Πέμπτη 12 Ιουνίου 2014

Το γερμανικό (γοτθικό) πρόβλημα κατά τη διάρκεια του 4ου αιώνα (α΄μέρος)

Το γερμανικό (γοτθικό) πρόβλημα κατά τη διάρκεια του 4ου αιώνα (α΄μέρος)

Αφήνοντας  την Αττική, ο Αλάριχος κατευθύνθηκε προς τα Μέγαρα,
 τα οποία κατέλαβε κατόπιν εφόδου και συνέχισε το αιματηρό και 
αποτρόπαιό του έργον στην Μεγαρίδα και κατόπιν στην Πελοπόννησο,
  Πρώτη αλώθηκε και κατεστράφηκε η Κόρινθος και στην συνέχεια το Άργος
 και όλες οι ενδιάμεσες κωμοπόλεις και οικισμοί. Στη φωτογραφία Αρχαία 
Ολυμπία: Επισκέπτες στο νότιο πτερό του Ναού του Διός το 1888.
Κατά τα τέλη του 4ου αιώνα, η Αυτοκρατορία είχε ν' αντιμετωπίσει το ζήτημα των Γότθων, το οποίο υπήρξε γι' αυτή το πιο οξύ πρόβλημα της εποχής εκείνης. Οι Γότθοι, οι οποίοι είχαν καταλάβει τις νότιες ακτές της Βαλτικής, κινήθηκαν, στα τέλη του 2ου αιώνα, ακόμα νοτιότερα, προς την περιοχή της σημερινής νότιας Ρωσίας. Έφθασαν σχεδόν στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας και εγκαταστάθηκαν στις μεταξύ του Δον και του Κάτω Δούναβη περιοχές. Ο Δνείστειρος διήρεσε τους Γότθους σε δύο φύλα: τους Γότθους της Ανατολής (Οστρογότθοι) και τους Γότθους της Δύσης (Βησιγότθοι). Όπως όλα τα γερμανικά φύλα της εποχής εκείνης, οι Γότθοι ήταν Βάρβαροι, αν και σιη νέα τους χώρα βρέθηκαν κάτω από πολύ ευνοϊκές συνθήκες. Οι βόρειες ακτές της Μαύρης Θάλασσας, αρκετά πριν από την εποχή τού Χριστιανισμού, είχαν καλυφθεί με πολύ πλούσιες ελληνικές απoικίες οι οποίες είχαν έναν εξαιρετικά ανεπτυγμένο πολιτισμό, του οποίου η επίδραση, όπως αποδεικνύουν οι αρχαιολόγοι, έφτανε μακριά, μέχρι τον Βορρά. Την εποχή της καθόδου των Γότθων στις ακτές της Μαύρης Θάλασσας, η Κριμαία ήταν στα χέρια του πλούσιου και πολιτισμένου Βασιλείου του Βοσπόρου. Μέσω δε της επικοινωνίας τους με τον Βόσπορο και τις παλιές ελληνικές απoικίες οι Γότθοι γνώρισαν τον κλασικό πολιτισμό των αρχαίων, ενώ συγχρόνως, λόγω της συνεχούς προωθήσεώς τους προς τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, στηη Βαλκανική Χερσόνησο, ήρθαν σε επαφή με τις τελευταίες εξελίξεις του πολιτισμού. Αποτέλεσμα αυτών των επιδράσεων είναι το γεγονός ότι οι Γότθοι, όταν εμφανίστηκαν αργότερα στη Δυτική Ευρώπη, ήταν πολύ πιο πολιτισμένοι από όλα τα άλλα γερμανικά φύλα, τα οποία παρουσιάστηκαν στη Δύση σε μια κατάσταση πλήρους βαρβαρισμού. Κατά τη διάρκεια του 3ου αιώνα, οι Γότθοι συγκέντρωσαν την προσοχή τους και τις ενέργειές τους σε δύο κατευθύνσεις: αφ' ενός προς τη θάλασσα και τις δυνατότητες που τους έδινε για τη λεηλασία των πόλεων που ήταν στις ακτές της και αφ' ετέρου προς τα νοτιοδυτικά, όπου οι Γότθοι αναπτύχθηκαν μέχρι τα σύνορα τής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας - στον Δούναβη - με αποτέλεσμα να έρθουν σ' επαφή με την Αυτοκρατορία.
Την εποχή του Κωνσταντίνου οι Βησιγότθοι συμφώνησαν
 να βοηθήσουν τον Αυτοκράτορα με 40.000 στρατιώτες, ενώ, 
αργότερα, ο Ιουλιανός διατήρησε ένα σύνταγμα Γότθων 
στον στρατό του.
Οι Γότθοι απέκτησαν πρώτα ένα κέντρο στις βόρειες ακτές της Μαύρης Θάλασσας και, κατόπιν, τον 3ο μ.X αιώνα, εισέβαλαν στο μεγαλύτερο μέρος της Κριμαίας και του βασιλείου του Βοσπόρου. Αργότερα έκαναν μερικές πειρατικές επιδρομές, χρησιμοποιώντας πλοία τού Βοσπόρου και, επανειλημμένως, λεηλάτησαν τις πλούσιες ακτές του Καυκάσου και της Μικράς Ασίας. Ακολουθώντας τις δυτικές ακτές της Μαύρης Θάλασσας μπήκαν στον Δούναβη και κατόπιν πέρασαν από τον Βόσπορο στην Προποντίδα, και μέσω τού Ελλησπόντου (Δαρδανέλλια) στο Αρχιπέλαγος.Κατά τη διάρκεια των επιδρομών αυτών, οι Γότθοι λεηλάτησαν το Βυζάντιο, την Χρυσόπολιν (το σημερινό Σκούταρι), την Κύζικο, τη Νικομήδεια και τα νησιά του Αρχιπελάγους. Οι Γότθοι πειρατές προχώρησαν ακόμη περισσότερο: χτύπησαν την Έφεσο και τη Θεσσαλονίκη, και φθάνοντας στις νότιες ελληνικές ακτές, λεηλάτησαν το  Αργος, την Κόρινθο και, πιθανόν, την Αθήνα. Ευτυχώς όμως τα ανεκτίμητα μνημεία της κλασικής τέχνης σώθηκαν. Η Κρήτη, η Ρόδος και η Κύπρος υπέφεραν επίσης από τις επιδρομές των Γότθων. Μετά από όλες τους αυτές τις θαλασσινές εκστρατείες, αφού ικανοποιούνταν από τις λεηλασίες τους, οι βάρβαροι γύριζαν στα μέρη τους, στις βόρειες ακτές τής Μαύρης Θάλασσας. Πολλοί όμως από αυτούς τους πειρατές εξολοθρεύονταν στις ξένες ακτές ή συλλαμβάνονταν αιχμάλωτοι από τις ρωμαϊκές δυνάμεις. Πολύ πιο σοβαρά ήταν τα πράγματα στην ξηρά. Από τις αρχές τού 3ου αιώνα, οι Γότθοι, εκμεταλλευόμενοι την αναρχία που επικρατούσε στην Αυτοκρατορία, άρχισαν να διασχίζουν τον Δούναβη και να καταπατούν τις περιοχές της Αυτοκρατορίας. Ο αυτοκράτορας Γορδιανός αναγκάστηκε να πληρώνει στους Γότθους ετήσιο φόρο. Αλλά κι αυτό δεν αρκούσε, εφόσον λίγο αργότερα οι Γότθοι καταπάτησαν και πάλι τις περιοχές της Αυτοκρατορίας και κατέβηκαν μέχρι την Μακεδονία και την Θράκη. Ο Αυτοκράτορας Δέκιος βάδισε εναντίον τους, αλλά σκοτώθηκε το 251, στη μάχη, ενώ το 269 ο Κλαύδιος πέτυχε να νικήσει τους Γότθους κοντά στη Ναϊσσό. Από τους πολλούς αιχμαλώτους που συνελήφθησαν κατά τη διάρκεια της μάχης, άλλοι τοποθετήθηκαν στον στρατό και άλλοι στάλθηκαν ως άποικοι (coloni) στις αραιοκατοικημένες ρωμαϊκές επαρχίες. Για τη νίκη του εναντίον των Γότθων, ο Κλαύδιος ονομάστηκε «Γοτθικός». Ο Αυρηλιανός όμως, που για ένα διάστημα είχε ανορθώσει την Αυτοκρατορία (270-275), αναγκάστηκε να εγκαταλείψει στους Βαρβάρους τη Δακία και να μεταφέρει τον πληθυσμό της στη Μοισία. Τον 4ο αιώνα βρίσκουμε αρκετούς Γότθους στον στρατό και, όπως αναφέρει ένας ιστορικός, ένα τμήμα Γότθων υπηρέτησε πιστά τους Ρωμαίους κατά τη διάρκεια τής βασιλείας τού Μαξιμιανού. Επίσης είναι ήδη γνωστό ότι οι Γότθοι υπηρέτησαν στoν στρατό του Μεγάλου Κωνσταντίνου και ότι τον βοήθησαν στον αγώνα του εναντίον του Λικινίου. Την εποχή του Κωνσταντίνου οι Βησιγότθοι συμφώνησαν να βοηθήσουν τον Αυτοκράτορα με 40.000 στρατιώτες, ενώ, αργότερα, ο Ιουλιανός διατήρησε ένα σύνταγμα Γότθων στον στρατό του.
Τον 3ο αιώνα άρχισε να διαδίδεται στους Γότθους ο Xριστιανισμός, τον οποίο, πιθανόν, δίδαξαν πρώτοι οι Χριστιανοί που συνελήφθησαν αιχμάλωτοι στη Μικρά Ασία κατά τη διάρκεια των θαλασσινών επιδρομών. Οι Xριστιανoί Γότθοι έστειλαν ως αντιπρόσωπό τους στην Α' Οικουμενική Σύνοδο της Νικαίας, τον Επίσκοπό τους Θεόφιλο, ο οποίος ήταν ένας από εκείνους που υπέγραψαν το Σύμβολο της Νικαίας.Κύριος φωτιστής των Γότθων, στον Δούναβη, κατά τον 4ο αιώνα, υπήρξε ο Ουλφίλας, ο οποίος θεωρείται, από μερικούς, ότι ήταν ελληνικής καταγωγής, αν και γεννήθηκε σε γοτθικό έδαφος. Έζησε αρκετά χρόνια στην Κωνσταντινoυπoλη, όπου αργότερα χειροτονήθηκε επίσκοπος από έναν οπαδό τού Αρείου. Όταν γύρισε στους Γότθους δίδαξε για αρκετά χρόνια τον Χριστιανισμό σύμφωνα με τις αρχές του Αρείου. Θέλοντας να κάνει γνωστά τα Ευαγγέλια στον λαό του, εφηύρε ένα γοτθικό αλφάβητο, με βάση, εν μέρει, τα ελληνικά γράμματα και μετέφρασε την Βίβλο στη γοτθική γλώσσα. Η διάδοση του Αρειανισμού στους Γότθους έχει μεγάλη σημασία για τη μετέπειτα ιστορία τους, γιατί ακριβώς η θρησκευτική διαφορά τους εμπόδισε, όταν αργότερα κατέβηκαν στις περιοχές τής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, να συγχωνευθούν με τους αυτόχθονες, οι οποίοι ήταν οπαδοί τού Συμβόλου της Νικαίας. Οι Γότθοι της Κριμαίας έμειναν Ορθόδοξοι.

ΠΗΓΗ: http://stigmesstinistoria.blogspot.gr/2014/06/4.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

αβαγνον