Από τη σκλαβιά στην τρυφή του Παραδείσου
Από τη φθορά στην αφθαρσία
Από το σκοτάδι στο αιώνιο Φως
Από την οδύνη στην ελευθερία
Χριστός κατελθών πρός πύλην Ἅδου μόνος
Λαβών ἀνῆλθε πολλά τῆς νίκης σκῦλα
Κατά τό ῞Αγιο καί Μέγα Σάββατο, ἡ ᾿Εκκλησία μνημονεύει τήν εἰς ῞ᾼδου κάθοδον τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. ῞Οτι δηλαδή, κατά τίς τρεῖς ἡμέρες μετά τόν θάνατό Του καί μέχρι τῆς ἀναστάσεώς Του, ὁ Κύριος κατῆλθε στόν ῞ᾼδη, στόν τόπο, ὅπου εὑρίσκονταν φυλακισμένες οἱ ψυχές τῶν ἀνθρώπων, κήρυξε καί, στή συνέχεια, μέ θεϊκή ἐξουσία ἀνέστησε καί ἐλευθέρωσε τίς ψυχές καί κυριολεκτικά «ἐκένωσε» τά ταμεῖα τοῦ ζοφεροῦ αὐτοῦ τόπου.
1. ῾Η προσδοκία τοῦ διαβόλου ἦταν, ὅτι τελικά θά μποροῦσε νά κρατήσει ἕνα μέρος τῆς δημιουργίας τοῦ Θεοῦ ὑπό τήν ἐξουσία του. Αὐτός ἦταν ὁ ῞ᾼδης. ῾Ο ῞ᾼδης δέν εἶναι τόπος, ἀλλά τρόπος ζωῆς τῶν πνευμάτων. Εἶναι δέ ὡς τρόπος καί κατάστασις ζωῆς ἀντίθετος τοῦ Παραδείσου. ᾿Εάν στόν Παράδεισο ὁ ἄνθρωπος εἶναι εὐτυχισμένος ἐπειδή ζεῖ μέ τόν Θεό, στόν ῞ᾼδη ζεῖ δυστυχισμένος ἐπειδή ζεῖ μέ τούς διαβόλους. Στόν ῞ᾼδη κατέρχονταν ὅλοι οἱ ζῶντες. ᾿Εκεῖ δέν μποροῦσαν νά αἰνοῦν πιά τόν Θεό, νά ἐλπίζουν στήν δικαιοσύνη Του, στήν πιστότητά Του. Πρόκειται γιά μία ὁλοκληρωτική ἐγκατάλειψι. Σ᾿ αὐτόν τόν τραγικό χῶρο τῆς δυστυχίας καὶ ἀπελπισίας, κατέβηκε ὁ Χριστός γιά νά ἐλευθερώσει τούς αἰωνίους αἰχμαλώτους, οἱ ὁποῖοι εὑρίσκονταν ἐκεῖ παρά τήν θέλησί τους. Αὐτό δέ ἀποτελοῦσε τήν δύναμι καί τήν χαρά τοῦ διαβόλου, ὅτι εἶχε τήν δύναμι, μποροῦσε, νά ἐμποδίσει τούς δικαίους νά ζήσουν μέ τόν Θεό. Αὐτή τήν ἀδικία ἐπισημαίνει ὁ ᾿Απόστολος Παῦλος ὅταν γράφει· «᾿Αλλ᾿ ἐβασίλευσεν ὁ θάνατος ἀπὸ ᾿Αδὰμ μέχρι Μωσέως καὶ ἐπὶ τοὺς μὴ ἁμαρτήσαντας» (Ρωμ. ε´ 14). ῾Ο ῞ᾼδης δέν ταυτίζεται μέ τήν κόλασι. ῾Ο ᾿Ιησοῦς Χριστός κατέβηκε στόν ῞ᾼδη, ὁ καταδικασμένος πηγαίνει στήν κόλασι. Οἱ θύρες τοῦ ῞ᾼδη, ὅπου κατέβηκε ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός, ἄνοιξαν, γιά νά μπορέσουν νά διαφύγουν οἱ αἰχμάλωτοί του, ἐνῶ, ὅταν ὁ κολασμένος κατεβαίνει στήν κόλασι, ἡ πόρτα της κλείνει πίσω του αἰωνίως καί δέν θά ἀνοίξει ποτέ. ῾Ο ῞ᾼδης καί ἡ κόλασις εἶναι τό βασίλειο τοῦ θανάτου καί, χωρίς τόν ᾿Ιησοῦ Χριστό, δέν θά ὑπῆρχε στόν κόσμο παρά μιά μόνο κόλασις καί ἕνας μόνο θάνατος, ὁ θάνατος μέ τήν ἀπεριόριστη δύναμί του. ᾿Εάν ὑπάρχει «δεύτερος θάνατος» (᾿Αποκ. κα´ 8), ξεχωριστός ἀπό τόν πρῶτο, εἶναι ἐπειδή ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστός συνέτριψε μέ τό θάνατό Του «τὸν τὸ κράτος ἔχοντα τοῦ θανάτου, τοῦτ᾿ ἔστι τὸν διάβολον, καὶ ἀπαλλάξῃ τούτους, ὅσοι φόβῳ θανάτου διὰ παντὸς τοῦ ζῆν ἔνοχοι ἦσαν δουλείας» (῾Εβρ. β´ 14-15).
Τήν κάθοδο τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ στόν ῞ᾼδη ἑορτάζει καί πανηγυρίζει ἡ ᾿Εκκλησία τοῦ Χριστοῦ κατά τό ῞Αγιο καί Μέγα Σάββατο. «Τοῦτό ἐστι τὸ ὑπερευλογημένον Σάββατον». ῾Η θεολογία τῆς ᾿Εκκλησίας μας φωτίζει ἐπαρκῶς τό θέμα αὐτό, τό ὁποῖο ἀφορᾶ ὅλους μας.
2. ῾Η κάθοδος τοῦ Χριστοῦ στόν ῞ᾼδη εἶναι ἕνα ἄρθρο πίστεως, καί εἶναι πράγματι ἕνα βέβαιο δεδομένο τῆς Καινῆς Διαθήκης. ῾Ο χριστολογικός κανόνας τοῦ ῎Ορθρου τοῦ Μεγάλου Σαββάτου εἶναι ὕμνος, τραγούδι γιὰ τόν νεκρωμένο Θεό. ᾿Εάν «ὁ Θεὸς ἀνέστησε τὸν ᾿Ιησοῦν λύσας τὰς ὠδῖνας τοῦ θανάτου» (Πράξ. β´ 24), εἶναι ἐπειδή τόν βύθισε ἀρχικά στόν ῞ᾼδη, ἀλλά χωρίς ποτέ νά τόν ἐγκαταλείψει ἐκεῖ (πρβλ. Πράξ. β´ 31). ᾿Εάν ὁ Χριστός, στό μυστήριο τῆς ᾿Αναλήψεως, «ἀνέβη ὑπεράνω πάντων τῶν οὐρανῶν», εἶναι ἐπειδή «κατέβη πρῶτον εἰς τὰ κατώτερα μέρη τῆς γῆς». ῎Επρεπε νά γίνει αὐτή ἡ φοβερή κάθοδος, γιά νά μπορέσει ὁ Χριστός νά «πληρώσῃ τὰ πάντα» καί νά βασιλεύσει ὡς Κύριος στό Σύμπαν (πρβλ. ᾿Εφεσ. δ´ 6). ῾Η χριστιανική πίστις ὁμολογεῖ, ὅτι ὁ ᾿Ιησοῦς Χριστὸς εἶναι Κύριος στόν οὐρανό μετά τήν ἀνάβασί Του ἀπό τούς νεκρούς (Ρωμ. ι´ 6-10). «῞Ινα σου τῆς δόξης, τὰ πάντα πληρώσῃς, καταπεφοίτηκας, ἐν τοῖς κατωτάτοις τῆς γῆςϜ », ψάλλουμε τήν λαμπρά καί φωταυγῆ νύκτα τοῦ Μ. Σαββάτου.
Τό τίμημα τῆς ταφῆς τοῦ Κυρίου γιά τόν ἄνθρωπο ἦταν ἡ ἀφθαρσία καί ἡ καινοποίησι τῆς φύσεώς του. ῞Οπως ἡ φθορά ὑπῆρξε τό τίμημα τῆς ἁμαρτίας, ὡς νέκρωσις καί χωρισμός ἀπό τόν Θεό, ἔτσι ἡ ἀνακαίνισις καί ἡ ἀφθαρσία ὑπῆρξαν ὁ εἰδικός καρπός τῆς θείας ἐνανθρωπήσεως. ῾Ο Χριστός μέ τόν θάνατο καί τήν ταφή Του ἀφαίρεσε τά ράκη τῆς φθορᾶς, τά ὁποῖα εἶχαν στοιβαχθεῖ σ᾿ αὐτήν ἀπό τήν παράβασι τοῦ ᾿Αδάμ καί ἔσβηναν τήν ὀμορφιά της· καί μέ τό αἷμα Του ἔπλυνε τό πλάσμα Του ἀπό τό μίασμα τῆς ἀρχαίας παρακοῆς, ἀφάνισε τήν δυσωδία τοῦ θανάτου, τήν ὁποία ἀπέπνεε τό πτῶμα τῆς ἁμαρτίας, ἐκούφισε τό γένος τῶν ἀνθρώπων, ἀπό τό βάρος τῆς ἀποστασίας του καί ἔκαμε ν᾿ ἀστράψει καί πάλι ἡ φύσις, νά ζωντανέψουν οἱ θεοειδεῖς χαρακτῆρες, νά λάμψει καί πάλι ἡ ἀρχέγονος ὀμορφιά της, ἐνδεδυμένη τήν ἄφθαρτη δόξα τοῦ Θεοῦ. Αὐτό τό ὑπέρτατο λυτρωτικό ἀγαθό, τήν ἀφθαρσία δηλαδή καὶ τήν ἀθανασία, τό ὁποῖο κορυφοῦται στήν ἔνδοξη ἀνάστασι τοῦ Χριστοῦ, ψάλλει μέ ρίγη ἱερᾶς συγκινήσεως καί ἀνεκλάλητης χαρᾶς ἡ ᾿Ορθοδοξία.
3. ῾Η κάθοδος τοῦ ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ στόν ῞ᾼδη ὑπῆρξε θεοπρεπής καί ἔνδοξος. ῾Ο Κύριος πραγματοποίησε δύο καθόδους. Κατῆλθε ἀπό ψηλά ἀπό τόν οὐρανό στήν γῆ, τό πρῶτον. Καί κατῆλθε μέ ταπείνωσι καί πτωχεία. Δεύτερον, κατῆλθε ἀπό τήν γῆ στά βασίλεια τοῦ ῞ᾼδη. ᾿Εκεῖ ὅμως κατέβηκε παντοκρατορικά, μέ ὅλη τήν «ἄστεκτη» δυναστεία Του, ἐξουσιαστικῶς. Τόν εἶδαν οἱ δαίμονες καί τρόμαξαν. Τόν εἶδαν οἱ δίκαιοι καί ἀναπήδησαν μέ χαρά καί ἀγαλλίασι. ῾Ο ἅγιος ᾿Επιφάνιος, ᾿Επίσκοπος Κωνσταντίας τῆς Κύπρου, στόν θεολογικώτατο λόγο του «Τῶ ἁγίῳ καί μεγάλῳ Σαββάτῳ» περιγράφει αὐτόν τόν θεοπρεπέστατο τρόπο τῆς καθόδου τοῦ Χριστοῦ στόν ῞Αδη· «Χθὲς (ἐννοεῖ τήν Μεγ. Παρασκευή) συνέβαινον τὰ τῆς οἰκονομίας, σήμερον τὰ τῆς ἐξουσίας. Χθὲς τὰ τῆς ἀσθενείας, σήμερον τὰ τῆς αὐθεντίας. Χθὲς τὰ τῆς ἀνθρωπότητος, σήμερον τὰ τῆς θεότητος ἐνδείκνυται. Χθὲς ἐρραπίζετο, σήμερον τῇ ἀστραπῇ τῆς θεότητος τὸ τοῦ ῞ᾼδου ραπίζει οἰκητήριον. Χθὲς ἐδεσμεῖτο, σήμερον ἀλύτοις δεσμοῖς καταδεσμεῖ τὸν τύραννον. Χθὲς κατεδικάζετο, σήμερον τοῖς καταδίκοις ἐλευθερίαν χαρίζεται. Χθὲς ὑπουργοὶ τοῦ Πιλάτου αὐτῷ ἐνέπαιζον, σήμερον οἱ πυλωροὶ τοῦ ῞ᾼδου ἰδόντες αὐτὸν ἔφριξαν... ῾Ο χθὲς τοίνυν οἰκονομικῶς τὰς λεγεῶνας τῶν ᾿Αγγέλων παραιτούμενοςϜ σήμερον θεοπρεπῶς ὁμοῦ τε καὶ πολεμικῶς, καὶ δεσποτικῶς κάτεισι κάτω τοῦ ῞ᾼδου καὶ θανάτου Ϝ ῾Ως γοῦν τὰ παντόθυρα, καὶ ἀνήλια, καὶ ἀνέσπερα τοῦ ῞ᾼδου δεσμωτήρια καὶ οἰκητήρια ἡ θεόδημος τοῦ Δεσπότου κατέλαβεν αἰγληφόρος παρουσία, προφθάνει πάντας Γαβριήλ ἀρχιστράτηγος καὶ βοᾶ τό ῎Αρατε πύλας οἱ ἄρχοντες ὑμῶν. Καὶ ἐπάρθητε πύλαι αἰώνιοι Ϝ ῞Αμα αἱ ἀγγελικαί δυνάμεις ἐβόησαν, ἅμα αἱ πύλαι ἐπάρθησαν, καὶ αἱ ἁλύσεις ἐλύθησαν, ἅμα οἱ μοχλοὶ κατεκλάσθησαν, ἅμα τὰ κλεῖθρα ἐξέπεσαν, ἅμα τὰ θεμέλια τοῦ δεσμωτηρίου ἐδονήθησαν, ἅμα αἱ ἐνάντιαι δυνάμεις εἰς φυγὴν ἐτράπησαν, ἔφριξαν, ἐσαλεύθησαν, κατεπλάγησαν, ἐταράχθησαν, ἠλλοιώθησαν, ἐθροήθησαν, ἔστησαν ὁμοῦ καὶ ἐξέστησαν, ἠπόρησαν ὁμοῦ καὶ ἐτρόμαξανϜ ᾿Εκεῖ γὰρ τότε διέκοψε Χριστός ἐν ἐκστάσει κεφαλὰς δυναστῶν»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
αβαγνον