Τρίτη 10 Ιουνίου 2014

ΤΟ ΣΠΗΛΑΙΟ ΤΟΥ ΕΥΡΙΠΙΔΗ ΣΤΗΝ ΣΑΛΑΜΙΝΑ

Το σπήλαιο του Ευριπίδη στην Σαλαμίνα...


Το ιστορικό αυτό σπήλαιο βρίσκεται κοντά στον όρμο των Περιστεριών (νότια του νησιού απέναντι από την Αίγινα και την αρχαία Τροιζήνα). Η είσοδός του είναι πολύ στενή, αθέατη από την ακτή και βρίσκεται σε υψόμετρο 120 περίπου μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας. Από το φυσικό άνδηρο της εισόδου υπάρχει καταπληκτική θέα προς το Σαρωνικό.

Μέσω μικρής και στενής εισόδου εισέρχεται κανείς στο εσωτερικό του, όπου διανοίγονται θάλαμοι με χαμηλή οροφή, στενοί διάδρομοι, κόγχες και εσοχές. Οι πρώτες πληροφορίες για το σπήλαιο δίνονται από αρχαίους συγγραφείς (Φιλόχορο, Σάτυρο, Ανώνυμο Συντάκτη Βίου Ευριπίδη, Aulus Gellius) που έζησαν κατά την Ελληνιστική (3ο και 2ο αι. π.Χ.) και την Ρωμαϊκή εποχή (2ο αι. μ.Χ.). Από τα ευρήματα αποδεικνύεται η χρήση του σπηλαίου κατά τη διάρκεια των εξής 5 περιόδων: Νεώτερη Νεολιθική, Ύστερη Μυκηναϊκή, Κλασική και Ρωμαϊκή εποχή και Φραγκοκρατία. Μεταξύ των ευρημάτων αναφέρονται κοσμήματα, νομίσματα, αντικείμενα θρησκευτικής λατρείας, μια σιδερένια αιχμή και ένα τμήμα σκάφους με το όνομα του Ευριπίδη στην εξωτερική του πλευρά.

ΓΙΑ ΝΑ ΕΜΦΑΝΙΣΤΕΙ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΘΕΜΑ: "διαβάστε περισσότερα"

Χάρτης της Σαλαμίνος στο Σαρωνικό κόλπο
Στα νεώτερα χρόνια ο αρχαιολόγος Α. Αρβανιτόπουλος το περιέγραψε ως «στενόν βαθύτατον σπήλαιον», ενώ ο βυζαντινολόγος Δ. Πάλλας το ταύτισε με τα «Κυχρήνος Άντρο» (το άντρο, δηλαδή, του Κυχρέα, του πρώτου μυθικού βασιλιά του νησιού).














Το σπήλαιο ανασκάφτηκε κατά τη διάρκεια των ετών 1994-1997, από το Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, υπό την διεύθυνση του Καθηγητή Γ. Λώλου. Τα πολυάριθμα ευρήματα που αποκαλύφθηκαν αποδεικνύουν την εντατική στο πέρασμα των αιώνων χρήση του, από το γ΄ τέταρτο της 6ης χιλιετίας π.Χ. περίπου (οπότε αποτέλεσε χώρο περιστασιακής διαμονής για μικρά χρονικά διαστήματα), έως την Εποχή της Φραγκοκρατίας (τον πρώιμο 14o αι. μ.Χ.), οπότε χρησίμευσε ως χώρος απόκρυψης νομισματικών θησαυρών.
Αποκαλύφθηκε ιερό του Διονύσου (με ορθογώνιο ναϊσκο, λατρευτικό χώρο με κτιστό θρανίο, και υδατοδεξαμενή), ιδρυμένο κοντά σε πηγή νερού, σε απόσταση 10μ. χαμηλότερα από την είσοδο του σπηλαίου, το οποίο ήκμασε στο χώρο κατά τον 3ο και τον 2ο αι. π.Χ. Μετά την καταστροφή του ιερού (από σεισμό), η συλλατρεία Διονύσου και Ευριπίδη μεταφέρεται και ασκείται στο σπήλαιο. Απόδειξη αυτού συνιστά η ανεύρεση επιγραφικής μαρτυρίας σε τμήμα μελαμβαφούς σκύφου του 5ου αι. π.Χ. με ανάστροφα χαραγμένο, στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορική εποχή, το όνομα του Ευριπίδη στην εξωτερική επιφάνειά του. Διαρκούσης της Ρωμαϊκής περιόδου, το σπήλαιο αναδεικνύεται, όπως μαρτυρούν τα ευρήματα, σε αξιοθέατο και χώρο προσκυνήματος μέχρι την καταστροφή του από τους Ερούλους και τους Γότθους το 267 μ.Χ.
Βάσει του επιγραφικού ευρήματος του μελαμβαφούς σκύφου και των αρχαίων φιλολογικών μαρτυριών, ο ανασκαφέας ταύτισε το εν λόγω σπήλαιο με το ησυχαστήριο του Ευριπίδη στη Σαλαμίνα, όπου ο ποιητής αποσυρόταν και έγραφε τα δράματά του.

Αιχμές βελών από οψιανό και πυριτόλιθο, από το Νεολιθικό "οπλοστάσιο" του σπηλαίου
(5.300 - 4.300 π.Χ.).

Ανώτερο τμήμα μαρμάρινου ειδωλίου γυναικείας μορφής (σωζ. ύψους 5,5 εκ.) της Νεώτερης Νεολιθικής περιόδου ("Νύμφη Σαλαμίς"). Είναι κατασκευασμένο από λευκό μάρμαρο και διατηρεί ίχνη ερυθρού χρώματος.Μπορεί να θεωρηθεί προδρομική μορφή των μαρμάρινων Κυκλαδικών ειδωλίων της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού (3000-2000 περίπου π.Χ.).

Κατά την Ύστερη Μυκηναϊκή εποχή, συγκεκριμένα κατά το διάστημα από τον 14ο έως τον πρώιμο 12ο αιώνα π.Χ., το σπήλαιο, ειδικότερα ο μεγάλος Θάλαμος 8, χρησιμοποιήθηκε ως χώρος ενταφιασμών ατόμων από την ανώτερη, ίσως, κοινωνική ιεραρχία της περιοχής (Εικ. 6, 7). Το σπήλαιο στα Περιστέρια είναι το πρώτο, ουσιαστικά, απόλυτα βεβαιωμένο ταφικό σπήλαιο στην Ελλάδα (εξαιρουμένης της Κρήτης), σε συστηματική χρήση κατά την Ύστερη Μυκηναϊκή εποχή.

Ακέραιη χάλκινη παραξιφίδα (27,2 εκ.). Υστεροελλαδική ΙΙΙ Α1 περίοδος (πρώιμος 14ος αι. π.Χ.).
Θα πρέπει να συνόδευε αρχικά Μυκηναϊκή ταφή στον Θάλαμο VIII. Ανήκει σε διαδεδομένο τύπο κοντού ξίφους, με παράλληλα στη Θεσσαλία, τη Βοιωτία, την Αργολίδα και την Κρήτη.

Ερυθρόμορφη λήκυθος του προχωρημένου 5ου αι. π.Χ., με ιπτάμενη Νίκη.
Το όνομα του τραγικού ποιητή, από το οποίο σώζονται τα έξι (6) πρώτα γράμματα, είναι χαραγμένο ανάστροφα στην εξωτερική πλευρά του λεπτού τοιχώματος του σκύφου, με εξαιρετική επιμέλεια. Με βάση τους εμφανώς εξελιγμένους τύπους των γραμμάτων της επιγραφής και, με δεδομένη, τώρα, την αραιή ή περιστασιακή Ελληνιστική χρήση του σπηλαίου, θεωρώ ότι η χάραξη του ονόματος θα πρέπει να τοποθετηθεί στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορική εποχή (στο διάστημα από τον ύστερο 1ο έως τον 3ο αιώνα μ.Χ.).

Τμήμα Αττικού μελαμβαφούς σκύφου του 430-420 π.Χ., με το όνομα του Ευριπίδη χαραγμένο (στο ανεστραμμένο αγγείο), ως αφιέρωση.Η τιμητική χάραξη του ονόματος θα πρέπει να αναχθεί στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορική εποχή,κατά την οποία το σπήλαιο αναδείχθηκε σε αξιοθέατο και προσκύνημα, είδος "ηρώου" του ποιητή, γνωστό και έξω από τα όρια της νήσου. ατος θα πρέπει να τοποθετηθεί στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορική εποχή (στο διάστημα από τον ύστερο 1ο έως τον 3ο αιώνα μ.Χ.).
Το όνομα απαντά, εδώ, στην εκδοχή του με δύο Π. Η γραφή του (κυρίου) ονόματος, με δύο Π, τεκμηριώνεται από έξι (6), τουλάχιστον, Αττικές επιγραφές, ήδη από τα τέλη του 5ου αι. π.Χ. Εναλλακτικώς, θα μπορούσε να θεωρηθεί ανορθόδοξη γραφή ("ανορθόγραφη" εκδοχή) του Κλασικού ονόματος, από αυτές που απαντούν συχνότατα κατά την Ρωμαϊκή εποχή. Επισημαίνω, ότι το όνομα του τραγικού ποιητή Ευριπίδη έχει και την Ρωμαϊκή γραφή του, με ΕΙ στην δεύτερη συλλαβή: Η εκδοχή αυτή απαντά στο πασίγνωστο αναθηματικό ανάγλυφο του Αρχαιολογικού Μουσείου της Κωνσταντινουπόλεως και στη βάση αγαλματιδίου του ποιητή, χαμένου σήμερα, της Συλλογής F. Ursinus, σε επιγραφή ερμαϊκής στήλης από την τοποθεσία Velitrae της Ιταλίας και σε άλλη από την γειτονική προς την Σαλαμίνα Ισθμία, του 2ου αι. μ.Χ.
Το στοιχείο της μεγάλης χρονικής απόστασης, ανάμεσα στον μελαμβαφή  σκύφο και στην επιγραφή, δεν στερείται παραλλήλων, θέλω να τονίσω, εφ' όσον εντοπίζονται πολλές περιπτώσεις χάραξης, σε Ρωμαϊκούς χρόνους, επιγραφών επάνω σε παλαιότερα αντικείμενα.
Η λατρευτική χρήση τμημάτων του χώρου κατά την επόμενη, Ελληνιστική εποχή τεκμηριώνεται από θραύσματα πήλινων ειδωλίων, αναγλύφων και αναθηματικών πλακιδίων.
Πλουσιώτατο είναι, στην συνέχεια, από όλους τους χώρους του σπηλαίου, το υλικό των Ρωμαϊκών χρόνων. Ο κύριος όγκος του ανάγεται στον ορίζοντα του 2ου και 3ου αιώνος μ.Χ., εποχή κατά την οποίαν το σπήλαιο στα Περιστέρια εδραιώθηκε ως αξιοθέατο, και έγινε τόπος απόδοσης τιμών στον Ευριπίδη και στον προστάτη του, τον Διόνυσο. Τα ευρήματα, σε σημαντικό ποσοστό αναθηματικού χαρακτήρα, υποδηλώνουν σταθερή κυκλοφορία προσκυνητών στο άνδηρο και στους θαλάμους του σπηλαίου. Η αρχαιολογική εικόνα που προβάλλει εναρμονίζεται απόλυτα με την είδηση για την επίσκεψη, κατά τον 2ο αιώνα μ.Χ., στο Σπήλαιο του Ευριπίδη στη Σαλαμίνα, του Ρωμαίου συγγραφέα Aulus Gellius, όπως την μεταφέρει ο ίδιος.
Στα άφθονα κεραμεικά ευρήματα των Ρωμαϊκών χρόνων από το σπήλαιο, περιλαμβάνονται αρκετά τμήματα λύχνων, απαραίτητων για τις λατρευτικές πράξεις στους κατασκότεινους θαλάμους του, και ένας ανάγλυφος ερυθρωπός σκύφος με Διονυσιακές σκηνές. Στα αφιερώματα της Ρωμαϊκής εποχής συγκαταλέγονται και πολλά κοσμήματα: ασημένια ενώτια, δακτυλίδια και γυάλινες χάνδρες.

Θησαυρός επάργυρων νομισμάτων (αντωνιανών) του Ρωμαίου Αυτοκράτορος Γαλλιηνού (253-268 μ.Χ.) και της συζύγου του Σαλωνίνας. Απόκρυψη μέσα σε πάνινο πουγγί, στον Θάλαμο IV Γ, του 267/268 μ.Χ.
Ιδιαίτερης σημασίας είναι το πλούσιο νομισματικό σύνολο από την Ρωμαϊκή χρήση του χώρου: Εντυπωσιάζει ένας άθικτος θησαυρός από 39 επάργυρα νομίσματα του Γαλλιηνού (260-268 μ.Χ.) και της συζύγου του Σαλωνίνας, από σημείο στο στενότατο τυφλό Διάδρομο IV Δ (Εικ. 10)
Το εξαιρετικά ενδιαφέρον αυτό νομισματικό σύνολο δεν αποκλείεται να ήταν το "ταμείο" του ιερού σπηλαίου των χρόνων του αυτοκράτορος Γαλλιηνού και φαίνεται πιθανόν να είχε αποκρυβεί στο συγκεκριμένο σημείο στις παραμονές ή κατά την διάρκεια της μεγάλης επιδρομής των Σκανδιναβών Ερούλων και Γότθων κατά των Αθηνών και των νότιων Ελληνικών παραλίων, του 267 μ.Χ. Η απόκρυψη των νομισμάτων του Γαλλιηνού μας δίνει μία αίσθηση από τις τελευταίες ώρες του λατρευτικού άντρου της Σαλαμίνος, του οποίου η παρακμή ή καταστροφή μπορεί να αποδοθεί στη φοβερή αυτή αιτία.
Μετά την πάροδο χιλίων περίπου ετών πλήρους εγκατάλειψης του χώρου, το τελευταίο δραματικό κεφάλαιο στην ιστορία του σπηλαίου αποκαλύπτεται από την εύρεση, στους Θαλάμους 6 και 8, δύο διασκορπισμένων νομισματικών θησαυρών, κοσμημάτων και άλλων μικροαντικειμένων, που χρονολογούνται από την εποχή χρησιμοποίησης του χώρου ως κρησφυγέτου ευγενών και φυσικού "θησαυροφυλακίου", κατά την Φραγκοκρατία, συγκεκριμένα κατά τον 14ο αι. μ.Χ.
Πέραν της σημασίας που ενέχει η διακρίβωση των ποικίλων χρήσεων του σπηλαίου κατά τους προϊστορικούς και ιστορικούς χρόνους, η αναγνώριση, ειδικότερα, της λειτουργίας του χώρου ως ησυχαστηρίου- "καταφυγίου" ενός μεγάλου "επωνύμου" του 5ου αιώνος π.Χ., εξελιγμένου, μάλιστα, αργότερα σε αξιοθέατο και τόπο προσκυνήματος, είναι αναμφίβολα, το στοιχείο εκείνο που ανυψώνει το "άσημο" φυσικό μνημείο της Σαλαμίνος σε περίοπτο μνημείο της Αθηναϊκής πνευματικής ζωής των χρόνων της μεγάλης ακμής της.
Ο Ευριπίδης γεννήθηκε στην Σαλαμίνα το 485 ή το 480 π.Χ. και πέθανε στην Μακεδονία το 406 π.Χ. Ο πατέρας του, ο κτηματίας Μνήσαρχος καταγόταν από τον Αττικό δήμο της Φλύας, και από συνδυασμό πληροφοριών στις αρχαίες πηγές, συνάγεται ότι κατείχε μια έκταση στην Σαλαμίνα. Είναι χαρακτηριστικές, με τις κάποιες, ίσως, υπερβολές τους, οι περιγραφές της φυσιογνωμίας και του χαρακτήρα του τραγικού ποιητή, από τους αρχαίους βιογράφους του: "σκυθρωπός, σύννους, αυστηρός, μισογέλως και μισογύνης", κι ακόμη "σκυθρωπός, αμειδής και φεύγων τας συνουσίας".
Η προτίμηση του Ευριπίδη να αποσύρεται, "φεύγων τον όχλον", και να γράφει τα έργα του σε ένα σπήλαιο στην Σαλαμίνα, στοχαζόμενος τα "μεγάλα και τα υψηλά", αναφέρεται σε κείμενα τεσσάρων (4) αρχαίων συγγραφέων:
  • Σε έργο του Φιλοχόρου, συστηματικού και αξιόπιστου ιστορικού του πρώιμου 3ου αι. π.Χ.
  • Σε έργο του Σατύρου, Έλληνα συγγραφέα που έζησε στην Οξύρυγχο της Άνω Αιγύπτου κατά τον 3ο ή 2ο αι. π.Χ.
  • Σε βιογραφικό κείμενο της ύστερης Ελληνικής Αρχαιότητας, με τον τίτλο Γένος Ευριπίδου και Βίος, ανωνύμου συντάκτη.
  • Τέλος, σε κεφάλαιο του βιβλίου Noctes Atticae (Αττικές Νύκτες) του Aulus Gellius, Ρωμαίου συγγραφέα των μέσων του 2ου αι. μ.Χ., ο οποίος μάλιστα περιγράφει το σπήλαιο και δηλώνει ότι το επισκέφθηκε, κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Αθήνα.
Η μαρτυρία του Gellius, η τελευταία, χρονολογικά, στην σειρά των σχετικών πληροφοριών, είναι εξαιρετικά σημαντική: Δείχνει ότι η ανάμνηση του σπηλαίου του τραγικού ποιητή παρέμενε ζωντανή, πεντέμισυ περίπου αιώνες μετά τον θάνατό του και ότι η τοποθεσία του στην νότια ακτή του νησιού γινόταν σημείο προσέλευσης ξένων και Ελλήνων επισκεπτών.

Από τον Σάτυρο και τον ανώνυμο συντάκτη του Βίου περιγράφεται ως "σπήλαιον αναπνοήν έχον ες την θάλασσαν", ενώ για τον Gellius, το ιδιάζον εσωτερικό του προφανώς, είναι "δυσάρεστο/ απωθητικό και τρομακτικό" ("spelunca taetra et horrida"), μια φράση που είχε, μέχρι το 1994, μείνει εντελώς ασχολίαστη και βέβαια δυσεξήγητη.
Μπορεί κάποιος να φτάσει στο πλάτωμα της εισόδου του σπηλαίου ξεκινώντας απ' τον όρμο των Περιστερίων και περπατώντας περίπου 20 λεπτά. Στο δρόμο προς το σπήλαιο υπάρχει μια αρχαία πηγή νερού και το Ιερό του Διονύσου.
Επιλογή των ευρημάτων του σπηλαίου πρόκειται να εκτεθεί στο Αρχαιολογικό Μουσείο Σαλαμίνας.

Κείμενο, φωτογραφίες: Αλέξανδρος Γλαράκης, Γιάννος Γ. Λώλος
Δραστηριότητα: αστική σπηλαιολογία (urban speleology
Συμμετείχαν: ΟΜΑΔΑ ΠΑΥΣΑΝΙΑΣ
Πληροφορίες κειμένου: 
1. Υπουργείο πολιτισμού
2. Δήμος Σαλαμίνας
3. Γιάννος Γ. Λώλος, Καθηγητής Προϊστορικής Αρχαιολογίας Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
4. Αρχείο Πανεπιστημιακής Ανασκαφής Σαλαμίνας.
ΠΗΓΗ: http://urbanspeleology.blogspot.gr/2014/06/blog-post.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

αβαγνον