συγχρόνως, με την εγκατάσταση των προσφύγων στην κυρίως Ελλάδα και τη μεγάλη φτώχεια, αλλάζει ριζικά η παραδοσιακή μορφή της χώρας.
Τα νέα εδαφικά της σύνορα φέρνουν αλλαγές τέτοιες που η κοινωνία ολόκληρη ανάστατη επανεξετάζει τις αξίες της. Έντονη και διάχυτη η ανάγκη για την άμεση επίλυση των προβλημάτων της Ελλάδας. Φυσικό αντίκτυπο ήταν και η ενασχόληση των εικαστικών με την «ελληνικότητα». 
Τότε είναι που οι Έλληνες καλλιτέχνες συνδύασαν τις τάσεις της ευρωπαϊκής δημιουργίας με στοιχεία της ελληνικής παράδοσης. 







Κόντογλου

Παρθένης
Στην Ευρώπη κυριαρχούν τα ρεύματα του σουρεαλισμού, ιμπρεσιονισμού, νεοιμπρεσιονισμού, εξπρεσιονισμού και κυβισμού.
Ο Βενιζέλος στηρίζει τη γενιά εκείνη των καλλιτεχνών που εκφράζει το πνεύμα ανατροπής και ανάτασης. Με τη θριαμβευτική επιστροφή του το ’28, ξεπηδούν νέες καλλιτεχνικές τάσεις που προωθούνται πολύ έντονα μια και η κυβέρνηση αποζητά τον εξευρωπαϊσμό της Ελλάδας. Συγκροτείται μια συμπαγή ομάδα, φορέας μοντερνιστικών ιδεών, προσαρμοσμένη όμως στις ανάγκες της «καθ’ημάς ανατολής», και προκύπτει μια εθνική «σχολή», με μπροστάρη τον Παρθένη. Είναι η γενιά που στρέφει το ενδιαφέρον της στο Παρίσι (κάποιοι έλληνες καλλιτέχνες που σπούδαζαν εκεί, τελειώνοντας άρχιζαν να επιστρέφουν κουβαλώντας μαζί τους τις νέες τάσεις). 

Για να δυναμώσει και να εδραιωθούν αυτές οι νέες καλλιτεχνικές φωνές, ήταν ανάγκη ο επίσημος και βασικός φορέας διαμόρφωσης της ελληνικής τέχνης που ήταν η ΑΣΚΤ, να αλλάξει ηγεσία των ακαδημαϊκών και συντηρητικών καθηγητών της και να εμπλουτιστεί με νέα πρόσωπα. Υποκινητής ήταν ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου, τότε διευθυντής της Εθνικής Πινακοθήκης, ο οποίος είχε την απόλυτη στήριξη του πρωθυπουργού-Βενιζέλου και όλης της κυβέρνησης που με ειδικό (και όπως τον χαρακτηρίζουν «φωτογραφικό») νόμο τοποθετεί τον Δημητριάδη ως διευθυντή της ΑΣΚΤ και τον Παρθένη ως εναν απο τους καθηγητές. Έτσι, εισάγεται το φιλελεύθερο πνεύμα στο «άβατο» του συντηρητισμού.
Ο λόγος του Δημητριάδη (νέος διευθυντής) χαρακτηριστικός:
« Το ζήτημα είναι πώς θα έχουμε Έλληνες καλλιτέχνες,και σε αυτό τείνουν οι προσπάθειες μας. Να δημιουργήσουμε Έλληνες καλλιτέχνες με ελληνική έμπνευση, ελληνική σκέψη, ελληνική εξωτερίκευση του ελληνικού περιβάλλοντος».

Ο Παρθένης ενώ δούλευε
Μη παραλειφθεί πως, παράλληλα με το κυβερνητικό εκσυγχρονιστικό πρόγραμμα, δημιουργούνται νέες αίθουσες τέχνης: Το Βυζαντινό Μουσείο ιδρύεται το 1930 απο του Γιώργο & Μαρία Σωτηρίου δίνοντας έμφαση στη λαϊκή θρησκευτική τέχνη και το Μουσείο Μπενάκη το 1931 απο τον Αντώνη Μπενάκη, αλλά και τα έντυπα μέσα (εφημερίδες-περιοδικά) εμπεριέχουν στήλες τεχνοκριτικής. Ιδρύονται λαογραφικοί σύλλογοι για την ανάδειξη του λαογραφικού μας πλούτου και με μεμονωμένες έρευνες και μελέτες γίνεται πιο έντονη και σταθερή η στροφή στις ρίζες. 
Κορυφαίοι ζωγράφοι της λεγόμενης γενιάς του ‘30 υπήρξαν ο Κόντογλου και ο Παρθένης(δάσκαλοι-έμπνευστές),ο Τσαρούχης, ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας, ο Εγγονόπουλος (για τη βιογραφία του, ο Μόραλης...
Έργο του Χατζηκυριάκου Γκίκα

Έργο του Εγγονόπουλου
Έργο του Τσαρούχη
Έργο του Μόραλη
ΠΗΓΗ: http://texni-zoi.blogspot.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

αβαγνον