Στα τέλη της εποχής των επιγόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το βασίλειο του Πόντου κάνει την εμφάνισή του στην σκηνή της παγκόσμιας ιστορίας με την φήμη του να προηγείται σε ότι αφορά στην μετάδοση της ουσίας του Ελληνισμού.
Κατά την περίοδο των μεταλεξανδρινών χρόνων ιδρύθηκε λοιπόν στην περιοχή του Πόντου ένα βασίλειο με ισχυρά ελληνικές επιρροές, γνωστό ως ελληνιστικό βασίλειο του Πόντου (302/301-64/63 π.Χ.). Δημιουργός του κράτους υπήρξε ο πρώην σατράπης της Κίου, Μιθριδάτης, ο οποίος έκανε πρωτεύουσά του την Αμάσεια. Αρχικά το κράτος αυτό περιελάμβανε την Καππαδοκία (Μεγάλη Καππαδοκία και Καππαδοκία του Πόντου), αλλά αργότερα επεκτάθηκε και στις ελληνικές πόλεις των ακτών του Ευξείνου. Η ελληνική γλώσσα καθιερώθηκε στο βασίλειο ως επίσημη γλώσσα.
TΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ
TΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ
Με τη συνθήκη της Δαρδάνου σε ισχύ, το βασίλειο επανήλθε στα σύνορα που είχε πριν τον πόλεμο. Ένα βασίλειο που ουσιαστικά ήταν μία ομοσπονδία μικρών κρατιδίων που την αποτελούσαν διαφορετικοί λαοί, με διαφορετική ιστορία και παραδόσεις. Όμως, χωρίς αμφιβολία, ο Ελληνικός πολιτισμός κυριαρχούσε στο βασίλειο σε όλες του τις εκφάνσεις.
Η ονοµασία του Ποντικού Βασιλείου
Αν και σήµερα θεωρούµε ότι το «Βασίλειο του Πόντου» ιδρύθηκε το 281/0 π.Χ., στην αρχαιότητα δεν υπήρξε ποτέ µια επικράτεια µε την ανάλογη ονοµασία. Ο Μιθριδάτης Α’ Κτίστης εγκαθίδρυσε µια νέα βασιλική δυναστεία, τη Μιθριδατική, η οποία βασίλεψε για δύο περίπου αιώνες, αλλά το βασίλειο του δεν ονοµαζόταν «Βασίλειο του Πόντου». Η Μιθριδατική δυναστεία βασίλεψε από το 281 έως το 63 π.Χ. Οι τίτλοι των βασιλέων της, όµως, δεν είχαν εδαφικές αναφορές, κανένας ηγεµόνας δεν έφερε τον τίτλο «Βασιλιάς του Πόντου». Επίσης, τα νοµίσµατα της περιοχής αναφέρονται στον βασιλιά που τα εξέδωσε (π.χ. Βασιλέως Μιθριδάτου) και όχι στον ηγεµόνα µιας περιοχής (π.χ. Ποντικού Βασιλέως). Η επιβολή του επιθέτου «Ποντικός» και «Πόντιος» σε οτιδήποτε συσχετιζόταν µε την ευρύτερη περιοχή του Πόντου έγινε αναδροµικά.
Σε αυτό συνέβαλαν οι εξής παράγοντες: η χρήση του όρου «Βασίλειο του Πόντου» από συγγραφείς της Ρωµαϊκής περιόδου µετά το 63 π.Χ., η δηµιουργία της Ρωµαϊκής Επαρχίας του Πόντου-Βιθυνίας, καθώς και η ίδρυση της Ρωµαϊκής-Ποντικής λεγεώνας (legio Pontica) και του Ρωµαϊκού- Ποντικού στόλου (classis Pontica) το 47 µ.Χ. Έτσι, από τα µέσα του πρώτου αιώνα π.Χ. έως τη σύγχρονη εποχή, η Μιθριδατική δυναστεία είναι γνωστή ως οι «Βασιλείς του Πόντου» και η επικράτειά τους ως το «βασίλειο του Πόντου».
Η Μικρά Ασία έως την εποχή των Διαδόχων Η μέτρηση της κλίμακος είναι σε ελληνικά στάδια .
|
Από την κεντρική διοίκηση και λειτουργία του κράτους μέχρι τις καθημερινές συνήθειες και πρακτικές. Αυτό αποτελούνταν από τρία τμήματα:
Τα κυριώτερα από αυτά τα φύλα ήταν οι Βέχειροι, οι Βύζηρες, οι Δρίλες, οι Εκεχειριείς, οι Κερκίτες, οι Κίσσιοι, οι Κόλχοι ή Λαζοί, οι Λευκόσυροι, οι Μάκρωνες, οι Μοσύνοικοι, οι Σάσπειρες, οι Σκυθιvoi, οι Ταόχοι, οι Τιβαρηνοί, οι Φασιανοί και οι Χάλυβες.
1. Βέχειροι ή Βέχειρες: Κατοικούσαν στην περιοχή νότια του Ριζαίου.
2. Βύζηρες: Κατοικούσαν στην περιοχή ανατολικότερα των Βεχείρων, μεταξύ αυτών και των Κόχλων. Λέγονταν και Επτακωμήτες, επειδή κατοικούσαν σε επτά κώμες.
3. Δρίλες: Πολεμικός λαός που κατοικούσε στα ορεινά μέρη νοτιοδυτικά της Τραπεζούντας. Ζούσαν σε μικρά σχετικά χωριά, σε δυσκολοδιάβατες πλαγιές και έδρα τους θεωρούνταν το χωριό Ταρακτζή, το οποίο βρισκόταν στις πλαγιές του όρους Βαβερά. Σύμφωνά με τον Αρριανό, οι Δρίλες είναι οι σύγχρονοί του Σάννοι.
4. Εκεχειριείς: Κατοικούσαν στο χώρο μεταξύ των Βεχείρων και Βυζήρων.
5. Κερκίτες: Κατοικούσαν στη νοτιότερη των Σκυθινών περιοχή. Στα χρόνια του Στράβωνα λέγονταν Ασπαΐτες.
6. Κίσσιοι: Κατοικούσαν μεταξύ του ποταμού Πρύτανη και των εκβολών του Κίσσα.
7. Κόλχοι ή Λαζοί: Είναι η κυρίαρχη πολεμική ομάδα στην Κολχίδα. Ο Ηρόδοτος και ο Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρουν ότι οι Κόλχοι είναι ένα τμήμα του στρατού του Αιγυπτίου Φαραώ Σέσωστρι Α’, που είχε κατακτήσει όλη τη Μέση Ανατολή και είχε φτάσει ως τα όρια της Κολχίδος.
8. Λευκόσυροι: Είναι πολεμική ομάδα που είχε κυριαρχήσει στην Καππαδοκία. Ένα τμήμα της προωθήθηκε στον Πόντο, στις δυτικές περιοχές, μεταξύ του Άλυος και του Ίριδος ποταμού.
9. Μάκρωνες ή Μακροκέφαλοι: Κατοικούσαν στα μέρη νοτιοανατολικά της Τραπεζούντας, στις πλαγιές του όρους Παρυάδρη.
10. Μοσύνοικοι: Κατοικούσαν πάνω από την Κερασούντα μέχρι και την Τρίπολη. Το όνομα τους προέρχεται από τα ξύλινα πυργοειδή σπίτια όπου κατοικούσαν και τα οποία λέγονταν μόσυνοι.
11. Σάσπειρες: Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο κατοικούσαν στη χώρα μεταξύ των Κόλχων και των Μήδων. Η χώρα τους λεγόταν Σασπειρίτιδα ή Υσπιρίτιδα.
12. Σκυθινοί: Κατοικούσαν στις πλαγιές του όρους Σκυδίσκου.
13. Ταόχοι: Κατοικούσαν στην περιοχή νοτιοανατολικά των Κερκιτών, κοντά στον ποταμό Άκαμψη και στην περιοχή του Όλτι, ανάμεσα στους Καρδούχους και τους Χαλδαίους.
14. Τιβαρηνοί ή Τιβαράνοι ή Τίβρανοι: Κατοικούσαν σε εδάφη ανατολικά του Ίριδος ποταμού και του κόλπου της Αμισού μέχρι τα Κοτύωρα και νοτίως έφταναν ως την κεντρική Μικρά Ασία.
15. Φασιανοί: Κατοικούσαν στο εσωτερικό του Ανατολικού Πόντου, κοντά στο Φάση ποταμό και στην περιοχή του σημερινού Καρς και Ερζερούμ.
16. Χάλυβες ή Χάλυβοι: Αρχικά κατοικούσαν μεταξύ των Κοτυώρων και της Κερασούντος, αλλά αργότερα επεκτάθηκαν προς τα δυτικά των Κοτυώρων ως την Οινόη, στην πλούσια σε μεταλλεύματα χώρα των Τιβαρηνών, και νότια επεκτάθηκαν ως τη Μικρή Αρμενία.
Στον κυρίως Πόντο, ο Μιθριδάτης προσέθεσε μεγάλο τμήμα τις Παφλαγονίας ως την πόλη Άμαστρι και για μεγάλο χρονικό διάστημα επέκτεινε τα σύνορα του ως τα όρια της Ηράκλειας της Ποντικής. Στα ανατολικά προσάρτησε τη Μικρή Αρμενία.
Β) Κολχίδα: Ο Μιθριδάτης τη μετέτρεψε σε επαρχία και όχι σε αυτόνομο κράτος. Είχε τους δικούς του αυτόνομους ηγεμόνες που αναγνώριζαν τον Μιθριδάτη. Η Κολχίδα κλεινόταν από τα δυσκολοπάτητα βουνά του Καυκάσου και του Παρυάδρη, όπου ζούσαν λαοί σε πρωτόγονη κατάσταση και οι οποίοι ποτέ δεν υποτάχτηκαν. Στις ανατολικές και βορειοανατολικές ακτές του Πόντου υπήρχαν ήδη από παλαιότερα Ελληνικές πόλεις που είχαν οχυρωθεί, όπως η Πιτυούσα και η Διοσκουριάδα.
Πλάκα από την περιοχή της Σεβαστούπολης (Καλός Λιμήν ) της Ταυρικής του 2ου αιώνα π.Χ. |
Φαναγορία στον Βόσπορο ,χρυσό διάδημα πιθανά ιερέα του 4ου αιώνα π.Χ. με μαιάνδρους , ρόδακες και γρύπες να παλεύουν με σκυθικές μορφές |
Τα ίδια συνέβαιναν και στην Κολχίδα, όπου το Ελληνικό στοιχείο δεν ήταν τόσο δυνατό, όπως στον Πόντο και στην Κριμαία. Εδώ τα βαρβαρικά φύλα ήταν ακόμα πιο άγρια, και δύσκολα υποτάσσονταν. Όμως, και τα δύο αυτά τμήματα του βασιλείου του Μιθριδάτη ήταν ζωτικής σημασίας για την εξουσία του και προπάντων για τα σχέδια που ετοίμαζε εναντίον της Ρώμης. Ήταν πλούσιες παραγωγικά περιοχές, όχι μόνο σε γεωργικά προϊόντα αλλά και σε ορυκτό πλούτο, ενώ ταυτόχρονα εξασφάλιζαν και στρατεύσιμους.
Οι μισθοφόροι του Μιθριδάτη αντλούνταν απ’ αυτά τα φύλα και από τα αντίστοιχα φύλα στο εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Ο πληθυσμός του Κιμμερίου Βοσπόρου αποτελούνταν από Ταυρίους, οι Σκύθες ήταν στην Κριμαία και οι Μαιώτες προς το Ασιατικό μέρος. Φυσικά υπήρχαν και οι Έλληνες των αποικιών. Τα φύλα αυτά διέφεραν μεταξύ τους, και στην καταγωγή και στον τρόπο ζωής.
Την εποχή της κατάκτησης του Μιθριδάτη οι Ταύριοι ήταν πειρατές και άγριοι ληστές. Ήταν ο τρόμος των Ελληνικών αποικιών. Οι Σκύθες της Κριμαίας είχαν εγκαταλείψει το νομαδικό βίο και είχαν συγκροτήσει μόνιμες εγκαταστάσεις. Με το όνομα Μαιώτες αποκαλείται μια σειρά από διαφορετικά φύλα. Τα βορειότερα από τα φύλα αυτά ζούσαν ακόμα από το ψάρεμα. Τα νοτιότερα από τα φύλα αυτά είχαν εκπολιτιστεί από τις Ελληνικές αποικίες.
Ο Μιθριδάτης απέκτησε πολύ μεγάλη οικονομική δύναμη. Εκτός από τα δημητριακά και τα ψάρια, ο πιο μεγάλος πλούτος του Πόντου ήταν τα μέταλλα του. Στο όρος Παρυάδρης υπήρχε άφθονος άργυρος, χαλκός και σίδηρος. Ο άργυρος βρισκόταν στη μορφή αργυρούχου μολύβδου και εξορυσσόταν από τα πανάρχαια χρόνια, έτσι που την εποχή αυτή ήταν σχεδόν εξαντλημένος. Αντίθετα, τα μεταλλεία χαλκού στα Κάβειρα και τα μεταλλεία σιδήρου στη Φαρνάκεια ήταν πάντα πλούσια.
Ένα από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα του Μιθριδάτη ήταν ότι κατάφερε και έμαθε όλες τις γλώσσες και διαλέκτους που μιλούσαν οι λαοί του βασιλείου του. Έτσι πλέον, χωρίς μεταφραστή, μπορούσε να επικοινωνεί ο ίδιος στη γλώσσα τους, κάτι που τον διευκόλυνε πάρα πολύ έτσι ώστε να μπορεί να έχει άμεση αντίληψη για όλα τα θέματα που απασχολούσαν το βασίλειο του.
Ο Μιθριδάτης αποτέλεσε ένα μοναδικό παράδειγμα πολυγλωσσίας. Γι’ αυτό το λόγο θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως πρόδρομος των διερμηνέων. Ο μεγάλος Ρωμαίος ρήτορας και ρητοδιδάσκαλος Μάρκος Φάβιος Κοϊντιλιανός (Marcus Fabius Quintilianus) για τη γλωσσομάθειά του αυτή θα τον παρουσιάσει ως παράδειγμα φυσικής ευφυΐας και μελετηρότητας!
Νόμισμα από την Αμάσεια του Πόντου με απεικόνιση του ναού Στρατίου Διός |
Στα τέλη της εποχής των επιγόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, το βασίλειο του Πόντου κάνει την εμφάνισή του στην σκηνή της παγκόσμιας ιστορίας με την φήμη του να προηγείται σε ότι αφορά στην μετάδοση της ουσίας του Ελληνισμού.
Κατά την περίοδο των μεταλεξανδρινών χρόνων ιδρύθηκε λοιπόν στην περιοχή του Πόντου ένα βασίλειο με ισχυρά ελληνικές επιρροές, γνωστό ως ελληνιστικό βασίλειο του Πόντου (302/301-64/63 π.Χ.). Δημιουργός του κράτους υπήρξε ο πρώην σατράπης της Κίου, Μιθριδάτης, ο οποίος έκανε πρωτεύουσά του την Αμάσεια. Αρχικά το κράτος αυτό περιελάμβανε την Καππαδοκία (Μεγάλη Καππαδοκία και Καππαδοκία του Πόντου), αλλά αργότερα επεκτάθηκε και στις ελληνικές πόλεις των ακτών του Ευξείνου. Η ελληνική γλώσσα καθιερώθηκε στο βασίλειο ως επίσημη γλώσσα.
Η ελληνική θρησκεία και λατρεία κυριάρχησαν παντού και χτίστηκαν ναοί προς τιμήν των Ολύμπιων Θεών σε ολόκληρο τον Πόντο. Το δωδεκάθεο του Ολύμπου αφομοίωσε τις περισσότερες περσικές και ντόπιες θεότητες. Στα Κόμανα του Πόντου, μαζί με την τοπική θεά Αναΐτιδα, λατρευόταν και ο Απόλλωνας, η Αθηνά, ο Διόνυσος και η Νίκη, στην Κερασούντα ο Δίας, ο Διόνυσος, ο Ασκληπιός, ο Πόσειδώνας, ο Πάνας και ο Ηρακλής ενώ στην Τραπεζούντα ο Ερμής, ο Διόνυσος, ο Πάνας και ο Ηρακλής. Η λατρεία του περσικού θεού Μίθρα δεν έκλειψε ποτέ αλλά με το πέρασμα του χρόνου ελληνοποιήθηκε και ταυτίστηκε με τους Ήλιο, Απόλλωνα και Ερμή[7].
Κεφαλή της Νύμφης αριστερά με μαλλιά σε σάκκο / αετός με φτερά. Αρχαίο ελληνικό νόμισμα του Πόντου, της Παφλαγονίας, στην Σινώπη της Μαύρης Θάλασσας. Γύρω στον 4ο αι. π.Χ. |
Όταν καταπνίγηκε το κίνημα αποστασίας των παραθαλάσσιων σατραπειών στο οποίο είχε λάβει μέρος και ο Αριοβαρζάνης, ο Μιθριδάτης ο Κίος συνέλαβε και παρέδωσε τον πατέρα του έναντι μεγάλης αμοιβής στον Αρταξέρξη και ο Αριοβαρζάνης καταδικάστηκε σε σταυρικό θάνατο το 362 π.Χ. Μετά τον Μιθριδάτη η σατραπεία του Πόντου περνά στα χέρια του γιου του, Αριοβαρζάνη Β’, ο οποίος την κράτησε ως το 337 π.Χ.
Αυτόν θα τον διαδεχτεί ο γιος του, Μιθριδάτης Α’ του Πόντου -ο Κτίστης, (περ 350-266 π.Χ.) ο εμπνευστής του Βασιλείου του Πόντου, που μετά την κατάλυση της Περσικής αυτοκρατορίας από τον Μέγα Αλέξανδρο θα ανακηρυχθεί, σε βασιλέα του Πόντου. Σημειωτέον ότι αυτός, ο πατέρας του και ο παππούς του είχαν εξελληνισθεί απόλυτα.
Όταν ο Αλέξανδρος θα προχωρήσει βαθύτερα στη Μ. Ασία, παρακάμπτοντας όλες τις βορειο – ανατολικές περιοχές, κύριος όλης της σατραπείας της Καππαδοκίας γίνεται ο Αριαράθης, αδελφός του Οροφέρνη, ο οποίος διακρίθηκε στην εκστρατεία της Αιγύπτου. Με έδρα το λεκανοπέδιο του ποταμού Ίρι και την Ποντιακή Καππαδοκία, οχυρωμένος στο αρχαίο φρούριο των Γαζιούρων, κοντά στην πόλη Ζήλα, υπέταξε όλο τον πεδινό και παραθαλάσσιο Πόντο από την Σινώπη έως και την Τραπεζούντα, περιοχή την οποία ο Στράβων αναφέρει ως παλαιό Βασίλειο.
Η εξουσία του στηριζόταν στην δύναμη 15.000 ιππέων και 30.000 πεζών, ντόπιων και μισθοφόρων. Εκπλήσσει ιδιαίτερα, ο μεγάλος αριθμός των ιππικών του δυνάμεων, πράγμα ασυνήθιστο για τις στρατιωτικές ανάγκες του αρχαίου κόσμου. Αυτό το βασίλειο επέζησε σχεδόν δώδεκα χρόνια, δηλαδή λίγο μετά από τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και αυτό επειδή μόνο τότε οι Μακεδόνες βρήκαν χρόνο να επιστρέψουν σε αυτές τις ξεχασμένες περιοχές στρεφόμενοι εναντίον του Αριαράθη. Επικεφαλής των Μακεδόνων ήταν ο Περδίκκας.
Ο Αριαράθης, ογδόντα δύο χρόνων τότε, παρά τις μεγάλες του δυνάμεις, ηττήθηκε σε μια φονικότατη μάχη, πιάστηκε αιχμάλωτος και θανατώθηκε με σταύρωση μαζί με την οικογένειά του.
Ο υιοθετημένος γιος του, δραπέτευσε και ίδρυσε το Βασίλειο της Αρμενίας το 301 π.Χ. Το Βασίλειο του Αριαράθη παραδόθηκε στον Ευμένη το 322 π.Χ., όπως είχε αποφασισθεί κατά τη διανομή των σατραπειών. Αυτό το βασίλειο θα γίνει η κατοπινή κληρονομιά του Μιθριδάτη του Κίου, του εμπνευστή της ιδέας της δημιουργίας του Βασιλείου του Πόντου –
Νόμισμα την προτομή του Μιθριδάτου του Γ' του Πόντου Πηγή : Otto Morkholm «Early Hellenistic Coinage from the Accession of Alexander to the Peace of Apamaea (336-188 B.C.) |
Ανάμεσα στις νέες κτήσεις του Μιθριδάτη Γ' περιλαμβανόταν και η Τραπεζούντα. Στη συνέχεια, στο βασίλειο ενσωματώθηκαν και διάφορες φυλές εξ ανατολών, όπως οι Τιβαρηνοί, οι Μοσσύνοικοι, οι Μάκρωνες κ.ά.
Τετράδραχμα του Μιθριδάτου Γ' Πηγή : François de Callataÿ«The First Royal Coinages of Pontos» |
Φαρνάκης Α’ του Πόντου |
Μπρούτζινη ασπίδα ,φέρει το ελληνικό αστέρι και είναι αφιερωμένη με ελληνική βέβαια γραφή στο όνομα του Βασιλιά Φαρνάκη Α’ , (Πόντος, 185–160 π.Χ.) Getty Villa, Καλιφόρνια, Η.Π.Α
|
Ο Φαρνάκης Α' άσκησε έντονη επεκτατική πολιτική σε βάρος των γειτονικών του κρατών, με κυριότερο αντίπαλο τους αδερφούς βασιλείς της Περγάμου, Ευμένη Β' και Άτταλο Β'. Κάτω από το βλέμμα της Ρώμης, τα βασίλεια αυτά ήρθαν σε σύγκρουση την περίοδο 183 – 179 π.Χ., στον οποίο ενεπλάκη και η Καππαδοκία.
Από την πόλη της Χερσονήσου Ταυρικής -179 π.Χ.-Επιγραφή με συμβόλαιο την περίοδο βασιλείας του Φαρνάκη Α του Πόντου |
Τετράδραχμα του βασιλέως Φαρνάκη Α' του Πόντου Πηγή : François de Callataÿ«The First Royal Coinages of Pontos» |
Λαοδίκη (αδελφή-σύζυγος του Μιθριδάτη του Πόντου IV) |
Ο Φαρνάκης απεβίωσε τελικά σε άγνωστη ημερομηνία, που με επιφύλαξη προσεγγίζει το 172 π.Χ.
Στο θρόνο τον διαδέχτηκε ο αδερφός του, Μιθριδάτης Δ', Φιλοπάτωρ και Φιλάδελφος , 162-150 π.Χ. ο οποίος παρέμεινε πιστός στη συνθήκη του 179 π.Χ., ασκώντας κατ’ επέκταση φιλορωμαϊκή πολιτική.
Τετράδραχμα του Μιθριδάτου Δ' Πηγή : François de Callataÿ«The First Royal Coinages of Pontos» |
Αφιερωματική στήλη με ελληνική επιγραφή του 2ου αι. π.χ. από την πόλη Χερσόνησο του Βασιλείου του Πόντου |
Επίσης, οργάνωσε την αυλή ακολουθώντας το ελληνιστικό πρότυπο, με ένα συμβούλιο (συνέδριον) και συντρόφους (φίλοι) ελληνικής καταγωγής, όπως ο Δορύλαος ο Στρατηλάτης, πρόγονος του Στράβωνα,2 καθήκον του οποίου ήταν να στρατολογεί μισθοφόρους από την Ελλάδα και την Κρήτη. Η εξωτερική του πολιτική στόχευε στην ενδυνάμωση των σχέσεών του με την Ελλάδα. Γι' αυτό το λόγο, έκανε δωρεές στη Δήλο και την Αθήνα, όπου τον τιμούσαν.3
[Ο Αριστόνικος, νόθος πιθανόν γιος του βασιλιά Ευμένη Β΄ και μιας παλλακίδας από την Έφεσο, ανακηρύχθηκε βασιλιάς της Περγάμου, υιοθετώντας το δυναστικό όνομα Ευμένης. Παραμένει άγνωστο αν ο Αριστόνικος ήταν όντως μέλος, έστω και νόθο, της βασιλικής οικογένειας, ή σφετεριστής του θρόνου, καθώς υπάρχουν ιστορικές πηγές που αναφέρουν και τις δύο πιθανότητες Ο Αριστόνικος τέθηκε εξαρχής επικεφαλής μιας ευρύτατης εξέγερσης, η οποία συνέπεσε με μια γενικότερη κοινωνική αναταραχή στη Μικρά Ασία, και κατόρθωσε να εκφράσει μια σειρά κοινωνικά αιτήματα που προέρχονταν από διαφορετικές κοινωνικές ομάδες: τους δούλους, τους απόρους, τους Μακεδόνες και άλλους βετεράνους των Ατταλιδών, που διατηρούσαν ακέραιη τη δυναστική ιδεολογία, μερίδες της αριστοκρατίας της Περγάμου, αντιρωμαϊκά στοιχεία, όπως οι πολίτες της Φώκαιας, και φυσικά μεγάλο τμήμα των αυτοχθόνων πληθυσμών που είχαν τη διορατικότητα να αντιληφθούν ότι η έλευση της Ρώμης θα έφερνε θεαματική επιβάρυνση της κατάστασής τους. Η διορατικότητα αυτή έλειπε από τις ηγεσίες των ελληνικών πόλεων, οι οποίες αντιτάχθηκαν στον Αριστόνικο, γοητευμένες από το ασαφές και αβέβαιο σύνθημα της προάσπισης της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας τους από τη Ρώμη.]
Μετά τον πόλεμο (129 π.Χ.), ο Μιθριδάτης δέχτηκε ως ανταμοιβή τα εδάφη της Φρυγίας,5 τα οποία η Ρώμη είχε ανακαταλάβει μετά το θάνατο του ηγεμόνα της.6 Αυτό το δώρο φαίνεται να ήταν το αποτέλεσμα δωροδοκίας του βασιλιά του Πόντου προς το Μάνιο Ακουίλιο, τον ύπατο που νίκησε τον Αριστόνικο.7
Ο Μιθριδάτης Ε΄ ακολούθησε επεκτατική πολιτική εναντίον των γειτονικών βασιλείων. Στην Καππαδοκία, ο γάμος της κόρης του, της Λαοδίκης, με τον Αριαράθη ΣΤ' 8 φαίνεται να στόχευε στην εδραίωση του ελέγχου του Πόντου σε αυτό το βασίλειο. Σύμφωνα με μια θεωρία, ο Μιθριδάτης εισέβαλε στην Καππαδοκία, επωφελούμενος από την κατάσταση αναρχίας που ακολούθησε το θάνατο του Αριαράθη Ε' (γύρω στο 130 π.Χ.), και επέβαλε αυτό το γάμο.9 Ο Μιθριδάτης ΣΤ' ισχυρίστηκε ότι η Παφλαγονία είχε δοθεί ως κληρονομιά στον πατέρα του από τον Πυλαιμένη, τον τελευταίο ηγεμόνα της.10
Τα αίτια του θανάτου του Μιθριδάτη Ε΄ παραμένουν ασαφή. Μπορούμε μόνο να επιβεβαιώσουμε μια συνωμοσία που είχε ως αφετηρία της την αυλή. Μετά από αυτή τη συνωμοσία, μια χαοτική περίοδος φαίνεται να ακολούθησε, ειδικά όταν κάποιοι από τους συνεργάτες του πρώην βασιλιά εξορίστηκαν.11 Το γεγονός ότι ένας από τους εξόριστους ήταν ο Δορύλαος οδήγησε στην υπόθεση ότι η συνωμοσία οργανώθηκε από την περσικής καταγωγής αριστοκρατία, η οποία εναντιώθηκε στο φιλελληνισμό του βασιλιά.12 Η Ρώμη δε φαίνεται να υποκίνησε τη δολοφονία του Μιθριδάτη Ε' Ευεργέτη. Η Λαοδίκη παρέμεινε, στη θέση του αντιβασιλέα στο όνομα των νέων πριγκίπων, του Μιθριδάτη ΣΤ' Ευπάτορα και του αδερφού του, Χρηστού.
Κατά τη βασιλεία του Μιθριδάτη Ε' Ευεργέτη εμφανίστηκαν χαρακτηριστικά, τα οποία άνθησαν κατά τη βασιλεία του Ευπάτορα. Οι καλές σχέσεις με τον ελληνικό κόσμο και τη Ρώμη, καθώς και η αύξηση των εδαφών της επικράτειας, αποδεικνύουν ότι το βασίλειο του Πόντου συνιστούσε μια σταθερή και ισχυρή δύναμη στην Μ.Ασία και τον Εύξεινο Πόντο.
Οι πολυάριθμες νομισματικές συλλογές των πόλεων της Τραπεζούντας, της Αμισού, των Κοτυώρων και της Σινώπης επιβεβαιώνουν την οικονομική, εμπορική και πολιτική ακμή εκείνης της περιόδου, η οποία δεν ανατράπηκε ούτε μετά την κατάληψη της Τραπεζούντας το 63 π.Χ από τον Ρωμαίο Ύπατο Πομπήιο. Κατά την εποχή της βασιλείας του Μιθριδάτη Ε’ του Ευεργέτη (περίπου 150-120 π.Χ.) δημιουργήθηκε μισθοφορικός στρατός σύμφωνα με τα ελληνικά πρότυπα.
Νόμισμα στο οποίο απεικονίζεται ο τελευταίος βασιλιάς του Πόντου, Μιθριδάτης ΣΤ' Ευπάτωρ (112 π.Χ.-63 π.Χ.) Νομισματικό Μουσείο Αθηνών[8] |
Κατά τον Α' Μιθριδατικό Πόλεμο (89-84 π.Χ.) ο Μιθριδάτης, έχοντας ως σύμμαχο το βασιλιά της Αρμενίας, Τιγράνη, εξόντωσε 80.000, περίπου, Ρωμαίους που βρίσκονταν στη Μικρά Ασία («Εφέσιος Εσπερινός», 88 π.Χ.), πήρε με το μέρος του την Αθήνα, τη Βοιωτία και τη Λακεδαίμονα, κατέλαβε τη Δήλο και ανάγκασε τον επικεφαλής των ρωμαϊκών δυνάμεων, Λεύκιο Κορνήλιο Σύλλα, να υπογράψει τη συνθήκη της Δαρδάνου.
Κατά το Β' Μιθριδατικό Πόλεμο (83-81) ο Μιθριδάτης κατέλαβε τμήμα της Καππαδοκίας.
Ο τρίτος και ο τέταρτος πόλεμος απέβησαν μοιραίοι για τον Πόντιο βασιλιά, γιατί, αφού υπέστη αρχικά ήττες από το Ρωμαίο ύπατο, Μάριο Αυρήλιο Κόττα, στη Χαλκηδόνα, δέχτηκε το τελικό χτύπημα από τον Γναίο Πομπήιο (64 π.Χ.) που κατέλαβε τη Σινώπη και τελευταία την Τραπεζούντα (63 π.Χ.).
Η σειρά των βασιλέων του Πόντου όπως την αναφέρει ο Αππιανός -Appiani Alexandria: Romanarum Historiarum, Τόμος 1 |
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
1. Just. 38.7.1.
2. Στράβ. 10.4.10· Durrbach, F., Choix d'inscriptions de Délos (Paris 1921-1922), αρ. 100.
3. Durrbach, F., Choix d'inscriptions de Délos (Paris 1921-1922), αρ. 99· ID 1559, 1560-74· Robert, L., "Monnaies et textes grecques II. Deux tétradrachmes de Mithridate V Évergète, roi du Pont", JS (jul./sept. 1978), σελ. 151-163.
4. Αππ., Μιθριδ. 10.
5. Στράβ. 14.1.38· Αππ., Μιθριδ. 12, 57, Εμφ. Πολ. 1.22· Just. 37.1.2, 38.5.3· Eutr. 4.20.1· Oros., Hist. 5.10.2.
6. Just. 38.5.3. Σύμφωνα με τον Kallet-Marx αυτό το μέτρο υιοθετήθηκε από τη Ρώμη μετά τις αρχές του 1ου αι. π.Χ., όπως αναφέρει ο Αππιανός (Μιθριδ. 11, 15, 56). Η ερμηνεία του όμως δεν είναι γενικά αποδεκτή. Η Λυκαονία, η οποία είχε δοθεί ως ανταμοιβή από τους Ρωμαίους, επίσης αποσπάστηκε από την Καππαδοκία (Just. 37.1.2). Η Λυκαονία αποτελούσε τμήμα αυτής της επαρχίας από την αρχή του 1ου αι. π.Χ. Ακόμη, έχει παρατηρηθεί μια σύγχυση στις αρχαίες πηγές μεταξύ των βασιλέων που πολέμησαν εναντίον του Αριστόνικου και αυτών που έδρασαν λίγο πριν από την αρχή του Α' Μιθριδατικού πολέμου. Kallet-Marx, R., From Hegemony to Imperium. The Development of the Roman Imperium in the East from 148 to 62 B.C. (Berkeley 1995), σελ. 240-245.
7. Gell., NA 11.10.4· Liv. Per. 70· Αππ., Εμφ. Πολ. 1.22, Μιθριδ. 57, πρβ. 12.
8. Just. 38.1.1· Μέμνων FrGrHist 22 F1.
9. Αππ., Μιθριδ. 10, 12. Πρβλ. Just. 37.1.4.
10. Just. 37.4.5.
11. Στράβ. 10.4.10. Πρβλ. Just. 37.1.6.
12. Ο γιος του Ευπάτωρ αντιμετώπισε πιθανότατα παρόμοιες συνωμοσίες (Just. 37.3.4 7). Portanova, J.J., The Associates of Mithridates VI of Pontus (Diss. University of Columbia 1988), σελ. 560.
ΜΕ ΠΗΓΕΣ ΑΠΟ :
- Γιώργος Κλοκίδης Αρχαιολόγος – Ιστορικός-Το κείμενο του Γιώργου Κλοκίδη έχει δημοσιευθεί στην εφημερίδα της Ε.Λ.Β. "Αργοναύτης", αριθμοί φύλων 191-196.
- ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝΑ -Εικονογραφία, σημειώσεις ,αναφορές .
- Περικλής Δημ. Λιβάς στο chilonas.com/
- Βέρα Στεφανίδου (2002). ««Μιθριδατική Δυναστεία»». Encyclopedia of the Hellenic World, Asia Minor. Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού.
- autochthonesellhnes.blogspot.com
- Φωτιάδης, Κωνσταντίνος (2009). Πόντος Ελλενικός, μεγάλος και ευδαίμων.
- ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ - (www2.egiklopedia.gr/)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
αβαγνον